Σουπίνο

Στη γραμματική, σουπίνο ονομάζεται ρηματικό ουσιαστικό αρσενικού γένους που χρησιμοποιείται σε ορισμένες γλώσσες. Ο όρος απαντάται συχνότερα στα Λατινικά, όπου είναι ένα από τους τέσσερεις ρηματικούς τύπους.

Υπάρχουν δύο σουπίνο, το I (πρώτο) και το II (δεύτερο). Αρχικά ήταν σε πτώση Αιτιατική[1] αλλά υπάρχει και στην Αφαιρετική.

Το πρώτο έχει κατάληξη -tum και εξαρτάται από ρήματα κίνησης.

  1. Fortson, §5.59.