Στέλιος Καζαντζίδης | |
---|---|
Γέννηση | 29 Αυγούστου 1931 Νέα Ιωνία Αττικής |
Θάνατος | 14 Σεπτεμβρίου 2001 (70 ετών) Αθήνα |
Αιτία θανάτου | καρκίνος |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | Κοιμητήριο Ελευσίνας |
Εθνικότητα | Έλληνας |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Ιδιότητα | τραγουδιστής, συνθέτης, μουσικός (1952-2000) |
Σύζυγος |
|
Σύντροφος | Καίτη Γκρέυ |
Όργανα | κιθάρα |
Είδος τέχνης | λαϊκό τραγούδι |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Στέλιος Καζαντζίδης (Νέα Ιωνία Αττικής, 29 Αυγούστου 1931 - Αθήνα, 14 Σεπτεμβρίου 2001) ήταν Έλληνας λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης και στιχουργός. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες. Κατά γενική ομολογία, υπήρξε ο γεννήτορας της έννοιας λαϊκός τραγουδιστής στην Ελλάδα. Η φωνή του εξακολουθεί να αποτελεί ορόσημο για το λαϊκό τραγούδι, καθώς για τους περισσότερους θεωρείται η σπουδαιότερη που ανέδειξε ποτέ αυτό το είδος μουσικής.
Γεννήθηκε το 1931 στη Νέα Ιωνία Αττικής. Ήταν γιος του Χαράλαμπου Καζαντζίδη με καταγωγή από τα Κοτύωρα του Πόντου και της Γεσθημανής (Χατζίδαινας) με καταγωγή από την Αλάγια της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. Ο πατέρας του υπήρξε χτίστης στο επάγγελμα και στα χρόνια της κατοχής οργανώθηκε στις τάξεις του ΕΛΑΣ και δούλεψε για την Επιμελητεία του Αντάρτη (ΕΤΑ). Στα χρόνια του εμφυλίου δολοφονήθηκε στις Σέρρες από παρακρατικούς αντικομμουνιστές. Προστάτης οικογένειας πλέον, αναγκάστηκε να εργαστεί σε διάφορες δουλειές στην Ομόνοια, αχθοφόρος κλπ.
Ο Πρόδρομος Τσαουσάκης θα αποτελέσει το πρώτο τραγουδιστικό του πρότυπο. Παράλληλα, εκτίμηση έτρεφε και προς τραγουδιστές του ελαφρού τραγουδιού όπως ο Αντώνης Γούναρης και ο Τζίμης Μακούλης.
Ο πρώτος άνθρωπος που εκτίμησε τη φωνή του ήταν κάποιο αφεντικό του, που καθώς τον άκουσε την ώρα της δουλειάς στο εργοστάσιο Λανατέξ το 1949, του χάρισε μια κιθάρα. Δάσκαλος του Στέλιου υπήρξε ο Στέλιος Χρυσίνης, ένας τυφλός συνθέτης. Ο Μάνθος Βενέτης άκουσε από τον δρόμο τον νεαρό Στέλιο να παίζει κιθάρα και να τραγουδάει στο δωμάτιο του στην οδό Αλαϊας και εντυπωσιάστηκε. Ο Καζαντζίδης αρχίζει να εμφανίζεται σε μικρά μαγαζιά της εποχής.
Το 1952, ο Καζαντζίδης κάνει το δισκογραφικό ντεμπούτο του με ένα τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα. Το τραγούδι αυτό έφερε τον τίτλο "Για μπάνιο πάω". Ήταν ένα τραγούδι γραμμένο για τον καύσωνα που επικρατούσε εκείνο το καλοκαίρι στην πρωτεύουσα. Ακολουθούν τραγούδια όπως "Ενας μάγκας στον Βοτανικό", "Δεν θέλω το κακό σου (οι βαλίτσες)", "Τέτοια κούκλα και τσαχπίνα", "Απόψε φίλα με", "Η κοινωνία", "Γεντί κουλέ", "Ασπρο πουκάμισο", "Βαθειά στην θάλασσα θα πέσω" "Θεσσαλονίκη μου" κ.α. που γίνονται μεγάλες επιτυχίες και το φαινόμενο Καζαντζίδης αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά. Διαχρονικές θεωρούνται οι συνεργασίες με Τσιτσάνη, Μητσάκη, Δερβενιώτη, Κολοκοτρώνη, Χιώτη κ.α. Από το 1953 ως το 1957 ήταν αρραβωνιασμένος με την Καίτη Γκρέυ. Η σχέση τους υπήρξε παθιασμένη και με σκαμπανεβάσματα.
Το καλοκαίρι του 1957 γνώρισε την Μαρινέλλα (Κυριακή Παπαδοπούλου) στο νυχτερινό κέντρο Πανόραμα στην Θεσσαλονίκη και της πρότεινε να κατέβουν στην Αθήνα ως ντουέτο.
Το 1959 ξέσπασε δικαστική διαμάχη του Καζαντζίδη με την δισκογραφική εταιρεία Columbia, με αφορμή τις πωλήσεις δίσκων. Χαρακτηριστικά, ο δίσκος "Μαντουμπάλα/Δυο πόρτες έχει η ζωή" έκανε πωλήσεις που έφτασαν τις 100.000, όταν δεν υπήρχαν ούτε 40.000 πικάπ στην Ελλάδα. Η Λίτσα Διαμάντη έχει αναφέρει πως ο κόσμος πρώτα αγόραζε τον δίσκο και μετά το πικάπ. Παρά τις χωρίς προηγούμενο πωλήσεις και τη στιγμή που η εταιρεία έβγαζε εκατομμύρια από το συγκεκριμένο δισκάκι, ο ίδιος ο τραγουδιστής έλαβε λιγότερες από 1.000 δραχμές. Αυτό συνέβη καθώς οι τραγουδιστές τότε πληρώνονταν ένα εφάπαξ ποσό για τον κάθε δίσκο και δεν λάμβαναν ποσοστά από τις πωλήσεις. Στον Καζαντζίδη χρωστούν πολλά οι σύγχρονοι τραγουδιστές, αφού πρώτος αυτός διεκδίκησε για τον κλάδο του ποσοστά και η προσπάθειά του είχε θετικό αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τον Γιώργο Ζαμπέτα, με μια κίνηση ο Καζαντζίδης "καθάρισε για όλο το σινάφι". Ήταν η εποχή που η Κολούμπια χρησιμοποιούσε ως ηχητικό της σήμα το εμβληματικό "Συννεφιασμένη Κυριακή". Ο Τάκης Β.Λαμπρόπουλος, νεαρός τότε διευθυντής της Columbia παραδέχτηκε στο Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ το 2018 πως ο Καζαντζίδης υπήρξε ο εμπορικότερος καλλιτέχνης της εταιρίας, και πως το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του ήταν πως τον άφησε να φύγει από αυτήν.
Η περίοδος 1960-1965 είναι η πιο γόνιμη εποχή του Στέλιου Καζαντζίδη με την Μαρινέλλα ως καλλιτεχνικό ζευγάρι. Πέρα από τις εμφανίσεις τους σε θέατρα και ταινίες, και εκτός από τις κλασικές συνεργασίες με λαϊκούς συνθέτες, σημαντικές είναι και οι συνεργασίες με τους Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Λεοντή κ.α. Ο Καζαντζίδης υπήρξε συν τοις άλλοις και ένας από τους πρωτεργάτες του λεγόμενου έντεχνου τραγουδιού.
Στα νυχτερινά κέντρα που εμφανίζονταν ("Τριάνα του Χειλά" στη Συγγρού, "Κουλουριώτη" στις Τζιτζιφιές, "Ξυπολητάκου" στο Ηράκλειο, "Μαντουμπάλα" στην Αλεξάνδρας, "Φαληρικόν" της Ηπείρου) γινόταν το αδιαχώρητο, ενώ συνεργάστηκαν με σημαντικούς καλλιτέχνες της εποχής, λ.χ. Γρηγόρη Μπιθικώτση, Πόλυ Πάνου, Γιώτα Λύδια, Στράτο Παγιουμτζή, Καίτη Γκρέυ, Σωτηρία Μπέλλου, Μανώλη Αγγελόπουλο, Γιώργο Ζαμπέτα, Μανώλη Χιώτη, Μαίρη Λίντα, Άννα Χρυσάφη, Αντώνη Ρεπάνη κ.ά.
Το 1964 υπέγραψε συμβόλαιο στην εταιρεία "Μίνως Μάτσας και Υιός", η οποία αποτελούσε συνέχεια της "Odeon - Parlophone" του Μίνωα Μάτσα. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τη Μαρινέλλα και έμειναν μαζί ως το 1966, όταν αποφάσισε να σταματήσει τις ζωντανές εμφανίσεις του. Μετά την φυγή του Καζαντζίδη από την Columbia, η εταιρεία άρχισε να επανακυκλοφορεί παλαιότερες ηχογραφήσεις του με την επωνυμία "Regal", σε πολύ χαμηλές τιμές. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντίδραση της Mίνως, και το θέμα έφτασε στα δικαστήρια. Το δικαστήριο τελικά αθώωσε την Columbia, καθώς έκρινε πως δεν υπήρχε πρόθεση δυσφήμισης.[1]
Τον Οκτώβριο του 1965 ο Καζαντζίδης με τον ποδοσφαιριστή Μίμη Παπαϊωάννου έφτασαν στη Γερμανία για συναυλίες. Η υποδοχή που τους επιφύλαξαν οι ομογενείς ήταν συγκινητική. Μαζί τους ο νεαρός -τότε- δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Χρήστος Νικολόπουλος. Την ίδια περίοδο ο Καζαντζίδης και ο Χρήστος Κολοκοτρώνης (μουσική και στίχους αντίστοιχα) δημιούργησαν τον ύμνο της ΑΕΚ που ερμήνευσε ο Παπαϊωάννου: "Νικήστε, νικήστε".
Ακολούθησε μια περιοδεία στην Αμερική στην οποία ο Καζαντζίδης με την Μαρινέλλα εμφανίστηκαν στο θρυλικό Carnegie Hall της Νέας Υόρκης. Σύμφωνα με διηγήσεις, κανένας άλλος τραγουδιστής πλην του Φρανκ Σινάτρα δεν είχε ξαναπεράσει τις πύλες του θεάτρου αυτού.
Το 1966, στην πιο μεστή στιγμή της καριέρας του ο Καζαντζίδης πήρε τη μεγάλη απόφαση να σταματήσει τις ζωντανές εμφανίσεις σε κέντρα, στάση που τήρησε για το υπόλοιπο της ζωής του. Αιτία ήταν η αποστροφή του για την κατάσταση που επικρατούσε στα νυχτερινά μαγαζιά. Ο Καζαντζίδης επεδίωκε να κρατάει χαμηλά τις τιμές και να ελέγχει την ποιότητα του φαγητού και των ποτών ώστε να μην γίνεται ασυδοσία. Χαρακτηριστικά η Μαρινέλλα αναφέρει πως μόνο στο μαγαζί που ο Καζαντζίδης δούλευε απαγορευόταν (από τον ίδιο φυσικά) οι τραγουδίστριες να κάθονται στα τραπέζια των εύρωστων οικονομικά πελατών. Η αποχώρηση του Καζαντζίδη από το πάλκο, «...αποτελεί την πιο δραματική μορφή σιωπηλής διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα αμείλικτο σύστημα διαπλοκής από νεόπλουτους θαμώνες, αφεντικά της δισκογραφίας και μπράβους της νύχτας...».[2]
Το 1967 αποφασίζει να αποσυρθεί προσωρινά από τη δισκογραφία. Στόχος του είναι να δημιουργήσει μία δική του ανεξάρτητη εταιρεία, με την επωνυμία "Standard" αλλά σύμφωνα με τα γεγονότα, τα συμφέροντα και η λογοκρισία στα χρόνια της δικτατορίας δεν τον άφησαν. Από την επιτροπή λογοκρισίας κόπηκε το 90% των τραγουδιών και μάλιστα τραγούδια όχι πολιτικά αλλά λαϊκά και ερωτικά. Παράλληλα δέχεται και μια αναδρομική "φορολόγηση" της τάξης των 7.800.00 δρχ. Ο ίδιος έχει πει χαρακτηριστικά: "Ηταν μάλλον ένα είδος προσωπικής εκδίκησης, βγαλμένης από κάποιον που είχε προσωπικά μαζί μου". Το 1968 συνεργάστηκε με την εταιρεία Philips όπου με β' φωνή την Μαρινέλλα έβγαλαν μερικά 45άρια (Τα ροζιασμένα χέρια, Στα βράχια της Πειραϊκής κλπ). Αυτό οδήγησε την Mίνως σε προσφυγή στα δικαστήρια, αξιώνοντας την επιστροφή του. O Καζαντζίδης επέστρεψε στην Mίνως, η δε Μαρινέλλα παρέμεινε τελικά στην Philips και χώρισαν οριστικά οι δρόμοι τους. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1988 συνέβη και το εξής παράδοξο: Η Μαρινέλλα έφυγε προς την Μίνως για να βρει τον Στέλιο, και ο Στέλιος έφυγε προς την Philips/Polygram για να βρει την Μαρινέλλα!
Το 1970 τραγούδησε δύο τραγούδια του Μάνου Λοΐζου σε δίσκο 45 στροφών, τα "Όταν Βλέπετε Να Κλαίω" και "Το Μερτικό Μου Απ' τη Χαρά" ενώ κυκλοφόρησε και ο δίσκος "Ενα Γράμμα". Το 1972 βγήκε ο δίσκος "Γυρισμός" με τραγούδια των Καλδάρα,Δερβενιώτη,Νικολόπουλο, Βίρβου,Πυθαγόρα που περιελάμβανε και το τραγούδι "ο Μπάρμπα-Γιάννης" που αφιερώθηκε στον θάνατο του Γιάννη Παπαϊωάννου. Ακολούθησαν οι δίσκοι Το Δρομολόι της Ζωής και Γυάλινος Κόσμος.
Το 1973 ο Άκης Πάνου συνέθεσε 6 τραγούδια για τον Στέλιο Καζαντζίδη, που κυκλοφόρησαν στο δίσκο "Η Ζωή Μου Όλη" την επόμενη χρονιά. Το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου ήταν κατά ομολογία του ίδιου του Καζαντζίδη το αγαπημένο του τραγούδι.[3]Το 1974 κυκλοφόρησε το άλμπουμ "Στην Ανατολή", σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη που ηχογραφήθηκε στον Καναδά. Περιελάμβανε σπουδαία τραγούδια, όπως τα "Άπονες Εξουσίες", Τα παραθύρια ορθάνοιχτα, "Μες στην ταβέρνα" κ.α. Ο δίσκος σύμφωνα με τον Πάνο Γεραμάνη μποϋκοταρίστηκε ενώ ο Μίκης Θεοδωράκης έχει αναφέρει πως το θέμα ήταν πρώτα πολιτικό και μετά οικονομικό.
Η Βρετανική Guardian έχει ασχοληθεί με ένα εκτενές αφιέρωμα στον Καζαντζίδη. Ενδεικτικά: "Στα χρόνια της χούντας των Συνταγματαρχών (1967 – 74) το καθεστώς τιμώρησε μόνο τον Καζαντζίδη επιβάλλοντάς του φόρους. Σταμάτησε τη δισκογραφία μεταξύ 1975 και 1987, εγκλωβισμένος σε μια δυσάρεστη επαγγελματική συμφωνία. Παρόλα αυτά παρέμεινε δημοφιλής, κυρίως στους Έλληνες της διασποράς...".
Το Νοέμβριο του 1975 κυκλοφόρησε ο δίσκος σταθμός "ΥΠΑΡΧΩ" ο οποίος σύμφωνα με δηλώσεις του Χρήστου Νικολόπουλου έχει κάνει αναρίθμητες πωλήσεις. Ο Καζαντζίδης το 1979 ανέφερε περί τις 500.000 ενώ ο Λ.Χαψιάδης στα 1990 πως είχε ξεπεράσει το 1.000.000. Πριν και μετά το LP κυκλοφόρησαν και σαρανταπεντάρια με τραγούδια του δίσκου. Ακολούθησε μια άκρως πετυχημένη εμφάνιση του Καζαντζίδη στην ΕΡΤ όπου, σύμφωνα με μαρτυρίες, οι δρόμοι ήταν έρημοι καθώς την παρακολούθησε όλη η Ελλάδα. Η εκπομπή περιείχε και ένα απόσπασμα από τις πρόβες τους, παρουσία Πυθαγόρα που έδειχνε πως συνέθεταν μαζί τα τραγούδια.
Το 1976 αποχώρησε για τις Ηνωμένες Πολιτείες και παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, την Τόνια Κωνσταντουλάκη, οµογενή από την Κάλυµνο.[4] Στην Αμερική ο Καζαντζίδης είχε ζητήσει με αλληλογραφία να πραγματοποιηθεί ένας δίσκος (με τραγούδια όπως ο Τραγουδιστής, Γεια σας Πόντιοι, Μακρόνησσα κ.α.) αίτημα που απορρίφθηκε από την Μίνως. Στην Νέα Υόρκη συνάντησε τον Άρη Σαν, φίλο από την Καλαμάτα που ασχολούνταν με μουσική και clubs. Πιθανολογείται πως ο Καζαντζίδης, τιμής ένεκεν έκανε μερικές Guest εμφανίσεις στο κλαμπ-κέντρο "Sirocco" στο οποίο σύχναζαν ομογενείς και αστέρες του κινηματογράφου όπως ο Άντονυ Κουίν κ.α.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1978 γνώρισε την Βάσω Κατσαβού, μια καθημερινή γυναίκα από την Θεσσαλονίκη και παντρεύτηκαν το 1982.[5][6]. Κουμπάρος ήταν ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός.
Το 1979-80, ο στιχουργός Μανώλης Ρασούλης και ο Χρήστος Νικολόπουλος συγκέντρωναν υπογραφές με στόχο την αποδέσμευση του τραγουδιστή. Ισχυρίζονταν πως η σύμβαση ήταν τριετής ενώ η Μίνως πως ήταν επ' αορίστου χρόνου. Παράλληλα, μια επιτροπή αποτελούμενη από τους Μάνο Λοϊζο, Χρήστο Λεοντή, Λευτέρη Παπαδόπουλο και Γιώργο Νταλάρα επισκέφτηκε τον Καζαντζίδη στο σπίτι του με σκοπό να βρούν όλοι μαζί μια κοινώς αποδεκτή λύση. Ο τραγουδιστής πρότεινε να δώσει δύο δίσκους στην εταιρία δίχως να αξιώσει ποσοστά ώστε να τον αποδεσμεύσουν. Η προσπάθεια δεν καρποφόρησε.
Στα τέλη του 1981 εμφανίστηκε στη "Μουσική βραδιά" με έξι τραγούδια κάνοντας ακόμα ένα ρεκόρ θεαματικότητας. Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμα από την ταινία "Εις μνήμην Χάρρυ Κλυνν" με τον οποίο τραγούδησαν το Μη σκαλίζεις τη στάχτη.
Το 1983 η δημοφιλής τηλεοπτική εκπομπή Ρεπόρτερς της ΕΡΤ με τους δημοσιογράφους Λιάνη, Χαρδαβέλλα και Δημαρά ασχολήθηκε με την "αποχή" του Καζαντζίδη.[7] Μεταξύ άλλων, πρότειναν να «κρατικοποιηθεί το λαϊκό τραγούδι» δηλαδή να δημιουργηθεί ένας κρατικός φορέας που να μπορεί να ελέγχει τις δισκογραφικές εταιρίες συνολικά. Το 2008 σε τηλεοπτική εκπομπή του Χαρδαβέλλα, ο τότε διευθυντής της Ερτ Β.Βασιλικός ανέφερε πως υπήρξε και ένα τρίτο μέρος της εκπομπής το οποίο κόπηκε «από ξένα κέντρα αποφάσεων».
Το 1985 ο Καζαντζίδης έκανε την παραγωγή στον δίσκο του ανερχόμενου Λεωνίδα Βελή "Η συνάντηση".
Το 1986 ψηφίστηκε διάταξη στη βουλή για τις «συμβάσεις καλλιτεχνών που παρέμειναν ανενεργές επί μία τριετία» οι οποίες «λύνονται αυτομάτως».
Η επιστροφή του Καζαντζίδη το 1987 ήταν συγκινησιακά φορτισμένη και έγινε με τον δίσκο Ο Δρόμος της Επιστροφής που περιείχε τραγούδια των Β.Βασιλειάδη, Γ.Πάριου, Γιάννη Παλαιολόγου κ.α. Το τραγούδι Το δικό σου αμάρτημα (Τα δάχτυλα) σύμφωνα με τον Π.Δραγουμάνο ήταν το δημοφιλέστερο ζεϊμπέκικο των τελευταίων ετών, με αντικειμενικά κριτήρια όπως airplay και αριθμός των επανεκτελέσεων.
Το 1988 απεβίωσε η μητέρα του Στέλιου Καζαντζίδη, Γεσθημανή. Κυκλοφορεί ο δίσκος "ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ" στην Polygram όπου εγκαινιάζει την συνεργασία του με τον Τάκη Σούκα και τον Θανάση Πολυκανδριώτη. Πρόκειται για εμβληματικό δίσκο που περιέχει και την ιστορική εκτέλεση Πέτρινα Χρόνια του Σταμάτη Σπανουδάκη. Αμέσως μετά, υπογράφει συμβόλαιο συνεργασίας με την Music Box International (MBI), της οποίας ιδιοκτήτης τότε, ήταν ο Ανδρέας Καϊάφας.[8]
Το 1989 κυκλοφόρησε ο διπλός δίσκος "Ο,τι Δεν Είπα". Ηταν τραγούδια της λαϊκορεμπέτικης εποχής καθώς και μερικά μεταγενέστερα ενώ συμμετείχε και η Κατερίνα Στανίση. Ακολούθησαν οι χρυσοί δίσκοι "Βραδιάζει", "Ένα Γλέντι Με Τον Στελάρα", "Και Που Θεός", "Τα Βιώματα Μου", "Αφιέρωμα", "Τραγουδώ", "Έρχονται Χρόνια Δύσκολα" ενώ μνημειώδεις είναι και οι ερμηνείες του Καζαντζίδη σε ποντιακά τραγούδια.
Το 1996 ψηφίστηκε από το Mega ως ο δημοφιλέστερος καλλιτέχνης της χρονιάς. Τo 1997, ο δίσκος Τραγουδώ έγινε χρυσός σε λίγες μόνο ώρες. Στην απονομή του δίσκου παρευρέθησαν φίλοι και συνεργάτες όπως ο Νάκης Πετρίδης, η Σεμίνα Διγενή, η Γλυκερία, η Πίτσα Παπαδοπούλου, ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος, ο Νίκος Νομικός, ο Μανώλης Λιδάκης και άλλοι.
Το 1999 δώρισε στους σεισμοπαθείς προσωπικά αντικείμενα υψηλής οικονομικής και συναισθηματικής αξίας, σε μια συμβολική κίνηση. Ανταποκρίθηκε ο Γιάννης Πάριος. Ο Καζαντζίδης ετοίμαζε έναν δίσκο με τραγούδια των Σούκα/Πολυκανδριώτη αλλά δυστυχώς τον πρόλαβε η ασθένεια.
Απεβίωσε στις 14 Σεπτεμβρίου του 2001, σε ηλικία 70 ετών, μετά από πολύμηνη αντιμετώπιση του καρκίνου. Ο Στέλιος Καζαντζίδης είχε αρνηθεί να γίνει η κηδεία του δημοσία δαπάνη. Η ταφή του έγινε στο Νεκροταφείο της Ελευσίνας, ανάμεσα στους τάφους των γονιών του, όπως το επιθυμούσε ο ίδιος, ενώ η κηδεία του εξελίχθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Μέχρι σήμερα ιδρύονται σύλλογοι για αυτόν και πολλοί δρόμοι φέρουν το όνομα του.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, τραγούδησε δημιουργίες σημαντικών συνθετών (Μάνος Χατζιδάκις, Άκης Πάνου, Γιάννης Παλαιολόγου, Απόστολος Καλδάρας, Μανώλης Χιώτης, Μίκης Θεοδωράκης, Θοδωρής Δερβενιώτης, Νάκης Πετρίδης, Χρήστος Λεοντής, Τάκης Σούκας, Θανάσης Πολυκανδριώτης, Μπάμπης Μπακάλης, Χρήστος Νικολόπουλος, Γιώργος Μητσάκης, Βασίλης Τσιτσάνης, Σταύρος Ξαρχάκος, Μάνος Λοΐζος, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Ζαμπέτας κ.ά.), στιχουργών και ποιητών (Κώστας Βίρβος, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Τάσος Λειβαδίτης, Δημήτρης Χριστοδούλου, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Πυθαγόρας, Σώτια Τσώτου, Χρήστος Κολοκοτρώνης, Ευάγγελος Ατραΐδης, Βασίλης Παπαδόπουλος, Τασούλα Θωμαϊδου, Βάντα Κουτσοκώστα, Νίκος Λούκας, Λευτέρης Χαψιάδης, Χαράλαμπος Βασιλειάδης κ.α.)
Την περίοδο 1952-1959 κυκλοφόρησε περισσότερα από 300 δισκάκια στην Columbia.[9] Ακολούθησαν την επόμενη δεκαετία αμέτρητες κυκλοφορίες δίσκων 78 ή 45 στροφών σε διάφορες ετικέτες. Παράλληλα με τους μικρούς δίσκους, τη δεκαετία του 1960 ξεκίνησαν να κυκλοφορούν συλλογές τραγουδιών του σε "μεγάλους" δίσκους 33 στροφών.
O Στέλιος Καζαντζίδης εμφανίστηκε στις ταινίες:
Τραγούδια του Καζαντζίδη που ακούστηκαν σε ταινίες:[13]
Ταινίες αφιερωμένες:
Σήμερα, το όνομά του φέρουν οδοί στην Θεσσαλονίκη, την Λάρισα, τα Ιωάννινα, την Νέα Αλικαρνασσό, την Κύπρο κ.α.