Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Στέφαν Μιχάηλοβ Νερέζοβ | |
---|---|
Γέννηση | 12 Νοεμβρίου 1867 Σεβλίεβο (τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία) |
Θάνατος | 16 Απριλίου 1925 (57 ετών) Σόφια (Βουλγαρία) |
Χώρα | Βουλγαρικός Στρατός |
Εν ενεργεία | 1885-1920 |
Βαθμός | Στρατηγός |
Μονάδες |
|
Διοικήσεις | Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Βουλγαρικού Στρατού |
Μάχες/πόλεμοι | |
Τιμές | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Στέφαν Μιχάηλοβ Νερέζοβ (βουλγάρικα Стефан Михайлов Нерезов) (γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1867 στο Σεβλίεβο και σκοτώθηκε στις 16 Απριλίου 1925 στη Σόφια) ήταν Βούλγαρος Στρατηγός και Αρχηγός του Βουλγαρικού Γενικού Επιτελείου.
Ο Στέφαν Νερέζοβ γεννήθηκε στο Σεβλίεβο, τότε μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την απελευθέρωση της Βουλγαρίας υπηρέτησε ως εθελοντής στη Λεγεώνα των Μαθητών στον Σερβοβουλγαρικό Πόλεμο του 1885 και έλαβε μέρος στην άμυνα της ενοποίησης του Πριγκιπάτου της Βουλγαρίας και της Ανατολικής Ρωμυλίας. Μετά τον πόλεμο υπηρέτησε για μικρό χρονικό διάστημα ως Δεκανέας στο 12ο Σύνταγμα Πεζικού και το 1887 έγινε δεκτός στη Στρατιωτική Σχολή της Σόφιας. Μετά την αποφοίτηση του υπηρέτησε στο 4ο Σύνταγμα Πυροβολικού, αλλά το 1892 στάλθηκε στη Στρατιωτική Ακαδημία του Τορίνο (Ιταλία). Εκεί πέρασε 4 χρόνια (από το 1892 μέχρι το 1896).
Με την επιστροφή του στη Βουλγαρία τελούσε διαφορετικά καθήκοντα στο Γενικό Επιτελείο του Βουλγαρικού Στρατού και σε μερικές μονάδες πεδίου. Το 1903, ο πρίγκιπας Φερδινάνδος τον είχε συμπεριλάβει στην ακολουθία του και ο Νερέζοβ προήχθη σε Ταγματάρχη και έγινε Φρούραρχος του Παλατιού. Το 1908, ο Νερέζοβ έγινε Αρχηγός του Τμήματος Επιχειρήσεων του Επιτελείου Στρατού και συμμετείχε στις προετοιμασίες για τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1912. Το 1911 προήχθη σε Συνταγματάρχη.
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, ο Νερέζοβ ήταν Αρχηγός του Τμήματος Επιχειρήσεων του Επιτελείου Στρατού και Βοηθός Αρχηγού του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατηγού Ιβάν Φίτσεβ. Μετά τη λήξη του πολέμου αυξήθηκε η τάση για στρατιωτική επίλυση των διαφορών της Βουλγαρίας με τη Σερβία και ο Φίτσεβ ζήτησε να απαλλαγεί από τα καθήκοντα του, καθώς διαφωνούσε μ' αυτή την τάση, ωστόσο, η παραίτηση του δεν έγινε αποδεκτή. Παρ' ολ' αυτά, ο Φίτσεβ δεν έλαβε μέρος στις προετοιμασίες για τον επικείμενο πόλεμο. Μερικά από τα καθήκοντα του αναλήφθηκαν από τον Συνταγματάρχη Νερέζοβ. Η Βουλγαρία δεν είχε οργανωμένο σχέδιο για τον πόλεμο κατά των παλαιών συμμάχων της - παρ' ολ' αυτά, οι προτάσεις που είχε κάνει ο Νερέζοβ και έγιναν αποδεκτές από το Γενικό Επιτελείο αποτέλεσαν το σχέδιο της Βουλγαρίας για τον πόλεμο. Σύμφωνα με το σχέδιο, οι πέντε βουλγαρικές στρατιές θα συγκέντρωναν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων τους κατά της Μακεδονίας, ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις θα συγκεντρώνονταν στα προπολεμικά σύνορα της Σερβίας με σκοπό να προωθηθούν βαθιά στη Σερβία και να αποκόψουν τις γραμμές εφοδιασμού και επικοινωνίας του σερβικόυ στρατού.
Στις 16 Ιουνίου 1913, όταν ξεκίνησε ο Δεύτερος Βαλκανικός Πόλεμος, μονάχα δύο βουλγαρικές στρατιές έλαβαν διαταγή να επιτεθούν, ενώ οι υπόλοιπες τρεις έμειναν απραγείς για σχεδόν μια εβδομάδα. Αυτό σε συνδυασμό με την είσοδο της Ρουμανίας στον πόλεμο έθεσε σε κίνδυνο την εφαρμογή του σχεδίου του Νερέζοβ. Το Βουλγαρικό Γενικό Επιτελείο αποφάσισε να αποσύρει τις δυνάμεις που είχε παρατάξει κατά της παλαιάς Σερβίας παρά τις αρχικές επιτυχίες που είχε - οι Βούλγαροι κατάφεραν να καταλάβουν το Κνιέζεβατς και σχεδίαζαν να καταλάβουν το Πίροτ και να προωθηθούν στη Νις. Οι Βούλγαροι συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους στα νότια και προσπάθησαν να απωθήσουν ολοκληρωτικά τη σερβική προώθηση μετά τη μάχη του Καλιμάντσι και να περικυκλώσουν τον ελληνικό στρατό στις μάχες Κρέσνας-Σιμιτλή-Τζουμαγιάς. Παρά τις επιτυχίες αυτές, οι Ρουμάνοι συνέχισαν να απειλούν την οπισθοφυλακή των Βουλγάρων και έφθασαν στα προάστια της Σόφιας, αναγκάζοντας τη Βουλγαρία να παραδοθεί.
Το 1914, ο Συνταγματάρχης Νερέζοβ ανέλαβε τη διοίκηση της 2ης Ταξιαρχίας Πεζικού της 9ης Μεραρχίας Πεζικού Πλέβεν και προήχθη σε Υποστράτηγο το επόμενος έτος, με αποτέλεσμα να αναλάβει τη διοίκηση ολόκληρης της μεραρχίας. Μετά την είσοδο της Βουλγαρίας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η μεραρχία συμπεριλήφθη στην 1η Βουλγαρική Στρατιά που ανέλαβε επιχειρήσεις στον ποταμό Τίμοκ και στον Μοράβα. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, ο σερβικός στρατός υπέστη αρκετές ήττες αλλά προσπάθησε να αποφύγει την περικύκλωση κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής επίθεσης στο Κόσοβο. Μετά το τέλος της σερβικής εκστρατείας, η 9η μεραρχία έφτασε στο Μακεδονικό Μέτωπο και συμπεριλήφθη στην 11η Γερμανική Στρατιά.
Στις 25 Νοεμβρίου 1916 ανέλαβε τη διοίκηση της 3ης Βουλγαρικής Στρατιάς στο Μέτωπο της Δοβρουτσάς για ένα χρόνο. Το 1917 ανέλαβε τη διοίκηση της νεοσυσταθείσας Περιφερειακής Στρατιάς του Μοράβα στην κατειλημμένη Σερβία.
Το καλοκαίρι του 1918, η 5η Βουλγαρική Μεραρχία ηττήθηκε στη μάχη του Σκρα και ο Αρχιστράτηγος Νικόλα Ζέκοφ θεώρησε πως χρειαζόταν μια αλλαγή στη διοίκηση της 1ης Βουλγαρικής Στρατιάς για να αποκατασταθεί το ηθικό των στρατιωτών. Ο Στρατηγός Ντίμιταρ Γκέσκοβ αντικαταστάθηκε από τον Νερέζοβ, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως «πιο υγιής, πιο ζωηρός και πιο σταθερός».[1] Τον Αύγουστο, ο Νερέζοβ προήχθη σε Αντιστράτηγο.
Τον Σεπτέμβριο, οι Σύμμαχοι προχώρησαν στην τελική επίθεση με σκοπό να αναγκάσουν τη Βουλγαρία σε έξοδο από τον πόλεμο. Ο βουλγαρικός στρατός πολεμούσε σε ένα μέτωπο μήκους 350 χιλιομέτρων και παρέταξε όλες τις δυνάμεις του σε μια γραμμή, έχοντας στη διάθεση του λίγες εφεδρείες, με αποτέλεσμα να υποστεί καταστροφική ήττα στη μάχη του Ντόμπρο Πόλε. Η 1η Βουλγαρική Στρατιά του Νερέζοβ αντιμετώπισε την επίθεση αγγλικών και ελληνικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια της μάχης της Δοϊράνης. Η μάχη ήταν δύσκολη, αλλά οι Βούλγαροι διατήρησαν το ηθικό τους και την ετοιμότητα τους χάρη στις προσωπικές επισκέψεις του Νερέζοβ στο πεδίο της μάχης. Σε αντίθεση με άλλους διοικητές, ο Νερέζοβ παρέταξε τις δυνάμεις του με τέτοιο τρόπο ώστε απέκτησε εφεδρεία που αποτελείτο από δύο συντάγματα πεζικού. Ως αποτέλεσμα, οι Βούλγαροι νίκησαν στη μάχη της Δοϊράνης και ο Νερέζοβ ξεκίνησε τις προετοιμασίες για μια αντεπίθεση. Ωστόσο, οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι αξιωματικοί είχαν χάσει το ηθικό τους μετά την ήττα στο Ντόμπρο Πόλε και δεν θέλησαν να δώσουν μια τελική μάχη με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις. Απεναντίας, η 1η Βουλγαρική Στρατιά έλαβε διαταγή να υποχωρήσει και τις υπόλοιπες μέρες του πολέμου καταδιώχτηκε από τους Βρετανούς. Ο πόλεμος έληξε με ήττα της Βουλγαρίας και η 1η Βουλγαρική Στρατιά αποστρατεύθηκε τον Οκτώβριο του 1918.
Μετά τον πόλεμο, ο Νερέζοβ υπηρέτησε ως Επιθεωρητής Πεζικού και το 1919 ως Αρχηγός του Επιτελείου του Βουλγαρικού Στρατού. Το 1920 προήχθη σε Στρατηγό Πεζικού (το σημαντικότερο αξίωμα του Βουλγαρικού Στρατού) και μεταφέρθηκε στην εφεδρεία. Ο Στρατηγός Νερέζοβ σκοτώθηκε στις 16 Απριλίου 1925 κατά τη διάρκεια της τρομοκρατικής επίθεσης των κομμουνιστών στην Εκκλησία της Μεγάλης Εβδομάδας στη Σόφια.
Zhekov appointed the "more healthy, more lively and more steadfast" Lieutenant General Stefan Nerezov in his place