Στασάνωρ ο Σολεύς

Στασάνωρ ο Σολεύς
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Στασάνωρ (Αρχαία Ελληνικά)
Γέννηση4ος αιώνας π.Χ.
Σόλοι
Θάνατος3ος αιώνας π.Χ. (πιθανώς)
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιώτης
σατράπης

Ο Στασάνωρ , (4ος αιώνας π.Χ.), ήταν αρχαίος Έλληνας από τους Σόλους της Κύπρου που διακρίθηκε ως αξιωματικός του Μεγάλου Αλεξάνδρου[1].

Ο Στασάνωρ αξιωματικός του Μεγάλου Αλέξανδρου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μάλλον εισήλθε στην υπηρεσία του Αλέξανδρου ότι μετά την απελευθέρωση της Κύπρου στο 333 π.Χ. από τους Μακεδόνες, αλλά η πρώτη φορά που αναφέρεται το όνομά του είναι κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στη Βακτριανή, όταν και στάλθηκε από τον Αλέξανδρο με ισχυρή δύναμη για να καταστείλει την επαναστάτηση του σατράπη της Αρίας. Ο Στασάνωρ αιχμαλώτισε τον σατράπη της Αρίας το φθινόπωρο του 328 π.Χ.[2].

Ο Στασάνωρ σατράπης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στασάνωρ ήταν σατράπης της Βακτριανής και Σογδιανής από το 321 π.Χ.. Διορίστηκε μετά την επιτυχία του να συλλάβει τον σατράπη της Αρίας.

Ως ανταμοιβή έλαβε τη σατραπεία της Αρίας, ωστόσο αργότερα έγινε σατράπης της Δραγγιανής [3]όπου παρέμεινε σε όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του Αλεξάνδρου στην Ινδία. Με την επιστροφή του Αλέξανδρου ο Στασάνωρ τον προμήθευσε καμήλες και άλλες προμήθειες για να τη συνέχιση της εκστρατείας[4] . Μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου το 323 π.Χ. διατήρησε τη σατραπεία του για πολλά χρόνια παίρνοντας μέρος στον πόλεμο των διαδόχων ανάμεσα στο Ευμένη και τον Αντίγονο. Προσπάθησε να διατηρήσει την εξουσία του δείχνοντας δικαιοσύνη και μετριοπάθεια , ο Αντίγονος τον άφησε ανενόχλητο [5].


Από τότε το όνομά του δεν εμφανίζεται ξανά στην ιστορία. Ο Ιουστίνος (Justin XV.4) μας λέει ότι το 305 π.Χ. ο Σέλευκος επιτέθηκε και κατέλαβε τη Βακτρία , πιθανώς σε μια σύγκρουση με τον Στασάνορα ή τον διάδοχό του[6].

  • William Smith, Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, "Stasanor", Boston, (1867)
  1. Στράβων, Γεωγραφία, xiv. 6 Αρχειοθετήθηκε 2010-07-06 στο Wayback Machine.
  2. Αρριανός, Αλεξάνδρου ανάβασις, iii. 29, iv. 7
  3. Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη, xviii. 3, 39; Φώτιος , Βιβλιοθήκη, cod. 82,
  4. Ibid., iv. 18, vi. 27, 29; Curtius Rufus, Historiae Alexandri Magni, viii. 3
  5. Διόδωρος Σικελιώτης , xix. 48
  6. Ιουστίνος XV.4