Ένα συνδεδεμένο κράτος (ή και συνδεδεμένη χώρα) είναι το μικρότερο μέλος μιας επίσημης ελεύθερης σχέσης μεταξύ μιας πολιτικής επικράτειας με κάποιο βαθμό ύπαρξης υπόστασης κράτους και μίας άλλης (συνήθως μεγαλύτερης) χώρας, για την οποία σχέση δεν έχει υιοθετηθεί άλλος συγκεκριμένος όρος, όπως για παράδειγμα προτεκτοράτο. Οι λεπτομέρειες μιας τέτοιας ελεύθερης σύνδεσης περιέχονται (ή μπορούν να βρεθούν) στο Ψήφισμα 1541 (XV) Αρχή VI της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ[1], σε κάποιο Σύμφωνο Ελεύθερης Σύνδεσης, ή σε κάποια Πράξη Σύνδεσης Κράτους, και είναι συγκεκριμένες και διαφορετικές για τις εμπλεκόμενες χώρες. Στην περίπτωση των Νήσων Κουκ και του Νιουέ, οι λεπτομέρειες των ελεύθερων συνδέσεών τους περιλαμβάνονται σε διάφορα επίσημα έγγραφα, όπως τα Συντάγματά τους, η Επίσημη Αλληλογραφία του 1983 μεταξύ των κυβερνήσεων της Νέας Ζηλανδίας και των Νήσων Κουκ, και την Κοινή Διακήρυξη της Εκατονταετηρίδας του 2001. Τα ελεύθερα συνδεδεμένα κράτη μπορούν να περιγραφούν ως ανεξάρτητα ή όχι, αλλά η ελεύθερη σύνδεση δεν είναι ικανό κριτήριο για κρατική οντότητα ή στάτους κράτους ως υποκείμενο του διεθνούς δικαίου.
Ανεπίσημα ο όρος μπορεί να ιδωθεί πιο γενικά: από τη μετά-αποικιακή μορφή του φιλικού προτεκτοράτου ή προτεκτοράτου, μέχρι τη συνομοσπονδία άνισων συμβαλλομένων, όπου το μικρότερο μέλος (η) παρέχει (χουν) στο μεγαλύτερο (συχνά την πρώην αποικιακή δύναμη) κάποιες εξουσίες κυριαρχίας που κανονικά διατηρεί ένα κράτος, συνήθως στα πεδία της άμυνας και των εξωτερικών σχέσεων, ενώ συχνά απολαμβάνει επίσης και οικονομικά προνόμια όπως για παράδειγμα η πρόσβαση στις αγορές.
Σύμφωνα με κάποιους μελετητές, μια μορφή σύνδεσης βασισμένη στη φίλια προστασία και παραχώρηση της επικυριαρχίας μπορεί να ιδωθεί ως χαρακτηριστικό του ορισμού των μικροκρατών[2].
Έλασσον μέλος | Σε σύνδεση με | Επίπεδο σύνδεσης |
---|---|---|
Νήσοι Κουκ | Νέα Ζηλανδία, από τις 4 Αυγούστου 1965 |
Η Νέα Ζηλανδία ενεργεί εκ μέρους των Νήσων Κουκ στις εξωτερικές υποθέσεις και την άμυνα, αλλά μόνο όταν αυτό ζητηθεί από την κυβέρνηση των Νήσων Κουκ και μετά τη συμβουλή και συναίνεσή αυτής[3][4][5]. |
Νήσοι Μάρσαλ | Ηνωμένες Πολιτείες, από το 1986 |
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν άμυνα, κονδύλια και πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες τους για τους κατοίκους αυτών των περιοχών, στα πλαίσια στο Συμφώνου Ελεύθερης Σύνδεσης[6]. |
Ομόσπονδες Πολιτείες της Μικρονησίας | Ηνωμένες Πολιτείες, από το 1986 |
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν άμυνα, κονδύλια και πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες τους για τους κατοίκους αυτών των περιοχών, στα πλαίσια στο Συμφώνου Ελεύθερης Σύνδεσης[7]. |
Νιούε | Νέα Ζηλανδία, από τις 19 Οκτωβρίου 1974 |
Η Νέα Ζηλανδία ενεργεί εκ μέρους του Νιουέ στις εξωτερικές υποθέσεις και την άμυνα, αλλά μόνο όταν αυτό ζητηθεί από την κυβέρνηση του Νιουέ και μετά τη συμβουλή και συναίνεσή αυτής[8][9] |
Παλάου | Ηνωμένες Πολιτείες, από το 1994 |
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν άμυνα, κονδύλια και πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες τους για τους κατοίκους αυτών των περιοχών, στα πλαίσια στο Συμφώνου Ελεύθερης Σύνδεσης[10]. |
Η Κοινοπολιτεία των Φιλιππίνων ήταν το πρώτο συνδεδεμένο κράτος με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Από το 1935 μέχρι το 1946 οι εξωτερικές και στρατιωτικές υποθέσεις της Κοινοπολιτείας χειρίζονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ κατά τ’ άλλα ήταν συνταγματικά ξεχωριστή και ανεξάρτητη ως προς τα εσωτερικά της θέματα.
Η Μικρονησία (από το 1986), οι Νήσοι Μάρσαλ (από το 1986) και το Παλάου (από το 1994) είναι συνδεδεμένα με τις Ηνωμένες Πολιτείες με αυτό που είναι γνωστό ως Σύμφωνο Ελεύθερης Σύνδεσης, δίνοντας στις χώρες αυτές διεθνώς στάτους κυριαρχίας και απόλυτου ελέγχου της επικράτειάς τους. Όμως, οι κυβερνήσεις των κρατών αυτών έχουν συμφωνήσει να επιτρέπουν στις ΗΠΑ να παρέχουν άμυνα, ενώ οι τελευταίες παρέχουν κονδύλια και πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες τους στους κατοίκους αυτών των περιοχών. Οι ΗΠΑ έχουν όφελος από τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τα νησιά αυτά ως στρατηγικές στρατιωτικές βάσεις.
Οι Νήσοι Κουκ και Νιουέ έχουν το στάτους της "αυτοδιάθεσης σε ελεύθερη σύνδεση"[11]. Η Νέα Ζηλανδία δεν μπορεί να νομοθετεί για αυτά τα κράτη[12][13], και σε κάποιες περιπτώσεις θεωρούνται κυρίαρχα κράτη[14]. Στις διεθνείς σχέσεις και τα δύο ενεργούν σαν κυρίαρχα κράτη[15][16], και τους έχει επιτραπεί να υπογράφουν ως κράτη στις συνθήκες και σώματα των Ηνωμένων Ενθών[15][17]. Η Νέα Ζηλανδία δεν θεωρεί τα κράτη αυτά συνταγματικά κυρίαρχα εξαιτίας της συνεχόμενης χρήσης τους της ιθαγένειας της Νέας Ζηλανδίας[11][18]. Και τα δύο έχουν εδραιώσει δικές τους πολιτικές για την εθνικότητα και τη μετανάστευση[19].
Το Τοκελάου (εξαρτημένη περιοχή της Νέας Ζηλανδίας) ψήφισε σε δημοψήφισμα το Φεβρουάριου του 2006 για να αποφασίσει αν θα παρέμεινε επικράτεια της Νέας Ζηλανδίας ή θα γινόταν το τρίτο κράτος σε ελεύθερη σύνδεση μαζί της. Ενώ η πλειοψηφία των ψηφοφόρων επέλεξαν ελεύθερη σύνδεση, η ψηφοφορία δεν κάλυψε τα δύο τρίτα των ψήφων που χρειαζόταν για έγκριση. Επαναληπτικό δημοψήφισμα τον Οκτώβριο του 2007 με την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών έδωσε παρόμοια αποτελέσματα, με την πρόταση για ελεύθερη σύνδεση να μην συγκεντρώνει τον απαιτούμενο αριθμό για έγκριση για 16 ψήφους[20].
Υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις όπου ένα κράτος έχει έλεγχο σε μια άλλη οντότητα. Μια εξαρτημένη περιοχή είναι παράδειγμα αυτής της περίπτωσης, όπου μια περιοχή έχει το δικό της πολιτικό σύστημα και συχνά και δικιά της αυτοδιοίκηση, αλλά δεν έχει τη γενική επικυριαρχία. Σε μια χαλαρή μορφή σύνδεσης, κάποια κυρίαρχα κράτη παραχωρούν κάποιες εξουσίες σε άλλα κράτη, συχνά όσον αφορά τις εξωτερικές σχέσεις και / ή την άμυνα.
Μικρότερος εταίρος | Σε σύνδεση με | Επίπεδο σύνδεσης |
---|---|---|
Ανδόρρα | Ισπανία και Γαλλία, από το 1278 |
Την ευθύνη υπεράσπισης της Ανδόρας έχουν η Ισπανία και η Γαλλία[21]. |
Κιριμπάτι | Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία |
Το Κιριμπάτι δεν διαθέτει στρατό. Η εθνική άμυνα παρέχεται από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία[22]. |
Λίχτενσταϊν | Ελβετία, από το 1923 |
Αν και ο αρχηγός του κράτους αντιπροσωπεύει το Λίχτενσταϊν στις διεθνείς του σχέσεις, η Ελβετία έχει την ευθύνη για το μεγαλύτερο μέρος των διπλωματικών σχέσεων του κράτους. Το Λίχτενσταϊν δεν διαθέτει στρατιωτική άμυνα[23]. |
Μονακό | Γαλλία, από το 1861 | Η Γαλλία έχει συμφωνήσει να υπερασπίζεται την ανεξαρτησία και κυριαρχία του Μονακό, ενώ η Κυβέρνηση του τελευταίου έχει συμφωνήσει να ασκεί τα κυριαρχικά του δικαιώματα σε συμφωνία με τα Γαλλικά συμφέροντα, κάτι που επικυρώθηκε ξανά με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών το 1919[24]. |
Ναουρού | Αυστραλία, από το 1968 | Το Ναουρόυ δεν διαθέτει στρατό. Η Αυστραλία έχει ανεπίσημα την ευθύνη της άμυνάς του[25]. |
Σαμόα | Νέα Ζηλανδία | Η Σαμόα δεν έχει τακτικό στρατό. Η Νέα Ζηλανδία παρέχει άμυνα στο κράτος στα πλαίσια ανεπίσημης συμφωνίας[26]. |
Άγιος Μαρίνος | Ιταλία | Την ευθύνη υπεράσπισης του Σαν Μαρίνο έχει η Ιταλία[27]. |
Βατικανό | Ελβετία, από το 1506, και Ιταλία, από το 1929 |
Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Λατερανού, οποιοσδήποτε χάσει την ιθαγένεια του Βατικανού και δεν διαθέτει άλλη ιθαγένεια, γίνεται αυτόματα Ιταλός πολίτης. Η στρατιωτική άμυνα του Βατικανού παρέχεται από την Ιταλία, και χρησιμοποιεί την Ελβετική Φρουρά η οποία ιδρύθηκε από τον Πάπα Ιούλιο Β΄ και παρέχεται από την Ελβετία, σαν σωματοφυλακή του Πάπα[28]. |
Η εξωτερικές σχέσεις του Μπουτάν, Βουδιστική μοναρχία των Ιμαλαΐων, χειρίζονταν μερικώς από τη γειτονική Ινδία (από το 1949 ως το 2007[29]), η οποία έτσι διαδέχτηκε τρόπον τινά το ρόλο της Βρετανίας ως την αποικιακή δύναμη που είχε υπό την προστασία της τη χώρα, σε μια χαλαρή μορφή σύνδεσης, ενώ το Μπουτάν ήταν κατά τ’ άλλα συνταγματικά ξεχωριστό και ανεξάρτητο σε όλα τα άλλα θέματα. Μια παρόμοια κατάσταση υπήρξε μεταξύ του Σικκίμ και της Ινδίας από το 1950 ως το 1975, όταν και έγινε κράτος της Ινδίας.
Σύμφωνα με νόμο του Ταταρστάν (1990–2000) και τη Συνθήκη Αμοιβαίας Εξουσιοδότησης Δυνάμεων μεταξύ αυτού και της Ρωσικής Ομοσπονδίας (1994), από το 1994 μέχρι το 2000 το Ταταρστάν θεωρούνταν κυρίαρχο κράτος του διεθνούς δικαίου, αλλά σε σύνδεση με τη Ρωσία.
Σύμφωνα με δηλώσεις αξιωματούχων της Αμπχαζίας και της Υπερδνειστερίας (αυτό-κηρυγμένες μερικώς αναγνωρισμένες δημοκρατίες που αποσχίστηκαν από τις πρώην συστατικές δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης Γεωργία και Μολδαβία), σκοπεύουν και οι δύο μετά την αναγνώριση της ανεξαρτησίας τους να γίνουν συνδεδεμένα κράτη με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Στην Υπερδνειστερία έγινε δημοψήφισμα το Σεπτέμβριο του 2006, στο οποίο η απόσχιση από τη Μολδαβία και η "μελλοντική ελεύθερη σύνδεση" με τη Ρωσία εγκρίθηκε με ποσοστό 97%, παρόλο που τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος δεν αναγνωρίστηκαν διεθνώς.
Υπήρχε επίσημη σχέση σύνδεσης υπό την Πράξη Σύνδεσης Κράτους του 1967 μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των έξι Συνδεδεμένων Κρατών των Δυτικών Ινδιών. Αυτά ήταν η πρώην Βρετανικές αποικίες στη Καραϊβική: Αντίγκουα (1967–1981), Ντομίνικα (1967–1978), Γρενάδα (1967–1974), Άγιος Χριστόφορος-Νέβις-Ανγκουΐλα (1967–1983), Αγία Λουκία (1967–1979), και Άγιος Βικέντιος (1969–1979). Με αυτήν τη συμφωνία, κάθε κράτος είχε πλήρη έλεγχο του Συντάγματός του. Τα Ηνωμένα Έθνη δεν προσδιόρισαν ποτέ αν τα συνδεδεμένα αυτά κράτη είχαν επιτύχει πλήρη αυτοδιοίκηση με την έννοια του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις Αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης. Μέσα σε λίγα χρόνια μετά τη δημιουργία του στάτους των συνδεδεμένων κρατών, και τα έξι κράτη ζήτησαν και τους παραχωρήθηκε πλήρη ανεξαρτησία, εκτός από την Ανγκουίλα στα πλαίσια της πρώην ένωσης Άγιος Χριστόφορος-Νέβις-Ανγκουΐλα, η οποία είχε διαχωριστεί από το συνδεδεμένο κράτος πριν την ανεξαρτησία, και παραμένει εξαρτημένη περιοχή του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η ύπαρξη ελεύθερης σχέσης βασισμένης στην παραχώρηση επικυριαρχίας και στη φίλια προστασία μπορεί να ιδωθεί ως χαρακτηριστικό του ορισμού των μικροκρατών. Σύμφωνα με τον ορισμό των μικροκρατών που προτείνει ο Dumienski (2014): "τα μικροκράτη είναι σύγχρονα προστατευόμενα κράτη, δηλαδή κυρίαρχα κράτη τα οποία μπόρεσαν μονομερώς να αποδώσουν κάποιες πλευρές της κυριαρχίας σε μεγαλύτερες δυνάμεις σε αντάλλαγμα την προστασία τις πολιτικής και οικονομικής τους επιβίωσης ενάντια στους γεωγραφικούς και δημογραφικούς τους περιορισμούς."[2]. Η υιοθέτηση αυτής της προσέγγισης επιτρέπει το διαχωρισμό των μικροκρατών από μικρά κράτη και αυτόνομες ή εξαρτημένες περιοχές. Παραδείγματα μικροκρατών που νοούνται ως σύγχρονα προστατευόμενα κράτη περιλαμβάνουν τα: Λιχτενστάιν, Σαν Μαρίνο, Μονακό, Νιουέ, τους Νήσους Κουκ ή το Παλάου.