Τέρμπελ | ||
---|---|---|
| ||
46°14′18″N 7°51′5″E | ||
![]() | ||
Χώρα | Ελβετία | |
Διοικητική υπαγωγή | Visp District | |
• Μέλος του/της | Ένωση δήμων της Ελβετίας[1] | |
Έκταση | 17,31 km² και 17,55 km²[2] | |
Υψόμετρο | 1.502 μέτρα, 1.547 μέτρα και 1.849 μέτρα | |
Πληθυσμός | 481 (31 Δεκεμβρίου 2018)[3] | |
Ταχ. κωδ. | 3923 | |
Τηλ. κωδ. | 027 | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
![]() | ||
Το Τέρμπελ (Τörbel στη γερμανική γλώσσα) είναι μία μικρή ελβετική κοινότητα, σε υψόμετρο 1.497μ. και με πληθυσμό 468 κατοίκους (απογραφή του 2000). Ο πληθυσμός παραμένει σταθερός, με μικρές αυξομειώσεις, τους τελευταίους αιώνες. Οι ντόπιοι είναι γνωστοί στους Ελβετούς ως "ταύροι". Ίσως για τις φιλονικίες και την εριστικότητά τους κατά το παρελθόν. Όμως η ικανότητά τους στην ειρηνική επίλυση των διαφορών τους είναι αυτό που τους έκανε γνωστούς στις επιστήμες της ανθρωπολογίας και της κοινωνιολογίας. [4]
Οι αυστηροί θεσμοί του χωριού, που πηγάζουν τουλάχιστον τρεις αιώνες πίσω, ενέπνευσαν τον Αμερικανό ανθρωπολόγο Robert McCorkle Netting να επισκεφθεί το Τέρμπελ το 1970 και το 1981 να εκδόσει το Balancing on an Alp.[4]Κατά τον ίδιο, τα κύρια χαρακτηριστικά της τοπικής κοινότητας είναι α) οι απότομες πλαγιές και το μεγάλο εύρος των μικρό-κλιμάτων λόγω της ιδιαιτερότητας του υψόμετρου β) ο μικρός μέσος όρος βροχοπτώσεων και γ) η έκθεση στον ήλιο.[5]
Οι ελβετικοί θεσμοί που καθορίζουν τις σχέσεις μεταξύ των μελών του συνεταιρισμού καθώς και τις σχέσεις μεταξύ των γειτονικών χωριών , έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι οι χρήστες παίρνουν όλες τις αποφάσεις για την διαχείριση του κοινού πόρου. Έτσι οι κάτοικοι του Τέρμπελ , που κατέχουν έναν κοινό πόρο, αφιερώνουν προσωπικό χρόνο για να διοικήσουν τον ίδιο τους τον εαυτό. Αυτό διαχρονικά όμως φέρεται να έχει αποτέλεσμα, γιατί μειώνει το ενδεχόμενο συγκρούσεων, παρανομιών και διατηρεί τα κόστη επιτήρησης χαμηλά.[5]
Η περίπτωση του Τέρμπελ βοήθησε μεταξύ άλλων περιπτώσεων, στην διατύπωση οκτώ θεωριών για μια επιτυχημένη συλλογική διαχείριση των κοινών, από την Έλινορ Όστρομ, η οποία είχε ιδία εμπειρία τη δεκαετία του 1980, μετά από την εκεί διαμονή της.
Έτσι αναφέρονται παρακάτω:
Έτσι στην περίπτωση του Τέρμπελ, οι τοπικοί νόμοι ψηφίζονται από όλους τους χωρικούς , οι οποίοι και εξουσιοδοτούν τον τοπικό συνεταιρισμό να έχει την αρμοδιότητα διαχείρισης των κοινών. Οι συνέταιροι είναι αυτοί που έχουν τα ζώα. Ο συνεταιρισμός σε ετήσιες συνεδριάσεις νομοθετεί , εκλέγει αξιωματούχους για τήρηση των νόμων και επιβολή προστίμων, αποφασίζει για τα έργα ανακατασκευής και υποδομών. Οι συνεισφορές ορίζονται ανάλογα με τον αριθμό των ζώων του κάθε πολίτη. Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι δεν υπάρχει ιδιοκτησία στο Τέρμπελ. Απλά δεν έχει να κάνει με το δάσος, τα βοσκοτόπια , τα αρδευτικά συστήματα και τους δρόμους, αλλά έχει να κάνει με τους σιτοβολώνες, τους κήπους, τους αμπελώνες. Αυτά κληρονομούνται από γενιά σε γενιά στα μέλη της οικογένειας με την προϋπόθεση τα νεότερα μέλη να έχουν ωριμάσει.[6]
Ο Netting υποστηρίζει ότι πέντε είναι οι χαρακτηριστικές αιτίες κοινής χρήσης της γης, όπου τις οικειοποιήθηκαν οι συνιδιοκτήτες:
Έτσι παρόλο τον χαμηλό δείκτη απόδοσης, η γη στο Τέρμπελ διατήρησε την παραγωγικότητά της στο πέρασμα των αιώνων. Οι αυστηροί κανόνες απέτρεψαν την υπερβόσκηση. Οι βοσκότοποι όχι μόνον προστατεύτηκαν αλλά έγιναν και επενδύσεις. Σε όλες τις ελβετικές Άλπεις υπάρχουν και αλλά χωριά που διέπονται από την ίδια κουλτούρα στη χρήση των κοινών πόρων. Παρόλα αυτά η έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας δεν είναι άγνωστη, απλά περιορίζεται σε μια μικρή σχετικά έκταση γης, και οι υπόλοιποι μεγαλύτεροι και κοινόχρηστοι πόροι είναι υπό καθεστώς κοινής ιδιοκτησίας. Όπως στα περισσότερα κοντινά χωριά έτσι και στο Τέρμπελ ο κάθε αγρότης έχει ένα αναλογικό μερίδιο χρήσης. Η αναλογία αυτή βασίζεται :
Ένα επιτυχημένο παράδειγμα, πέραν των λιβαδιών, είναι η διαχείριση του κοινού δάσους όσον άφορα την υλοτομία. Εκεί ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος σημαδεύει τα δέντρα που είναι για κοπή. Αυτό γίνεται ετησίως αυστηρά μια φορά. Έπειτα οι δικαιούχοι μοιράζονται τη δουλειά, τις αποστάσεις και αποθηκεύοντας τις σωρούς σε ίσα μέρη τα μοιράζονται μεταξύ τους μετά από κλήρωση. Η παραπάνω διαδικασία είναι ένα επιτυχημένο παράδειγμα σεβασμού προς το δάσος και δικαιοσύνης στη διανομή της εργασίας και των ξύλων.
Μία άλλη περίπτωση πετυχημένης συλλογικής εργασίας είναι το τεχνητό αρδευτικό σύστημα, με το οποίο κατάφερναν να έχουν καταπράσινα λιβάδια για τα ζώα τους και με δεδομένη την υψηλή ηλιοφάνεια μάζευαν μέχρι και δύο σοδειές το χρόνο σανό. Αυτό βέβαια προϋπόθετε πολύ προσωπική και ομαδική εργασία σε όλη τη κοιλάδα και αυστηρή διαχείριση και εξοικονόμηση του νερού, για επάρκεια σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Μόνο ένα λιβάδι μπορούσε να ποτιστεί την φορά, λόγω της περιορισμένης ποσότητας νερού από την πηγή και της μικρής χωρητικότητας του αρδευτικού καναλιού. Με δεδομένη την δύσκολη φυσιολογία της περιοχής, με τις απότομες πλαγιές, συνεργαζόμενες ομάδες κατασκευής και συντήρησης κάθε άνοιξη ήτανε απαραίτητες. Όλοι οι χρήστες των κοινών αρδευτικών συστημάτων ήτανε υποχρεωμένοι να διαθέτουν, ετησίως, δύο μέρες προσωπικής εργασίας, πέραν της διάθεσης τους για οτιδήποτε έκτακτο. Οι εργασίες συντονίζονταν από τον αξιωματούχο που όριζε ο συνεταιρισμός τους. Επίσης ανάλογα με την κατανάλωση του νερού από τον χρήστη καταβαλλόταν χρηματική συνδρομή.[8]