Ταμάρα Μπίκοβα | |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Προσωπικές Πληροφορίες | |||||||||
Γέννηση | 21 Δεκεμβρίου 1958 Ροστόφ-να-Ντόνου, Σοβιετική Ένωση | ||||||||
Ύψος | 1,80 μέτρα | ||||||||
Βάρος | 59 κιλά | ||||||||
Άθλημα | |||||||||
Χώρα | ![]() | ||||||||
Άθλημα | Στίβος | ||||||||
Αγώνισμα | Άλμα εις ύψος | ||||||||
Μετάλλια
|
Η Ταμάρα Μπίκοβα (ρωσικά: Тамара Владимировна Быкова, γεννήθηκε Ροστόφ-να-Ντόνου, Σοβιετική Ένωση, 21 Δεκεμβρίου 1958) είναι Σοβιετική / Ρωσίδα πρώην αθλήτρια του άλματος εις ύψος. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της κατέρριψε τρεις φορές το παγκόσμιο ρεκόρ στον ανοικτό στίβο.[1]
Η μητέρα της ήταν Ελληνίδα, ενώ ο πατέρας της υπήρξε βετεράνος στρατιωτικός του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, παρασημοφορηθείς από το Σοβιετικό Κράτος. Η Μπίκοβα ξεκίνησε τον αθλητισμό σε ηλικία 16 ετών στο σύλλογο του Ροστόφ, με πρώτο προπονητή στο ύψος τον Ευγένι Ζογκορούλιν, με τον οποίο πέτυχε άμεσα επίδοση 1,50 μ. Ακολούθως την ανέλαβε ο Βαλεντίνο Κοντάγεφ. Σπούδασε Παιδαγωγική στο Πανεπιστήμιο του Ροστόφ. Στην πρώτη μεγάλη διοργάνωση της καριέρας της ήταν ένατη στην Ολυμπιάδα της Μόσχας (1980).
Ακολούθησε γρήγορη ανοδική πορεία και κατέκτησε 8 διεθνή μετάλλια σε Ολυμπιακούς Αγώνες, Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα στίβου το διάστημα 1982 – 1991. Ήταν δεύτερη στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1981, 3η στην Πανεπιστημιάδα της ίδιας χρονιάς, 2η στους Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου της Αθήνας (1982), ενώ την ίδια χρονιά έγινε κάτοχος του ρεκόρ στην ΕΣΣΔ στο ύψος ανοικτού στίβου, με επίδοση 1,98 μ. Το 1983 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου στη Βουδαπέστη, πέτυχε παγκόσμιο ρεκόρ με άλμα 2,03 μ.[2] Την ίδια χρονιά ήταν πρωταθλήτρια κόσμου στο Ελσίνκι με 2,01.[3] Ήταν τρίτη Ολυμπιονίκης στη Σεούλ το 1988.[4] Έχει ατομικό ρεκόρ 2,05 μέτρα, επίδοση που πέτυχε στις 22 Ιουνίου του 1984, και ήταν τότε παγκόσμιο ρεκόρ.[1]