Από 22 έως 24 Αυγ., 1992 βίαιες ξενοφοβικές ταραχές έλαβαν χώρα στον οικισμό Λιχτενχάγκεν του Ρόστοκ της Γερμανίας. Αυτές ήταν οι χειρότερες επιθέσεις εναντίον μεταναστών στη μεταπολεμική Γερμανία. Παρά τις πέτρες και τις βόμβες μολότοφ που ρίχθηκαν σε μια πολυκατοικία, όπου ζούσαν αιτούντες άσυλο, κανείς δεν έχασε τη ζωή του. Στο αποκορύφωμα των ταραχών, συμμετείχαν αρκετές εκατοντάδες ακροδεξιοί εξτρεμιστές, και περίπου 3.000 άτομα που παρακολουθούσαν, επικροτώντας τους.[1]
Η αρχική αντίδραση των αρχών και των πολιτικών επικρίθηκε έντονα.[2] Για μερικές ημέρες πριν από τις ταραχές, υπήρξαν, σε ορισμένες εφημερίδες, κεκαλυμμένες προειδοποιήσεις για το επικείμενο πρόβλημα.[3] Η αστυνομία και οι πολιτικοί δίσταζαν να ανταποκριθούν και όταν το έκαναν, η ανταπόκριση τους ήταν ανεπαρκής για την κάλυψη των αναγκών.[2] Έξω από το κτίριο, όπου οι πρόσφυγες στεγάζονταν, αρκετές εκατοντάδες αιτούντες άσυλο είχαν στρατοπεδεύσει αρκετές ημέρες με ελάχιστη ή καθόλου πρόσβαση σε βασικές εγκαταστάσεις, συμβάλλοντας στην κλιμάκωση των εντάσεων στην περιοχή.
Μεταξύ 22 - 26 Αυγούστου, 1992, υπήρξαν 370 προσωρινές συλλήψεις και 408 προκαταρκτικές έρευνες σχετικά με τις ταραχές. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν 110 άτομα από την πρώην Δυτική Γερμανία, 217 από το Μεκλεμβούργο-Δυτική Πομερανία, συμπεριλαμβανομένων 147 από Ρόστοκ και άλλοι 37 από την πρώην Ανατολική Γερμανία. Κατά τη διάρκεια των ταραχών, 204 αστυνομικοί τραυματίστηκαν.[4]
- Αύγουστος του 1992. Το Κέντρο Υποδοχής αιτούντων ασύλου του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας στο Ρόστοκ, ένα μπλοκ κατοικιών που μετατράπηκε σε προσωρινό χώρο διαμονής προσφύγων που αναμένουν την έκβαση της υπόθεσής τους, είναι ασφυκτικά γεμάτο: Περισσότεροι από 400 πρόσφυγες διαμένουν στην περιοχή, χωρίς ο δήμος να εγκαθιστά προσωρινές τουαλέτες και να εξασφαλίζει συνθήκες υγιεινής. Στον τοπικό τύπο, δίπλα στις διαμαρτυρίες για την κατάσταση, μεταξύ των οποίων και από ακροδεξιές «επιτροπές κατοίκων» εμφανίζονται ανώνυμες απειλές και ένα τελεσίγραφο: το κέντρο έπρεπε να αδειάσει μέχρι τις 22 Αυγούστου.
- Στις πρώτες περιφερειακές εκλογές μετά την Επανένωση ακροδεξιά κόμματα όπως οι Ρεμπουπλικάνοι και η Γερμανική Λαϊκή Ένωση οργανώνουν καμπάνιες με το σύνθημα «Το πλοίο γέμισε» και καταγράφουν υψηλά ποσοστά, που φτάνουν σε κάποια κρατίδια από 5% έως 10%.
- Ο αντιμετανστευτικός λαϊκισμός υιοθετείται από μεγάλο μέρος των ΜΜΕ και των κομμάτων της Δεξιάς. «Η εισβολή των φτωχών» είναι ο τίτλος στο πρωτοσέλιδο του Σπήγκελ την 9η Σεπτεμβρίου 1991 με εικονογράφηση μιας κιβωτού στα γερμανικά χρώματα, κατακλυσμένης από πλήθος ανθρώπων. Δυο βδομάδες αργότερα η εφημερίδα Μπιλντ τιτλοφορείται: «Άσυλο: Βόννη κάνε κάτι». Τον ίδιο μήνα λαμβάνει χώρα η πρώτη οργανωμένη επίθεση ακροδεξιών στην πόλη Χόυεσβέρντα ενάντια σε Βιετναμέζους μικροπωλητές και μετανάστες από τη Μοζαμβίκη και, αμέσως μετά, σε έναν ξενώνα προσφύγων.
- Στις 2 Απρίλη 1992 το πρωτοσέλιδο της Μπιλντ γράφει: «Κάθε λεπτό και ένας αιτών άσυλο. Η πλημμύρα μεγαλώνει - πότε θα βουλιάξει το πλοίο;». Λίγες μέρες μετά, το Σπήγκελ κυκλοφορεί με πρωτοσέλιδο τίτλο «Άσυλο: οι πολιτικοί απογοητεύουν» και με τη φωτογραφία μιας τεράστιας ουράς αναμονής για αίτηση πολιτικού ασύλου.
- Αύγουστος του 1992. Το Κέντρο Υποδοχής αιτούντων ασύλου του Μακλενβούργου-Πομερανίας στο Ροστόκ, ένα μπλοκ κατοικιών που μετατράπηκε σε προσωρινό χώρο διαμονής προσφύγων που αναμένουν την έκβαση της υπόθεσής τους, είναι ασφυκτικά γεμάτο: Περισσότεροι από 400 πρόσφυγες διαμένουν στην περιοχή, χωρίς ο δήμος να εγκαθιστά προσωρινές τουαλέτες και να εξασφαλίζει συνθήκες υγιεινής. Στον τοπικό τύπο, δίπλα στις διαμαρτυρίες για την κατάσταση, μεταξύ των οποίων και από ακροδεξιές «επιτροπές κατοίκων» εμφανίζονται ανώνυμες απειλές και ένα τελεσίγραφο: το κέντρο έπρεπε να αδειάσει μέχρι τις 22 Αυγούστου.
- Το Σάββατο 22 Αυγούστου έξω από το κέντρο υποδοχής συγκεντρώνονται 200 νεοναζί σκίνχεντς και χίλιοι κάτοικοι, οι οποίοι πετούν πέτρες και βόμβες μολότοφ στο κτίριο. Απέναντί τους βρίσκονται μόλις 35 αστυνομικοί.
- Την επόμενη ημέρα, 23 Αυγούστου, τα γεγονότα επαναλαμβάνονται μαζικότερα, καθώς στους συγκεντρωμένους προστίθενται ακροδεξιοί από όλη τη χώρα που ταξιδεύουν για να πάρουν μέρος στο ρατσιστικό κίνημα που αρχίζει να μαζικοποιείται.
- Τη Δευτέρα 24 Αυγούστου οι αρχές αποφασίζουν την εκκένωση του κέντρου υποδοχής. Οι πρόσφυγες απομακρύνονται, όμως στο χώρο παραμένουν 120 βιετναμέζοι-ες. Το ίδιο βράδυ συγκεντρώνονται περισσότερα από 3000 άτομα και 800 οργανωμένοι νεοναζί. Παρά την κλιμάκωση των γεγονότων 200 αστυνομικοί που είχαν σταλεί ως ενίσχυση από το Αμβούργο αποσύρονται αιφνιδιαστικά. Στις 9.30 το βράδυ το κέντρο υποδοχής τυλίγεται στις φλόγες. Τα πυροσβεστικά παρεμποδίζονται από τους συγκεντρωμένους και φθάνουν με 2 ώρες καθυστέρηση.
Αλλά και αργότερα, όταν επέστρεψε η ηρεμία, η πολιτική επεξεργασία των ταραχών κινήθηκε σε απίστευτα αργούς ρυθμούς. Οι επιθέσεις οδήγησαν σε 370 συλλήψεις και 408 προκαταρκτικές έρευνες. Μόνο 40 νεαρά άτομα το 1993-1994 επιβαρύνθηκαν με ταραχές και εμπρησμό. Οι περισσότεροι έλαβαν πρόστιμα και ποινές με αναστολή. Έντεκα εκ των καταδικασθέντων έλαβαν ποινή φυλάκισης σε Κέντρο Κράτησης Νεολαίας που κυμαινόταν από επτά μήνες με τρία χρόνια, αλλά μόνο τέσσερις από αυτούς στην πραγματικότητα φυλακίστηκαν, για διάστημα μεταξύ δύο και τριών ετών, ενώ οι υπόλοιπες επτά υποθέσεις έλαβαν αναστολή. Πήρε μέχρι δέκα έτη μετά από τις ταραχές για να ολοκληρωθεί η δικαστική διαδικασία για τις τελευταίες τρεις περιπτώσεις.
Ο δήμαρχος του Ρόστοκ και ο υπουργούς Εσωτερικών του ομόσπονδου κρατιδίου του Μεκλεμβούργου παραιτήθηκαν. Αδιευκρίνιστο παραμένει ως σήμερα ποιος φέρει την ευθύνη για τον χαοτικό τρόπο αντίδρασης των αστυνομικών δυνάμεων.[6]
Συντεταγμένες: 54°09′11″N 12°03′58″E / 54.153°N 12.066°E