Το τζέρκι (αγγλ.: jerky) είναι κρέας τεμαχισμένο σε λωρίδες και ξεραμένο (αφυδατωμένο) για να αποφευχθεί η αλλοίωση. Κανονικά, η ξήρανση αυτή περιλαμβάνει την προσθήκη αλατιού για την πρόληψη της ανάπτυξης βακτηριδίων πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία αφυδάτωσης του κρέατος. Η λέξη «τζέρκι» προέρχεται από την λέξη ch'arki που σημαίνει «αποξηραμένο, αλατισμένο κρέας» στη γλώσσα κέτσουα.[1][2][3] Το μόνο που χρειάζεται για την παραγωγή του βασικού τζέρκι είναι μια μέθοδος ξήρανσης σε χαμηλή θερμοκρασία, και αλάτι για την αναστολή της ανάπτυξης των βακτηριδίων.
Το σύγχρονο τζέρκι συχνά είναι μαριναρισμένο, παρασκευασμένο με καρυκεύματα, ή καπνιστό σε χαμηλή φωτιά (συνήθως κάτω των 70 °C). Το αγοραστό τζέρκι συνήθως περιλαμβάνει γλυκαντικά όπως καστανή ζάχαρη.
Το τζέρκι είναι έτοιμο για κατανάλωση, δεν χρειάζεται πρόσθετη προετοιμασία και μπορεί να αποθηκευτεί για μήνες χωρίς ψύξη. Για την εξασφάλιση της μέγιστης διάρκειας διατήρησης απαιτείται η σωστή περιεκτικότητα πρωτεΐνης στην υγρασία στο τελικό προϊόν ωρίμανσης.[4]