Τζορτζ Λούστιγκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Gheorghe Lusztig (Ρουμανικά) |
Γέννηση | 20 Μαΐου 1946[1] Τιμισοάρα |
Εθνικότητα | Εβραίοι[2] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Ρουμανία Ηνωμένο Βασίλειο |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ρουμανικά |
Εκπαίδευση | διδάκτωρ φιλοσοφίας |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Πρίνστον Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μαθηματικός |
Εργοδότης | Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης Πανεπιστήμιο του Ουόρικ (1971–1978) |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | καθηγητής πανεπιστημίου |
Βραβεύσεις | Υποτροφία Γκούγκενχαϊμ[3] Εταίρος της Βασιλικής Εταιρίας Brouwer Medal (1999) βραβείο Κόουλ στην άλγεβρα (1985) Βραβείο Σάο (24 Σεπτεμβρίου 2014) βραβείο Μπέργουικ (1977) βραβείο Σάο για τις μαθηματικές επιστήμες (2014) βραβείο Στιλ συνολικής προσφοράς (2008)[4] βραβείο Βολφ Μαθηματικών (2022) Order of Faithful Service εταίρος της Αμερικανικής Μαθηματικής Εταιρίας (2013)[5][6] d:Q126416222 (6 Νοεμβρίου 1996)[7] |
Ο Τζορτζ Λούστιγκ (George Lusztig, όνομα γέννησης: Gheorghe Lusztig) (γενν. 1946, Τιμισοάρα) είναι Ρουμάνος-Αμερικανός μαθηματικός, ο οποίος ασχολήθηκε με τη θεωρία αναπαράστασης.
Ο Λούστινγκ γεννήθηκε στην Τιμισοάρα της Ρουμανίας από εβραϊκή οικογένεια[8] και έκανε τις προπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, από το οποίο αποφοίτησε το 1968. Αργότερα το ίδιο έτος έφυγε από τη Ρουμανία για το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου πέρασε αρκετούς μήνες στο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ και στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το 1969 μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου πήγε να εργαστεί για δύο χρόνια με τον Μάικλ Ατίγια στο Ινστιτούτο Προηγμένων Σπουδών στο Πρίνστον του Νιου Τζέρσεϊ. Πήρε το διδακτορικό του στα μαθηματικά το 1971 μετά την ολοκλήρωση της διδακτορικής διατριβής του με τίτλο «Η ανώτερη υπογραφή του Novikov και οικογένειες ελλειπτικών τελεστών», υπό την επίβλεψη του Γουίλιαμ Μπράουντερ και του Μάικλ Ατίγια.[9][10]
Ο Λούστιγκ εργάστηκε για σχεδόν επτά χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ. Η δραστηριότητά του στο πανεπιστήμιο περιλάμβανε ερευνητική υποτροφία (1971-72), διδασκαλία στα Μαθηματικά (1972-74) και θέση καθηγητή Μαθηματικών (1974-78). Το 1978, έλαβε έδρα στο ΜΙΤ.[11][8]
Διακρίθηκε για το έργο του στη θεωρία αναπαραστάσεων, ιδίως για τα αντικείμενα που σχετίζονται στενά με τις αλγεβρικές ομάδες, όπως οι πεπερασμένες αναγωγικές ομάδες, οι άλγεβρες του Χέκε, οι p-adic ομάδες, οι κβαντικές ομάδες και οι ομάδες Γουέιλ. Άνοιξε ουσιαστικά το δρόμο για τη σύγχρονη θεωρία αναπαραστάσεων. Αυτή περιελάμβανε θεμελιώδεις νέες έννοιες, όπως οι κυψέλες χαρακτήρων, οι ποικιλίες Deligne-Lusztig και τα πολυώνυμα Καζντάν-Λούστιγκ.[12]
Το 1983, ο Λούστιγκ εξελέγη μέλος της Βασιλικής Εταιρείας.[11] Το 1985, ο Λούστιγκ κέρδισε το Βραβείο Κόουλ (Άλγεβρα). Το 1992 έγινε μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών. Έλαβε το μετάλλιο Μπρούβερ το 1999, το Εθνικό Τάγμα Πιστής Υπηρεσίας το 2003 και το Βραβείο Λίροι Π. Στιλ για τα Επιτεύγματα Ζωής στα Μαθηματικά το 2008. Το 2012 έγινε μέλος της Αμερικανικής Μαθηματικής Εταιρείας[13] και το 2014 έλαβε το Βραβείο Σο στα Μαθηματικά.[14] Το 2022 έλαβε το Βραβείο Βολφ στα Μαθηματικά.[15]
|