Τζουζέππε Τζακόζα | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 21 Οκτωβρίου 1847[1][2][3] Κολλερέττο Τζακόζα[4] |
Θάνατος | 1 Σεπτεμβρίου 1906[2][3][5] Κολλερέττο Τζακόζα[4] |
Αιτία θανάτου | άσθμα |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Ιταλίας (1861–1906) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ιταλικά[2][6] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Τορίνο |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | λιμπρετίστας[4] ποιητής συγγραφέας[7][4][8] θεατρικός συγγραφέας ηθοποιός θεάτρου |
Εργοδότης | Ωδείο του Μιλάνου |
![]() | |
Ο Τζουζέππε Τζακόζα (Giuseppe Giacosa, 21 Οκτωβρίου 1847 – 1 Σεπτεμβρίου 1906) ήταν Ιταλός θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και λιμπρετίστας.
Ο Τζακόζα γεννήθηκε κοντά στο Τορίνο, στο χωριό Κολλερέττο Παρέλλα, που σήμερα έχει μετονομασθεί σε Κολλερέττο Τζακόζα προς τιμή του. Ο πατέρας του ήταν δικαστής και ο Τζουζέππε σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Τορίνο. Παρά το ότι πήρε το πτυχίο του, δεν επεδίωξε μια σταδιοδρομία ως νομικός.
Αρχικώς έγινε γνωστός, σε νεαρή ηλικία, για το θεατρικό έργο του Una Partita a Scacchi (= «Μια παρτίδα σκάκι», 1871). Η κυριότερη ασχολία του ήταν αυτή του θεατρικού συγγραφέα, την οποία διεκπεραίωνε με βαθιά ματιά όσο και απλότητα, με υποθέσεις που διαδραματίζονταν στο Πεδεμόντιο και θέματα που αφορούσαν τις αστικές αξίες της εποχής του. Συνέγραψε το έργο La signora di Challant (βασισμένο σε μια νουβέλα του Ματτέο Μπαντέλλο) ειδικά για τη διάσημη Γαλλίδα ηθοποιό Σαρά Μπερνάρ.
Ο Τζακόζα έγραψε την τελευταία, «φινιρισμένη» εκδοχή του λιμπρέτου της όπερας Μανόν Λεσκώ του Τζάκομο Πουτσίνι, το οποίο είχαν αρχίσει να γράφουν οι Ρουτζέρο Λεονκαβάλο, Μάρκο Πράγκα, Ντομένικο Ολίβα και Λουίτζι Ιλλίκα. Επίσης έγραψε τα λιμπρέτα για τις όπερες Λα Μποέμ, Τόσκα και Μαντάμα Μπατερφλάι σε συνεργασία με τον Λουίτζι Ιλλίκα: Ο Ιλλίκα συνεισέφερε την υπόθεση και τους διαλόγους, ενώ ο Τζακόζα τα μετέτρεπε σε έμμετρους στίχους.