![]() |
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Τζων Γκάρντνερ Γουίλκινσον | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | John Gardner Wilkinson (Αγγλικά) |
Γέννηση | 5 Οκτωβρίου 1797[1][2][3] Μπάκιγχαμσαϊρ ή Little Missenden[4] |
Θάνατος | 29 Οκτωβρίου 1875[1][2][5] Llandovery[4] |
Τόπος ταφής | Church Of St Dingat |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[6][7] |
Σπουδές | Κολέγιο Έξετερ, Οξφόρδη Σχολή Χάροου[8] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ανθρωπολόγος αρχαιολόγος αιγυπτιολόγος εξερευνητής[9] συγγραφέας[10] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Caroline Catharine Wilkinson |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Εταίρος της Βασιλικής Εταιρίας |
![]() | |
Ο Σερ Τζων Γκάρντνερ Γουίλκινσον (αγγλικά: Sir John Gardner Wilkinson) (1797 - 1815) υπήρξε Βρετανός αιγυπτιολόγος, και ιδρυτής της αιγυπτιολογίας.
Γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1797 στο Λιτλ Μίσεντεν (Little Missenden) του Μπάκινγκχαμσαϊρ (Buckinghamshire). Γονείς του ήταν ο αιδεσιμότατος Τζων Γουίλκινσον και η Μαίρη Ανν Γκάρντνερ. Από νωρίς έμεινε πεντάρφανος (1807), πήγε σχολείο και το 1816 γράφτηκε φοιτητής στο Κολλέγιο Έξετερ (Exeter College) της Οξφόρδης. Διέκοψε τις σπουδές του το 1818 για να πάει στρατό. Περιόδευσε την Ευρώπη το 1817 και 1818, και ξανά το 1819, όταν επισκέφτηκε τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία. Στη Νάπολη γνωρίστηκε το 1820 με τον αρχαιολόγο Σερ Ουίλλιαμ Γκιλλ, ο οποίος του πρότεινε να γίνει αρχαιολόγος και να ασχοληθεί με τη μελέτη της ιερογλυφικής γραφής. Τον Οκτώβριο του 1821 ο Γουίλκινσον επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Αίγυπτο. Ήταν 24 χρονών, και τα ιερογλυφικά ακόμη δεν είχαν αποκρυπτογραφηθεί. Στην Αίγυπτο την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν τυχοδιώκτες όπως ο Σολτ, Μπελτσόνι, Ντροβέντι, και άλλοι τυμβωρύχοι κυνηγοί των κρυμμένων αρχαίων θησαυρών. Ο Γουίλκινσον αντίθετα καθιέρωσε τη συστηματική μελέτη των ευρημάτων, και την καταγραφή τους στον τόπο που ανακαλύφτηκαν. Διηύθυνε αρχαιολογικές ανασκαφές στις Θήβες, και ιδιαίτερα στην Κοιλάδα των Βασιλέων, ενώ κατέγραψε επιμελώς όλες τις επιγραφές που συναντούσε. Στην κοιλάδα των Βασιλέων κατέγραψε τους τάφους των Φαραώ, και διατύπωσε σύστημα χρονολόγησης του Νέου Βασιλείου. Επέστρεψε στην Αγγλία το 1833 και τιμήθηκε με τον τίτλο του ιππότη (Σερ). Συνέχισε τις αρχαιολογικές μελέτες του τη δεκαετία του 1840 και στην Ευρώπη, ενώ το 1849/50 μελέτησε τον βασιλικό πάπυρο του Τουρίνου και δημοσίευσε μια νέα μετάφραση. Το 1855/56 μελέτησε τον Λαβύρινθο της Χαβάρας και απέδειξε ότι ήταν νεκρικός ναός του Αμενεμχέτ Γ'. Απεβίωσε στις 29 Οκτωβρίου 1875 στο Λαντόβερυ (Llandovery) της Ουαλίας.
Οι χαρτογραφήσεις του Γουίλκινσον βρίσκονται σήμερα σε 56 τόμους στην Bodleian Library της Οξφόρδης και έχουν ακόμα και σήμερα ανεκτίμητη αξία για τις αρχαιολογικές έρευνες των σύγχρονων αιγυπτιολόγων. Άλλα έργα του είναι: