Τζων Λω | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | John Law of Lauriston (Αγγλικά) |
Γέννηση | 21 Απριλίου 1671[1][2] Εδιμβούργο[3] |
Θάνατος | 21 Μαρτίου 1729[4][5][6] Βενετία[7] |
Αιτία θανάτου | πνευμονία |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | San Moisè |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Σκωτίας Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[8] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | οικονομολόγος επενδυτής στατιστικολόγος bretteur |
Οικογένεια | |
Οικογένεια | Law of Lauriston |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Γενικός Ελεγκτής των Οικονομικών (Ιανουάριος 1720 – Μαΐου 1720) Director-General of the French East India Company (1717–1720) |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Τζων Λω (αγγλικά: John Law) (1671-1729) ήταν Σκωτσέζος τραπεζίτης και οικονομολόγος.[9]
Το 1720 έγινε Γενικός ελεγκτής οικονομικών του Βασιλείου της Γαλλίας, όπου προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να πραγματοποιήσει μεταρρύθμιση στο χρηματοοικονομικό σύστημα υιοθετώντας τα τραπεζογραμμάτια και τη δημιουργία ενός συστήματος χρηματιστηρίου.[10]
Ο Τζων Λω γεννήθηκε στις 16 Απριλίου 1671 στο Εδιμβούργο, γόνος οικογένειας τραπεζιτών και χρυσοχόων. Σπούδασε μαθηματικά, εμπορικές επιστήμες και πολιτική οικονομία στο Λονδίνο, όπου έχασε μεγάλα ποσά στην χαρτοπαιξία. [11] Το 1694 ενεπλάκη σε μονομαχία, σκότωσε τον αντίπαλό του και φυλακίσθηκε. Κατάφερε να δραπετεύσει και κατέφυγε στο Άμστερνταμ, όπου, εκμεταλλευόμενος τις νοητικές μαθηματικές δεξιότητές του, αποδείχθηκε δεινός χαρτοπαίκτης πριν στραφεί στη λειτουργία της οικονομίας και στη μελέτη των Τραπεζών. Γύρω στο 1700, επέστρεψε στη Σκωτία, όπου έγραψε το γνωστότερο από τα έργα του, τη Μελέτη για το χρήμα και το εμπόριο και μια πρόταση για προσπορισμό χρημάτων από το έθνος. Υπέβαλε τα σχέδιά του για τραπεζικές μεταρρυθμίσεις στο Κοινοβούλιο της Σκωτίας, αλλά απορρίφθηκαν. [12]
Κατόπιν και άλλων απορριπτικών αποφάσεων, τελικά, το 1716, έλαβε έγκριση από τον Φίλιππο της Ορλεάνης, αντιβασιλέα της Γαλλίας κατά την ανηλικιότητα του Λουδοβίκου ΙΕ΄, να δοκιμάσει τις μεταρρυθμίσεις του στη Γαλλία, η οποία ήταν βαρύτατα χρεωμένη από τους διαρκείς πολέμους του Λουδοβίκου ΙΔ΄ που είχε πεθάνει τον προηγούμενο χρόνο, και όπου το σχέδιο Λω, που φαινόταν ότι θα μείωνε το δημόσιο χρέος, ασκούσε μεγάλη έλξη.
Για τον Λω, ωστόσο, η μείωση του δημόσιου χρέους ήταν κάτι το συγκυριακό. Συμμεριζόταν την πεποίθηση των συγχρόνων του μερκαντιλιστών ότι το χρήμα αποτελεί δημιουργική δύναμη στην οικονομική ανάπτυξη και ότι μια ποσοτική του αύξηση θα έθετε σε κίνηση μια μεγαλύτερη εθνική παραγωγή και θα αύξανε την ισχύ του έθνους. Διαφωνούσε όμως με άλλους μερκαντιλιστές που θεωρούσαν μια κεντρική τράπεζα ως παράγοντα παραγωγής χρήματος με τη μορφή τραπεζογραμματίων που θα κυκλοφορούσαν αντί του χρυσού και του αργύρου, που σπάνιζαν.[13]
Το 1716 στο Παρίσι ο Λω ίδρυσε τη Γενική τράπεζα με την εξουσιοδότηση να εκδίδει τραπεζογραμμάτια. Το 1718 η Τράπεζα μετονομάστηκε σε Βασιλική τράπεζα με μόνο μέτοχο το κράτος. Αργότερα, τη συνέδεσε με την Εταιρεία της Λουιζιάνας, η οποία είχε το αποκλειστικό προνόμιο της ανάπτυξης των αποικιών στην Αμερική.
Το 1719 ο Λω επινόησε το «σχέδιο Μισισιπή» για την ανάπτυξη των αχανών γαλλικών κτήσεων στην κοιλάδα του Μισισιπή στη Βόρεια Αμερική. Αυτό ήταν ένα σχέδιο για τον αποικισμό και την εκμετάλλευση της περιοχής του Μισισιπή, ο κύριος στόχος του οποίου ήταν να συγκεντρώσει χρήματα για να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κυβέρνησης της Γαλλίας. Στην κερδοσκοπική μανία που ακολούθησε, οι μετοχές εκτοξεύθηκαν σε καταπληκτικά ύψη. [14]
Στην αρχή η επιτυχία υπήρξε απίστευτη και το σχέδιο Λω λειτούργησε αποτελεσματικά: «Για μερικούς μήνες, η κυβεία υπήρξε αχαλίνωτη, τεράστιες περιουσίες σχηματίσθηκαν....Οδοκαθαριστές, υπηρέτες, άρχοντες, κέρδισαν εκατομμύρια. Μια πραγματική κατασκήνωση εγκαταστάθηκε στην οδό Κινκαμπουά, όπου βρισκόταν η Τράπεζα...».[15] Όταν όμως άρχισε η κατάρρευση, οι κάτοχοι τραπεζογραμματίων, ένα εκατομμύριο οικογένειες σε όλη τη Γαλλία, όρμησαν πανικόβλητοι στην Τράπεζα για να τα εξαργυρώσουν. Στην αρχή, ο Λω πλήρωνε. Τον Ιανουάριο 1720, οι φίλοι του ενήργησαν και έγινε σύμβουλος του κράτους και γενικός ελεγκτής οικονομικών (υπουργός Οικονομικών). Παρά τις ενέργειές του, η πτώση συνεχίσθηκε. Στις 10 Οκτωβρίου 1720 η Τράπεζα έκλεισε. Ο Λω θεωρήθηκε υπεύθυνος του σκανδάλου και της χαοτικής οικονομικής κατάστασης που δημιουργήθηκε στη Γαλλία, η περιουσία του κατασχέθηκε και ο ίδιος διέφυγε αρχικά στις Βρυξέλες. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες πόλεις χαρτοπαίζοντας, το 1729 κατέληξε στη Βενετία, όπου πέθανε στις 21 Μαρτίου 1729 φτωχός.[16]