Τονική οξυγραφία

Capricho Νο.43: Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα, Φρανθίσκο Γκόγια περ. 1797-1798, 21.5*15cm, Χαρακτικό (Ένα από τα πιο γνωστά χαρακτικά της σειράς Τα Καπρίτσια)
Ακουαντίνα του Karl Bodmer (1841)
Τα πουλιά της Αμερικής, ακουατίνα του Γάλλου φυσιοδίφη John James Audobon που μας παραπέμπει σε σχέδια ζωγραφισμένα με πινέλο και σινική μελάνη ή σέπια.

Η τονική οξυγραφία, γνωστή και ως ακουατίντα (ιταλικά: acquatinta‎‎), είναι τεχνική βαθυτυπίας σε μέταλλο (χαλκό ή ψευδάργυρο). Η πρώτη φάση είναι η κατάλληλη διάβρωση του μετάλλου ώστε όλη η επιφάνεια της πλάκας να αποκτήσει την απαιτούμενη πορώδη υφή. Όταν επιτευχθεί η διάβρωση του μετάλλου εκτελείται το σχέδιο κατά αρνητικό τρόπο, καλύπτοντας δηλαδή με μονωτικό βερνίκι τα τμήματα εκείνα που κατά την εκτύπωση θα παραμείνουν λευκά.

Στην τονική οξυγραφία, που θυμίζει υδατογραφία, ο καλλιτέχνης ρίχνει πάνω στη χάλκινη πλάκα κόκκους κολοφωνίου, οι οποίοι όταν ζεσταθούν κολλούν στην επιφάνειά της, αφήνοντας ανάμεσά τους ακάλυπτα μέρη. Έπειτα περνάει με βερνίκι την πλάκα, προσπαθώντας να μην καλύψει τα τμήματα που θέλει να αποδοθούν σκιές. Βυθίζει μετά την πλάκα στο νιτρικό οξύ, που διαβρώνει τα κενά μεταξύ των κόκκων. Με επαναλαμβανόμενα λουτρά στο νιτρικό οξύ, πετυχαίνει τονικές διαβαθμίσεις του γκρίζου ή του μαύρου. Η διαδικασία ολοκληρώνεται με το μελάνωμα της πλάκας και την εκτύπωση πάλι σε νοτισμένο χαρτί (και η τονική οξυγραφία συνιστά βαθυτυπία). Σε ασπρόμαυρη τονική οξυγραφία έχουν τυπωθεί πολλά χαρακτικά, με χαρακτηριστικότερα τις σειρές του Φρανθίσκο Γκόγια Καπρίτσια και Συμφορές του Πολέμου. Όταν ο καλλιτέχνης θέλει να προσθέσει και χρώματα, τότε χρησιμοποιεί διαφορετική χάλκινη πλάκα για κάθε απόχρωση. Σε μερικές τονικές οξυγραφίες τα χρώματα προστίθενται κατόπιν (επιχρωματισμένες/ επιζωγραφισμένες τονικές οξυγραφίες). Εκτός από τις απλές τονικές οξυγραφίες, υπάρχουν και σύνθετες, όπως οι τονικές οξυγραφίες με ζάχαρη και με αλάτι, στις οποίες ο καλλιτέχνης επιδιώκοντας αποτελέσματα άλλα από εκείνα των απλών τονικών οξυγραφιών αναμιγνύει μελάνι με ζάχαρη στην πρώτη περίπτωση και ρίχνει αλάτι στην επιφάνεια της χάλκινης πλάκας όσο το βερνίκι είναι ζεστό και ρευστό στη δεύτερη. Άλλα είδη σύνθετης τονικής οξυγραφίας είναι με ψεκαστήρα, με αερογράφο, με άσφαλτο, με αραιωμένο μελάνι, με θείο, με νιτρικό άργυρο.[1][2]

Η τονική οξυγραφία έκανε την εμφάνισή της στην Ευρώπη, μετά τα μέσα του 18ου αιώνα. Η εφεύρεση της μεθόδου αποδίδεται γενικά στον Γάλλο ζωγράφο και χαράκτη Ζαν-Μπατίστ Λε πρενς (Jean-Baptiste Le Prince, 1734-1781), ύστερα από ένα ταξίδι του στη Ρωσία τα χρόνια 1758-1763, σχέδια που είχε κρατήσει με αραιωμένα υδροχρώματα.[1]. Η μέθοδος διαδόθηκε ευρύτατα στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. και από δύο άλλους επίσης Γάλλους ζωγράφους: τον Λουί Φιλιμπέρ Ντεμποκούρ και τον Ζαν Ζαζέ φτάνοντας στο ύψιστο σημείο της τεχνικής της τελειότητας. Την ίδια περίοδο, ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της εποχής, ο Φρανθίσκο Γκόγια, χρησιμοποίησε την ακουαντίνα είτε μεμονωμένα είτε, συχνότερα, σε συνδυασμό με την οξυγραφία και πέτυχε καταπληκτικά αποτελέσματα.

  • A. Beguin, Dictionarie technique de l΄estambe, Bruxelles 1971