Τρία χρώματα: Η Λευκή ταινία Trois couleurs: Blanc | |
---|---|
Κινηματογραφική αφίσα της ταινίας. | |
Σκηνοθεσία | Κριστόφ Κισλόφσκι |
Παραγωγή | Μάριν Καρμίτζ |
Σενάριο | Κριστόφ Κισλόφσκι Κριστόφ Πισίεβιτς |
Πρωταγωνιστές | Ζμπίνιου Ζαμαλόφσκι Ζιλί Ντελπί |
Μουσική | Ζμπίγκνιεφ Πρέισνερ |
Τραγούδι | Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ |
Φωτογραφία | Έντουαρντ Κλοσίνσκι |
Μοντάζ | Ούρσουλα Λέσιακ |
Εταιρεία παραγωγής | France 3 Cinéma Canal+ |
Διανομή | MK2 Distribution (Γαλλία) |
Πρώτη προβολή | 26 Ιανουαρίου 1994 |
Διάρκεια | 87΄ |
Προέλευση | Γαλλία Πολωνία |
Γλώσσα | Πολωνικά Γαλλικά Ρωσικά Αγγλικά |
Ακαθάριστα έσοδα | $1.4 εκατομμύριο |
Προηγείται | Τρία χρώματα: Η Μπλε ταινία |
Έπεται | Τρία χρώματα: Η Κόκκινη ταινία |
δεδομένα ( ) |
Το Τρία χρώματα: Η Λευκή ταινία (γαλλικά: Trois couleurs: Blanc, αγγλικά: Three Colors: White) είναι Γαλλική-Πολωνική, κωμική-δραματική ταινία του 1994, σε σκηνοθεσία Κριστόφ Κισλόφσκι.[1][2] Το σενάριο το έγραψε ο ίδιος ο σκηνοθέτης σε συνεργασία με τον Κριστόφ Πισίεβιτς. Πρωταγωνιστούν οι Ζμπίνιου Ζαμαλόφσκι και Ζιλί Ντελπί.
Η ταινία αφορά την ισότητα και επικεντρώνεται στον Κάρολ, ο οποίος διώχνεται από το Παρίσι και ξεφτιλίζεται κιόλας από τη σύζυγό του. Φτάνει στην Πολωνία φτωχός και εξαθλιωμένος, όμως καταφέρνει να πλουτίσει και τελικά να πάρει την εκδίκησή του από τη γυναίκα του.
Η ταινία αποτελεί μέρος, μίας από τις σπουδαιότερες τριλογίες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου.[3][4] Έπεται της Μπλε Ταινίας και ακολουθείται από την Κόκκινη. Η ταινία επίσης, υπήρξε η επίσημη συμμετοχή της Πολωνίας για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, αλλά τελικά δε συμπεριλήφθηκε στις υποψήφιες.[5]
Η ταινία ξεκινά σε μία αίθουσα δικαστηρίου, στην οποία μπαίνει η Ζιλιέτ Μπινός, ως πρωταγωνίστρια της προηγούμενης ταινίας, αλλά η εμφάνιση είναι cameo. Στην αίθουσα του δικαστηρίου η σύζυγος κατηγορεί τον Πολωνό άντρα της, ότι εξ αιτίας του η σχέση τους δεν έχει ολοκληρωθεί μετά τον γάμο. Ο άντρας, ο Κάρολ, που την αγαπά ακόμα δεν ξέρει τι να κάνει. Έτσι το ίδιο βράδυ πάει να κοιμηθεί στο μαγαζί του. Το πρωί τον βλέπει κάνουν σεξ, αλλά και πάλι αποτυγχάνει. Τότε αυτή βάζει φωτιά στο μαγαζί της, ώστε να τον κατηγορήσουν. Στη Γαλλία πια δεν του έχει μείνει τίποτα, καθώς έχασε και τα λεφτά του και το διαβατήριό του.
Ο Κάρολ, προσπαθεί να βγάλει λεφτά παίζοντας μουσική μέσω της χτένας του. Τότε ένας άντρας, ο Μικολάι, αναγνωρίζει την πολωνική μελωδία και πιάνουν κουβέντα. Ο Μικολάι του λέει ότι ξέρει κάποιον που θα του δώσει πολλά λεφτά αν τον σκοτώσει, όμως ο Κάρολ, δεν μπορούσε να το κάνει αυτό. Αργότερα παίρνει τηλέφωνο τη γυναίκα του τη Ντομινίκ, η οποία κάνει σεξ με έναν άλλον άντρα και αφήνει τον Κάρολ να ακούει. Τότε, ο Κάρολ λέει στο Μικολάει ότι θέλει να γυρίσει στη Πολωνία, όμως δεν έχει διαβατήριο. Έτσι, τελικά, ο Κάρολ ταξιδεύει παράνομα έως την Πολωνία.
Μετά από την περιπέτειά του ο Κάρολ φτάνει στην Πολωνία και στο κομμωτήριο που δούλευε και που ήταν άριστος στη δουλειά του. Εκεί βρίσκει τον φίλο του τον Γιούρεκ. Κατόπιν θέλοντας να βγάλει κι άλλα χρήματα, πιάνει δουλειά ως μπράβος σε ένα γραφείο. Όταν κάποια στιγμή βγαίνουν εκτός πόλης και συζητάνε για μία περιοχή που θα γεμίσει εμπορικά και ότι πρέπει να αγοράσουν γη, ο Κάρολ τους ακούει, χωρίς εκείνοι να το καταλάβουν, καθώς έκανε ότι κοιμόταν στο αμάξι. Τότε ο Κάρολ, δανείζεται λεφτά και ό,τι είχε συγκεντρώσει έως τότε, και πάει και αγοράζει γη.
Στο ενδιάμεσο, ο Μικολάι, εκμυστηρεύτηκε στον Κάρολ, ότι αυτό ήταν που θέλει να πεθάνει. Τελικά, με ένα τέχνασμα του Κάρολ, αλλάζει γνώμη, αλλά τα λεφτά του τα δίνει έτσι κι αλλιώς. Τελικά, εκείνοι που συζητούσαν για να αγοράσουν γη, αγοράζουν αγροτεμάχια που είχε πάρει ο Κάρολ εκεί σε τετραπλάσια τιμή. Τότε ο Κάρολ ανοίγει επιχείρηση και προσφέρει και ποσοστό στον Μικολάι, καθώς του είχε δώσει αρκετά λεφτά. Προς το τέλος τη ταινίας, ο Κάρολ αλλάζει τη διαθήκη του, και αφήνει γενικό κληρονόμο την Ντομινίκ.
Μετά σκηνοθετεί και τον θάνατό του και η Ντομινίκ έρχεται στην Πολωνία. Το βράδυ της κηδείας την επισκέπτεται και κάνουν σεξ, το καλύτερο που είχαν κάνει ποτέ, ικανοποιώντας την. Το επόμενο πρωί Πολωνοί αστυνομικοί εισβάλλουν στο δωμάτιο της και της λένε πως είναι ύποπτη για τον φόνο του Κάρολ, καθώς ήταν η μόνη κληρονόμος. Αργότερα οδηγείται στις φυλακές σε μία ξένη χώρα. Η ταινία τελειώνει με τον Κάρολ να κοιτάζει την Ντομινίκ από το παράθυρο του κελιού της άκρως συγκινημένος, όμως αποφασισμένος ότι πρέπει να την αφήσει για πάντα.