Το Τρίπτυχο Harbaville είναι ένα βυζαντινό ελεφαντοστέινο τρίπτυχο των μέσων του 10ου αι. με μία παράσταση Δέησης και άλλων αγίων, που σήμερα βρίσκεται στο Λούβρο. Σε ορισμένες μορφές διακρίνονται ίχνη χρώματος. Θεωρείται ως το πιο ποιοτικό και καλύτερα διατηρημένο του "συνόλου του Ρωμανού Δ΄" από ένα εργαστήριο της Κωνσταντινούπολης, πιθανώς στενά συνδεδεμένο με την Αυτοκρατορική Αυλή.
Το σύνολο πήρε το όνομά του από την πλάκα από ελεφαντόδοντο με τον Ρωμανό Δ΄ Διογένη και την Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, που βρίσκεται στο Δωμάτιο των Μεταλλίων (Cabinet des Médailles) της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας (Bibliothèque nationale de France) στο Παρίσι, όπου ο Χριστός στέφει έναν Αυτοκράτορα, που ονομάζεται Ρωμανός και τη σύζυγό του Ευδοκία. Θεωρείται ότι είναι ο Ρωμανός Δ', που στέφθηκε το 1068 (ή ίσως ο Ρωμανός Β΄, που στέφθηκε το 1068). Σχετικά έργα βρίσκονται στη Ρώμη, το Βατικανό και τη Μόσχα, με το τελευταίο να έχει μία άλλη στέψη, που πιθανότατα χρονολογείται στο 944. [1]
Από τα αντικείμενα του "συνόλου του Ρωμανού Δ΄" το Τρίπτυχο Harbaville θεωρείται "μακράν το καλύτερο, διότι δείχνει μία αισθητική τελειότητα και λεπτή εργασία, που απουσιάζει από τα άλλα. Όλα έχουν τη στιλβωμένη, κομψή τεχνική την τυπική στη σχολή της Αυλής." [2] Έχουν επίσης εντοπιστεί και άλλες ομάδες ελεφαντοστέινων αντικειμένων, που πιθανώς αντιπροσωπεύουν την παραγωγή διαφορετικών εργαστηρίων, ίσως επίσης απασχολούμενα από από την Αυλή, αλλά γενικά χαμηλότερης ποιότητας ή μικρότερης επιτήδευσης. [3] Δεδομένου ότι έχει διασωθεί πολύ μεγαλύτερος αριθμός ελεφαντόδοντων παρά πινάκων ζωγραφικής της περιόδου, είναι πολύ σημαντικά για την ιστορία της τέχνης των Μακεδόνων.
Όλες οι πλευρές του τρίπτυχου είναι πλήρως ανάγλυφες, με περισσότερους αγίους στο εξωτερικό μέρος των πλαϊνών φύλλων και ένα περίτεχνο διακοσμητικό σχέδιο (σταυρό) στο πίσω μέρος του κεντρικού φύλλου. Οι στρατιωτικοί άγιοι κρατούν ξίφος και δόρυ, οι μάρτυρες σταυρό, οι ευαγγελιστές και ο Παύλος κρατούν βιβλίο (Ευαγγέλιο ή τις Πράξεις), ενώ οι απόστολοι που έγραψαν επιστολές κρατούν περγαμηνή.
Η πρώιμη ιστορία του ελεφαντόδοντου δεν καταγράφεται. Το όνομά του προέρχεται από τον πρώτο γνωστό ιδιοκτήτη του, τον παλαιοπώλη Louis-François Harbaville (1791-1866), ο οποίος το κληρονόμησε από τους συγγενείς της συζύγου του, την οικογένεια Μπενύ ντε Πομμερά από το Αράς. Αγοράστηκε για το Λούβρο το 1891 από τους εγγονούς και κληρονόμους τού L.-Fr. Harbaville.