Τριπλή επανάληψη θέσης

Στο σκάκι και κάποια άλλα αφηρημένα παιχνίδια στρατηγικής, ο κανόνας τριπλή επανάληψη θέσης (γνωστός και πιο απλά τριπλή επανάληψη ή επανάληψη θέσης) αναφέρει ότι ένας παίκτης μπορεί να διεκδικήσει μια ισοπαλία, αν η ίδια θέση εμφανιστεί τρεις φορές στην παρτίδα, ή πρόκειται να προκύψει μετά την επόμενη κίνησή τους, με τον ίδιο παίκτη να έχει την κίνηση. Οι επανειλημμένες θέσεις δεν χρειάζεται να εμφανιστούν διαδοχικά. Η ιδέα πίσω από τον κανόνα είναι ότι αν η θέση αυτή επαναληφθεί τρεις φορές, τότε δεν υπάρχει πρόοδος στην παρτίδα και τότε είναι προτιμότερο να διακόπτεται με ισοπαλία.

Σε μια παρτίδα σκάκι μια θέση θεωρείται ως ίδια με μια προηγούμενη, όταν ο κάθε παίκτης έχει το ίδιο σύνολο νόμιμων κινήσεων με την προηγούμενη φορά, καθώς και τα ενδεχόμενα δικαιώματα για ροκέ και αιχμαλωσία εν διελεύσει. Οι θέσεις θεωρούνται ίδιες όταν σε κάθε δεδομένο τετράγωνο υπάρχουν ιδίου είδους πεσσοί. Έτσι, για παράδειγμα, αν ένας παίκτης έχει δύο ίππους και οι ίπποι του είναι στα ίδια τετράγωνα, δεν έχει σημασία αν οι θέσεις των δύο ίππων έχουν ανταλλαγεί. Η παρτίδα δεν είναι αυτόματα ισόπαλη αν επαναληφθεί μια θέση για τρίτη φορά, διότι πρέπει ο παίκτης που έχει σειρά για κίνηση να διεκδικήσει την ισοπαλία με δήλωσή του στον κριτή.

Ειδικότερα μια παρτίδα "Σόγκι" απαιτείται να λήξει με ισοπαλία, όταν γίνει μια τετραπλή επανάληψη (千日手). Κάθε παίκτης πρέπει να έχει τα ίδια κομμάτια στο χέρι, καθώς και την ίδια θέση στη σκακιέρα. Το αποτέλεσμα είναι ισόπαλο, εκτός αν ένας παίκτης δίνει διαρκές σαχ, διότι στην περίπτωση αυτή ο παίκτης χάνει.

Το σχετικό τμήμα στον επίσημο νόμο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Σκακιού είναι ο κανόνας 9.2, ο οποίος έχει ως εξής:[1]

Η παρτίδα είναι ισόπαλη μετά από ένα ορθό αίτημα του παίκτη που έχει την κίνηση, όταν η ίδια θέση, τουλάχιστον για τρίτη φορά (όχι κατ' ανάγκη με διαδοχική επανάληψη των κινήσεων)
(α) πρόκειται να εμφανισθεί, αφού πρώτα καταγράψει την κίνησή του στο φύλλο αγώνα και δηλώσει στο διαιτητή την πρόθεσή του να κάνει αυτή την κίνηση, ή
(β) έχει μόλις εμφανιστεί, και ο παίκτης που διεκδικεί την ισοπαλία έχει την κίνηση.
Οι θέσεις που αφορούν τα (α) και (β) θεωρούνται ίδιες, αν ο ίδιος παίκτης έχει την κίνηση, ιδίου είδους και χρώματος πεσσοί κατέχουν τα ίδια τετράγωνα, και οι δυνατές κινήσεις όλων των πεσσών και των δύο παικτών είναι οι ίδιες.
Οι θέσεις δεν θεωρούνται ίδιες, αν ένα πιόνι που μπορούσε να συλληφθεί εν διελεύσει δεν μπορεί πλέον να συλληφθεί ή αν το δικαίωμα για κάποιο ροκέ έχει αλλάξει.[2]

Αν και ο κανόνας δεν απαιτεί να συμβεί η ίδια θέση τρεις φορές σε σχεδόν συνεχόμενες κινήσεις, αυτό συμβαίνει πολύ συχνά στην πράξη, συνήθως με έναν από τους βασιλιάδες όταν τεθεί σε διαρκές σαχ. Οι ενδιάμεσες θέσεις και κινήσεις δεν έχουν σημασία (μπορεί να είναι οι ίδιες ή διαφορετικές). Ο κανόνας αυτός ισχύει για τις θέσεις, και όχι για τις κινήσεις.

Εάν το αίτημα για ισοπαλία είναι εσφαλμένο, ο αντίπαλος κερδίζει επιπλέον χρόνο τριών λεπτών και το παιχνίδι συνεχίζεται.[3] Αδικαιολόγητες αξιώσεις μπορούν να τιμωρηθούν σύμφωνα με τον κανόνα που απαγορεύει σε έναν παίκτη να αποσπά την προσοχή ή να ενοχλεί τον αντίπαλό του.[4] Ακόμη και αν ο ισχυρισμός είναι ανακριβής, ο οποιοσδήποτε ισχυρισμός για ισοπαλία είναι και μια προσφορά ισοπαλίας που ο αντίπαλος μπορεί να την δεχθεί.[5]

Οι ισοπαλίες με τη μέθοδο αυτή δεν είναι συχνές.[6]

  1. Laws of Chess: The drawn game, FIDE, 2014, http://www.fide.com/component/handbook/?view=article&id=171, ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2014 
  2. FIDE (2005), άρθρο 9.2.
  3. FIDE (2005), άρθρο 9.5.b.
  4. FIDE (2005), άρθρο 12.6.
  5. FIDE (2005), άρθρο 9.1.b.3.
  6. Brace (1977), σελ. 236.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]