Προσωπικές πληροφορίες | |||
---|---|---|---|
Πλήρες όνομα | Τόμας Άλστρομ | ||
Ημερ. γέννησης | 17 Ιουλίου 1952 | ||
Τόπος γέννησης | Μποράς, Σουηδία | ||
Ύψος | 1,81 μ. | ||
Θέση | Μέσος Επιθετικός | ||
Ομάδες νέων | |||
1969-1971 | ΙΦ Έλφσμποργκ | ||
Επαγγελματική καριέρα* | |||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† |
1970–1979 | ΙΦ Έλφσμποργκ | 176 | (53) |
1979–1982 | Ολυμπιακός Πειραιώς | 45 | (11) |
1982–1984 | ΙΦ Έλφσμποργκ | 64 | (29) |
Εθνική ομάδα | |||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† |
1973–1982 | Σουηδία | 11 | (2) |
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ). |
Ο Τόμας Άλστρομ (γεννημένος στις 17 Ιουλίου 1952) είναι Σουηδός παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής ο οποίος αγωνίστηκε στα πρωταθλήματα Σουηδίας και Ελλάδας με την Έλφσμποργκ και τον Ολυμπιακό Πειραιώς αντίστοιχα. Αγωνιζόταν κατά κύριο λόγο ως μέσος, ωστόσο είχε την ικανότητα να καλύπτει με την ίδια άνεση και τη θέση του επιθετικού.
Ξεκίνησε την επαγγελματική ποδοσφαιρική του καριέρα το καλοκαίρι του 1971, προβιβαζόμενος από την ομάδα Κ19 στην πρώτη της Έλφσμποργκ, συλλόγου της γενέτειράς του Μπόρος.
Τα επόμενα τρία χρόνια εντυπωσίασε από τη θέση του επιτελικού μέσου, με αποτέλεσμα να κληθεί στην εθνική Σουηδίας και να χρησιμοποιηθεί ως αλλαγή σε δύο από τους συνολικά έξι αγώνες της κατά την τελική φάση του παγκοσμίου κυπέλλου της Γερμανίας το 1974.
Παρέμεινε στην Έλφσμποργκ έως το Δεκέμβριο του 1979, όταν και αποδέχθηκε την πρόταση μεταγραφής του Ολυμπιακού, στον οποίο αγωνίστηκε για ακριβώς μία διετία, αλλά αυτή τη φορά σε θέσεις της επίθεσης. Μετείχε στην κατάκτηση των τριών από τα τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα της περιόδου 1980-1983 (πρώτα του επαγγελματικού ελληνικού ποδοσφαίρου και επί εποχής Σταύρου Νταϊφά στην προεδρία των Ερυθρόλευκων), συγκεκριμένα τα:
Χρησιμοποιήθηκε, επίσης, από το 80ο λεπτό στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας 1981 (3-1 τον ΠΑΟΚ στο στάδιο Ν. Φιλαδέλφειας), ενώ τέλος το Σεπτέμβριο του 1980 είχε κλείσει το σκορ στο Ολυμπιακός-Μπάγερν Μονάχου 2-4 για τα πλαίσια του κυπέλλου Πρωταθλητριών.
Τον Ιανουάριο του 1982 επέστρεψε στον πρώτο του σύλλογο, με τον οποίο αναδείχθηκε το 1983 αρχισκόρερ του πρωταθλήματος Σουηδίας, σημειώνοντας 16 τέρματα. Κατόπιν του υποβιβασμού στο τέλος της επόμενης περιόδου εξαιτίας χειρότερης διαφοράς τερμάτων, ο Τόμας Άλστρομ ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση. Παρότι δεν κατέκτησε κάποιον τίτλο με την Έλφσμποργκ,[1] έχει ανακηρυχθεί ένας από τους 19 ποδοσφαιριστές-σύμβολα όλων των εποχών της σύμφωνα με κριτήρια που θέσπισε ο ίδιος ο ομάδα, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την υπερδωδεκαετή προσφορά του. Από στατιστικής άποψης, παραμένει στην ιστορία της Έλφσμποργκ ως ο 10ος παίκτης σε εμφανίσεις[2] (με 237) και 2ος σκόρερ[3] (με 101 τέρματα) σε επίπεδο Α' κατηγορίας του σουηδικού πρωταθλήματος, καθώς και 6ος (μεταπολεμικά 3ος) στις συμμετοχές[4] για την εθνική ομάδα της χώρας του.
Αγωνίστηκε 11 φορές με την εθνική Σουηδίας στο διάστημα 1973 έως 1982 και πέτυχε 2 τέρματα, κατά σύμπτωση στην τελευταία του εμφάνιση (ένα φιλικό 2-2 με τη Φινλανδία) πέντε χρόνια έπειτα από την αμέσως προηγούμενη.
Μεταξύ άλλων, έχει συμμετάσχει με την εθνική Σουηδίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1974.