Φατός Νάνο | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Fatos Thanas Nano (Αλβανικά) |
Γέννηση | 16 Σεπτεμβρίου 1952[1][2] Τίρανα |
Χώρα πολιτογράφησης | Αλβανία |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αλβανικά |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο των Τιράνων |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός οικονομολόγος διπλωμάτης |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο των Τιράνων |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Σοσιαλιστικό Κόμμα Αλβανίας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | μέλος του κοινοβουλίου της Αλβανίας Πρωθυπουργός της Αλβανίας (Μάρτιος 1991 – Ιουνίου 1991) Πρωθυπουργός της Αλβανίας (1997–1998) Πρωθυπουργός της Αλβανίας (2002–2005) |
Βραβεύσεις | "Gjergj Kastrioti Skënderbeu" Decoration |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Φατός Θανάς Νάνο (αλβανικά: Fatos Thanas Nano, γεν. στις 16 Σεπτεμβρίου 1952) είναι Αλβανός σοσιαλιστής πολιτικός που ήταν αρκετές φορές Πρωθυπουργός της Αλβανίας. Ήταν ο πρώτος ηγέτης και ιδρυτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Αλβανίας και μέλος του Αλβανικού Κοινοβουλίου από το 1991 έως το 1996 και το 1997 έως το 2009. Αναμόρφωσε την αντιρεβιζιονιστική μαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας σε σοσιαλδημοκρατία για το διάδοχο κόμμα του, το Σοσιαλιστικό Κόμμα.[3] Κατά τη διάρκεια της ηγεσίας του, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, ως αποτέλεσμα μεταρρυθμίσεων, προσχώρησε στη Σοσιαλιστική Διεθνή και στο Κόμμα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών.[4][5] Ο Νάνο ήταν υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2007 αλλά δεν τα κατάφερε. Προσπάθησε και πάλι στις προεδρικές εκλογές του 2012[6] αλλά δεν προκρίθηκε καν στη θέση του υποψηφίου, επειδή οι ηγέτες των κομμάτων στο Κοινοβούλιο εμπόδισαν τους βουλευτές τους να τον επιλέξουν ως υποψήφιο στις εκλογές.
Ο Φατός Νάνο γεννήθηκε στα Τίρανα και είναι γιος του Θανάς Νάνο, πρώην διευθυντή της Αλβανικής Ραδιοτηλεόρασης[7] και της Μαρία Νάνο (το γένος Σουτερίτσι), κυβερνητικής αξιωματούχου. Ήταν το μόνο άρρεν τέκνο μεταξύ των αδελφών της οικογένειας. Μεγάλωσε στα ανατολικά Τίρανα και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο «Σάμι Φράσερι».[8][9] Αποφοίτησε από τη Σχολή Πολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου των Τιράνων το 1974.[10] Μετά την αποφοίτησή του το 1978, ο Νάνο εργάστηκε σε μεταλλουργική εταιρεία του Ελμπασάν μέχρι το 1981.[11] Από το 1981 μέχρι το 1984, ο Νάνο υπήρξε οικονομολόγος σε γεωργική επιχείρηση στα Τίρανα. Το 1984 διορίστηκε ως ερευνητής των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων και μεταρρυθμίσεων των οικονομιών της αγοράς των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ στο Ινστιτούτο Μαρξιστικών-Λενινιστικών Σπουδών στα Τίρανα, όπου εργάστηκε μέχρι το 1990.[12]
Ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία τον Δεκέμβριο του 1990, όπου για πρώτη φορά διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Υπουργών.[7][13] Τον Ιανουάριο του 1991 προήχθη στη θέση του Αντιπροέδρου, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του Αντίλ Τσαρτσάνι. Η πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων σε διάφορες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης ανάγκασε τον Πρόεδρο Ραμίζ Αλία να απομακρύνει σταδιακά την παλιά κομμουνιστική νομενκλατούρα από την εξουσία και την κυβέρνηση, οπότε στα τέλη Φεβρουαρίου 1991 ο Αλία όρισε τον Νάνο πρωθυπουργό της μεταβατικής κυβέρνησης με σκοπό τη διοργάνωση των πρώτων μετακομμουνιστικών δημοκρατικών εκλογών στη χώρα που έγιναν εκείνη τη χρονιά και την προετοιμασία της μετάβασης της χώρας προς μια φιλελεύθερη δημοκρατία και μία οικονομία της αγοράς.[14] Οι βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 31 Μαρτίου 1991, όπου το Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας κέρδισε την πλειοψηφία. Ο Ραμίζ διόρισε για δεύτερη φορά τον Νάνο στη θέση του πρωθυπουργού.[15] Ωστόσο, η νέα κυβέρνησή του δεν κράτησε περισσότερο από την πρώτη μιας και μία εβδομάδα μετά η Γενική Απεργία που διοργάνωσαν τα ανεξάρτητα σωματεία, τον ανάγκασε να παραιτηθεί δύο εβδομάδες αργότερα.[16] Το 10ο Συνέδριο του Κόμματος Εργασίας πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1991, στο οποίο ελήφθησαν τρεις σημαντικές αποφάσεις. Αρχικά άλλαξε το όνομα του κόμματος, από Κόμμα Εργασίας σε Σοσιαλιστικό Κόμμα, απομακρύνοντας όλα τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου και στη συνέχεια εξέλεξε τον Νάνο ως νέο ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος στις 12 Ιουνίου 1991.[3]
Όταν το Δημοκρατικό Κόμμα της Αλβανίας κέρδισε τις κοινοβουλευτικές εκλογές της 22ας Μαρτίου 1992, το Κοινοβούλιο σχημάτισε επιτροπή στις αρχές του 1993 για να διερευνήσει τη δραστηριότητα του Φατός Νάνο για φερόμενη διαφθορά και κατάχρηση με τη διαχείριση ανθρωπιστικής βοήθειας από το ιταλικό κράτος κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης που διήρκεσε από το 1990 έως τις αρχές του 1992.[17] Αυτός ήταν ένας εκλεπτυσμένος τρόπος για να φυλακιστεί ο Νάνο εξαιτίας της έντονης αντίθεσής του προς τα αυταρχικά σημεία του Προέδρου Σαλί Μπερίσα και λόγω της αναποτελεσματικότητας και της αδυναμίας της κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Αλεξάντερ Μέκσι, να πραγματοποιήσει αποτελεσματικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ο Νάνο είχε δίκιο σε αυτό, επειδή η κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος επέτρεψε τα περίφημα σχήματα Πόντσι (γνωστά ως σκάνδαλο των πυραμίδων στην Αλβανία) που οδήγησαν στην αναταραχή του 1997, όπου η πλειοψηφία των Αλβανών έχασε τις αποταμιεύσεις της, αντί για αποτελεσματικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις.[18] Στις 27 Ιουλίου 1993, το Αλβανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε το αίτημα του γενικού εισαγγελέα Αλούς Ντραγκόσι[19] να καταργήσει τη νομοθετική ασυλία του Νάνο.[20][21] Στις 30 Ιουλίου 1993, ο Νάνο συνελήφθη στο γραφείο του εισαγγελέα[22] και κατηγορήθηκε για «κατάχρηση εξουσίας και παραποίηση των επίσημων εγγράφων σχετικά με την ιταλική ενίσχυση» μετά τη χρήση ενός μόνο προμηθευτή, ο οποίος υπερχρέωσε και παρέδωσε τρόφιμα τα οποία ήταν ακατάλληλα για κατανάλωση. Στις 3 Απριλίου 1994, ο Νάνο καταδικάστηκε σε δώδεκα χρόνια φυλάκισης. Ένα αίτημα αποφυλάκισης του Νάνο υπογεγραμμένο από 700 χιλιάδες άτομα στάλθηκε στον Πρόεδρο Μπερίσα.[23] Ο Νάνο θεωρήθηκε πολιτικός κρατούμενος από το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αλβανίας,[24] τη Διεθνή Αμνηστία, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (πρώην Παρατηρητήριο του Ελσίνκι), τη Διακοινοβουλευτική Ένωση και άλλες ομάδες[25]. Χρησιμοποιούσε την πρώην σύζυγό του Ρετζίνα Νάνο ως μεσολαβητή για να στείλει οδηγίες στην ηγεσία του κόμματος, μερικές φορές προφορικά, μερικές φορές σε γραπτή μορφή.[26] Μετά τη φυλάκιση, ο Νάνο αποφάσισε ότι το κόμμα θα πρέπει να έχει στην ηγεσία του τρεις αντιπροέδρους και έναν γενικό γραμματέα για να συνεχίσει την πολιτική του μάχη.
Μετά την απόρριψη του αναθεωρημένου Αλβανικού Συντάγματος από το δημοψήφισμα του 1994[27] οι εξωτερικές σχέσεις μεταξύ Αλβανίας, Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών άρχισαν να επιδεινώνονται λόγω των αυταρχικών συμπεριφορών του Προέδρου Μπερίσα στα θέματα του κράτους. αλλά ήταν επίσης επιφυλακτικοί για τις ικανότητες της ηγεσίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος να κυβερνήσει τη χώρα, σε περίπτωση που το Σοσιαλιστικό Κόμμα επρόκειτο να κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές του 1996.[28] Οι ξένοι διπλωμάτες εξέφρασαν επίσης την ανησυχία τους για την ουδέτερη στάση που είχε η σοσιαλιστική ηγεσία (εκτός από τον Νάνο) για τον Ενβέρ Χότζα και τη θετική στάση απέναντι στον μαρξισμό-λενινισμό, που εφαρμοζόταν στο πρόγραμμα και στο καθεστώς του κόμματος από τον Σερβέτ Πελούμπι. Αποκάλεσαν τη σοσιαλιστική ηγεσία (εκτός από τον Νάνο, που δεν ήταν συνεργάτης του Εργατικού Κόμματος) ως «δεινόσαυρους από την παλιά εποχή».[29]
Το 1996, ο Νάνο έγραψε μια επιστολή του στο 2ο Συνέδριο του Κόμματος (Keshilli i Pergjithshem Drejtues), που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο-Αύγουστο του 1996, για να ξεκινήσει μια «Κίνηση για Συζήτηση» με σκοπό να απομακρύνει από τις κορυφαίες θέσεις του κόμματος οποιονδήποτε συνδεόταν με οποιονδήποτε τρόπο με το Κόμμα Εργασίας, μιας και ο Νάνο πίστευε ότι οι κορυφαίες θέσεις, δηλαδή η ηγεσία του κόμματος, έπρεπε να κατέχονται από διανοούμενους, όπως ο Ρετζέπ Μεϊντάνι, ο Παντέλι Μάικο, ο Καστριότ Ισλάμι κλπ.[30] Αυτό ήταν επιτακτικό επειδή ήταν μέρος της συνεχιζόμενης διαδικασίας μεταρρύθμισης του κόμματος προκειμένου να ενταχθεί στη Σοσιαλιστική Διεθνή και στο Κόμμα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Η «Κίνηση για Συζήτηση», που κάλεσε ο Νάνο, απαίτησε επίσης την εφαρμογή των συστάσεων που διατύπωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την επίλυση της πολιτικής και θεσμικής κρίσης, ως επίσημη στάση του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ακόμη απαίτησε πως το Συνέδριο θα έπρεπε να αφαιρέσει τις μαρξιστικές και κρατιστικές έννοιες από το καταστατικό και το πρόγραμμα του κόμματος,[31] να αρνηθεί τον Βλαντίμιρ Λένιν και την Κομιντέρν και να αποκαταστήσει τον Καρλ Κάουτσκι και τη Δεύτερη Διεθνή.[29] Η πρόταση υποστηρίχθηκε από την πλειοψηφία των σοσιαλιστών μελών αλλά και από την κοινωνία των πολιτών και εγκρίθηκε ως συνέπεια του συνεδρίου.[32]
Το 1997, η κατάρρευση των σχημάτων Πόντσι σηματοδότησε την έναρξη μιας ένοπλης λαϊκής εξέγερσης κατά του Προέδρου Μπερίσα, ο οποίος αναγκάστηκε να παραιτηθεί τον Ιούλιο του 1997.[33] Ο Μπερίσα κήρυξε πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές στις 29 Ιουνίου και κήρυξε γενική αμνηστία σε όλους τους κρατούμενους τον Μάρτιο του 1997. Ο Νάνο αποφυλακίστηκε[34] και κρίθηκε αθώος από δικαστήριο στα Τίρανα για την υποτιθέμενη κατάχρηση εξουσίας και διαφθοράς το 1999.[35]
Οι κοινοβουλευτικές εκλογές της 29ης Ιουνίου 1997 είχαν ως αποτέλεσμα μια συντριπτική νίκη για το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αλβανίας.[36] Ο Νάνο διορίστηκε πρωθυπουργός από τον Πρόεδρο Ρετζέπ Μεϊντάνι. Ο στόχος του Νάνο και της σοσιαλιστικής κυβέρνησης ήταν η ανοικοδόμηση της διαλυμένης χώρας, η ενίσχυση της οικονομίας της και η συμφιλίωση του λαού που διασπάστηκε από πολιτικές διαμάχες, αλλά αυτό ήταν σχεδόν αδύνατο με την καταστροφική αντιπολίτευση του πρώην προέδρου Μπερίσα. Ένα πραξικόπημα επιχειρήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1998 από την ηγεσία και τους ριζοσπάστες οπαδούς του Δημοκρατικού Κόμματος της Αλβανίας κατά τη διάρκεια της κηδείας του Αζέμ Χαϊντάρι με στόχο την ανάληψη της εξουσίας με τη βία και τη δολοφονία του Νάνο.[37][38] Για να αποφύγει τη δολοφονία του από τον οργισμένο όχλο, ο Νάνο αποφάσισε να διαφύγει στην κυβερνητική κατοικία στο Πόγραδετς.[39] Στη δεκαετία του 1990, η Ελλάδα προτίμησε και βοήθησε τον Φατός Νάνο ως Αλβανό ηγέτη, λόγω του ότι ήταν ορθόδοξος αντί του μουσουλμάνου Σάλι Μπερίσα, μιας και ο Νάνο θεωρήθηκε φιλικότερος προς τα ελληνικά συμφέροντα.[40] Η κυβέρνηση του Φατός Νάνο θεωρήθηκε από την Τουρκία ως φιλελληνικού προσανατολισμού και εξέφρασε κάποια δυσαρέσκεια, αν και εκείνη τη στιγμή διατηρούσε στενές στρατιωτικές σχέσεις με την Αλβανία για την ανοικοδόμηση των ενόπλων δυνάμεών και μίας στρατιωτικής βάσης της.[41] Το 1998, η θέση μέλους της Αλβανίας στον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης (OIC) ανεστάλη προσωρινά από τον πρωθυπουργό Φατός Νάνο, ο οποίος τη θεωρούσε ανασταλτική για τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Αλβανίας.[42][43][44][45] Στις 28 Σεπτεμβρίου 1998 ο Νάνο επέλεξε να παραιτηθεί και να αποσυρθεί από τον πολιτικό βίο.[46]
Αφού το Σοσιαλιστικό Κόμμα κέρδισε για δεύτερη φορά στις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 24 Ιουνίου 2001, ο Νάνο επέστρεψε στην πολιτική και πάλι μετά από 2 χρόνια αδράνειας με την ίδρυση του κινήματος Κάθαρση, με στόχο να παρακωλύσει τη συμφωνία μεταξύ Ράμα και Μέτα να μοιράσουν την πολιτική εξουσία μεταξύ τους για τα επόμενα 10 χρόνια.[47][48]
Στις αρχές του 2002, ο Νάνο προσπάθησε ανεπιτυχώς να γίνει πρόεδρος της Αλβανίας, αλλά στις 25 Ιουλίου 2002 διορίστηκε για τρίτη φορά από τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο Αλφρέντ Μοϊσίου στη θέση του πρωθυπουργού. Μόλις λίγες μέρες μετά την ανάληψη του αξιώματος τον Αύγουστο του 2002, ο Νάνο δέχθηκε επίθεση από το εξέχον ιταλικό εβδομαδιαίο περιοδικό L'Espresso, το οποίο τον κατηγόρησε ότι είχε δεσμούς με διεθνείς ομάδες οργανωμένου εγκλήματος και ότι συμμετείχε σε σπείρα λαθρεμπορίου τσιγάρων με συμμορίες της Νάπολης.[49] Ο Νάνο μήνυσε το περιοδικό σε δικαστήριο στη Ρώμη το οποίο αποφάνθηκε υπέρ του Νάνο. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι το άρθρο περιείχε ανακριβείς πληροφορίες και εικασίες με σκοπό να βλάψει τον Νάνο κατά τη διάρκεια της θητείας του. Το περιοδικό καταδικάστηκε να καταβάλει 3 εκατομμύρια ευρώ στον Νάνο και καταδίκασε σε φυλάκιση 18 μηνών την αρχισυντάκτη του περιοδικού και τους συντάκτες τους άρθρου για αδικαιολόγητη σύνδεση του Νάνο με το έγκλημα και τη μαφία στην Αλβανία.[50]
Το χειμώνα του 2004, οργανώθηκαν πολλές διαδηλώσεις με περισσότερους από 20.000 συμμετέχοντες από την αντιπολίτευση υπό την ηγεσία του Σαλί Μπερίσα, ζητώντας από τον Νάνο να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία, οι οποίες έγιναν γνωστές ως κίνημα «Νάνο Φύγε».[51] Το 2004, η κοινωνική πολιτική ομάδα Mjaft! διαμαρτυρήθηκε μπροστά στο γραφείο του Νάνο κατά της φερόμενης εισαγωγής αποβλήτων από την Ιταλία στην Αλβανία.
Στις 3 Ιουλίου 2005, το Σοσιαλιστικό Κόμμα έχασε τις εκλογές και την πλειοψηφία του στο κοινοβούλιο. Ο Νάνο παραιτήθηκε από τις θέσεις του Πρωθυπουργού και του Προέδρου του Σοσιαλιστικού Κόμματος την 1η Σεπτεμβρίου 2005.[7] Από τότε, αποχώρησε από τον δημόσιο και πολιτικό βίο. Εμφανίζεται σπάνια για συνεντεύξεις σε μερικές πολιτικές εκπομπές.[52][53]
Στις αρχές του 2007, ο Νάνο συναντήθηκε με τον Σαλί Μπερίσα για να αντιμετωπίσει τις εκκλήσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος να μποϊκοτάρουν τις τοπικές αυτοδιοικητικές εκλογές του 2007 οι οποίες θα προκαλούσαν πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές. Ο Νάνο επελέγη ως υποψήφιος Πρόεδρος στις Προεδρικές Εκλογές του 2007 κατόπιν αιτήματος 20 Σοσιαλιστών Βουλευτών.[54] Ωστόσο, τα περισσότερα μέλη του συνασπισμού της αντιπολίτευσης, με επικεφαλής το Σοσιαλιστικό Κόμμα, δεν τον στήριξαν και επέλεξαν να απέχουν από τις προεδρικές εκλογές. Ο Νάνο έλαβε μόνο τρεις ψήφους, ενώ ο Μπαμίρ Τόπι του Δημοκρατικού Κόμματος έλαβε 75. Ο Τόπι όμως δεν έλαβε αρκετές ψήφους για να εκλεγεί. Ο δεύτερος γύρος ψηφοφορίας διεξήχθη στις 10 Ιουλίου. Ωστόσο, το κοινοβούλιο απέτυχε και πάλι να εκλέξει πρόεδρο, με τον Νάνο να λαμβάνει 5 ψήφους και τον Τόπι 74. Η συνεχιζόμενη αποτυχία εκλογής προέδρου θα οδηγούσε σε πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές[55] αλλά στις 20 Ιουλίου ο Τόπι εξελέγη. Στα τέλη Αυγούστου, φάνηκε πιθανό ότι ο Νάνο θα ίδρυε ένα νέο πολιτικό κόμμα.[56][57] Ο Νάνο επιχείρησε και πάλι να αναλάβει την προεδρία το 2012, αλλά δεν απέκτησε καν την ιδιότητα του υποψηφίου, επειδή τα ηγέτες στο Κοινοβούλιο εμπόδισαν τους βουλευτές τους να τον επιλέξουν ως υποψήφιο.
Μετά την εκλογή του Προέδρου της Αλβανίας τον Ιούνιο του 2012, ο Νάνο δημιούργησε ένα κίνημα με όνομα «Κίνημα Νάνο για τη νίκη των σοσιαλιστών» με στόχο την επαναφορά της ηγεσίας στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, πλήττοντας την αυτοκρατορία που καθιέρωσε ο Έντι Ράμα, με τη μορφή του Κόμματος του Hγέτη. Ωστόσο στους περισσότερους πολιτικούς παρατηρητές αυτό το νέο κίνημα θεωρήθηκε πολύ αδύναμο και πολύ μη δημοφιλές για να ανατρέψει τον εν ενεργεία πρωθυπουργό και ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος Έντι Ράμα. Το παρελθόν της αντιδημοτικότητας του Νάνο εξαιτίας της αντιπαράθεσης με τον εξίσου μη δημοφιλή πρώην πρωθυπουργό Σαλί Μπερίσα έχει σπιλώσει τα διαπιστευτήριά του και τις δημοφιλείς δικαστικές, διοικητικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Έντι Ράμα εξασφαλίζοντας ότι ο τελευταίος θα διατηρήσει τη θέση του πρωθυπουργού και ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Αλβανία.[58][59]