Φελίτσε Ρομάνι | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Felice Romani (Ιταλικά) |
Γέννηση | 31 Ιανουαρίου 1788[1][2][3] Γένοβα[4][5] |
Θάνατος | 28 Ιανουαρίου 1865[1][2][3] Μονέλια[6][5] |
Τόπος ταφής | Boschetto Irregolare (44°25′52″ s. š., 8°57′6″ v. d.) |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Ιταλίας (1861–1865) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Ιταλικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ιταλικά[2][7] Γαλλικά |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Γένοβας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | λιμπρετίστας ποιητής συγγραφέας[5] μεταφραστής |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Φελίτσε Ρομάνι (Ιταλικά: Felice Romani, Γένοβα, 31 Ιανουαρίου 1788 – Μονέλια, 28 Ιανουαρίου 1865) ήταν Ιταλός λιμπρετίστας, ποιητής και κριτικός μουσικής, από τους πιο γνωστούς και παραγωγικούς της εποχής του. Περίπου ενενήντα δικά του λιμπρέτα μελοποιήθηκαν από τους μεγαλύτερους Ιταλούς συνθέτες όπερας του πρώτου μισού του δέκατου ένατου αιώνα.
Ο Τζιουζέπε Φελίτσε Ρομάνο[σημ. 1] γεννήθηκε στη Γένοβα στις 31 Ιανουαρίου 1788 και ήταν το πρώτο από τα δώδεκα παιδιά του Άντζελο Μαρία Ρομάνο και της Τζερόνιμα Βιακάβα. Η οικογένεια των Ρομάνο ήταν εύπορη, όμως λόγω διαφόρων οικονομικών δυσκολιών, αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Μονέλια. Ξεκίνησε νομικές σπουδές στην Πίζα, τις οποίες σύντομα εγκατέλειψε για να εγγραφεί στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Γένοβας, όπου δάσκαλός του ήταν ο ελληνιστής λόγιος Ντον Τζιουζέπε Σολάρι (1737-1814). Έχοντας πάρει το πτυχίο του, δίδαξε ως βοηθός καθηγητής στο ίδιο πανεπιστήμιο, αλλά στη συνέχεια δεν αποδέχθηκε το διορισμό του ως καθηγητής αρχαίων ελληνικών, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την αλληλεγγύη του στον Σολάρι, που είχε στο μεταξύ εκδιωχθεί από τη θέση του.[9]
Το 1813, επιστρέφοντας από ένα μεγάλο ταξίδι στην Ευρώπη, έκανε το ντεμπούτο του στη Γένοβα ως λιμπρετίστας με τη δίπρακτη όπερα Το λευκό ρόδο και το κόκκινο ρόδο σε μουσική του Johann Simon Mayr και συνέχισε τη συνεργασία του με τον ίδιο συνθέτη γράφοντας το λιμπρέτο για την όπερα Η Μήδεια στην Κόρινθο, βασισμένο στην τραγωδία του Ευριπίδη Μήδεια. Μετά τη μεγάλη επιτυχία που σημειώθηκε με τη δεύτερη αυτή όπερα, προσλήφθηκε από τον τότε ιμπρεσάριο της Σκάλας του Μιλάνου Μπενεντέτο Ρίτσι για να γράφει έξι νέα λιμπρέτα το χρόνο. Ως εκ τούτου, μετακόμισε στο Μιλάνο το 1813, ενώ συνέχισε να παραμένει συνδεδεμένος με το Γενοβέζικο πολιτιστικό περιβάλλον και να γράφει στην εφημερίδα «Gazzetta di Genova», όπου το 1810 είχε κάνει το ντεμπούτο του ως ποιητής.
Ξεχώρισε αμέσως από τους λιμπρετίστες της εποχής του, τόσο για την ομορφιά των στίχων του όσο και για τη βαθιά του θεατρική αίσθηση, έτσι ώστε αναδείχθηκε άξιος διάδοχος του Μεταστάζιο. Συνέδεσε το όνομά του με το νεοκλασικό ρεύμα, μένοντας πιστός στο κλασικό ιδεώδες της ομορφιάς, αποφεύγοντας τις υπερβολές του ρομαντισμού και την προσφυγή στο υπερφυσικό, παρόλο που άντλησε υλικό από την παραγωγή σύγχρονων και ρομαντικών συγγραφέων όπως ο Λόρδος Βύρων, ο Βίκτωρ Ουγκώ και ο Γουόλτερ Σκοτ.[10]
Οι σημαντικότεροι συνθέτες όπερας, που εργάστηκαν στην Ιταλία μεταξύ 1815 και 1855, χρησιμοποίησαν τους κομψούς του στίχους για να πλαισιώσουν τη μουσική τους, όπως ο Βιντσέντζο Μπελίνι, ο Γκαετάνο Ντονιτσέττι, ο Σαβέριο Μερκαντάντε, ο Τζάκομο Μάιερμπεερ, ο Τζοβάννι Πατσίνι, ο Τζοακίνο Ροσίνι και, σε μία μόνο περίπτωση, ο Τζουζέπε Βέρντι. Ιδιαίτερα παραγωγική ήταν η συνεργασία του με τον Μπελίνι, ο οποίος στις επτά από τις δέκα όπερές του χρησιμοποίησε λιμπρέτα από την πένα του Ρομάνι και ο οποίος εξέφρασε πολλές φορές τον θαυμασμό του για τους στίχους του Γενοβέζου ποιητή, τον οποίο θεωρούσε τον μεγαλύτερο από τους λιμπρετίστες της εποχής του. Η αποτυχία όμως της όπερας "Μπεατρίτσε ντι Τέντα" (1833) επέφερε ρήξη με τον Ρομάνι και διακόπηκε η συνεργασία τους.
Το 1834 αποδέχτηκε τη θέση του διευθυντή της Επίσημης Εφημερίδας του Πιεμόντε, ημερήσιας εφημερίδας του υπουργείου Εξωτερικών, θέση που κράτησε μέχρι το 1849. Έτσι, για λόγους εργασίας μετακόμισε στο Τορίνο και για τα επόμενα τριάντα χρόνια επικεντρώθηκε στην καριέρα του δημοσιογράφου και κριτικού λογοτεχνίας και θεάτρου. Ο Ρομάνι μας άφησε επίσης αρκετά διηγήματα και ποιήματα, καθώς και ιταλικές διασκευές και μεταφράσεις στίχων του δέκατου όγδοου και των αρχών του δέκατου ένατου αιώνα, που συγκέντρωσε η σύζυγός του Εμίλια Μπράνκα στον τόμο Novelle e storie. Η ίδια δημοσίευσε το 1882 και μια βιογραφία του με τίτλο: Felice Romani ed i piu riputati maestri di musica del suo tempo: Cenni biografici ed aneddotici.[9]
Ο Διονύσιος Σολωμός, κατά την παραμονή του για σπουδές στην Παβία, σχετίστηκε με τους λογοτεχνικούς κύκλους του Μιλάνου, στους οποίους ανήκε και ο Ρομάνι. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Σολωμός μετέφρασε το ποίημα του Ρομάνι με τίτλο Il Desiderio δίνοντάς του τον ελληνικό τίτλο Ο Πόθος, το οποίο για πολλά χρόνια θα θεωρούνταν, εσφαλμένα, δικό του.[11]
Oh! se tu fossi meco Sulla barchetta bruna, Che al raggio della luna Vedi pel mar fuggir!
Oh! se tu fossi meco, Ti rapirei, mio Bene, Alle infelici arene Dove dobbiam languir.
Soli [per l'ampio] seno Dell'Oceán [dormente], Soli del ciel tacente Sotto l'immenso vel,
Libero pianto almeno Sparger potremmo [uniti], Lamenti non traditi Da testimon crudel.
E in rammentar gli orrori Di questa vita oscura, La tua, la mia sventura, Ed il commun soffrir;
Stancati vïatori, Noi chiederemmo al mare, O porto per posare, O abisso per morir.
— Φελίτσε Ρομάνι, Il Desiderio
Αχ! νάσουνα μαζί μου, Αγάπη μου Μερτούλα, Σε τούτη τη βαρκούλα Με τάσπρο το πανί.
Αχ! νάσουνα μαζί μου! Με σε να φύγω από δω, Που η νιότη μου σα ρόδο Για σε θα μαραθή.
Μονάχα τότε οι δυο μας, Μέσ' 'ς του πελάου τ'ς αγκάλαις, Χωρίς μαρτύριαις άλλαις, Πάρεξ τον ουρανό.
Ελεύθερο ένα δάκρυ Με σένα ήθελε χύσω, Στο πέλαο ήθελ' αφήσω, Με σε ένα στεναγμό.
Και τα κακά του ψεύτη Θυμούμενοι του κόσμου, Ταις δυστυχιαίς μας, φως μου, Και κάθε συφορά,
Αποσταμένοι ναύταις, Μακρυά ν' αναπαυθούμε, 'Στου πέλαγου να βρούμε Την έρμη αγκαλιά.
— μετάφραση Διονύσιος Σολωμός, Ο πόθος
Ο Ρομάνι έγραψε ενενήντα λιμπρέτα, τα περισσότερα από τα οποία μελοποιήθηκαν από περισσότερους από έναν συνθέτες. Τα πιο γνωστά είναι:
Όπερα | Συνθέτης | Έτος |
---|---|---|
Η Μήδεια στην Κόρινθο | Γιόχαν Σιμόν Μάιρ | 1813 |
Prospero Selli | 1839 | |
Σαβέριο Μερκαντάντε | 1851 | |
Ο Αυρηλιανός στην Παλμύρα | Τζοακίνο Ροσίνι | 1813 |
Ο Τούρκος στην Ιταλία | Τζοακίνο Ροσίνι | 1814 |
Η οργή του Αχιλλέα | Τζουζέπε Νικολίνι | 1814 |
Ο ψεύτικος Στανισλάο | Βόιτεχ Ματίας Γίροβετς | 1818 |
Τζουζέπε Βέρντι | 1840 Με το νέο τίτλο: Μια μέρα βασιλείας | |
Ο χαλίφης και η σκλάβα | Φραντσέσκο Μπαζίλι | 1819 |
Τζοακίνο Ροσίνι | 1826 Με το νέο τίτλο: Αντίνα | |
Τζιοβάνι Κουακερίνι | 1842 | |
Μπιάνκα και Φαλλιέρο | Τζοακίνο Ροσίνι | 1819 |
Οι δυο Φίγκαρο | Μικέλε Καράφα | 1820 |
Τζιοβάνι Πανίτσα | 1824 | |
Ντιονίζιο Μπρολιάρντι | 1825 | |
Σαβέριο Μερκαντάντε | 1835 | |
Τζιοβάνι Αντόνιο Σπεράντσα | 1839 | |
Κιάρα και Σεραφίνα | Γκαετάνο Ντονιτσέττι | 1822 |
Αλμπέρτο Ματσουκάτο | 1840 Με το νέο τίτλο: Οι κουρσάροι | |
Ιουλιέτα και Ρωμαίος | Νικόλα Βακάι | 1825 |
Εουτζένιο Τοριάνι | 1828 | |
Βιντσέντζο Μπελίνι | 1830 Με το νέο τίτλο: Οι Καπουλέτοι και οι Μοντέκοι | |
Ο Πειρατής | Βιντσέντζο Μπελίνι | 1827 |
Αλίνα, Βασίλισσα της Γκολκόντα | Γκαετάνο Ντονιτσέττι | 1828 |
Η ξένη | Βιντσέντζο Μπελίνι | 1829 |
Ζαΐρα | Βιντσέντζο Μπελίνι | 1829 |
Αλεσάντρο Γκαντίνι | 1829 | |
Σαβέριο Μερκαντάντε | 1831 | |
Αβτόνιο Μάμι | 1845 | |
Άννα Μπολένα | Γκαετάνο Ντονιτσέττι | 1829 |
Υπνοβάτις | Βιντσέντζο Μπελίνι | 1831 |
Νόρμα | Βιντσέντζο Μπελίνι | 1831 |
Το ελιξίριο του έρωτα | Γκαετάνο Ντονιτσέττι | 1832 |
Λουκρητία Βοργία | Γκαετάνο Ντονιτσέττι | 1833 |
Μπεατρίτσε ντι Τέντα | Βιντσέντζο Μπελίνι | 1833 |
Η ερημίτισσα των Αστουριών | Κάρλο Κότσια | 1838 |
Σαβέριο Μερκαντάντε | 1840 | |
Λουίτζι Ρίτσι | 1845 | |
Τζιουζέπε Σορντέλι | 1846 | |
Τζιουζέπε Γουίντερ | 1852 | |
Η κατάσκοπος | Άντζελο Βιλάνις | 1850 |
Χριστίνα της Σουηδίας | Σιγισμούνδος Θάλμπεργκ | 1855 |