Φλόραϊζελ Γκλάσποουλ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 25 Σεπτεμβρίου 1909 Κίνγκστον |
Θάνατος | 25 Νοεμβρίου 2000 Κίνγκστον |
Χώρα πολιτογράφησης | Τζαμάικα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Σπουδές | Wolmer's Schools |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός συνδικαλιστής |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | People's National Party |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Κυβερνήτης-Στρατηγός της Τζαμάικα (1973–1991) Member of the House of Representatives of Jamaica |
Βραβεύσεις | Ιππότης του Μεγαλόσταυρου του Βασιλικού Βικτωριανού Τάγματος Ιππότης Ταξιάρχης του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου Μεγαλόσταυρος του Ιππότη του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Σερ Φλόραϊζελ Γκλάσποουλ (Sir Florizel Augustus Glasspole, 25 Σεπτεμβρίου 1909[1] – 25 Νοεμβρίου 2000) ήταν Τζαμαϊκανός πολιτικός, ο οποίος υπηρέτησε ως υπουργός και στη συνέχεια ως ο 3ος Γενικός Κυβερνήτης της Τζαμάικα από το 1973 ως το 1991. Ήταν ο πρώτος μαύρος στο αξίωμα του Γενικού Κυβερνήτη της Τζαμάικα.[2]
Γεννήθηκε και πέθανε στο Κίνγκστον.
Δραστηριοποιήθηκε στο σύλλογο των υπαλλήλων τη δεκαετία του '30 αναπτύσσοντας συνδικαλιστική δράση και υπήρξε ένα από τα πρώτα μέλη του Εθνικού Κόμματος του Λαού. Εξελέγη βουλευτής στις πρώτες εκλογές στις οποίες είχαν όλοι δικαίωμα ψήφου το 1944 στην έδρα του Ανατολικού Κίνγκστον και Πορτ Ρόιαλ. Στην εν λόγω έδρα εκλεγόταν συνεχώς ως το 1973. Στις 27 Ιουνίου 1973 διαδέχθηκε τον προσωρινό γενικό κυβερνήτη Χέρμπερτ Ντάφας στο αξίωμα. Η θητεία του τερματίστηκε το 1991, οπότε αντικαταστάθηκε από τον Σερ Χάουαρντ Κουκ.
Από το 1955 ως το 1962 και ξανά από το 1972 ως το 1973 υπηρέτησε ως υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση του Νόρμαν Μάνλεϊ πριν την ανεξαρτησία και επί πρωθυπουργίας του Μάικλ Μάνλεϊ το 1972.
Εκτός από τον τίτλο του Ιππότη, ο Γκλάσποουλ τιμήθηκε με το Τάγμα του Έθνους (ON), το Τάγμα του Αγίου Μιχαήλ και Αγίου Γεωργίου (GCMG), το Βασιλικό Βικτωριανό Τάγμα (GCVO) και το Τάγμα του Αγίου Ιωάννη (Venerable Order of Saint John ή K.St.J).
Ήταν παντρεμένος από το 1934 με την Ίνγκα, η οποία απεβίωσε το 1999.[2]