Ονομασία IUPAC | |
---|---|
4-chloro-2-{[(furan-2-yl)methyl]amino}-5-sulfamoylbenzoic acid | |
Κλινικά δεδομένα | |
Εμπορικές ονομασίες | Furoscix, Lasix |
AHFS/Drugs.com | Monograph |
MedlinePlus | a682858 |
Δεδομένα άδειας | |
Κατηγορία ασφαλείας κύησης |
|
Οδοί χορήγησης | Από το στόμα (PΟ), ενδοφλέβια (IV), ενδομυϊκά (IM), υποδόρια (Sc) |
Κυκλοφορία | |
Κυκλοφορία |
|
Φαρμακοκινητική | |
Βιοδιαθεσιμότητα | 43–69% |
Πρωτεϊνική σύνδεση | 91–99% |
Μεταβολισμός | Γλυκουρονιδίωση σε ήπαρ και νεφρά |
Μεταβολίτες | Γλυκουρονίδιο της φουροσεμίδης, 4-χλωρο-5-σουλφαμουλανθρανιλικικό οξύ |
Έναρξη δράση | 30 με 60 λεπτά (PO), 5 λεπτά (IV) [1] |
Βιολογικός χρόνος ημιζωής | Για 40 mg φουροσεμίδης 4 ώρες (PO), 4,5 ώρες (IV). Tελικός χρόνος ημιζωής της φουροσεμίδης 2 ώρες μετά την παρεντερική χορήγηση. Tελικός χρόνος ημιζωής έως και 24 ώρες σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια |
Διάρκεια δράσης | 6-8 ώρες (PO), 2 ώρες (IV) |
Απέκκριση | Νεφροί (66%), χοληδόχος πόρος (33%) |
Κωδικοί | |
Αριθμός CAS | 54-31-9 |
PubChem | CID 3440 |
DrugBank | DB00695 |
ChemSpider | 3322 |
UNII | 7LXU5N7ZO5 |
KEGG | D00331 |
ChEBI | CHEBI:CHEBI:47426 |
ChEMBL | CHEMBLChEMBL35 |
Χημικά στοιχεία | |
Χημικός τύπος | C12H11ClN2O5S |
Μοριακή μάζα | 330,74 g·mol−1 |
NS(=O)(=O)C1=C(Cl)C=C(NCC2=CC=CO2)C(=C1)C(O)=O | |
InChI=InChI=1S/C12H11ClN2O5S/c13-9-5-10(15-6-7-2-1-3-20-7)8(12(16)17)4-11(9)21(14,18)19/h1-5,15H,6H2,(H,16,17)(H2,14,18,19) | |
Φυσικά στοιχεία | |
Σημείο τήξης | 220 °C (428 °F) |
Η φουροσεμίδη, γνωστή και με την εμπορική ονομασία Lasix, είναι φάρμακο με διουρητική δράση το οποίο χρησιμοποιείται στο οίδημα από καρδιακή, ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια.[1] Χρησιμοποιείται επίσης στη θεραπεία της υπέρτασης.[1] Μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλεβίως και μέσω στόματος. Όταν χορηγείται δια του στόματος συνήθως αρχίζει να δρα εντός ώρας ενώ ενδοφλεβίως αρχίζει να δρα εντός πέντε λεπτών.[1]
Κοινές παρενέργειες περιλαμβάνουν αίσθημα καρυβαρίας κατά την ορθόσταση, εμβοές και φωτοευαισθησία. Ενδεχομένως σοβαρές παρενέργειες περιλαμβάνουν ηλεκτρολυτικές διαταραχές, χαμηλή πίεση και απώλεια ακοής. Συνίστανται συχνές εξετάσεις αίματος σε όλους λαμβάνουν την αγωγή. Η φουροσεμίδη είναι ένα είδος διουρητικού της αγκύλης το οποίο δρα μέσω της μείωσης της επαναρρόφησης του νατρίου στα νεφρά.[1]
Η φουροσεμίδη πατενταρίστηκε το 1959 και εγκρίθηκε για ιατρική χρήση το 1964.[2] Ανήκει στον κατάλογο βασικών φαρμάκων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας[3] και στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι διαθέσιμη ως γενόσημο φάρμακο.[1] Για το 2017, ήταν το 17ο φάρμακο από πλευράς αριθμού συνταγών στις ΗΠΑ, με περισσότερες από 30 εκατομμύρια συνταγές.[4][5] Το φάρμακο βρίσκεται στην λίστα απαγορευμένων ουσιών του Παγκόσµιου Οργανισµού Αντιντόπινγκ επειδή μπορεί να κρύψει άλλες ουσίες.[6] Επίσης χρησιμοποιείται σε αγωνιστικά άλογα για την πρόληψη πνευμονικής αιμορραγίας εξαιτίας της άσκησης.[7][8]