Σερ Χένρι Χόλλαντ | |
---|---|
Ο Χένρι Χόλλαντ σε ηλικία 80 περίπου χρονών. | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 27 Οκτωβρίου 1788[1][2] Νούτσφορντ |
Θάνατος | 27 Οκτωβρίου 1873[1][2] Λονδίνο |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας (έως 1801) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[3] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ιατρός συγγραφέας φυσικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Margaret Emma Caldwell (1822–άγνωστη τιμή)[4][5] Saba Holland (1834–άγνωστη τιμή)[4][5] |
Τέκνα | Francis James Holland Henry Holland, 1st Viscount Knutsford[4] unknown daughter Holland[6] unknown daughter Holland[6] Emily Mary Holland[6][4] |
Γονείς | Peter Holland[6][4] και Mary Willetts[6][4] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Εταίρος της Βασιλικής Εταιρίας Goulstonian Lectures (1830) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Χένρι Χόλλαντ (Henry Holland) (1788-1873), ήταν Άγγλος γιατρός και συγγραφέας.[7]
Ο Χένρι Χόλλαντ γεννήθηκε στο Νούτσφορντ (Knutsford ) της πανέμορφης επαρχίας του Τσέσαιρ (Cheshire) της βορειοδυτικής Αγγλίας, στις 27 Οκτωβρίου 1788. Ήταν γιος του χειρουργού Πήτερ Χόλλαντ (Peter Holland) (1766–1853) και ανεψιός του γνωστού κατασκευαστή πορσελάνης Τζόσια Γουέτζγουντ (Josiah Wedgwood), έμαθε από μικρή ηλικία να ταξιδεύει. Μόλις έντεκα χρονών, άφησε το Νούτσφορντ και πήγε για τέσσερα χρόνια στο Νιουκάσλ για να παρακολουθήσει το εκεί σχολείο. Στα δεκαπέντε του πήγε στην περιοχή του Μπρίστολ, για να παρακολουθήσει το σχολείο του Δρος Έστλιν (Estlin), όπου διδάχθηκε αρχαία Ελληνικά και Λατινικά. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ρίτσαρντ Μπράιτ (Richard Bright), που αργότερα έγινε γνωστός για τον προσδιορισμό της ασθένειας του Μπράιτ. Εκλέχθηκε πρόεδρος των μαθητών του σχολείου, θέση που κατείχε πριν από αυτόν ο Τζων Χόμπχαουζ (John Hobhouse).[Σημ. 1] Τελειώνοντας η σχολική χρονιά, ο Χόλλαντ γύρισε στην πατρίδα του με τα πόδια, διανύοντας μια απόσταση 130 περίπου μιλίων, ή 210 χιλιομέτρων, κάτι που δεν ήταν ασυνήθιστο για την εποχή, αλλά λέει πολλά για το χαρακτήρα του δεκαπεντάχρονου Χένρι. Την εποχή αυτήν ο Χόλλαντ ήθελε να γίνει έμπορος, γιατί πίστευε ότι έτσι θα μπορούσε να ταξιδεύει συνεχώς. Παρά την απροθυμία του πατέρα του να υποστηρίξει μια τέτοια απόφαση, ο Χόλλαντ δούλεψε, από τα μέσα του 1804, ως βοηθός σε έναν εμπορικό οίκο του Λίβερπουλ, με την άδεια να παρακολουθεί χειμερινά μαθήματα στο πανεπιστήμιο της Γλασκώβης και να δουλεύει στη διάρκεια των διακοπών. Αποφάσισε, τελικά, να γίνει γιατρός και σε ηλικία δεκαοκτώ χρονών, τον Οκτώβριο του 1806, πήγε στο Εδιμβούργο για να φοιτήσει στην πιο φημισμένη, τότε, ιατρική σχολή του εκεί πανεπιστημίου. Πήρε το πτυχίο του χωρίς καμία καθυστέρηση, μετά από πέντε χρόνια, το 1811.[8]
Τον Ιανουάριο του 1816, σε ηλικία μόλις 27 ετών, άνοιξε ιατρείο στο Λονδίνο και έγινε μέλος της Βασιλικής Εταιρείας –μια ιδιαίτερα τιμητική διάκριση (F.R.S.) για τους επιστήμονες της Αγγλίας– την ίδια βραδιά με τον λόρδο Βύρωνα.[9] Το 1828 έγινε Εταίρος του Ιατρικού Συλλόγου, κάτι ακατόρθωτο μέχρι τότε για απόφοιτους άλλων πανεπιστημίων εκτός της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ. Κλήθηκε να παρακολουθεί, μαζί με άλλους γιατρούς, τη βασίλισσα Καρολίνα,[Σημ. 2] στο τελευταίο στάδιο της ασθένειάς της και κατόρθωσε να της αφαιρέσει σχεδόν ενάμισι λίτρο αίμα για να την ανακουφίσει. Λόγω της δουλειάς του, αλλά και του κοινωνικού χαρακτήρα του, ήταν γνωστός σε όλους τους πολιτικούς, επιστημονικούς και πνευματικούς κύκλους της εποχής. Υπήρξε σύμβουλος ιατρός έξι πρωθυπουργών της Αγγλίας, προσωπικός ιατρός της βασίλισσας Βικτωρίας και του συζύγου της Αλβέρτου, του πρίγκιπα του Βελγίου και υποψήφιου βασιλιά της Ελλάδος Λεοπόλδου, κ.ά. Τον Απρίλιο του 1853 του απονεμήθηκε ο τίτλος του βαρονέτου, τίτλο που είχε αρνηθεί να αποδεχθεί το 1841. Ο Χόλλαντ έγινε αργότερα πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου της Βρετανίας.[10]
Ο Χόλλαντ παντρεύτηκε το 1822 την Έμμα Κάλντγουελ (Emma Caldwell) και απέκτησαν δύο γιους και δύο κόρες. Μετά το θάνατο, το 1830, της πρώτης του γυναίκας, ο Χόλλαντ παντρεύτηκε, το 1834, την Σάμπα Σμιθ (Saba Smith) με την οποία απέκτησε άλλες δύο κόρες.
Απεβίωσε την ημέρα των 85ων γενεθλίων του, στις 27 Οκτωβρίου 1873, 61 ακριβώς χρόνια μετά την πρώτη του άφιξη στην Πρέβεζα, έχοντας ταξιδέψει στα 82 του χρόνια στην Τζαμάικα και στα 83 του στην Ισλανδία, κλείνοντας έτσι τον κύκλο των ταξιδιών του στο εξωτερικό με τη χώρα που για πρώτη φορά επισκέφθηκε το 1810. Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του, όπως γλαφυρά περιγράφει, η ηλικία και η αδυναμία αφήρεσαν την ικανότητα των μεγάλων αποστάσεων και τον περιόρισαν αναγκαστικά σε ένα μικρό γύρο, γύρω από την κατοικία του.[11]
Το πρώτο του ταξίδι έξω από την Αγγλία το έκανε ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, σε ηλικία εικοσιδύο χρονών, το 1810, όταν ταξίδεψε με τους Σερ Τζωρτζ Μακ-κένζυ (Sir George Mackenzie)[Σημ. 3] και Δρ. Ρίτσαρντ Μπράιτ (Dr. Richard Bright) για τέσσερις μήνες στην «εκπληκτική» χώρα της Ισλανδίας, όπως ο ίδιος την αποκαλεί, με σκοπό, μεταξύ άλλων, να εμβολιάσουν για πρώτη φορά Ισλανδούς κατά της ευλογιάς. Οι εντυπώσεις του ταξιδιού των τριών επιστημόνων θα δημοσιευθούν τον επόμενο χρόνο.[12] Από τότε και για όλη την μακρόβια ζωή του, ο Χόλλαντ ταξίδευε κάθε χρόνο στο εξωτερικό για δύο τουλάχιστον φθινοπωρινούς μήνες, παρόλο που η μετέπειτα δουλειά του, στο ιατρείο του στο Λονδίνο, ήταν πολύ απαιτητική. Όταν πήρε το πτυχίο του ήταν τόσο νέος που δεν μπορούσε να εγγραφεί στον ιατρικό σύλλογο της Βρετανίας και έτσι αποφάσισε να κάνει ένα ιδιαίτερο ταξίδι –κάτι που μέχρι σήμερα κάνουν πολλοί νέοι Άγγλοι μετά τις σπουδές τους– στην Πορτογαλία, Ισπανία, Σικελία, αγγλοκρατούμενα Ιόνια Νησιά και Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όταν επέστρεψε στο Λονδίνο έγινε σύντομα μέρος της υψηλής κοινωνίας και είχε φιλίες με το λόρδο Βύρωνα, τους λόρδους Αμπερντήν (Aberdeen)[Σημ. 4], Λαντσ-ντάουν (Landsdowne), Χόλλαντ (Holland), Χάμφρυ Ντέιβυ (Humphrey Davy) κ.ά. Μέσω των γνωριμιών του και λόγω των ικανοτήτων του κλήθηκε να συνοδεύσει, ως γιατρός, την τότε πριγκίπισσα –και αργότερα βασίλισσα της Αγγλίας– Βικτωρία σε ένα πολύμηνο ταξίδι της στην Ευρώπη. Αναχώρησαν από την Αγγλία το 1814 για τη Γερμανία, Ελβετία και Ιταλία, όπου ο Χόλλαντ γνωρίστηκε με πολλά μέλη βασιλικών οικογενειών, υψηλή κοινωνία και πολλούς φημισμένους επιστήμονες της εποχής. Στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού ολοκλήρωσε τη συγγραφή των εντυπώσεών του από το ταξίδι στην Ήπειρο και την υπόλοιπη Ελλάδα,[13] οι οποίες εκδόθηκαν σε βιβλίο με την επιστροφή του στο Λονδίνο το 1815.[Σημ. 5] [14]
Πίστευε ότι τα ταξίδια ανανεώνουν τη ψυχή του ανθρώπου και ο ίδιος ταξίδευε κάθε χρόνο, για δύο τουλάχιστον μήνες, εκτός Αγγλίας. Στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι από το χρόνο που εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο μόνο δύο χρονιές δεν κατάφερε να ταξιδέψει στο εξωτερικό και αυτό γιατί επισκέφθηκε τη Σκωτία και την Ιρλανδία. Είχε επισκεφθεί επανειλημμένως όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έκανε οκτώ ταξίδια στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τον Καναδά, επισκέφθηκε την Τζαμάικα και άλλα νησιά της Καραϊβικής, ταξίδεψε τέσσερις φορές στην Ανατολή και επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία, τη Δαμασκό, την Ιερουσαλήμ και το Κάιρο, έκανε τρία ταξίδια στο Αλγέρι, δύο στη Ρωσία, αρκετά στη Σουηδία και Νορβηγία, δύο στην Ισλανδία και επανειλημμένες επισκέψεις στην Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία, καθώς και τα Κανάρια νησιά. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα ταξίδια της εποχής εκείνης ήταν αρκετά δύσκολα και επίπονα, καθώς πραγματοποιούνταν στα μεν θαλάσσια τμήματά τους με ιστιοφόρα, στα δε χερσαία με άλογα ή με τα πόδια. Ο Χόλλαντ επισημαίνει στην αυτοβιογραφία του ότι αυτά τα ταξίδια –που αν τα άθροιζε κανείς θα είχαν συνολική διάρκεια δώδεκα ολόκληρων χρόνων– παρόλο ότι μερικές φορές εμπεριείχαν κακουχίες, δημιουργούσαν ένα αστείρευτο ενδιαφέρον για τον ίδιο και διατηρούσαν την υγεία του σε πολύ καλό επίπεδο. Μετά το δίμηνο ετήσιο ταξίδι του επέστρεφε πάντοτε στη δουλειά του με νέα ζωτικότητα.[15]
Στα πρώτα του ταξίδια, όταν είχε αρκετό χρόνο στη διάθεσή του, κρατούσε λεπτομερείς σημειώσεις και σχεδίαζε αρκετά• λίγο άτεχνα, όπως παραδέχεται, αλλά αποτελεσματικά ώστε να χρησιμοποιεί τα σχέδια για τη δημιουργία έργων ζωγραφικής και για την παραγωγή χαρακτικών που δημοσιεύτηκαν στα βιβλία των ταξιδίων του. Αργότερα παράτησε το μολύβι και άρχισε να χρησιμοποιεί τη φωτογραφική μηχανή.
Το 1822, ο Χένρι Χόλλαντ παντρεύτηκε την Margaret Emma Caldwell (1795–1830), γνωστή ως Έμμα, με την οποία απέκτησε δύο γιους και δύο θυγατέρες:
Μετά τον θάνατο της Emma, 2 Φεβρουαρίου 1830, παντρεύτηκε την κόρη του Sydney Smith, λαίδη Saba, με την οποία απέκτησε δύο ακόμη θυγατέρες: