Τα Βιβλικά Τελλ - Μεγιδδώ, Χαζόρ, Μπερ Σεβά | |
---|---|
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ. | |
Χώρα μέλος | Ισραήλ |
Τύπος | Πολιτιστικό |
Κριτήρια | ii, iii, iv, vi |
Ταυτότητα | 1108 |
Περιοχή | Ασία |
Συντεταγμένες | 33°1′0″N 35°34′1″E / 33.01667°N 35.56694°EΣυντεταγμένες: 33°1′0″N 35°34′1″E / 33.01667°N 35.56694°E |
Ιστορικό εγγραφής | |
Εγγραφή | 2005 (29η συνεδρίαση) |
Η Χαζόρ ή Ασώρ (εβραϊκά: תל חצור, αγγλικά: Tel Hazor ή Tell el-Qedah), είναι ένα απο τα Βιβλικά Τελλ στη θέση της αρχαίας Χαζόρ, που βρίσκεται στο Ισραήλ της Άνω Γαλιλαίας, στο βόρειο οροπέδιο Κοραζήμ (Ramat Korazim). Στη Μέση Εποχή του Χαλκού (γύρω στο 1750 π.Χ.) και στην περίοδο των Ισραηλιτών (9ος αιώνας π.Χ.), η Χαζόρ ήταν η μεγαλύτερη οχυρωμένη πόλη της χώρας και μία από τις σημαντικότερες στην Εύφορη Ημισέληνο (Fertile Crescent - περιοχή της Μέσης Ανατολής σε σχήμα ημισέληνου / μισοφέγγαρου).[1] Διατήρησε εμπορικούς δεσμούς με τη Βαβυλώνα και τη Συρία και εισήγαγε μεγάλες ποσότητες κασσίτερου για τη βιομηχανία χαλκού. Στο βιβλίο Ιησούς του Ναυή, η Χαζόρ περιγράφεται ως "προηγουμένως πρωτεύουσα εις όλας αυτάς τας βασιλείας".[2] (Ιτν 11:10)
Η αποστολή στη Χαζόρ με επικεφαλής τον Yigal Yadin στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ήταν η πιο σημαντική ανασκαφή που πραγματοποίησε το Ισραήλ στα πρώιμα χρόνια του κράτους. Η Χαζόρ είναι ο μεγαλύτερος αρχαιολογικός χώρος στο βόρειο Ισραήλ, με ένα ανώτερο τέλλ 30 στρεμμάτων και μια χαμηλότερη πόλη με περισσότερα από 175 στρέμματα έκτασης.[3]
Ο χώρος της Χαζόρ είναι σε μία περιοχή περίπου 200 στρεμμάτων (0.81 χλμ.), με μια ανώτερη πόλη να αποτελεί περίπου το 1/8 αυτής. Το ανώτερο υπερύψωμά της έχει ύψος περίπου 40 μέτρα. Οι αρχικές ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν από τον John Garstang το 1926.[4]
Μεγάλες ανασκαφές διεξήχθησαν για 4 έτη, από το 1955 έως το 1958, από μια ομάδα του Εβραϊκού Πανεπιστημίου με επικεφαλής τον Yigael Yadin.[5][6] Ο Yadin επέστρεψε στην Χαζόρ για μια τελευταία αποστολή ανασκαφής το 1968.[7] Οι ανασκαφές υποστηρίχθηκαν από τον James A. de Rothschild και δημοσιεύθηκαν σε ένα ειδικό βιβλίο πέντε τόμων από την ισραηλινή εξερευνητική κοινωνία.[8]
Η ανασκαφή στο χώρο, του Εβραϊκού Πανεπιστημίου, στην οποία συμμετείχε το Πανεπιστήμιο Complutense της Μαδρίτης, επαναλήφθηκε το 1990 υπό τον Amnon Ben-Tor. Τα ευρήματα από την ανασκαφή βρίσκονται σε ένα μουσείο στο Kibbutz στο Ayelet HaShahar. Το 2008, ορισμένα αντικείμενα στο μουσείο υπέστησαν ζημιές απο σεισμό.[9][10]
Το 2010, ανακαλύφθηκε αργυροειδής ταμπλέτα που χρονολογείται από τον 18ο ή τον 17ο αιώνα π.Χ. και έχει εγγραφεί με νόμους με το στυλ του Κώδικα του Χαμουραμπί. Το έγγραφο περιλαμβάνει τους νόμους που αφορούν τα μέρη του σώματος και τις βλάβες, παρόμοιοι με τους νόμους όπως το "οφθαλμός αντί οφθαλμού" που εμφανίζονται στο βιβλίο Έξοδος. Το έγγραφο είναι γραμμένο στην σφηνοειδής ακκαδική, τη διπλωματική γλώσσα της περιόδου.[11]
Υπήρξαν ισχυρισμοί από τους χριστιανούς πολεμιστές ότι ένα τέχνεργο που βρέθηκε στη Χαζόρ είναι το "Αλλάχ, ο θεός του φεγγαριού".[12][13]
Ο πρώτος οικισμός που ανασκάφηκε στην Χαζόρ χρονολογείται στις πρώτες εποχές του Χαλκού, που υπήρχαν γύρω στον 28ο και τον 24ο αιώνα π.Χ. Ήταν μέρος ενός συστήματος οικισμών γύρω από την κοιλάδα Χούλα, συμπεριλαμβανομένων των Άβελ Μπετ Μάαχαχ, Νταν και Κεντές. Ο οικισμός εκτέθηκε σε περιορισμένες περιοχές όπου ανακαλύφθηκαν μερικά σπίτια. Με βάση αυτά τα ευρήματα, η Χαζόρ της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού δεν ήταν μία σημαντική εγκατάσταση.
Φαίνεται ότι μια μεγάλη μνημειώδης δομή που χρονολογείται στα Μέσα της Εποχής του Χαλκού είχε ήδη ανεγερθεί στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, λίγο μετά τον 27ο αιώνα π.Χ. Εάν αυτό είναι αλήθεια, σημαίνει ότι ήδη στις αρχές της, η Χαζόρ ήταν ένας καλά σχεδιασμένος οικισμός που χρησίμευε ως αστικό κέντρο.
Αυτό μας δείχνει επίσης ένα από τα πρώτα παραδείγματα των βασαλτικών πλακών που χρησιμοποιήθηκαν ως θεμέλια στους τοίχους στον Νότιο Λεβάντε, που προηγήθηκε μόνο από ένα ναό της Μεγιδδώ. Η μετάβαση στην Πρωτοχρονική Εποχή του Χαλκού χαρακτηρίζεται από την κίνηση ανθρώπων από αγροτικές περιοχές μέσα στην κοιλάδα σε μεγάλες αστικές τοποθεσίες όπως η Χαζόρ, η Νταν και η Άβελ Μπετ Μάαχαχ. Έτσι, η ίδρυση ενός πιθανού παλατιού στη Χαζόρ, όπως και στην Νταν, πιστοποιεί αυτό το φαινόμενο.[14]
Αυτή η περίοδος, στο τέλος της 3ης χιλιετίας π.Χ., είναι μια περίοδος αστικής παρακμής, που χωρίζει την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, η οποία είναι η πρώτη αστική εποχή του Λεβάντε, από την ανασυγκρότηση της περιοχής στη Μέση Εποχή του Χαλκού. Σε ολόκληρη τη χώρα, οι περισσότερες πόλεις εγκαταλείφθηκαν και οι αρχαιολόγοι βρήκαν κυρίως μικρά γεωργικά χωριά και τάφους. Η Χαζόρ, ωστόσο, είναι μία από τις λίγες εξαιρέσεις. Απομεινάρια διαφόρων δομών από αυτή την περίοδο, που ανακαλύφθηκαν στον τόπο, αποκαλύπτουν ότι η πόλη πράγματι εγκαταστάθηκε σε αυτή την περίοδο. Μια μεγάλη ποσότητα κεραμικών σκευών ανακαλύφθηκε στο χώρο και αποτελεί τη μεγαλύτερη συλλογή του είδους "Προϊόντα της Μεγιδδώ" (Megiddo Ware) στο νότιο Λεβάντε. Επίσης, συλλέχθηκε μεγάλη ποσότητα χαντρών χαλκού. Αυτά τα δύο ευρήματα θα μπορούσαν να ρίξουν φως στις κεραμικές και μεταλλικές βιομηχανίες που υπήρχαν στη Χαζόρ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αποδεικνύοντας την περιφερειακή σημασία της κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου παρακμής.[15]
Κατά τη διάρκεια της Μέσης Εποχής του Χαλκού (1820-1550), η Χαζόρ ήταν υποτελής του Ishi-Addu της Qatna (αρχαία πόλη του Κυβερνείου Χομς της Συρίας.[16]
Στην Αίγυπτο, η Χαζόρ αναφέρεται στα κείμενα της Λίστας Προγραφών (Execration Texts ή Proscription Lists).[17]
Στο Μάρι (Συρία), στον ποταμό Ευφράτη, γράμματα αναφέρουν την Χαζόρ κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γιασμά-Αδάτ και του Ζιμρί-Λιμ. Η Χαζόρ ήταν μέρος μιας εμπορικής διαδρομής: Χαζόρ-Κάτνα-Μάρι.[18]
Κατά τη διάρκεια της Αιγυπτιακής Δεύτερης Ενδιάμεσης Περιόδου και των πρώιμων Νέων Βασιλείων (που διήρκεσαν μεταξύ του 18ου αιώνα π.Χ. και του 13ου αιώνα π.Χ.), η Χαναάν ήταν ένα Αιγυπτιακό υποτελές κράτος. Έτσι έγγραφα του 14ου αιώνα, από το αρχείο του Αμάρνα στην Αίγυπτο, περιγράφουν τον βασιλιά της Χαζόρ, τον Abdi-Tirshi, ως πιστό στον Αιγύπτιο Φαραώ. Σε αυτά τα έγγραφα, η Χαζόρ περιγράφεται ως σημαντική πόλη της Χαναάν. Σύμφωνα με το βιβλίο του Ιησού του Ναυή, η Χαζόρ ήταν η έδρα του Ιάβιν (βασιλιάς της Χαζόρ), ένας ισχυρός βασιλιάς των Χαναανών, ο οποίος οδήγησε μια συνομοσπονδία Χαναανιτών ενάντιά του, αλλά νικήθηκε από τον Ιησού, ο οποίος κατέστρεψε την Χαζόρ συθέμελα.[19]
Ο Amnon Ben-Tor του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ πιστεύει ότι πρόσφατα αποκαλυφθέντα στοιχεία βίαιης καταστροφής με καύση επαληθεύουν τα βιβλικά λεγόμενα.[20] Το 2012, μια ομάδα με επικεφαλής τον Ben-Tor και τον Sharon Zuckerman ανακάλυψαν ένα καμένο παλάτι από τον 13ο αιώνα π.Χ. στις αποθήκες του οποίου βρήκαν κανάτες 3.400 ετών και στο εσωτερικό τους καμένα απομεινάρια σοδιάς. Ωστόσο, ο Sharon Zuckerman δεν συμφωνούσε με τη θεωρία του Ben-Tor (η οποία ισχυριζόταν ότι η Χαζόρ πυρπολήθηκε απο τους Λαούς της Θάλασσας) και ισχυρίστηκε ότι η καύση της ήταν το αποτέλεσμα των πολυάριθμων φατριών της πόλης που αντιτίθεντο με υπερβολική δύναμη.[21]
Τα αρχαιολογικά ευρήματα υποδηλώνουν ότι μετά την καταστροφή της, η πόλη Χαζόρ ανοικοδομήθηκε ως μικρό χωριό μέσα στο «έδαφος του Ναφταλλί» (Ιησούς του Ναυή 19:36).[22] Σύμφωνα με τα Βιβλία των Βασιλέων, η πόλη, μαζί με τις Μεγιδδώ, Γεζέρ και Ιερουσαλήμ, ενισχύθηκε ουσιαστικά και επεκτάθηκε από τον Σολομώντα.[23] Όπως και των Μεγιδδώ και Γεζέρ, τα ερείπια της Χαζόρ δείχνουν ότι κατά την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου η πόλη κέρδισε μια εξαιρετική έξι θαλάμων πύλη, καθώς και ένα χαρακτηριστικό ύφος στα κτίρια της διοίκησης. Οι αρχαιολόγοι καθόρισαν ότι αυτές οι κατασκευές στη Χαζόρ χτίστηκαν από την ίδια ηγεσία όπως εκείνες των Μεγιδδώ και Γεζέρ καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως ο Σολομών ήταν αυτός που την ανακατασκεύασε. Μερικοί αρχαιολόγοι συμπεραίνουν ότι κατασκευάστηκαν τον δέκατο αιώνα από τον βασιλιά Σολομώντα,[24] άλλοι χρονολογούν αυτές τις δομές στις αρχές του 9ου αιώνα π.Χ., κατά τη διάρκεια της βασιλείας των Ομρήδων (Omrides).[25]
Αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι προς το δεύτερο μισό του 9ου αιώνα π.Χ., όταν ο βασιλιάς του Ισραήλ ήταν ο Ιηού, η Χαζόρ έπεσε στον έλεγχο του Αράμ της Δαμασκού. Κάποιοι αρχαιολόγοι υποπτεύονται ότι μετά από αυτή την κατάκτηση, η Χαζόρ ξαναχτίστηκε από τον Αράμ, πιθανώς ως Αραμαϊκή πόλη. Όταν οι Ασσύριοι αργότερα νίκησαν τους Αραμαίους, η Χαζόρ επέστρεψε φαινομενικά στον έλεγχο των Ισραηλιτών. Τα αρχεία της Ασσυρίας δείχνουν ότι ο Ιωάς του Ισραήλ (να μην συγχέεται με τον βασιλειά του Ιούδα Ιωάς), βασιλιάς του Ισραήλ την εποχή εκείνη, είχε απονείμει φόρο τιμής στην Ασσυρία και ότι το Ισραήλ είχε γίνει υποτελών Ασσυρίων.[25] Στη συνέχεια, η πόλη, μαζί με το υπόλοιπο της βασιλείας του Ισραήλ, εισήλθε σε μια περίοδο μεγάλης ευημερίας, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Ιεροβοάμ Β'. Κάποιοι αρχαιολόγοι αποδίδουν σε αυτές τις εποχές τις μεταγενέστερες μεγάλης κλίμακας κατασκευές σε Χαζόρ, Μεγιδδώ και Γεζέρ, συμπεριλαμβανομένων των πέτρινων συστημάτων παροχής ύδατος.[26]
Η απόπειρα εξέγερσης του Ισραήλ κατά της Ασσυριακής κυριαρχίας οδήγησε σε εισβολή των δυνάμεων του Ασσυριανού ηγεμόνα, Τιγκλάθ Πιλεσέρ Γ΄. Τα αποδεικτικά στοιχεία επί τόπου υποδεικνύουν ότι έγιναν βιαστικές προσπάθειες για την ενίσχυση των αμυνών της Χαζόρ.[25] Παρά τις άμυνες, το 732 π.Χ. αιχμαλωτίστηκε η Χαζόρ, ο πληθυσμός της απελάθηκε και η πόλη κάηκε συθέμελα.[27][28]