Χασάν Σαλιχάμιτζιτς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Hasan Salihamidžić (Βοσνιακά) |
Γέννηση | 1 Ιανουαρίου 1977[1][2][3] Γιαμπλάνιτσα |
Ψευδώνυμο | Brazzo/Braco (germà) |
Χώρα πολιτογράφησης | Βοσνία και Ερζεγοβίνη |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Ύψος | 180 cm |
Βάρος | 78 kg |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Βοσνιακά |
Σπουδές | Bavarian International School |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποδοσφαιριστής |
Περίοδος ακμής | 1992 - 2012 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Χασάν Σαλιχάμιτζιτς (βοσνιακά: Hasan Salihamidžić) (γενν. 1 Ιανουαρίου 1977), με ψευδώνυμο Μπράτσο (ιταλικά: Brazzo, «Μικρός αδερφός»), είναι Βόσνιος πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και νυν αθλητικός διευθυντής της Μπάγερν Μονάχου. Αφού ξεκίνησε την επαγγελματική σταδιοδρομία του στη γερμανική Αμβούργο ΣΦ, έκανε όνομα παίζοντας για εννέα σεζόν στη Μπάγερν Μονάχου,[4] με την οποία κέρδισε τον τίτλο της Μπούντεσλιγκα έξι φορές, το Κύπελλο Γερμανίας τέσσερις φορές, το ΟΥΕΦΑ Τσάμπιονς Λιγκ 2000-01 και Διηπειρωτικό Κύπελλο του 2001. Έπαιξε επίσης στην ιταλική Γιουβέντους για τέσσερις σεζόν.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Σαλιχάμιντζιτς έπαιζε συνήθως ως δεξιός μέσος ή αμυντικός. Ήταν ένας γρήγορος και ενεργητικός παίκτης. Ήταν επίσης προικισμένος με καλές ικανότητες σε σέντρα και πάσες, που του επέτρεπαν να δημιουργεί ευκαιρίες για τους συμπαίκτες του.
Κέρδισε 42 συμμετοχές και σημείωσε 6 γκολ για την Εθνική Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους πιο επιτυχημένους Βόσνιους ποδοσφαιριστές.
Μετά το τέλος του μονοετούς συμβολαίου του με την ΦφΛ Βόλφσμπουργκ το 2012, ο Σαλιχάμιντζιτς αποσύρθηκε από το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Στη συνέχεια εργάστηκε για τους τηλεοπτικούς σταθμούς Sky Deutschland, RTL και ZDF, προτού επανέλθει στην Μπάγερν Μονάχου ως αθλητικός διευθυντής το 2017.
Ο πατέρας του Σαλιχάμιντζιτς, Άχμεντ και η μητέρα του, Σέφικα, του έδωσαν το ψευδώνυμο «Braco», που σημαίνει «μικρός αδερφός» στα νοσνιακά, αφού ο Χάσαν έχει μια μεγαλύτερη αδερφή, εξ ου και το σημερινό του ψευδώνυμο «Brazzo». Τελείωσε το δημοτικό και έπαιξε στον τοπικό σύλλογο. Στη συνέχεια, ο Σαλιχάμιντζιτς μετακόμισε στη Βελέζ Μόσταρ, όπου έμεινε μέχρι το 1992. Εκείνη τη χρονιά, ο Σαλιχάμιντζιτς κλήθηκε στην Εθνική Γιουγκοσλαβίας Κ16, για έναν αγώνα ενάντια στην Εθνική ΕΣΣΔ Κ16 στο Βελιγράδι . Μέρες μετά τον αγώνα, ο Στρατός της Δημοκρατίας Σέρπσκα ξεκίνησε μια πολιορκία στη βοσνιακή πρωτεύουσα Σεράγεβο, αναγκάζοντας τον πατέρα του να αναζητήσει ευκαιρίες στη Δυτική Ευρώπη για τον γιο του.[5]
Το Νοέμβριο του 1992, ο Σαλιχάμιντζιτς μετακόμισε στο Αμβούργο της Γερμανίας, με τη βοήθεια του Άχμεντ Χαλίλχοντζιτς (ξάδερφος του προπονητή ποδοσφαίρου Βάχιντ Χαλίλχοντζιτς), ο οποίος είχε επίσης μεταναστεύσει στη Γερμανία.[5] Με τη βοήθεια του Άχμεντ Χαλίλχοντζιτς, ο Σαλιχάμιντζιτς εντάχθηκε στην ομάδα νέων της Αμβούργο ΣΦ. Παρέμεινε στο σύστημα νεολαίας του συλλόγου για τρεις σεζόν πριν προωθηθεί στην πρώτη ομάδα. Στην πρώτη του σεζόν με την πρώτη ομάδα, ο Σαλιχάμιντζιτς έκανε 9 εμφανίσεις, σημειώνοντας 2 γκολ στο πρωτάθλημα.[5] Την επόμενη σεζόν, ο Σαλιχάμιντζιτς έγινε αναπόσπαστο μέρος της ομάδας, καθώς θα έκανε 37 εμφανίσεις και θα σημείωσε 7 γκολ μεταξύ Ευρώπης και πρωταθλήματος. Συνέχισε με 31 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, σκοράροντας δέκα γκολ κατά τη διάρκεια της σεζόν 1997-98, που θα ήταν το τελευταίο του για τον σύλλογο πριν από τη μεγάλη του μεταγραφή στους γίγαντες της Μπούντεσλιγκα, Μπάγερν Μονάχου.
Η μεταγραφή του Σαλιχάμιντζιτς στην Μπάγερν Μονάχου ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής μεταγραφικής περιόδου του 1998, έναντι αδιευκρίνιστης αμοιβής. Στην πρώτη του σεζόν με τη νέα του ομάδα, 1998–99, ο Σαλιχάμιντζιτς μπήκε αμέσως στην αρχική ενδεκάδα του συλλόγου και πραγματοποίησε 43 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις, σημειώνοντας 5 γκολ. Κατά την πρώτη του σεζόν, μπήκε ως αλλαγή στο 89ο λεπτό του τελικού του ΟΥΕΦΑ Τσάμπιονς Λιγκ 1999 εναντίον της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Ο Σαλιχάμιντζιτς θα έκανε επιπλέον 46 εμφανίσεις με άλλα 3 γκολ στη δεύτερη σεζόν του για τους γίγαντες του Μονάχου, το 1999–2000. Η τρίτη του σεζόν αποδείχθηκε επίσης πολύ επιτυχημένη, καθώς πέτυχε 6 γκολ σε 46 εμφανίσεις. Μεταξύ 2001 και 2003, ωστόσο, ο Σαλιχάμιντζιτς είχε λίγες εμφανίσεις, κυρίως λόγω τραυματισμού. Έκανε μόλις 50 εμφανίσεις μεταξύ των δύο σεζόν σε όλες τις διοργανώσεις.
Για τη σεζόν 2003–04, ο διεθνής Βόσνιος επέστρεψε στην αρχική ενδεκάδα για ολόκληρη τη σεζόν, κάνοντας 47 εμφανίσεις και σκοράροντας 5 γκολ, μετρώντας επίσης 43 εμφανίσεις και 5 γκολ την επόμενη σεζόν.
Ο Σαλιχάμιντζιτς περιορίστηκε σε μόλις 29 εμφανίσεις για τη σεζόν 2005–06, αλλά έκανε 42 εμφανίσεις στην τελευταία του σεζόν με τον σύλλογο, στην οποία σημείωσε επίσης 5 γκολ. Ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα παιχνίδια του Σαλιχάμιντζιτς το 2006-07 ήταν στον δεύτερο αγώνα της φάσης των 16 του Τσάμπιονς Λιγκ εναντίον της Ρεάλ Μαδρίτης, όπου ξεμαρκαρίστηκε από τον Ρομπέρτο Κάρλος και έδωσε την πάσα στον Ρόι Μακάι, ο οποίος νίκησε τον τερματοφύλακα Ίκερ Κασίγιας και σημείωσε το ταχύτερο γκολ στην ιστορία της διοργάνωσης, στα 11 δευτερόλεπτα μετά την έναρξη. Αυτό βοήθησε τη Μπάγερν να ξεπεράσει την ήττα με 3-2 από το πρώτο παιχνίδι για να ισοφαρίσει σε 2-1 και να προκριθεί με τον κανόνα των εκτός έδρας γκολ.[6]
Καθώς πέρασε πολλά χρόνια αγαπητός στο Μόναχο και τα παιδιά του γεννήθηκαν στην πόλη, ο Σαλιχάμιντζιτς εγκαταστάθηκε εκεί όταν τελείωσε η καριέρα του ως παίκτης.[7]
Στις 15 Ιανουαρίου 2007, ο Σαλιχάμιντζιτς υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο με τη Γιουβέντους ΦΚ.[8] Εντάχθηκε σε αυτούς τον επόμενο Ιούνιο αφού έληξε το συμβόλαιό του με την Μπάγερν. Στην πρώτη του σεζόν, υπό τον προπονητή Κλαούντιο Ρανιέρι, ο Σαλιχάμιντζιτς ήταν βασικός και έκανε 30 επίσημες εμφανίσεις για τη νέα του ομάδα, πετυχαίνοντας 5 γκολ, μεταξύ των οποίων και δύο στη νίκη με 3-2 εναντίον της Μίλαν στις 12 Απριλίου 2008.[9] Η δεύτερη και τρίτη σεζόν του με τον σύλλογο, ωστόσο, αποδείχτηκε λιγότερο επιτυχημένη, καθώς υπέφερε από αρκετούς τραυματισμούς.
Τη σεζόν 2010–11, ο νέος προπονητής, Λουίτζι Ντελνέρι, απέκλεισε τον Σαλιχάμιντζιτς από τα σχέδια της ομάδας. Μαζί με τον Φάμπιο Γκρόσο, ο Σαλιχάμιντζιτς ήταν ο μόνος υγιής παίκτης της πρώτης ομάδας που αποκλείστηκε από την 25άδα για το ΟΥΕΦΑ Γιουρόπα Λιγκ 2010–11.[10] Ο Σαλιχάμιντζιτς έμεινε ελεύθερος από τη Γιουβέντους όταν το συμβόλαιό του έληξε τον Ιούνιο του 2011.
Στις 4 Ιουλίου 2011, ο Σαλιχάμιντζιτς μετακόμισε στη ΦφΛ Βόλφσμπουργκ με συμβόλαιο ενός έτους.[11] Στις 9 Ιουλίου 2011, σε ένα φιλικό παιχνίδι με την τοπική ομάδα του Μπίσμαρκ, το αριστερό χέρι του Σαλιχάμιντζιτς έσπασε σε μια διεκδίκηση με έναν αντίπαλο παίκτη.[12]
Ο Σαλιχάμιντζιτς έκανε το ντεμπούτο του για την Εθνική Βοσνίας και Ερζεγοβίνης στις 8 Οκτωβρίου 1996 εναντίον της Κροατίας. Στις 6 Νοεμβρίου 1996, σκόραρε το πρώτο γκολ σε μια φιλική νίκη με 2–1 επί της Ιταλίας.[13] Κατά τη διάρκεια των 11 χρόνων του με την εθνική ομάδα, έφτασε κοντά στο να προκριθεί στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 2004, όμως η Βοσνία ήθελε ένα γκολ εναντίον της Δανίας, το οποίο δεν κατάφερε να σημειώσει. Είχε συνολικά 42 συμμετοχές και 6 γκολ,[14] και η τελευταία του συμμετοχή ήταν ένας φιλικός αγώνας τον Αύγουστο του 2006 εναντίον της Γαλλίας.[15]
Μετά την απόσυρσή του από το επαγγελματικό ποδόσφαιρο το 2012, ο Σαλιχάμιντζιτς άρχισε να εργάζεται ως τακτικός ειδικός σχολιαστής για το Sky Deutschland. Από το καλοκαίρι του 2013 έως την άνοιξη του 2014, εργάστηκε ως ειδικός ποδοσφαίρου για το RTL και ήταν σχολιαστής για τον Heiko Waßer κατά τη διάρκεια του Audi Cup 2013. Ήταν επίσης ειδικός για το ZDF από το Φεβρουάριο του 2014 μέχρι τον τελικός του ΟΥΕΦΑ Τσάμπιονς Λιγκ 2014 και κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2014 στη Βραζιλία.[16][17]
Στις 31 Ιουλίου 2017, ο Σαλιχάμιντζιτς διορίστηκε αθλητικός διευθυντής της Μπάγερν Μονάχου, καθώς ο προκάτοχός του, Ματίας Ζάμμερ, είχε αποσυρθεί για λόγους υγείας και οικογένειας πριν από μια σεζόν, το 2016. Ο Σαλιχάμιντζιτς υπέγραψε συμβόλαιο τριετούς διάρκειας έως τις 30 Ιουνίου 2020. Ο πρόεδρος της Μπάγερν, Καρλ Χάινς Ρουμενίγκε δήλωσε: «Με τον Χάσαν, φέραμε έναν άνθρωπο στην Μπάγερν που γνωρίζει πολύ καλά τον σύλλογο. Είναι πολύ εργατικός, σοβαρός, πιστός και πολύ άγρυπνος άνθρωπος με μεγάλη ακεραιότητα και μιλά πέντε γλώσσες. Ο χρόνος του στην Ιταλία σημαίνει ότι έχει ένα υπέροχο δίκτυο που σίγουρα θα είναι πολύ χρήσιμο στη δουλειά του. Έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη ότι θα μπορέσει να κάνει τη δουλειά όπως πρέπει».[18] Ο Σαλιχάμιντζιτς ανέλαβε επίσημα τη θέση του στο εκτελεστικό συμβούλιο της Μπάγερν την 1η Ιουλίου 2020 ως «διευθυντής αθλητικού συμβουλίου».[19]
Ο Σαλιχάμιντζιτς έχει τρία παιδιά: τη Σελίνα, τον Νικ και τη Λάρα Γιούνε, γεννημένα στο Μόναχο[20] με τη σύζυγό του, Έσθερ Κοπάντο. Ο ποδοσφαιριστής Φρανθίσκο Κοπάντο είναι κουνιάδος του,[21] του οποίου ο γιος, Λούκας Κοπάντο (ανιψιός του Σαλιχάμιντζιτς), είναι ποδοσφαιριστής της Μπάγερν Μονάχου, [22] δίπλα στον ίδιο τον γιο του Σαλιχάμιντζιτς, Νικ.
Ο Σαλιχάμιντζιτς έχει επίσης γερμανική υπηκοότητα.[23]
Εθνική ομάδα | Έτος | Συμμ. | Γκολ |
---|---|---|---|
Βοσνία και Ερζεγοβίνη | 1996 | 4 | 2 |
1997 | 4 | 1 | |
1998 | 5 | 0 | |
1999 | 2 | 1 | |
2000 | 4 | 0 | |
2001 | 5 | 0 | |
2002 | 5 | 0 | |
2003 | 3 | 0 | |
2004 | 5 | 0 | |
2005 | 4 | 2 | |
2006 | 1 | 0 | |
Σύνολο | 42 | 6 |
# | Ημερομηνία | Τόπος | Αντίπαλος | Σκορ | Αποτέλεσμα | Διοργάνωση |
---|---|---|---|---|---|---|
1. | 6 Νοεμβρίου 1996 | Στάδιο Κόσεβο, Σεράγεβο | Ιταλία | 1 –0 | 2–1 | Φιλικός αγώνας |
2. | 8 Οκτωβρίου 1996 | Στάδιο Ρενάτο Νταλλ'Άρα, Μπολόνια | Κροατία | 1 – 1 | 1–4 | Προκριματικά στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 |
3. | 6 Σεπτεμβρίου 1997 | Στάδιο Μάκσιμιρ, Ζάγκρεμπ | Κροατία | 2 – 2 | 2–3 | Προκριματικά στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 |
4. | 27 Ιανουαρίου 1999 | Εθνικό Στάδιο Τα΄ Κάλι, Ατάρντ | Μάλτα | 1 –0 | 1–2 | Φιλικός αγώνας |
5. | 4 Ιουνίου 2005 | Ολυμπιακό Στάδιο Ρώμης, Ρώμη | Άγιος Μαρίνος | 1 – 0 | 3–1 | Προκριματικά για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006 |
6. | 2 –0 |
Μπάγερν Μονάχου[24]