Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο μουσικός όρος χορικό πρελούδιο (αγγλ. choral prelude, γερμ. Choralvorspiel) αναφέρεται σε μικρής κλίμακας σύνθεση για εκκλησιαστικό όργανο, η θεματολογία της οποίας αντλείται από τη μελωδία ενός ή περισσότερων χορικών. Ως μουσικό είδος άνθισε την εποχή του Μπαρόκ, κατά κύριο λόγο στη Γερμανία· κύριος εκπρόσωπός του θεωρείται ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ο οποίος παρέθεσε 46 δείγματα του είδους στο έργο για όργανο "Orgelbüchlein" (μικρό βιλίο για όργανο).
Το χορικό πρελούδιο είναι κατά βάση μια πολυφωνική σύνθεση, στην οποία ωστόσο η κύρια μελωδία (το χορικό αυτό καθαυτό) είναι απόλυτα ευδιάκριτο. Το χορικό μπορεί να εμφανίζεται σε οποιαδήποτε φωνή, εντούτοις η συνηθέστερη τοποθέτησή του είναι στη χαμηλότερη φωνή· έτσι, η μελωδία της σύνθεσης βρίσκεται στον μπάσο, πράγμα που σημαίνει ότι εκτελείται κατά κύριο λόγο στο μέρος των ποδόπληκτρων ενός οργάνου. Η λογική πίσω από την πρακτική αυτή εφαρμογή, εξηγείται από την εκ των πραγμάτων μεγαλύτερη δυναμική των βαθύφωνων αυλών και άρα το ευδιάκριτο της μελωδίας που αυτή παρέχει. Σαφώς, δεν είναι σπάνια η τοποθέτηση του χορικού και σε άλλες φωνές, με την προϋπόθεση ότι για την εκτέλεσή του θα χρησιμοποιηθούν πιο ηχηρά και ευδιάκριτα ρεγκίστρα (ηχοχρώμματα του οργάνου) σε σχέση με τη συνοδεία.
Ως μέρος της λειτουργικής μουσικής της Προτεσταντικής Εκκλησίας, το χορικό πρελούδιο πιθανολογείται ότι λειτουργούσε ως προάγγελος του κάθε ύμνου, προετοιμάζοντας έτσι το εκκλησίασμα για την ψαλμωδία. Η χρήση του χορικού δεν περιορίζεται στα χορικά πρελούδια, αλλά βρίσκει έδαφος ανάπτυξης και σε άλλα θρησκευτικά μουσικά είδη, όπως το ορατόριο, την καντάτα, το πάθος κλπ.
Εκτός από τα πολυάριθμα δείγματα γραφής του Μπαχ, σπουδαία θεωρούνται και τα αντίστοιχα έργα των Ντήτριχ Μπουξτεχούντε και Γιόχαν Πάχελμπελ, ενώ στη νεότερη εποχή σημαντική στο είδος είναι η συνεισφορά του Γιοχάνες Μπραμς καθώς και του Μαξ Ρέγκερ.