Άινο Ακτέ | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 24 Απριλίου 1876[1] Ελσίνκι |
Θάνατος | 8 Αυγούστου 1944[2][3][4] Nummela |
Αιτία θανάτου | καρκίνος στο πάγκρεας |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | κοιμητήριο Χιετανιέμι[5] |
Κατοικία | Aino Acktén huvila |
Χώρα πολιτογράφησης | Φινλανδία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Φινλανδικά[2] |
Σπουδές | Κονσερβατόριο του Παρισιού (1894–άγνωστη τιμή)[6] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | τραγουδίστρια όπερας[7] λιμπρετίστας |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Heikki Renvall (1901–1917) Bruno Jalander (1919–1944) |
Τέκνα | Glory Leppänen Mies Reenkola |
Γονείς | Lorenz Nikolai Achté και Emmy Achté |
Αδέλφια | Irma Tervani |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Finnish Music Hall of Fame (2018)[8][9] Cross of Merit of the Order of the White Rose of Finland[10] Litteris et Artibus[10] Officier de l'Instruction publique[10] d:Q56649459[10] τιμητική διάκριση του Γερμανικού Ερυθρού Σταυρού[10] |
Υπογραφή | |
![]() | |
![]() | |
Η Άινο Ακτέ (Aino Ackté, αρχικώς Achte, 23 Απριλίου 1876 – 8 Αυγούστου 1944) ήταν Φινλανδή υψίφωνος τραγουδίστρια της όπερας. Υπήρξε η δεύτερη στην ιστορία Φινλανδή τραγουδίστρια της όπερας που έκανε διεθνή σταδιοδρομία μετά την Άλμα Φόστρεμ.[11]
Η Ακτέ γεννήθηκε στο Ελσίνκι. Γονείς της ήταν η μεσόφωνος και δασκάλα τραγουδιού Έμυ Ακτέ (το γένος Στρέμερ)[12], και ο διευθυντής ορχήστρας, συνθέτης και επίσης τραγουδιστής Λόρεντς Νικολάι Ακτέ. Η Άινο παντρεύτηκε το 1901 έναν γιατρό, τον Χάικι Ρένβαλ, και το ίδιο έτος γέννησε μία κόρη, την Γκλόρυ[13], ενώ το 1908 το ζεύγος απέκτησε και έναν γιο, τον Μίες Ρέενκολα.[14]
Η Άινο Ακτέ διδάχθηκε τραγούδι από τη μητέρα της μέχρι το 1894, οπότε έγινε δεκτή στο Ωδείο του Παρισιού, όπου είχε καθηγητές τους Εντμόν Ντυβερνουά και Αλφρέντ Ζιροντέ. Η πρώτη της δημόσια εμφάνιση έγινε στη Μεγάλη Όπερα των Παρισίων το 1897, στο έργο Φάουστ[15]. Ως αποτέλεσμα της ερμηνείας της αυτής, υπέγραψε συμβόλαιο για μία εξαετία με την Όπερα των Παρισίων.
Κατόπιν, το 1904, η Ακτέ δεσμεύθηκε από τη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης, όπου παρέμεινε μέχρι το 1906. Αργότερα ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο στην όπερα Σαλώμη του Ρίχαρντ Στράους την πρώτη φορά που το έργο αυτό παίχθηκε στη Λειψία (1907) και στο Λονδίνο (1910).[16] Η τελευταία πρεμιέρα υπήρξε εκπληκτική επιτυχία και ο ίδιος ο Στράους διεκήρυξε ότι η Ακτέ ήταν «η μια και μόνη Σαλώμη».[17] Και η Ακτέ θεωρούσε εξάλλου τις παραστάσεις της Σαλώμης στο Λονδίνο το πραγματικό της πέρασμα προς την καταξίωση.
Το 1911 η Ακτέ μαζί με τους Όσκαρ Μέρικαντο και Έντβαρντ Φάζερ ίδρυσαν την «Όπερα Kotimainen» (μεταφρ. «Ντόπια Όπερα»), που μετονομάσθηκε το 1914 σε «Φινλανδική Όπερα» και το 1956 σε Εθνική Όπερα της Φινλανδίας. Η ίδια διετέλεσε το 1938-1939 διευθύντριά της.[18]
Η Ακτέ διοργάνωσε ένα διεθνές Φεστιβάλ Όπερας στη Σάβονλινα, που άρχισε[19] στις 3 Ιουλίου 1912 και επαναλήφθηκε με διακοπές την ίδια δεκαετία, μετά το 1930 και τέλος το 1967, έτος από το οποίο και μετά διεξάγεται κάθε χρόνο.
Ο θεωρούμενος ως εθνικός συνθέτης της Φινλανδίας Γιαν Σιμπέλιους αφιέρωσε το μουσικό ποίημά του Λούονοταρ στην Ακτέ και εκείνη ερμήνευσε το έργο αυτό στις 10 Σεπτεμβρίου 1913 στο Γκλώστερ της Αγγλίας[20] και ύστερα έκανε την πρεμιέρα του στη Φινλανδία, τον Ιανουάριο του 1914.
Η Ακτέ επέστρεψε οριστικά στη χώρα της το 1914, όπου έδωσε την αποχαιρετιστήρια παράστασή της το 1920. Ωστόσο οι τελευταίες δημόσιες ερμηνείες της έγιναν στο Φεστιβάλ Όπερας στη Σάβονλινα το 1930.
Ο κύκλος της Ακτέ περιελάμβανε τον Άλμπερτ Έντελφελτ, που φιλοτέχνησε περίφημο πίνακά της[21] το 1901.
Η Άινο Ακτέ υπήρξε επίσης και στιχουργός, καθώς έγραψε το λιμπρέτο όπερας Juha, που μελοποιήθηκε δύο φορές: την πρώτη από τον Άαρε Μέρικαντο (1922) και τη δεύτερη από τον Λέεβι Μάντετόγια (1934).
Η Ακτέ πέθανε από καρκίνο του παγκρέατος στη μικρή πόλη Νούμελα του Βίχτι, σε ηλικία 68 ετών.
Υπάρχει δρόμος με το όνομα της Ακτέ στο Ελσίνκι, ενώ το παλαιό εξοχικό της, η «Βίλα Άινο Ακτέ» έξω από το Ελσίνκι, πέρασε στα χέρια του δήμου, που την ενοικιάζει για πολιτιστικές δραστηριότητες και συναντήσεις.
Η Ακτέ απετέλεσε κατά πάσα πιθανότητα την έμπνευση για την ντίβα της όπερας Μπιάνκα Κασταφιόρε, που εμφανίζεται σε ιστορίες κόμικ του Τεντέν.[22]