Ζαν-Μαρί Γκυγιώ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Jean-Marie Guyau (Γαλλικά) |
Γέννηση | 28 Οκτωβρίου 1854[1][2][3] Λαβάλ[4] |
Θάνατος | 31 Μαρτίου 1888[1][2][3] Μαντόν[4] |
Αιτία θανάτου | φυματίωση |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Γαλλικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | φιλόσοφος[5] ποιητής[5] μεταφραστής συγγραφέας |
Εργοδότης | Λύκειο Κοντορσέ |
Αξιοσημείωτο έργο | d:Q123752119 |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Πιερ Ούλρικ |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ζαν-Μαρί Γκυγιώ (γαλλ. Jean-Marie Guyau, 28 Οκτωβρίου 1854 – 31 Μαρτίου 1888) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, ψυχολόγος και ποιητής. Γεννήθηκε στην πόλη Λαβάλ και απεβίωσε στο Μαντόν.
Ο Γκυγιώ ήταν επηρεασμένος από τις φιλοσοφίες του Επικούρου, του Επικτήτου, του Πλάτωνος, του Καντ, του Χέρμπερτ Σπένσερ και του Αλφρέντ Φουιγιέ. Ως ποιητής, εμπνεύσθηκε από την ποίηση και γενικότερα τη λογοτεχνία του Κορνηλίου, του Βίκτωρος Ουγκώ και του Αλφρέ ντε Μυσσέ.
Πατριός του Γκυγιώ ήταν ο επίσης αξιοσημείωτος Γάλλος φιλόσοφος Αλφρέντ Φουιγιέ, ο οποίος γνώρισε στον νεαρό Γκυγιώ τη φιλοσοφία του Πλάτωνος και του Καντ, καθώς και την ιστορία των θρησκειών και της φιλοσοφίας. Εφοδιασμένος με το υπόβαθρο αυτό, ο Γκυγιώ μπόρεσε να πάρει πτυχίο φιλοσοφίας σε ηλικία μόλις 17 ετών και την ίδια χρονιά μετέφρασε το Εγχειρίδιον του Επικτήτου. Στα 19 του δημοσίευσε το 1.300 σελίδων «Απομνημόνευμά» του, που ένα έτος αργότερα, το 1874, κέρδισε βραβείο από τη Γαλλική Ακαδημία Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών. Μετά από αυτά, διορίσθηκε καθηγητής της φιλοσοφίας στο υψηλού κύρους Λύκειο Κοντορσέ των Παρισίων. Ωστόσο δεν μπόρεσε να εκτελέσει σωστά τα καθήκοντά του παρά μόνο για λίγα χρόνια, καθώς άρχισε να υποφέρει από πνευμονοπάθεια. Μετά από τις πρώτες κρίσεις της ασθένειας, ο Γκυγιώ έφυγε και εγκαταστάθηκε στη νότια Γαλλία, όπου ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών και ποιητικών έργων. Παρέμεινε εκεί μέχρι τον πρόωρο θάνατό του σε ηλικία 33 ετών.
Η μητέρα του, η Ωγκυστέν Τυλερί (Augustine Tuillerie ή Thuillerie, 1833-1923), η οποία είχε παντρευτεί τον Φουιγιέ μετά τη γέννηση του Γκυγιώ, ήταν επίσης συγγραφέας με το ψευδώνυμο «G. Bruno» και έγραψε, μεταξύ άλλων, το δημοφιλές Le Tour de France par deux enfants (1877).
Αλλά και η σύζυγος του Γκυγιώ συνέγραψε και δημοσίευσε μικρά μυθιστορήματα για εφήβους και νέους με το ψευδώνυμο «Pierre Ulric».
Τα έργα του Γκυγιώ αποκρίνονται κυρίως στη νεότερη φιλοσοφία, την οποία και αναλύουν, ιδίως την ηθική φιλοσοφία. Θεωρούμενος από πολλούς ως επικούρειος φιλόσοφος, είχε την άποψη ότι ο αγγλικός ωφελιμισμός ήταν μια σύγχρονη εκδοχή της επικούρειας φιλοσοφίας. Αν και θαυμαστής των έργων του Τζέρεμι Μπένθαμ και του Τζον Στιούαρτ Μιλ, τους επεφύλαξε μια εξονυχιστική εξέταση της προσεγγίσεώς τους στην ηθική.
Στο Esquisse d'une morale sans obligation ni sanction, ίσως το σημαντικότερο έργο του πάνω στην ηθική θεωρία, ο Γκυγιώ εκκινεί από τον Φουιγιέ και επισημαίνει ότι ο ωφελιμισμός και ο θετικισμός, παρότι παραδέχονται την ύπαρξη ενός άγνωστου στοιχείου στην ηθική θεωρία, αποδιώχνουν συγκεκριμένες υποθέσεις που αποσκοπούν στην ερμηνεία αυτού του στοιχείου. Υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε έγκυρη θεωρία της ηθικής πρέπει να δέχεται ότι η ηθική σφαίρα αποτελείται από κάτι περισσότερο από ηθικές πραγματικότητες (η ωφελιμιστική προσέγγιση): αποτελείται, και αυτό είναι το σημαντικότερο, από ηθικές ιδέες. Από την άλλη, σε αντίθεση με τον Φουιγιέ, ο Γκυγιώ δεν θεωρεί αυτό το άγνωστο στοιχείο ικανό από μόνο του να συνεισφέρει σε μια «αρχή που θα περιορίζει πρακτικώς και θα απαγορεύει συμπεριφορές», δηλαδή μια «απλή δικαιοσύνη», η οποία, όπως υποστηρίζει, έρχεται υπερβολικά κοντά σε καντιανές έννοιες του καθήκοντος, που με τη σειρά τους θα μάς έφερναν πίσω σε μια θεωρία ηθικών υποχρεώσεων, από την οποία επιθυμούσε να απαλλάξει την ηθική θεωρία. Μεγάλο μέρος της παραπάνω πραγματείας του αφιερώνεται στην αναζήτηση στηριγμάτων για μια ηθική θεωρία που δεν θα χρειαζόταν να επαφίεται στις έννοιες του καθήκοντος, των ποινών και των υποχρεώσεων.
Ο Γκυγιώ ενδιαφέρθηκε επίσης για την αισθητική θεωρία, ιδιαίτερα για τον ρόλο της στην κοινωνία και την κοινωνική εξέλιξη. Κυρίως η θεωρία αισθητικής του αναιρεί την ιδέα του Καντ ότι η αισθητική κρίση δεν συνδέεται με τις λειτουργίες του νου που ευθύνονται για την ηθική κρίση. Στην πραγματεία του Les Problèmes de l'esthétique contemporaine ο Γκυγιώ υποστηρίζει ότι η ωραιότητα ενεργοποιεί στην πραγματικότητα όλες τις νοητικές λειτουργίες: την αισθητική, τη διανοητική και την ηθική. Το αίσθημα και η κρίση περί αισθητικής είναι πλήρως ενσωματωμένα στη ζωή και την ηθική. Σε αντίθεση με τη θεωρία του Σπένσερ ότι η ανάπτυξη των τεχνών αποτελεί δείκτη της παρακμής της κοινωνίας εν γένει, ο Γκυγιώ ισχυρίζεται ότι καθώς η κοινωνία συνεχίζει να εξελίσσεται, η ζωή θα γίνεται όλο και περισσότερο αισθητική. Στο έργο του L'Art au point de vue sociologique, επιχειρηματολογεί υπέρ του ότι σκοπός της τέχνης δεν είναι απλώς να δίνει ευχαρίστηση, αλλά να δημιουργεί συμπάθεια και ενσυναίσθηση μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας. Επεκτείνοντας τον συλλογισμό του, γράφει ότι η τέχνη έχει τη δύναμη να αναμορφώνει κοινωνίες.
Ο Γκυγιώ συνέγραψε επίσης (1890) το έργο La genèse de l’idée de temps (= «Η γένεση της ιδέας του Χρόνου»), ένα βιβλίο πάνω στη φιλοσοφία του χρόνου.[6] Σε αυτό υποστηρίζει ότι ο χρόνος καθεαυτός δεν υπάρχει στο Σύμπαν, αλλά παράγεται από τα γεγονότα καθώς αυτά συμβαίνουν. Ο χρόνος για τον Γκυγιώ είναι μια νοητική κατασκευή από συμβάντα, ένα παράγωγο του ανθρώπινου φαντασιακού, της ανθρώπινης μνήμης και θελήσεως.[7] Απαρχή αυτού, γράφει, ήταν η παραγωγή μιας διανοητικής προοπτικής προσανατολισμένης προς το μέλλον. Η άποψη αυτή στηρίχθηκε αργότερα από την άποψη των ανθρωπολόγων ότι η αρχική ανάπτυξη των προμετωπιαίων λοβών του εγκεφάλου μας μπορεί να συνδέθηκε στενά με την ανάπτυξη προσαρμογής μας σε μελλοντικά γεγονότα.[8]
Αν και ο Γκυγιώ δεν συγκαταλέγεται σήμερα στους πιο γνωστός φιλοσόφους, οι φιλοσοφικές προσεγγίσεις του αξιώθηκαν μεγάλων επαίνων από όσους τις γνώρισαν. Επειδή σπανίως εκφραζόταν για την πολιτική ιδεολογία του, τον έχουν οικειοποιηθεί κατά καιρούς οι σοσιαλιστές, οι αναρχικοί και οι ελευθεριάζοντες φιλελεύθεροι ως ακόλουθο του Τζον Στιούαρτ Μιλ. Ωστόσο ο ίδιος ο Γκυγιώ είχε καθαρά εκφράσει τη συμπάθειά του προς την αβασίλευτη αστική δημοκρατία, με κείμενα στα οποία εξυμνεί τη Γαλλική Επανάσταση, χαιρετίζει την προαγωγή της αστικής και ηθικής εκπαιδεύσεως από την Γ΄ Γαλλική Δημοκρατία, χαρακτηριζει τη συμμετοχή στην ψηφοφορία των εκλογών «καθήκον» και επιχειρηματολογεί, αν και με επιφυλάξεις, ότι η δημοκρατία προσφέρει ευνοϊκές συνθήκες για μια δημιουργική ανάπτυξη.[9]
Εισήγαγε τον όρο anomie, με σημασία αντίστοιχη μιας «ηθικής ανομίας». Ο όρος αυτός βρήκε ευρεία χρήση στη φιλοσοφία του σύγχρονού του Εμίλ Ντιρκέμ, που συνάντησε τη λέξη σε μια κριτική παρουσίαση του έργου «Irréligion de l'avenir».[10] Ο αναρχικός Πιοτρ Κροπότκιν θαύμαζε τον Γκυγιώ και αναφέρει συχνά αποσπάσματα έργων του στα κείμενά του για την ηθική.[11] Αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στον Γάλλο φιλόσοφο στο βιβλίο του Προέλευση και ανάπτυξη της ηθικής, περιγράφει την περί ηθικής διδασκαλία του Γκυγιώ ως «τόσο προσεκτικά συλληφθείσα, και διατυπωμένη σε τόσο τέλεια μορφή, ώστε είναι απλό το να μεταδοθεί η ουσία της με λίγες μόνο λέξεις».[12] Επίσης ο Αμερικανός φιλόσοφος Τζοζάια Ρόυς θεωρούσε τον Γκυγιώ «έναν από τους πλέον εξέχοντες από τους σύγχρονους Γάλλους κριτικούς της φιλοσοφίας».[13]
When the Australian, quoted by Guyau, wasted away beneath the idea that he has not yet revenged his kinsman's death; when he grows thin and pale, a prey to the consciousness of his cowardice, and does not return to life till he has done the deed of vengeance, he performs this action, a heroic one sometimes, to free himself of a feeling which possesses him, to regain that inward peace which is the highest of pleasures.