Κλόβις Γ΄ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Clovis (Γαλλικά) και Chlodowech (Γερμανικά) |
Γέννηση | 670 |
Θάνατος | 676 |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης[1] |
Οικογένεια | |
Γονείς | Χλωτάριος Γ΄ |
Συγγενείς | Χλωτάριος Γ΄ (ίσως είναι πατέρας) |
Οικογένεια | Μεροβίγγειοι[1] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Βασιλέας των Φράγκων |
Σχετικά πολυμέσα | |
O Κλόβις Γ΄, (Clovis III, 670 - 676) μέλος του Οίκου των Μεροβιγγείων ήταν για σύντομο χρόνο Βασιλιάς της Αυστρασίας (675 - 676). Ήταν ίσως (ο πρώτος) γιος του Θευδέριχου Γ΄ της Νευστρίας & Αυστρασίας (τρίτου γιου τού Κλόβις Β΄ της Νευστρίας & Βουργουνδίας), μερικοί τον θεωρούν γιο του Κλόβις Β΄. Την εποχή που ανέβηκε στον θρόνο ήταν ακόμα μικρό παιδί, βασίλευσε τόσο λίγο που πολλοί τον θεωρούν απλά έναν διεκδικητή.[2] Μερικές φορές απαριθμείται ως Κλόβις Δ΄ αντί για Κλόβις Γ΄.[3] Οι μόνες πληροφορίες που σχετίζονται με την βασιλεία του προέρχονται από τα "Βασανιστήρια του Λεοντεγκάρ" που γράφτηκαν την ίδια εποχή.[4]
Οι μεγιστάνες υποστηρικτές του στην Αυστρασία τον περιγράφουν ως νόθο γιο του Χλωτάριου Γ΄ της Αυστρασίας (μεγαλύτερου αδελφού τού Θευδέριχου Γ΄). Όταν δολοφονήθηκε ο θείος του Χιλδέριχος Β΄ (675) τα βασίλεια της Αυστρασίας και της Νευστρίας δέχτηκαν διαφορετικούς διεκδικητές. Στην Νευστρία τοποθετήθηκε διάδοχος ο Θευδέριχος Γ΄ με την στήριξη του Λεοντεγκάρ, επισκόπου του Αουτάν. Την εποχή εκείνη ο Εμπρόιν πρώην Μαγιορδόμος της Νευστρίας, δραπέτευσε από την φυλακή σε μονή και ενώθηκε με τους πατριώτες του Κλόβις Γ΄ στην Αυστρασία.[5] Οι μεγιστάνες ισχυρίστηκαν ότι σαν γιος του μεγαλύτερου αδελφού Χλωτάριου Γ΄ έχει περισσότερα δικαιώματα στον θρόνο.[5] Τα "Βασανιστήρια του Λεοντεγκάρ" ισχυρίζονται ότι αυτό ήταν ένα ψέμα αφού ο Χλωτάριος Γ΄ είχε πεθάνει πολύ πρόωρα 21-23 ετών πριν προλάβει να παντρευτεί. Οι υποστηρικτές του ισχυρίστηκαν ότι είχε το όνομα του παππού του Κλόβις Β΄, το όνομα ωστόσο ήταν πολύ διαδεδομένο στην κοινωνία των Μεροβιγγείων. Ο Θευδέριχος Γ΄ απέκτησε ωστόσο έναν γιο μετά τον θάνατο του Κλόβις Γ΄ (677) που τον ονόμασε επίσης Κλόβις τον μελλοντικό Κλόβις Δ΄, αυτό δείχνει ότι οι ισχυρισμοί που γράφουν τα "Βασανιστήρια του Λεοντεγκάρ" είναι σωστοί, ήταν γιος του Θευδέριχου Γ΄.[4]
Τον τοποθέτησαν στον θρόνο σε αντίθεση με τον Δαγοβέρτο Β΄ (εξάδελφο τού Θευδέριχου Γ΄), που τον προωθούσε ο Βούλφοαλντ Μαγιορδόμος της Αυστρασίας. Πιθανώς ήλπιζε να χρησιμοποιήσει τον διεκδικητή για να αντιπαρατεθεί στον Θευδέριχο Γ΄ και στον Πεπίνο τού Χέρσταλ μαγιορδόμο της Νευστρίας-Βουργουνδίας. Παρ' όλη την πρόθεσή του, δεν μπόρεσε να εκτοπίσει τον Θευδέριχο Γ΄ ούτε τον Πεπίνο, έλαβε όμως την παλιά θέση του ως Μαγιορδόμου της Νευστρίας. Ο Εμπροίν χρειαζόταν έναν νόμιμο Μεροβίγγειο διεκδικητή για να μπορέσει ο ίδιος ως Μαγιορδόμος να συγκροτήσει τον στρατό και να εκδώσει βασιλικά διατάγματα.[4][6] Ο γιος του Πεπίνου του Χέρσταλ Κάρολος Μαρτέλος θα ακολουθήσει την ίδια διαδικασία με άλλον έναν Μεροβίγγειο διεκδικητή τον Χλωτάριο Δ΄ (717).[4] Ο Εμπροίν προχώρησε με τον στρατό του στα βορειοδυτικά του βασιλείου και έκανε κατάσχεση του βασιλικού θησαυρού (675), όταν τον απέκτησε δεν είχε ανάγκη περισσότερο τον μικρό Κλόβις Γ΄ και υποστήριξε τον Θευδέριχο Γ΄. Οι ευγενείς στην Νευστρία που ήταν αντίπαλοι με τον Εμπροίν δεν υποστήριξαν τον Θευδέριχο Γ΄ και ανέβασαν στον θρόνο τον πρώτο του ξάδελφο Δαγοβέρτο Β΄ (2 Απριλίου 676 - 30 Ιουνίου 676).[2]
Έχουν βρεθεί μερικά νομίσματα που χρονολογούνται την περίοδο της βασιλείας του Κλόβις Γ΄, το έχουν πιστοποιήσει ιστορικοί του 20ου αιώνα όπως ο Φίλιπ Γκριέρσον.[7] Ένα χρυσό νόμισμα με την επιγραφή "CHLODOVIO RIX" και το όνομα του νομισματοκόπου χρεώνεται στην βασιλεία του. Άν και εξακολουθούσαν να κόβονται χρυσά νομίσματα την εποχή του Κλόβις Δ΄ δεν είναι βέβαιο ότι υπήρχε η ίδια πρακτική την δεκαετία του 670.[8] Τα τελευταία χρυσά νομίσματα που έχουν κοπεί στην Μασσαλία με το όνομα "Κλόβις" ανήκουν πιθανότατα στον Κλόβις Γ΄. Ο Δαγοβέρτος Β΄ εξακολούθησε την ίδια τακτική τοποθετώντας στην όπισθεν πλευρά του νομίσματος τον Βυζαντινό σταυρό.[9] Η μετέπειτα τύχη του Κλόβις Γ΄ είναι άγνωστη.[10]