Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Λούντβιχ Μύλιους-Έρικσεν | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ludvig Mylius-Erichsen (Δανικά) |
Γέννηση | 15 Ιανουαρίου 1872[1][2][3] Βίμποργκ |
Θάνατος | 25 Νοεμβρίου 1907[3][4] Γροιλανδία |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Δανίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Δανικά[5][6] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | εξερευνητής δημοσιογράφος συγγραφέας συνεισφέρων συντάκτης οδοιπόρος[7] εθνολόγος[7] εξερευνητής των πόλων της Γης[8] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Λούντβιχ Μύλιους-Έρικσεν (Ludvig Mylius-Erichsen, 15 Ιανουαρίου 1872 – 25 Νοεμβρίου 1907) ήταν Δανός εξερευνητής, συγγραφέας και εθνολόγος από το Ringkøbing. Διακρίθηκε, και έχασε τη ζωή του, στην εξερεύνηση της Γροιλανδίας.
Ο Μύλιους-Έρικσεν, μαζί με τον κόμη Χάραλντ Μόλτκε και τον Κνουντ Ράσμουσεν οργάνωσε τη δανική αποστολή στη δυτική Γροιλανδία (1902–1904), με σκοπό τη μελέτη της γλώσσας, των ηθών και των εθίμων των Εσκιμώων. Στην πρώτη φάση της (1902) ανεκάλυψαν κοντά στο φιορδ Έβιγκχεντς δύο ελεύθερες από πάγο οροσειρές. Αργότερα προχώρησαν μέχρι το ακρωτήριο Γιορκ και επί 10 μήνες έζησαν με τους Εσκιμώους τον δικό τους τρόπο ζωής. Το ταξίδι της επιστροφής τους ως το Ουπέρναβικ πάνω στον πάγο του Κόλπου Μέλβιλ υπήρξε η πρώτη διάσχισή του με έλκηθρα.
Το 1906 ο Μύλιους-Έρικσεν, ως αρχηγός της εξερευνητικής αποστολής του Danmark (1906–1908), ανέλαβε και έφερε σε πέρας το έργο της εξερευνήσεως και χαρτογραφήσεως ολόκληρης της ακτογραμμής της άγνωστης βορειοανατολικής Γροιλανδίας μέσα σε τρεις μήνες. Η αποστολή κάλυψε σε ταξίδια με έλκηθρο συνολική απόσταση άνω των 6400 χλμ., περισσότερο από κάθε άλλη μεμονωμένη αρκτική αποστολή. Εξαιρώντας τις επαναλήψεις της ίδιας διαδρομής, το ταξίδι του Γιόχαν Πέτερ Κοχ ήταν κάπου 2000 χλμ., ενώ αυτό του Μύλιους-Έρικσεν πρέπει να ξεπέρασε τα χίλια μίλια (1609 χλμ.). Οι εξερευνήσεις της αποστολής έδειξαν ότι ο χάρτης του Ρόμπερτ Πήρυ, κατά τον οποίο η ακτή εκτεινόταν προς τα νοτιοανατολικά από το Νέιβυ Κλιφ ήταν λανθασμένος: η ακτή συνέχιζε προς τα βορειοανατολικά, άρα η Γροιλανδία ήταν κατά 260.000 τ.χλμ.) μεγαλύτερη, εκτεινόμενη βόρεια μέχρι το Αρχιπέλαγος της Σπιτσβέργης. Αποκαλύφθηκε η ανυπαρξία του «Πορθμού του Πήρυ» και η συνέχεια της Γροιλανδίας από το νοτιότατο άκρο της, το Ακρωτήριο Φέργουελ (πλάτος 60° Β), μέχρι τη βορειότερη ξηρά που είχε φθάσει ποτέ άνθρωπος ως τότε (83°39΄ Β). Ο Μύλιους-Έρικσεν ανεκάλυψε επίσης και εξερεύνησε τα μεγάλα φιορδ Ντανμαρκσχάβν και Μπρένλουντ.
Παραπλανημένοι από τους υπάρχοντες λανθασμένους χάρτυες, οι Μύλιους-Έρικσεν, Νιλς Πέτερ Χεγκ Χάγκεν (Høeg Hagen) και Γέργκεν Μπρένλουντ παρέτειναν τόσο το ταξίδι τους, ώστε η επιστροφή στο πλοίο τους την άνοιξη ήταν αδύνατη εξαιτίας της τήξεως των πάγων, οπότε υποχρεώθηκαν να περάσουν το καλοκαίρι στην περιοχή χωρίς τον απαραίτητο εξοπλισμό υποδημάτων για κυνήγι. Η ανάγκη τροφής για τους άνδρες και τα σκυλιά των ελκήθρων τους ανάγκασε να μειώσουν τις τρεις ομάδες σκύλων σε μία. Τελικώς, τον Σεπτέμβριο μπόρεσαν να αρχίσουν το ταξίδι της επιστροφής πάνω στον νεοσχηματισμένο θαλάσσιο πάγο, αλλά κατά τη διάρκεια της διαδρομής οι Μύλιους-Έρικσεν και Χάγκεν πέθαναν από ασιτία, εξάντληση και κρύο. Το χαρτογραφικό υλικό του Χάγκεν, το σώμα του Μπρένλουντ και το ημερολόγιό του βρέθηκαν την επόμενη άνοιξη από τον Γιόχαν Πέτερ Κοχ.