Μέχντι Φράσερι | |
---|---|
Ο Μέχντι Φράσερι | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Mehdi Frashëri (Αλβανικά) |
Γέννηση | 28 Φεβρουαρίου 1872 Φράσερ |
Θάνατος | 25 Μαΐου 1963 Ρώμη |
Χώρα πολιτογράφησης | Αλβανία |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | οθωμανικά Τουρκικά Αλβανικά |
Σπουδές | σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Άγκυρας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός διπλωμάτης |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Μπάλι Κομπετάρ |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Υπουργός Εξωτερικών της Αλβανίας Πρωθυπουργός της Αλβανίας (1935–1936) |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Μέχντι Φράσερι (αλβανικά: Mehdi Frashëri, 28 Φεβρουαρίου 1872 – 25 Μαΐου 1963) ήταν Αλβανός διανοούμενος και πολιτικός. Διετέλεσε Πρωθυπουργός της Αλβανίας στη δεκαετία του 1930 και Πρόεδρος της Προσωρινής Εκτελεστικής Επιτροπής στην αλβανική κυβέρνηση-μαριονέτα της Ναζιστικής Γερμανίας.
Ο Μέχντι Φράσερι γεννήθηκε το 1872 στο χωριό Φρασέρ της Πρεμετής. Σπούδασε στην Κόνιτσα και στο Μοναστήρι και αποφοίτησε από το Μεκτεμπί Μουλκιγιέ στην Κωνσταντινούπολη το 1897.[1]
Ενώ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, το 1901, κατηγορήθηκε για την ίδρυση εφημερίδος σε κελάρι όπου δημοσίευε αλβανικά εθνικιστικά κείμενα μαζί με άλλους Αλβανούς.[2]
Ο Φράσερι χρημάτισε καϊμακάμης του Πεκίν στην κεντρική Αλβανία μεταξύ 1901 και 1903. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Οχρίδα, όπου εντάχθηκε στη Μυστική Επιτροπή για την Απελευθέρωση της Αλβανίας.[2] Καταγγέλθηκε από ομάδα μουσουλμάνων της περιοχής ως Αλβανός εθνικιστής και υποστηρικτής των Νεότουρκων. Ήταν διοικητής του Σαντζακίου της Ιερουσαλήμ την εποχή των Οθωμανών, δήμαρχος του Δυρραχίου την περίοδο της διακυβέρνησης του πρίγκιπα του Βιντ, πρέσβης στην κυβέρνηση της Αλβανίας του 1918,[3] και υπουργός Εσωτερικών το 1920.[4] Στις 17 Μαΐου 1914, ως μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Ελέγχου, υπέγραψε το πρωτόκολλο της Κέρκυρας.[5] Συμμετείχε στο Συνέδριο του Δυρραχίου τον Δεκέμβριο του 1918.[3] Το 1923 ήταν εκπρόσωπος της Αλβανίας στην Κοινωνία των Εθνών. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 κατείχε σημαντικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένης της θέσης του πρωθυπουργού από το 1935 έως το 1936.[4] Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 συμμετείχε στις επιτροπές μεταρρυθμίσεων του αστικού κώδικα μαζί με τον Θωμά Ορολογκάι και τον Χασάν Ντόστι.
Ο Φράσερι ήταν εναντίον του Μπενίτο Μουσολίνι και δήλωσε τη δυσαρέσκεια του για την πολιτική του να εισβάλει στην Αλβανία.[6] Ο Φράσερι ανέλαβε ο ίδιος να μεταδώσει μέσω του ραδιοφώνου δριμείες επιθέσεις εναντίον της εισβολής καθώς και να απευθύνει διαμαρτυρία στον Μουσολίνι.[6] Μετά την αποχώρηση της κυβέρνησης των Τιράνων, παρότρυνε τους νεαρούς άντρες που κατείχαν περίστροφα να διαχωριστούν ώστε να διατηρήσουν την τάξη. Όταν τα στρατεύματα εισέβαλαν στις πύλες, ζήτησαν άσυλο στην τουρκική πρεσβεία, συνεχίζοντας να αρνούνται να υπογράψουν μια δήλωση προς υποστήριξη των Ιταλών. Το προσωπικό του θάρρος εντυπωσίασε ακόμη και τον Γερμανό πρέσβη, ο οποίος με επιτυχία απηύθυνε έκκληση στη Ρώμη για να επιτρέψει στον Φράσερι να επιστρέψει στην πατρίδα του. Παρά τις εγγυήσεις της Ιταλίας, ο Φράσερι σύντομα συνελήφθη και φυλακίστηκε στην Ιταλία.[4]
Ο Φράσερι συμμετείχε ως «Επίτιμος Πρόεδρος» του Συνεδρίου της Πέζα, όπου συγκεντρώθηκαν Αλβανοί παράγοντες εναντίον του φασισμού το 1942, γεγονός που θα καταστελλόταν αργότερα από το κομμουνιστικό καθεστώς.[7]
Ο Φράσερι, ο οποίος συμπαθούσε τους Γερμανούς εν μέρει επειδή είχε σπουδάσει στην Αυστρία, συνεργάστηκε με τον Γερμανό πρέσβη Έριχ φον Λούκβαλντ, με την ελπίδα να καθιερώσει στενότερες σχέσεις και να κερδίσει προστασία της Αλβανίας από τους Ιταλούς.[4]
Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, η ναζιστική Γερμανία ανέλαβε τον έλεγχο των Βαλκανίων. Οι Γερμανοί γνώριζαν τη σημασία του και άρχισαν να τον αναζητούν αμέσως μετά την εισβολή.[4] Ο Φράσερι βρέθηκε και συμφώνησε στις 16 Σεπτεμβρίου να επιστρέψει στα Τίρανα για συνομιλίες με τον Χέρμαν Νόιμπαχερ, τον ταγματάρχη Φραντς φον Σάιγκερ και τον Χερ Σλιπ. Μετά το πέρας της συνάντησης, συμφωνήθηκε ότι η Αλβανία θα παραμείνει κυρίαρχη κάτω από τη Ναζιστική Γερμανία, όπως συνέβαινε με την Ανεξάρτητη Κροατία.[4]
Ο Φράσερι συμφώνησε να υπηρετήσει ως αντιβασιλέας και επικεφαλής του συμβουλίου. Η ηγεσία του Συμβουλίου σχεδιάστηκε αρχικά να περιστρέφεται, αλλά ο Λεφ Νόσι αρνήθηκε για λόγους υγείας και ο Αντόν Χαράπι ισχυρίστηκε ότι ως Καθολικός μοναχός δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί καμία θέση στην οποία θα αναγκαζόταν να επιβάλει τη θανατική ποινή.
Όταν οι Παρτιζανοί κήρυξαν τη νίκη τους στην Αλβανία, οι Γερμανοί έφυγαν από τη χώρα, παίρνοντας μαζί τους τον Μέχντι Φράσερι. Ο Φράσερι μετακόμισε στη Βιέννη και τελικά εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου έζησε μέχρι τον θάνατό του.[4]