Συντεταγμένες: 41°20′43.66″N 23°22′21.04″E / 41.3454611°N 23.3725111°E
Ρούπελ | |
---|---|
Είδος | στρατιωτικό μουσείο και οχύρωση |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 41°20′44″N 23°22′21″E |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Σιντικής |
Τοποθεσία | Προμαχώνας Σερρών |
Χώρα | Ελλάδα |
Έναρξη κατασκευής | 1914 |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Το Οχυρό Ρούπελ αποτελεί αμυντικό συγκρότημα (ένα από τα 21 συνολικά αμυντικά συγκροτήματα με την ονομασία «Οχυρά») κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων που έφερε το όνομα Γραμμή Μεταξά, με συνολικό ανάπτυγμα καταφυγίων 1.849 μέτρα και μήκος στοών 4.251 μέτρα.
Ύστερα από την παραβίαση της ελληνικής ουδετερότητας με τη κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τη Στρατιά της Ανατολής της Τριπλής Συνεννόησης (Αντάντ), το φθινόπωρο του 1915, η Γερμανική Αυτοκρατορία προέβαλλε αξιώσεις παραχώρησης και προς τη δική της πλευρά.[εκκρεμεί παραπομπή] Σε αυτό το πλαίσιο, στις 13 / 26 Μαΐου 1916 τα γερμανο-βουλγαρικά στρατεύματα προχώρησαν στην κατάληψη του οχυρού Ρούπελ, αφού το Γ΄και Δ΄ Σώμα του ελληνικού στρατού είχαν διαταγές από το Γενικό Επιτελείο Στρατού να μην προβάλλουν αντίσταση.[1]
Στη συνέχεια ακολούθησε η κατάληψη της Καβάλας, της Δράμας και των Σερρών από τους Βούλγαρους, καθώς και η παράδοση του ελληνικού Δ' Σώματος Στρατού, με περισσότερους από 7.000 αξιωματικούς και στρατιώτες να καταλήγουν αιχμάλωτοι στο γερμανικό στρατόπεδο του Γκέρλιτς[2]. Μετά την, τυπική μόνο, λήξη του Εθνικού Διχασμού και την επαναφορά της βενιζελικής Βουλής, στη «Δίκη του πρώην Επιτελείου» (του ΓΕΣ, ή αλλιώς «Υπόθεση Ρούπελ») των στρατιωτικών του Παλατιού για την παραπάνω αμαχητί παράδοση, το 1919 - 20, [3] ο Ιωάννης Μεταξάς και ο Βίκτωρ Δούσμανης καταδικάστηκαν σε θάνατο για προδοσία (του Δούσμανη μετατράπηκε αμέσως σε ισόβια), ερήμην, αφού βρίσκονταν ήδη σε εξορία, στην Κορσική. Η ποινή του Μεταξά δεν εκτελέστηκε ούτε όταν επέστρεψε από την εξορία, λόγω της ήττας των «Φιλελεύθερων» στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, και της επαναφοράς των φιλοβασιλικών δυνάμεων στην πολιτική ζωή της Ελλάδας.
Αποστολή του Συγκροτήματος ήταν η άμυνα επί της οχυρωμένης τοποθεσίας, για την απαγόρευση διέλευσης κατά μήκος του άξονα Κρέσνας - Ρούπελ. Στην ανατολική Κερκίνη υπήρχαν τα οχυρά Ιστίμπεη-Κελκαγιά-Αρπαλούκι-Παλιουριώνες, δύο τάγματα Πεζικού και ένας λόχος προκαλύψεως με ανάλογη αποστολή. Ήταν κατασκευασμένο στις δυτικές αντηρίδες του όρους Τσιγγέλι στον ποταμό Στρυμόνα και μαζί με το οχυρό Παλιουριώνες εξασφάλιζαν τη στενωπό Ρούπελ. Την 1η Μαρτίου 1941, μετά την προσχώρηση της Βουλγαρίας στον Άξονα Γερμανίας-Ιταλίας-Ιαπωνίας, οι γερμανικές δυνάμεις στην περιοχή έναντι της οχυρωμένης τοποθεσίας Κερκίνη-Ρούπελ, ήταν οι 5η και 6η Ορεινές Μεραρχίες (έναντι Κερκίνης), το 125ο Σύνταγμα Επιλέκτων, ενισχυμένο με ένα Τάγμα της 5ης Ορεινής Μεραρχίας (έναντι Ρούπελ) και η 72η Ορεινή Μεραρχία (υψίπεδο Νευροκοπίου).[4]
Σε δεύτερη γραμμή, στην πεδιάδα Μαρινούπολης, η 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία και δύο βουλγαρικές μεραρχίες. Όλες οι παραπάνω δυνάμεις ανήκαν στο 18ο Γερμανικό Σώμα Στρατού, του οποίου ο ελιγμός περιλάμβανε επίθεση κατά μέτωπο για διάνοιξη της στενωπού του Ρούπελ, υπέρβαση της Κερκίνης με ορεινούς σχηματισμούς, με παράλληλη ενέργεια παράκαμψης ολόκληρης της τοποθεσίας συνόρων διά του άξονα Στρούμνιτσα-Κωστουρίνο-Θεσσαλονίκη.[εκκρεμεί παραπομπή]
Από την πλευρά των Γερμανών στο Ρούπελ ενεργεί το εμπειροπόλεμο από τις μάχες της Γραμμής Μαζινό, 125ο Σύνταγμα Πεζικού, μαζί με το 1ο Τάγμα του 100ου Συντάγματος Ορεινών Κυνηγών, με αποστολή να εξουδετερώσουν την άμυνα των οχυρών και να καταλάβουν τη γέφυρα του Στρυμόνα. Η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών άρχισε την 05:15 της 6ης Απριλίου 1941 με σφοδρό βομβαρδισμό του πυροβολικού με βλήματα διαφόρων διαμετρημάτων, και από τις 06:00 και με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης (Στούκας), τα οποία αναπτυγμένα σε σχηματισμούς έριχναν βόμβες.[εκκρεμεί παραπομπή]
Με την έναρξη της επίθεσης των Στούκας, ένας γερμανικός ειδικός λόχος, με 18 λέμβους από καουτσούκ, εμφανίστηκε να πλέει στον Στρυμόνα ποταμό. Η προπομπός ομάδα, αποτελούμενη από τρεις λέμβους, καθηλώθηκε σε προτοποθετημένο συρματόπλεγμα. Τα πληρώματα προσπάθησαν να απεμπλέξουν τις βάρκες, αλλά βαλλόμενοι από τα οχυρά Ουσίτα και Παλιουριώνες φονεύθηκαν ή πνίγηκαν. Οι ελάχιστοι που διασώθηκαν, κατόρθωσαν κολυμπώντας να συνενωθούν με τα προχωρημένα στοιχεία του 1ου Τάγματος, το οποίο, αφού πέρασε τον Μπίστριτσα ποταμό από τους πόρους, αναπτύχθηκε σε ευρύ μέτωπο. Ο λόχος δεξιά του Τάγματος κινήθηκε κατά μήκος της στενωπού και μόλις βρέθηκε κάτω από το οχυρό Ουσίτα, δέχθηκε καταιγισμό πυρών από το Οχυρό και καθηλώθηκε με σοβαρές απώλειες. Την ίδια εξέλιξη είχε και η επίθεση του υπόλοιπου Τάγματος (3 λόχοι κατά του οχυρού Ουσίτας). Με την έλευση του σκότους αποσύρθηκαν στις θέσεις εξόρμησης (στα υψώματα ανατολικά του Προμαχώνα).[εκκρεμεί παραπομπή]
Στον αριστερό τομέα του Συγκροτήματος (2ο-3ο Τάγμα), τμήμα του Συγκροτήματος αιφνιδίασε τη Διμοιρία Προκάλυψης και κατέλαβε άθικτη τη γέφυρα Μπίστριτσα, η οποία καταστράφηκε αργότερα από τα πυρά του πυροβολικού. Τα τμήματα του Συγκροτήματος, αφού πέρασαν τον Μπίστριτσα ποταμό, κινήθηκαν προς τα νότια και το 2ο Τάγμα κατόρθωσε να καταλάβει το ύψωμα 354 (Χαλάσματα) και να προετοιμαστεί για την εισχώρηση προς τα ανατολικά. Μετά την κατάληψη του υψώματος 354, το 3ο Τάγμα αναπτύχθηκε στα δεξιά και άρχισε την επίθεση κατά των υψωμάτων Νέοι-Ανατ. Προφήτες. Παρά τις επίμονες προσπάθειες των Γερμανών, το Τάγμα δεν κατόρθωσε να καταλάβει στα οχυρά, υπέστη σοβαρές απώλειες και τις εσπερινές ώρες μετέπεσε σε κατάσταση άμυνας. Έτσι, έληξε η πρώτη ημέρα της επίθεσης των Γερμανών εναντίον του Ρούπελ, με πολλές απώλειες για τον εχθρό. Ενώ όμως οι μετωπικές επιθέσεις κατά του Συγκροτήματος Ρούπελ αποκρούσθηκαν, στο άκρο δεξιά το 2ο Τάγμα, μετά την κατάληψη του υψώματος 354 στις 06:30, επιχείρησε βαθιά διείσδυση μεταξύ των οχυρών Ρούπελ και Καρατάς και εκμεταλλευόμενο τις βαθιές χαραδρώσεις, κατόρθωσε μέχρι το απόγευμα να καταλάβει το χωριό Κλειδί και το υπερκείμενο ύψωμα Τσούκα.[εκκρεμεί παραπομπή]
Στα οχυρά Καρατάς και Κάλης, η εχθρική δράση περιορίστηκε σε βομβαρδισμό πυροβολικού και αεροπορίας κατά διαστήματα εντός της ημέρας. Η επίθεση του 100ού Τάγματος κατά του οχυρού Παλιουριώνες είχε την ίδια εξέλιξη, όπως και η επίθεση κατά του Ρούπελ, ενώ στα υπόλοιπα οχυρά Κερκίνης (Ιστίμπεη-Κελκαγιά-Αρπαλούκι), οι Γερμανοί κατόρθωσαν να επικαθήσουν σε αυτά. Κατά τη 2η ημέρα (7 Απριλίου), συνεχίστηκε η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών, ενώ παράλληλα η Γερμανική Διοίκηση έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο παράκαμψης των οχυρών από την κοιλάδα του Στρούμνιτσα ποταμού. Το βράδυ της 7ης Απριλίου, η 2η Τεθωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία έφθασε στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στην περιοχή της λίμνης Δοϊράνης. Κατά την 3η ημέρα (8 Απριλίου), παρά την σφοδρή επιθετική προσπάθεια σε όλο το μέτωπο και ιδιαίτερα εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες, τα οχυρά έμειναν ανέπαφα. Οι απώλειες των Γερμανών ήταν πολλές. Τα τμήματα, που διείσδυσαν την προηγούμενη νύχτα από τις χαραδρώσεις του υψώματος Νικάκι συγκεντρώθηκαν στο χωριό Κλειδί και το απόγευμα ο διοικητής του τάγματος με τα υπόλοιπα των δύο λόχων, συγκεντρώθηκαν στο ύψωμα Τούμπα.[εκκρεμεί παραπομπή]
Κατά την 4η ημέρα (9 Απριλίου), οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν κυρίως εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες. Στις 17:00, Γερμανοί κήρυκες, γνωρίζοντας ότι είχε υπογραφεί στη Θεσσαλονίκη η συνθηκολόγηση, ήρθαν στο Ρούπελ και ζήτησαν την παράδοση του οχυρού. Τελικά, η παράδοση του Ρούπελ έγινε την επομένη 10 Απριλίου, στις 06:00, αφού ο διοικητής έλαβε διαταγή κατάπαυσης του πυρός από το Γενικό Στρατηγείο.[5]Ο Γερμανός συνταγματάρχης που παρέλαβε το οχυρό Ρούπελ, έδωσε συγχαρητήρια στον διοικητή και εξέφρασε τον θαυμασμό και την εκτίμησή του για την αντίσταση και τον ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών. Κάποια πολυβολεία συνέχισαν να μάχονται παρά την συνθηκολόγηση που έγινε, όπως στο πολυβολείο Π8 με τον επικεφαλής Δημήτριο Ίτσιο, ο οποίος σκοτώθηκε όταν εξόρμησε από το πολυβολείο Π8 με μια αραβίδα.[6]