Bristol Buckingham | |
---|---|
Το Bristol Type 163 Buckingham | |
Τύπος | βομβαρδιστικό / μεταγωγικό |
Κατασκευαστής | Bristol Aeroplane Company |
Χώρα προέλευσης | Ηνωμένο Βασίλειο |
Παρθενική πτήση | 4 Φεβρουαρίου 1943 |
Κύριος χειριστής | RAF |
Παραγωγή | 1943-1945 |
Μονάδες που παρήχθησαν | 119 |
Παραλλαγές | Bristol Brigand Bristol Buckmaster |
To Bristol Type 163 Buckingham ήταν βρετανικό δικινητήριο μέσο βομβαρδιστικό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Παρήχθη σε πολύ μικρούς αριθμούς και αξιοποιήθηκε κυρίως σαν ταχύ μεταφορικό ή σαν εκπαιδευτικό.
Το 1939 η Bristol πρότεινε την ανάπτυξη ενός βομβαρδιστικού με βάση το Beaufighter, που θα προωθούνταν από δύο κινητήρες Hercules. Εκείνη την περίοδο ο σχεδιασμός προέβλεπε την προμήθεια μέσων βομβαρδιστικών από τις ΗΠΑ προκειμένου η βρετανική βιομηχανία να μπορέσει να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη και την παραγωγή βαρέων τύπων. Παρόλα αυτά είχε ζητηθεί η ανάπτυξη ενός αεροσκάφους αυτής της κλάσης εγχώρια, κατά προτίμηση με βάση κάποιο υπάρχον αεροσκάφος, κάτι που πρακτικά σήμαινε με βάση το Beaufighter ή το Beaufort. Η Bristol ονόμασε αρχικά το νέο αεροσκάφος Bristol Type 161 και αργότερα Type 162 Beaumont.[1] Το Υπουργείο Αεροπορίας ζητούσε βάσει της απαίτησης Β/7/40 την ανάπτυξη ενός μέσου βομβαρδιστικού που θα αντικαθιστούσε το Blenheim. Το Beaumont κάλυπτε τις ανάγκες με αποτέλεσμα να δοθεί στην εταιρεία παραγγελία για την ολοκλήρωση τριών πρωτοτύπων. Η άτρακτος και το ουραίο των αεροσκαφών αυτών προέρχονταν από το Beaufighter ενώ το εμπρόσθιο και το κεντρικό μέρος της ατράκτου ήταν νέας σχεδίασης. Αμυντική προστασία παρείχαν δύο πυργίσκοι πολυβόλων.
Η ανάπτυξη των πρωτοτύπων ξεκίνησε στα τέλη του 1940, όμως λόγω των αλλαγών των απαιτήσεων και της ανάγκης για ανώτερες επιδόσεις κατέστη σύντομα σαφές ότι το Beaumont θα ήταν ανεπαρκές. Προκειμένου να μπορεί το αεροσκάφος να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα η κατασκευάστρια το επανασχεδίασε προκειμένου να μπορεί να χρησιμοποιεί τους κινητήρες Bristol Centaurus.[1] Πλέον το αεροσκάφος, που διέθετε επίσης μεγαλύτερες πτέρυγες, ονομάζονταν Type 163 Buckingham.[1] Διέθετε οπλισμό στο ρύγχος[2] καθώς και σε πυργίσκους στο πάνω και το κάτω μέρος της ατράκτου. Ο πλοηγός/βομβαρδιστής κάθονταν σε κοιλιακή γόνδολα στο μέσο της ατράκτου.[3] Το αεροσκάφος πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 4 Φεβρουαρίου 1944[4] αλλά κατά την διάρκεια των δοκιμών παρουσίασε προβλήματα ευστάθειας με αποτέλεσμα να γίνουν διάφορες αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της τοποθέτησης μεγαλύτερων κάθετων ουραίων.[3]
Όταν ξεκίνησε η παραγωγή, οι επιχειρησιακές ανάγκες ήταν ήδη διαφορετικές. Τα Buckingham ήταν ακατάλληλα για αποστολές στο θέατρο επιχειρήσεων της Ευρώπης. Τον Ιανουάριο του 1944 αποφασίστηκε να σταλούν σε άλλα μέτωπα προς αντικατάσταση των παλαιότερων Vickers Wellington.[5] Τα αεροσκάφη ήταν προβληματικά ως προς τον χειρισμό με συνέπεια τον Αύγουστο του 1944 να διακοπεί η ανάπτυξή τους.[6] Προκειμένου να μείνουν οι γραμμές παραγωγής ανοικτές, αποφασίστηκε η συνέχιση της κατασκευής τους για ένα διάστημα, αλλά για χρήση σε άλλους ρόλους. Τελικά μόνο 54 ολοκληρώθηκαν ως βομβαρδιστικά, ενώ από τα εναπομείναντα πολλά μετατράπηκαν σε ταχέα μεταφορικά, χωρίς αμυντικό οπλισμό. Η χρήση τους ήταν πολύ περιορισμένη.[3] Άλλα 65 ολοκληρώθηκαν σαν εκπαιδευτικά με την ονομασία Buckmaster[7][8] και παρέμειναν σε υπηρεσία με την RAF σε αυτό τον ρόλο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950.[3]