Zyklon B (ελλ.:Κυκλώνας Β), ήταν παρασιτοκτόνο, (φθειροκτόνο) αέριο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τη Ναζιστική Γερμανία για την δολοφονία των κρατουμένων (θάλαμοι αερίων) στα στρατόπεδα εξόντωσης.
Το προϊόν αρχικά κατασκευάσθηκε ως εντομοκτόνο. Ήταν εφεύρεση του Γερμανοεβραίου χημικού Φριτς Χάμπερ (Fritz Haber, βραβείο Νόμπελ Χημείας 1918), ο οποίος έφυγε από τη Γερμανία αμέσως μετά την άνοδο στην εξουσία του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος το 1933. Ως χημικό αποτελείτο από υδροκυάνιο (Blausäure στα γερμανικά, από όπου προκύπτει και το "Β" στην ονομασία του προϊόντος), ένα υλικό σταθεροποίησης, μια ουσία με ισχυρή οσμή (για λόγους προειδοποίησης) και ένα έκδοχο (συνήθως Γη διατόμων ή γέλη (ζελέ) ενώσεων του πυριτίου). Το τελικό προϊόν είχε τη μορφή μικρών κρυσταλλικών ακανόνιστων σφαιριδίων. Επειδή όταν ερχόταν σε επαφή με τον ατμοσφαιρικό αέρα, απελευθέρωνε αέριο υδροκυάνιο, φυλασσόταν σε μεταλλικά αεροστεγή δοχεία.
Αρχικά κατασκευάσθηκε από τη γερμανική Κοινοπραξία TESCH (Τεχνική Επιτροπή καταπολέμησης των παρασίτων) στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για απολυμαντική χρήση σε ρουχισμό, οχήματα μεταφοράς κτλ. Το προϊόν χρησιμοποιήθηκε διεθνώς (το 1929 χρησιμοποιήθηκε στις ΗΠΑ για την απολύμανση των βαγονιών που μετέφεραν μετανάστες από το Μεξικό).
Κατά το διάστημα του Μεσοπολέμου η TESCH μετεξελίχθηκε σε DEGESCH, κοινοπραξία στην οποία συμμετείχαν αρκετές γερμανικές εταιρείες κατασκευής χημικών, οι οποίες, βαθμιαία στη δεκαετία του 1920, πώλησαν τα δικαιώματα κατασκευής στον γερμανικής προέλευσης πολυεθνικό κολοσσό Degussa (από το 2007 μετονομάσθηκε σε Evonik). Η Degussa δεν ήταν ο κατασκευαστής του Κυκλώνα Β, κατείχε, όμως, την πατέντα κατασκευής του, όπως και πολλών άλλων χημικών προϊόντων. Την κατασκευή εκχώρησε στην εταιρεία Dessauer, η οποία κατασκεύαζε το υδροκυάνιο από κατάλοιπα της βιομηχανίας ζαχάρεως και προμηθευόταν το σταθεροποιητή από την IG Farben και την ουσία προειδοποίησης από την Schering AG. Όταν οι Ναζί αποφάσισαν τη χρήση του ως χημικού για τους θαλάμους αερίων, η χρήση της ουσίας προειδοποίησης απαγορεύθηκε και η συσκευασία έφερε την ένδειξη "ohne Warnstoff" (άοσμο).[1]
Αρχικά στους θαλάμους αερίων για τη μαζική εξόντωση κρατουμένων - κυρίως Εβραίων - στην Επιχείρηση Ράινχαρντ χρησιμοποιήθηκε το μονοξείδιο του άνθρακα. Επειδή η μέθοδος δεν ήταν, σύμφωνα με τα "πειράματα" ιδιαίτερα αποτελεσματική, επειδή οι κρατούμενοι δεν πέθαιναν αρκετά γρήγορα, δοκιμάσθηκε ο Κυκλώνας Β και, στις 3 Σεπτεμβρίου 1941 έγινε η πρώτη δοκιμή στο Στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς σε εξακόσιους σοβιετικούς κρατουμένους[2] (αν και είχε δοκιμασθεί με επιτυχία ήδη από το 1940 στο Στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ). Τα αποτελέσματα κρίθηκαν ικανοποιητικά και η χρήση του Κυκλώνα Β διαδόθηκε σε όλα τα στρατόπεδα. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκε στα στρατόπεδα Νοϊενγκάμμε, Μαϊντάνεκ, Τρέμπλινκα, Ζάξενχάουζεν, Γκρος Ρόζεν, Άουσβιτς, Ράβενσμπρικ, Στρούτχοφ και Μπούχενβαλντ[3].
Ο τρόπος χρήσης του ήταν ο εξής: Οι προς εξόντωση κρατούμενοι μεταφέρονταν σε ένα μεγάλο θάλαμο, συνήθως με το πρόσχημα ότι θα έκαναν ντους (γι' αυτό και έμπαιναν γυμνοί). Ο θάλαμος διέθετε, κοντά στην οροφή, μεγάλους αεραγωγούς, ενώ οι θύρες του έκλειναν αεροστεγώς - φυσικά δεν διέθετε παράθυρα. Όταν ο θάλαμος γέμιζε με κρατούμενους, στους αεραγωγούς ελευθερώνονταν τα σφαιρίδια του Κυκλώνα[4], τα οποία απελευθέρωναν το υδροκυάνιο. Σύμφωνα με την κατάθεση του Διοικητή του Άουσβιτς Ρούντολφ Ες, σε είκοσι περίπου λεπτά είχαν αποβιώσει όλοι οι έγκλειστοι. Σχεδόν αμέσως πέθαιναν μόνον όσοι στέκονταν κοντά στους αεραγωγούς.[5] Το υδροκυάνιο σχημάτιζε κυανούς λεκέδες στους τοίχους του θαλάμου (λόγω σχηματισμού σιδηροκυανιούχου σιδήρου) Fe4[Fe(CN)6] με χαρακτηριστικό χρώμα που λέγεται Πρωσσικό μπλε, οι οποίοι είναι ορατοί ακόμη και σήμερα.[6] Κατόπιν άνοιγαν οι θύρες και, με τη βοήθεια των αεραγωγών, ο θάλαμος αεριζόταν ώστε να είναι δυνατή η είσοδος της ομάδας αποκομιδής των σορών.