Άντον Φόκερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 6 Απριλίου 1890[1][2][3] Ιάβα |
Θάνατος | 23 Δεκεμβρίου 1939[1][2][3] Νέα Υόρκη[4] |
Αιτία θανάτου | μηνιγγίτιδα |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | Westerveld[5] |
Κατοικία | Κεντίρι Χάαρλεμ |
Παρατσούκλι | le Hollandais volant |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο των Κάτω Χωρών Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Γερμανικό Ράιχ |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Ολλανδικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ολλανδικά[6] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μηχανικός αεροδιαστημικής μηχανικός καινοτόμος επιχειρηματίας military flight engineer αεροπόρος[7] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Sophie Marie Elisabeth von Morgen (από 1919)[8] Violet Eastman (από 1927)[8] |
Τέκνα | Johan Pieter Fokker |
Συγγενείς | Timon Henricus Fokker (πρωτοξάδερφος) |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Πάνθεον της Εθνικής Αεροπορίας (1980)[9] Aviation Hall of Fame and Museum of New Jersey |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Άντον Χέρμαν Χέραρντ Φόκ(κ)ερ (Anton Herman Gerard Fokker, 6 Απριλίου 1890 – 23 Δεκεμβρίου 1939), γνωστός και με την αγγλική μορφή του ονόματός του ως Άντονυ (ή και Τόνυ) Φόκερ (Anthony Fokker), ήταν Ολλανδός πρωτοπόρος αεροπόρος, εφευρέτης και κατασκευαστής αεροσκαφών. Είναι γνωστότερος για τα ποικίλα μαχητικά αεροσκάφη που κατασκεύαζε στη Γερμανία κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (μονοπλάνα, διπλάνα και τριπλάνα).
Μετά την απαγόρευση από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών στη Γερμανία να παράγει αεροπλάνα, ο Φόκερ μετέφερε την επιχειρηματική του δραστηριότητα στην Ολλανδία. Εκεί δημιούργησε μερικά επιτυχημένα μοντέλα αεροπλάνων, με κυριότερο το τρικινητήριο επιβατικό Fokker F.VII.
Ο Φόκερ γεννήθηκε στο Μπλιτάρ[10] της σημερινής Ινδονησίας (τότε ανήκε στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες) και ήταν γιος του Χέρμαν Φόκερ, ενός Ολλανδού ιδιοκτήτη φυτείας καφέ. Με τον Φόκερ να είναι τεσσάρων ετών, η οικογένεια επέστρεψε στην Ολλανδία και εγκαταστάθηκε στο Χάαρλεμ, για να παράσχει στον Άντον και στη μεγαλύτερη αδελφή του Τόος μια καλύτερη εκπαίδευση.
Ο Φόκερ δεν ήταν πάντως μελετηρός μαθητής και δεν ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του. Ωστόσο έδειξε από νωρίς ενδιαφέρον για τη μηχανική και προτιμούσε να κατασκευάζει πράγματα αντί να διαβάζει. Αφιέρωσε αρκετή προσπάθεια στην ανάπτυξη ενός ελαστικού αυτοκινήτου που δεν θα τρυπιόταν.
Το αρχικό ενδιαφέρον του Φόκερ για την πτήση προήλθε από τις πτήσεις επιδείξεως του Γουίλμπουρ Ράιτ στη Γαλλία το 1908. Το 1910, σε ηλικία 20 ετών, Ο Φόκερ στάλθηκε από τον πατέρα του στη Γερμανία για να εκπαιδευθεί ως μηχανικός αυτοκινήτων στην Τεχνική Σχολή του Μπίνγκεν, αλλά το ενδιαφέρον του βρισκόταν στην πτήση, οπότε μετεγγράφηκε στην Erste deutsche Automobil-Fachschule, στο Μάιντς.[11] Το ίδιο έτος κατασκεύασε το πρώτο αεροπλάνο του, το «de Spin» (= «η αράχνη»), το πρωτότυπο του οποίου καταστράφηκε από τον συνεταίρο του, που το έριξε πάνω σε ένα δέντρο.[12] Πήρε το δίπλωμα του πιλότου με το δεύτερο «de Spin», που σύντομα καταστράφηκε και αυτο από τον συνεταίρο του, κάτι που έκανε τον Φόκερ να τερματίσει τη συνεργασία τους.[13] Στη χώρα του ο Φόκερ έγινε γνωστός όταν πέταξε γύρω από τον πύργο του ναού Γκρότε Κερκ στο κέντρο του Χάαρλεμ[14] την 1η Σεπτεμβρίου 1911 με την τρίτη εκδοχή της «Αράχνης».[15] Μία ημέρα νωρίτερα, την ημέρα των Γενεθλίων της Βασίλισσας (Koninginnedag, δημόσια αργία), ο Φοκερ είχε εκμεταλλευθεί την ευκαιρία για να πραγματοποιήσει δυο-τρεις ακόμα πτήσεις επιδείξεως στην πόλη με το ίδιο αεροσκάφος.
Το 1912 ο Φόκερ εγκαταστάθηκε στο Γιοχάνισταλ, κοντά στο Βερολίνο, όπου ίδρυσε την πρώτη δική του εταιρεία, τη Fokker Aeroplanbau. Τα επόμενα χρόνια κατασκεύασε μια ποικιλία μοντέλων αεροσκαφών και μετεγκατέστησε το εργοστάσιό του στο Σβερίν, όπου μετονομάσθηκε σε Fokker Flugzeugwerke GmbH.
Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου το εργοστάσιο επιτάχθηκε από τις γερμανικές αρχές. Ο Φόκερ όμως παρέμεινε ως διευθυντής και θεωρείται σχεδιαστής πολλών αεροσκαφών για λογαριασμό της τότε «Αυτοκρατορικής Γερμανικής Στρατιωτικής Αεροϋπηρεσίας» (Luftstreitkräfte). Μεταξύ αυτών ήσαν το Fokker Eindecker και το Fokker Dr.I, το τριπλάνο που έγινε διάσημο από τον θρυλικό πιλότο Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν (γνωστό ως «Κόκκινο Βαρόνο»). Συνολικά η εταιρεία του παρέδωσε περί τα 700 στρατιωτικά αεροπλάνα στις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, ενώ προμήθευσε και άλλα στην Αυστροουγγαρία.
Ο Φόκερ ήταν ο ίδιος ικανός πιλότος, εκτελώντας πτήσεις επιδείξεως αεροσκαφών του σε πολλές περιπτώσεις.[16] Στις 13 Ιουνίου 1915 επέδειξε το νέο μονοπλάνο Eindecker στο Stenay της Γαλλίας, ενώπιον του διαδόχου πρίγκιπα Γουλιέλμου και άλλων προσωπικοτήτων. Ο Φόκερ συνεργάσθηκε σε αυτό στενά με έναν φτασμένο στρατιωτικό πιλότο, τον Otto Parschau. Ο Μαξ Ίμελμαν, αργότερα «ιπτάμενος άσος» με το Eindecker, σχολίασε σε μια επιστολή γραμμένη στις 25 Ιουνίου 1915 σχετικά αυτή την επίδειξη[16]: «Ο Φόκερ, ιδιαιτέρως, μας εξέπληξε με την επιδεξιότητά του.»
Ο συγγραφέας A.R. Weyl γράφει ότι, αν και ο Φόκερ ήταν ταλαντούχος και τολμηρός πιλότος, ως βιομήχανος μειονεκτούσε. Δεν εμπιστευόταν τους πτυχιούχους μηχανικούς αεροσκαφών και παραπονιόταν για τη γερμανική επιμονή να διεξάγει αυστηρά δομικά τεστ για να εξασφαλίζει το αξιόμαχο νέων μοντέλων αεροσκαφών. Κάποιες φορές ήταν πολύ αναίσθητος, όπως όταν κακομίλησε στον ετοιμοθάνατο σχεδιαστή του Martin Kreuzer στις 27 Ιουνίου 1916, αμέσως μετά τη συντριβή του τελευταίου με το νέο μοντέλο Fokker D.I εξαιτίας εμπλοκής του πηδαλίου. Διάδοχος του Kreuzer ως βασικός σχεδιαστής μαζί με τον ίδιο τον Φόκερ υπήρξε ο Ράινχολντ Πλατς.
Από την άλλη, ο Φόκερ ήταν μια χαρισματική και δημοφιλής προσωπικότητα για τους κανονικούς στρατιωτικούς πιλότους και μπορούσε να εμπνεύσει ενθουσιασμό ακόμα και σε ανώτερους αξιωματικούς. Αυτό το χάρισμα του επέτρεψε να επιβιώσει από την πρώτη σοβαρή κρίση της σταδιοδρομίας του, όταν τα νέα του τριπλάνα του τύπου Fokker Dr.I άρχισαν να έχουν συχνά αιφνίδια και μοιραία ατυχήματα στα τέλη του 1917 και το μοντέλο έπαυσε να χρησιμοποιείται προσωρινά ως «υπερβολικά επικίνδυνο»: Οι επάνω πτέρυγες ξηλώνονταν σε αεροβατικούς ελιγμούς και ακόμα και ο άσος Λόταρ φον Ριχτχόφεν (αδελφός του Μάνφρεντ) ήταν τυχερός που επέζησε από μια σχετική συντριβή. Ο Φόκερ μπόρεσε να αποδείξει ότι δεν έφταιγε ο βασικός σχεδιασμός, αλλά η γερμανική στρατιωτική εξεταστική επιτροπή συμπέρανε ότι η κακή κατασκευή εξαιτίας ανεπαρκούς επιβλέψεως και ανεπαρκών έλεγχων ποιότητας στο εργοστάσιο του Φόκερ ήταν τα αίτια. Ο Φόκερ έλαβε μια στεγνή προειδοποίηση για τη μελλοντική παραγωγή του. Το ίδιο «σενάριο» επαναλήφθηκε μερικούς μήνες αργότερα με την εισαγωγή του μονοπλάνου E.V/D.VIII στα μέσα του 1918: η πτέρυγα έσπαζε σε υψηλές ταχύτητες.
Ο Φόκερ πιστώνεται συχνά με την εφεύρεση του μηχανισμού συγχρονισμού[17] ή «συγχρονιστή όπλων», που επέτρεπε στα πολεμικά αεροσκάφη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου να πυροβολούν με το πολυβόλο διαμέσου του περιστρεφόμενου μπροστινού έλικα. Ο ρόλος του σε αυτή την εφεύρεση ήταν σημαντικός, αλλά είχαν προϋπάρξει κάποιες σημαντικές συνεισφορές άλλων.[16] Επίσης η ιστορία της συλλήψεως του σχεδίου, της αναπτύξεως και της εγκαταστάσεως ενός τέτοιου μηχανισμού μέσα σε 48 ώρες (που πρωτογράφτηκε σε εγκεκριμένη βιογραφία του Φόκερ το 1929) έχει αποδειχθεί ψευδής. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν μια περίοδο αναπτύξεως αρκετών μηνών.[16] Επιπλέον, υπήρχαν πατέντες πολύ παρόμοιας διατάξεως στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Αυστροουγγαρία ήδη από το 1910. Ο ιδιοκτήτης μιας από αυτές, ο Φραντς Σνάιντερ (Franz Schneider) και η εταιρεία του LVG, υπέβαλαν αργότερα μήνυση κατά του Φόκερ στα γερμανικά δικαστήρια και κέρδισαν την υπόθεση.
Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών ήταν πράγματι ο μηχανισμός ελέγχου με ράβδο ωθήσεως του Φόκερ (Gestängesteuerung). Η ενσωμάτωσή του στο μοντέλο Eindecker και η χρήση του οδήγησαν σε μία φάση γερμανικής υπεροχής στον εναέριο πόλεμο το 1915-1916, που έμεινε γνωστή ως «Μάστιγα του Φόκερ» («Fokker Scourge», όρος που επενόησε ο βρετανικός τύπος).[17] Παρά το σοκ που προκάλεσαν στον εχθρό, οι πρώτοι τέτοιοι μηχανισμοί παρέμειναν αναξιόπιστοι. Οι «ιπτάμενοι άσοι» Όσβαλντ Μπέλκε και Μαξ Ίμελμαν επέζησαν από απώλεια των ελίκων που προκλήθηκε από ατελή λειτουργία του μηχανισμού, ενώ και ο τελικός θάνατος του Ίμελμαν σε αερομαχία οφειλόταν πιθανότατα στον ίδιο λόγο.
Μετά το τέλος του πολέμου, οι όροι της Συνθήκης των Βερσαλλιών απαγόρευσαν στη Γερμανία να κατασκευάζει οποιονδήποτε τύπο αεροσκάφους, ακόμα και μηχανής αεροσκάφους. Ιδιαιτέρως μάλιστα η συνθήκη ανέφερε ονομαστικά το μοντέλο Fokker D.VII (όλα τα Fokker D.VII έπρεπε να καταστραφούν ή να κατασχεθούν). Έτσι το 1919 ο Φόκερ επέστρεψε στην Ολλανδία και ίδρυσε μια νέα εταιρεία παραγωγής αεροσκαφών, τη Nederlandse Vliegtuigenfabriek («Ολλανδικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών»), πρόδρομο της Εταιρείας Αεροσκαφών Fokker. Παρά τους αυστηρούς όρους αφοπλισμού, ο Φόκερ δεν επέστρεψε με άδεια χέρια: κατόρθωσε να φυγαδεύσει το ισοδύναμο 6 φορτηγών τρένων (350 βαγόνια) με Fokker D.VII και Fokker C.I (συνολικά 220 αεροσκάφη), αλλά και εξαρτήματα (περισσότερους από 400 κινητήρες) λαθραία από τα γερμανο-ολλανδικά σύνορα. Αυτό το αρχικό στοκ τού επέτρεψε να αρχίσει γρήγορα την επιχείρησή του, αλλά επικεντρώθηκε πλέον στα μη στρατιωτικά αεροσκάφη, με πολύ επιτυχημένο το επιβατικό Fokker F.VII με τρεις κινητήρες.
Στις 25 Μαρτίου 1919 ο Φόκερ νυμφεύθηκε τη Σοφί Μαρί Ελίζαμπετ φον Μόργκενλαντ στο Χάαρλεμ. Αυτός ο γάμος έληξε με διαζύγιο το 1923. Το 1927 τέλεσε έναν δεύτερο γάμο, νυμφευόμενος την Καναδή Βάιολετ Ήστμαν (Violet Eastman) στη Νέα Υόρκη. Στις 8 Φεβρουαρίου 1929 η Βάιολετ σκοτώθηκε από πτώση από το παράθυρο της ξενοδοχειακής σουίτας τους. Η αρχική αναφορά της αστυνομίας έγραφε ότι επρόκειτο για αυτοκτονία, που τροποποιήθηκε αργότερα σε «ίλιγγο» μετά από απαίτηση ανθρώπων του συζύγου της. Για το θέμα των γάμων του, ο Φόκερ έγραψε: «Πάντοτε καταλάβαινα τα αεροπλάνα πολύ καλύτερα από ό,τι τις γυναίκες. Είχα κάποιες ακόμη ερωτικές ιστορίες στη ζωή μου και όλες έληξαν όπως ακριβώς η πρώτη, στα αλήθεια, επειδή νόμιζα πως δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να είναι πιο σημαντικό από τα αεροπλάνα μου... Τώρα έχω μάθει, δια της πικράς εμπειρίας, ότι πρέπει να δίνεις κι εκεί κάτι... στον έρωτα πρέπει να χρησιμοποιείς το μυαλό σου τόσο πολύ όσο και στις επιχειρήσεις, και ίσως ακόμη περισσότερο».[18]
Το 1926 ή το 1927 ο Φόκερ εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Εκεί ίδρυσε το βορειοαμερικανικό παράρτημα της εταιρείας του, την «Atlantic Aircraft». Αργότερα πήρε και την αμερικανική υπηκοότητα.
Το αεροσκάφος του «Josephine Ford» (από το όνομα της εγγονής του βιομηχάνου αυτοκινήτων Χένρυ Φορντ), τύπου Fokker F.VII, πέταξε πάνω (ή σχεδόν πάνω) από τον Βόρειο Πόλο με τους Ρίτσαρντ Μπερντ και Φλόυντ Μπένετ στις 9 Μαΐου 1926.
Το 1931 ο Φόκερ πώλησε το εργοστάσιο του στις ΗΠΑ στην General Motors, οπότε κατέστη ο Τομέας Γενικής Αεροπορίας της εταιρείας αυτής.
Το 1934 ο συγγραφέας και μηχανικός αεροσκαφών Νέβιλ Σιούτ διαπραγματεύθηκε με τον Φόκερ για συνεργασία με την αγγλική Airspeed Ltd. Καθώς γράφει, τον βρήκε «φιλικό, καπάτσο και πρόθυμο να βοηθήσει», αλλά δύσκολο στις συναντήσεις, καθώς «η προσωπική του ζωή ήταν ακανόνιστη». Εργαζόταν «όλες τις ώρες και σε απίθανα μέρη». Συχνά «ο πολύ άξιος νομικός του σύμβουλος και η γραμματέας του δεν ήταν σε θέση να μας πουν πού βρισκόταν». Κατά τον Σιούτ, «ήξερε καλά να διαλέγει συνεργάτες» και «είχε ένα αποτελεσματικότατο προσωπικό Ολλανδών και πρώην Γερμανών».[19]
Ο Άντον Φόκερ πέθανε σε ηλικία 49 ετών στη Νέα Υόρκη από μηνιγγίτιδα που προκλήθηκε από πνευμονιόκοκκο.[20] Το 1940 η τέφρα του μεταφέρθηκε στο Κοιμητήριο Βέστερφελντ στο Driehuis, προάστιο του Χάαρλεμ της Ολλανδίας, όπου εναποτέθηκε στον οικογενειακό τάφο.
Το παρατσούκλι του Φόκερ ήταν, προβλέψιμα, «ο Ιπτάμενος Ολλανδός».[21] Στην ταινία του 1971 Von Richthofen and Brown ο ρόλος του παίχθηκε από τον ηθοποιό Hurd Hatfield. Ο χαρακτήρας «Roy Fokker» στην ιαπωνική σειρά κινούμενων σχεδίων Macross ονομάσθηκε έτσι προς τιμή του Άντονυ Φόκερ.