Έντουαρντ Σκίλεμπεκς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 12 Νοεμβρίου 1914[1][2][3] Αμβέρσα[4] |
Θάνατος | 23 Δεκεμβρίου 2009[5][1][2] Ναϊμέχεν[4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βέλγιο[4] |
Θρησκεία | Καθολικισμός |
Θρησκευτικό τάγμα | Τάγμα των Δομινικανών |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Ολλανδικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ολλανδικά[6][7] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Παρισιού St Joseph College, Turnhout |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | θεολόγος[8] διδάσκων πανεπιστημίου[9] συγγραφέας καθολικός ιερέας |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο Ράντμπουντ του Ναϊμέχεν (1958–1982)[9] |
Συγγενείς | Edward Leemans (κουνιάδος)[4] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | βραβείο Erasmus (1982)[4] Gouden Ganzenveer (1989) Επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Λαβάλ (1993)[10] επίτιμος διδάκτωρ του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβένης (1974)[4] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Έντουαρντ Κορνέλις Φλορέντιους Αλφόνσους Σκίλεμπεκς (Edward Cornelis Florentius Alfonsus Schillebeeckx, αγγλική προφορά: / skɪləbeɪks / SKIL-ə-bayks, Ολλανδικά: [sxɪləbeːks], 12 Νοεμβρίου, 1914 - 23 Δεκεμβρίου, 2009) ήταν Βέλγος ρωμαιοκαθολικός θεολόγος, που γεννήθηκε στην Αμβέρσα. Δίδαξε στο Καθολικό Πανεπιστήμιο του Ναϊμέχεν.
Ήταν μέλος του Δομινικανού Τάγματος. Τα βιβλία του για τη θεολογία έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και οι συνεισφορές του στη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού τον έκαναν γνωστό σε όλο τον κόσμο[11]. Είναι γνωστός για τη μελέτη παραδοσιακών θεολογικών θεμάτων στο φως του σύγχρονου κόσμου.[12]
Κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Συνόδου του Βατικανού, ο Σκίλεμπεκς ήταν ένας από τους πλέον δραστήριους θεολόγους. Συνέταξε διάφορες παρεμβάσεις στη σύνοδο εκ μέρους Ολλανδών επισκόπων, όπως ο Καρδινάλιος Μπέναρντ Γιαν Άλφρινκ και έδωσε διαλέξεις για πολλά συνέδρια επισκόπων στη Ρώμη. Λόγω του ότι ήταν ο «συγγραφέας-φάντασμα» της ποιμαντορικής επιστολής των Ολλανδών επισκόπων σχετικά με την επερχόμενη σύνοδο το 1961, θεωρήθηκε ύποπτος για αίρεση από τη Σύνοδο για το Δόγμα και την Πίστη, με επικεφαλής τον Καρδινάλιο Αλφρέντο Οτταβιάνι (πρόεδρο) και τον Σεβάστιαν Τρομπ (γραμματέα). Αυτή ήταν η πρώτη από τις τρεις περιπτώσεις στις οποίες ο Σκίλεμπεκς χρειάστηκε να υπερασπιστεί τις θεολογικές θέσεις του ενάντια στις κατηγορίες της ρωμαιοκαθολικής αρχής.
Το αποτέλεσμα ήταν να συντάξει ο Σκίλεμπεκς τα πλέον αρνητικά του σχόλια σχετικά με τα σχήματα που διαμορφώθηκαν από την Προπαρασκευαστική Θεολογική Επιτροπή (με επικεφαλής τον Οτταβιάνι) ανώνυμα. Αυτά τα ανώνυμα σχόλια σχετικά με τα θεολογικά σχήματα συζητήθηκαν στο Βατικανό ΙΙ,, και τα άρθρα που δημοσίευσε, επηρέασαν επίσης την ανάπτυξη των διαφόρων συνοδικών συνταγμάτων, όπως το '[Dei Verbum και το Lumen gentium. Θεωρείται εν γένει μέλος ενός κύματος ρωμαιοκαθολικών θεολόγων που βοήθησαν στην αναμόρφωση του Καθολικισμού κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνόδου[13]
Μέχρι τον θάνατό του έζησε στο Ναϊμέχεν, στην Ολλανδία, διδάσκοντας στο πανεπιστήμιο Ράντμπουντ μέχρι την συνταξιοδότησή του. Τού απονεμήθηκε το Βραβείο Erasmus το 1982[14], και (ως μόνος θεολόγος) το ολλανδικό πολιτιστικό βραβείο Γκούντεν Γκάνζενβηρ (Gouden Ganzenveer) το 1989[15].