Γεώργιος Παπαδόπουλος | |
---|---|
Πρωθυπουργός της Ελλάδας | |
Περίοδος 13 Δεκεμβρίου 1967 – 8 Οκτωβρίου 1973 | |
Αντιπρόεδρος | Στυλιανός Παττακός Δημήτριος Πατίλης Νικόλαος Μακαρέζος |
Πρωθυπουργός | Κυβέρνηση Γεωργίου Παπαδόπουλου 1967 |
Μονάρχης | Κωνσταντίνος Β΄ Γεώργιος Ζωιτάκης (Αντιβασιλέας) |
Προκάτοχος | Κωνσταντίνος Κόλλιας |
Διάδοχος | Σπύρος Μαρκεζίνης |
Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας | |
Περίοδος 1 Ιουνίου 1973 – 25 Νοεμβρίου 1973 | |
Αντιπρόεδρος | Οδυσσέας Αγγελής |
Πρωθυπουργός | ο ίδιος & Σπύρος Μαρκεζίνης |
Προκάτοχος | Κωνσταντίνος Β΄ (ως Βασιλιάς των Ελλήνων) |
Διάδοχος | Φαίδων Γκιζίκης |
Αντιβασιλέας της Ελλάδας | |
Περίοδος 21 Μαρτίου 1972 – 31 Μαΐου 1973 | |
Μονάρχης | Κωνσταντίνος Β΄ της Ελλάδας |
Προκάτοχος | Γεώργιος Ζωιτάκης |
Διάδοχος | Οδυσσέας Αγγελής (ως αντιπρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας) |
Υπουργός Εθνικής Άμυνας | |
Περίοδος 13 Δεκεμβρίου 1967 – 8 Οκτωβρίου 1973 | |
Πρωθυπουργός | ο ίδιος |
Προκάτοχος | Γρηγόριος Σπαντιδάκης |
Διάδοχος | Νικόλαος Εφέσιος |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 5 Μαΐου 1919Ελαιοχώρι Αχαΐας | ,
Θάνατος | 27 Ιουνίου 1999 (80 ετών) Αθήνα |
Εθνότητα | Ελληνική |
Υπηκοότητα | Ελληνική |
Πολιτικό κόμμα | Εθνική Πολιτική Ένωσις |
Σύζυγος |
|
Παιδιά | Χρήστος, Χρυσούλα, Υπερμαχεία |
Σπουδές | Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (1937–1940) |
Επάγγελμα | Στρατιωτικός |
Βραβεύσεις | Μεγαλόσταυρος του Σωτήρος Μεγαλόσταυρος του τάγματος της Τιμής |
Θρήσκευμα | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Υπογραφή | |
Στρατιωτική υπηρεσία | |
Πίστη | Βασίλειο της Ελλάδας |
Υπηρεσία/κλάδος | Στρατός Ξηράς Πυροβολικό |
Βαθμός | Ταξίαρχος καθαιρεθείς |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος (Ελαιοχώρι Αχαΐας, 5 Μαΐου 1919 - Αθήνα, 27 Ιουνίου 1999) ήταν Έλληνας δικτάτορας και αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού που ηγήθηκε του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου, με το οποίο ανέτρεψε την νόμιμη κυβέρνηση εγκαθιδρύοντας στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα, γνωστή και ως Χούντα των Συνταγματαρχών ή Επταετία. Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην χώρα, ακολούθησε η Δίκη των πρωταιτίων της Χούντας, όπου κρίθηκε ένοχος στάσης και εσχάτης προδοσίας για τη συμμετοχή του στο πραξικόπημα. Καταδικάστηκε σε θανατική ποινή, που αργότερα μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη με παρέμβαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ενώ καθαιρέθηκε και υποβιβάστηκε στρατιωτικά στον βαθμό του έφεδρου στρατιώτη.
Αν και αρχικά ορκίστηκε υπουργός Προεδρίας στην Κυβέρνηση Κόλλια, υπήρξε ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός της Χούντας ενώ μετά το Αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου ανέλαβε ο ίδιος την πρωθυπουργία και μερικά χρόνια αργότερα, το 1973, ορκίστηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Στην επίσημη προπαγανδιστική ρητορεία του χουντικού καθεστώτος αναφερόταν ως «Αρχηγός της Επανάστασης» και «Πρόεδρος της Εθνικής Κυβερνήσεως». Τον Νοέμβριο του 1973 ανατράπηκε από τον Δημήτριο Ιωαννίδη και τέθηκε σε περιορισμό.
Γεννήθηκε στο Ελαιοχώρι Αχαΐας και ήταν πρωτότοκος γιος του Χρήστου Παπαδόπουλου, δασκάλου, και της Χρυσούλας Παπαδοπούλου, κόρης του κτηματία Αλκιβιάδη ή Σταματίου Παπαδόπουλου.
Από την πλευρά του πατέρα του κατάγεται από το Καλούσι Αχαΐας και η απώτερη καταγωγή της οικογένειας του λέγεται ότι είναι ηπειρώτικη και ίσως από την περιοχή του Σουλίου. Προπάππους ήτανε ο ιερέας Αθανάσιος Σταμόπουλος όπου στο Καλούσι ήταν γνωστός σαν παπα-Θάνος. Παππούς του ήταν ο Γεώργιος Παπαθάνου ο οποίος μαζί με τα αδέρφια του άλλαξαν το επώνυμο τους εις μνήμην του γονιού τους. Ο πατέρας του Γεωργίου Παπαδόπουλου, Χρήστος, γεννημένος στο Καλούσι το 1886 και ο οποίος επέλεξε να μεταβάλει το επώνυμο του σε Παπαδόπουλος από Παπαθάνου, λόγω του επαγγέλματος σαν δημοδιδάσκαλος είχε μεταβεί στο Ελαιοχώρι όπου και γνώρισε την Χρυσούλα Παπαδοπούλου, μετέπειτα σύζυγό του.
Ο πατέρας του, Χρήστος, υπήρξε φίλος και πολιτικός υποστηρικτής του Γεωργίου Παπανδρέου, με τον οποίον είχαν φοιτήσει σαν συμμαθητές στο σχολαρχείο Χαλανδρίτσας.[1] Ο Στυλιανός Παττακός, καθώς και άλλοι, έχουν υποστηρίξει ότι ο Παπαδόπουλος ήταν βαφτισιμιός του Γεωργίου Παπανδρέου.
Αδέρφια του ήταν οι Κωνσταντίνος, Χαράλαμπος και Αθηνά, ενώ είχε και έναν ετεροθαλή αδελφό, τον Τάκη, από τον πρώτο γάμο της μητέρας του με τον Κωνσταντίνο Βαγενά, ο οποίος δεύτερος, σκοτώθηκε στους Βαλκανικούς Πολέμους.
Μεγάλωσε στο Ελαιοχώρι και εν συνεχεία, περί το 1930, εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στην Πάτρα, όπου και αποφοίτησε με άριστα από το Γ' Γυμνάσιο Πατρών.
Το 1937 εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε στις 10 Αυγούστου του 1940, ολοκληρώνοντας εσπευσμένα την τριετή φοίτησή του, λόγω της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου το '40.[2] Αν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ανέφερε δημόσια ότι αποφοίτησε πρώτος στη σειρά του, στην πραγματικότητα αποφοίτησε δέκατος.[3] Έλαβε μέρος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, όπου και παρασημοφορήθηκε.[4] Εν συνεχεία πραγματοποίησε σπουδές στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου ενώ τον Απρίλιο του 1941 εγγράφηκε στη σχολή πολιτικών μηχανικών του Πολυτεχνείου, χωρίς ωστόσο να αποφοιτήσει.
Έχει υποστηριχθεί από αρκετές πηγές χωρίς όμως να υπάρχουν ατράνταχτες αποδείξεις για αυτό, ότι υπήρξε μέλος των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Πάτρα υπό τη διοίκηση του Νικολάου Κουρκουλάκου, ισχυρισμός με τον οποίο όμως διαφωνεί ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου αλλά και ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης.[5][6][7] Υποστηρίζεται, επίσης, ότι κατά το τέλος της κατοχικής περιόδου, το 1943, εντάχθηκε στην «Οργάνωση Χ» του Γεωργίου Γρίβα, πληροφορία όμως, που δεν έχει αποδειχτεί κατά τον Καλλιβρετάκη.[5][8] Κατά τον Καλλιβρετάκη, που συμφωνεί με την άποψη του Φοίβου Γρηγοριάδη, κατά τη διάρκεια της κατοχής ο Παπαδόπουλος υπηρετούσε με πολιτικά στο επισιτιστικό γραφείο Πατρών προκειμένου να ωφελείται από τον κατοχικό μισθό χωρίς όμως να εκτίθεται με στρατιωτική στολή. Αυτό φαίνεται πως ήταν ένα μυστικό πού γνώριζε ο Κουρκουλάκος, διοικητής του 2ου ευζωνικού συντάγματος Πατρών την εποχή εκείνη, και εκβίασε με αυτό τον διορισμό του ως διοικητή της Αγροτικής Τράπεζας τον Φεβρουάριο του 1969.[9]
Έλαβε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο (1946-1949) και τιμήθηκε με χρυσό αριστείο ανδρείας, μετάλλιο εξαίρετων πράξεων και πολεμικό σταυρό.[10] Κατά τη δεκαετία του '50 υπηρέτησε σε διάφορες μονάδες σε υψηλή θέση και μετεκπαιδεύτηκε στις ΗΠΑ.
Το 1952 στην υπόθεση καταδίκης του Νίκου Μπελογιάννη, ήταν στρατοδίκης κατά την πρώτη δίκη.[11] Κατά τη δεκαετία του 1950 υπήρξε μέλος του ΙΔΕΑ και αργότερα της Ένωσης Ελλήνων Νεαρών Αξιωματικών, παρακλάδι του ΙΔΕΑ, μέλη του οποίου ήταν μεταξύ άλλων οι Λαδάς, Ιωαννίδης και άλλοι.[11] Αν και οι ενέργειες αυτών των αξιωματικών ήταν γνωστές στην ηγεσία του στρατού, με παρέμβαση του παλατιού αποφασίστηκε η μετάθεσή τους και όχι η αποστράτευσή τους, όπως και αρχικά είχε αποφασιστεί.[12] Έτσι, το 1957, μετατέθηκε στο Κιλκίς, στο οποίο, όμως, δεν παρέμεινε πολύ καθώς το 1959 τοποθετήθηκε στην ΚΥΠ έχοντας την ευθύνη της επικοινωνίας με τις ξένες μυστικές υπηρεσίες.[11] Το 1961 προήχθη σε αντισυνταγματάρχη και το ίδιο έτος ανέλαβε την προεδρία της παράνομης οργάνωσης Ένα στον Στρατό.
Ως στέλεχος της ΚΥΠ συμμετείχε στη διαμόρφωση του σχεδίου «Περικλής», για την άσκηση συστηματικής βίας ώστε να μειωθεί η επιρροή της ΕΔΑ και να ευνοηθεί η η δεξιά παράταξη ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή κατά τις Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1961[11][13]. Ο στόχος εξειδικευόταν ως εξής: "Ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε ο κομμουνισμός εις το εγγύς μέλλον να υποστή κάμψιν και το ποσοστόν του να κατέλθη εις επίπεδα κάτω του 20%". Η συμμετοχή του αποκαλύφθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1965 από τον τότε πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου. Οι αποκαλύψεις βασίστηκαν σε ανακριτικό πόρισμα του αντιστράτηγου Χ. Λουκάκη, σύμφωνα με τις οποίες η διαμόρφωση του σχεδίου "Περικλής" (είχε συνταχθεί ήδη από το 1959 επί Καραμανλή από την ΚΥΠ) ολοκληρώθηκε στις 12 Αυγούστου 1961, σε ειδική συνεδρίαση της δευτεροβάθμιας επιτροπής πληροφοριών και διαφωτίσεως του ΓΕΕΘΑ, υπό την προεδρία του Α/ΓΕΣ Β. Καρδαμάκη. Ως στέλεχος της ΚΥΠ διατηρούσε επαφές με τα στελέχη της CIA.[14]
Στις αρχές του Ιουνίου 1965, ο Παπαδόπουλος βρισκόταν υπό πίεση λόγω των ανακρίσεων της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης για την υπόθεση του "Σχεδίου Περικλής". Στις 11 Ιουνίου, δύο ημέρες μετά την άσκηση δίωξης για την υπόθεση αυτή, ξέσπασε η υπόθεση του «σαμποτάζ του Έβρου».
Συγκεκριμένα, οχήματα της 117ης ΜΠΠ (Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού), η οποία έδρευε στην Ορεστιάδα και είχε διοικητή τον τότε αντισυνταγματάρχη Γ. Παπαδόπουλο, είχαν ακινητοποιηθεί λόγω βλαβών από κακή συντήρηση. Ο Παπαδόπουλος βρέθηκε υπό την πίεση των προϊσταμένων του στρατηγών Τσολάκα, Μανέτα και Βαρδουλάκη οι οποίοι ζητούσαν εξηγήσεις για τις βλάβες. Απολογούμενος, ο Παπαδόπουλος απέδωσε τα προβλήματα στην εντατική χρήση των φορτηγών αλλά και σε ενδεχόμενη δολιοφθορά (σαμποτάζ) για την οποία θα προχωρούσε σε έρευνες.[15] Στη συνέχεια, έστησε προβοκάτσια σε συνεργασία με το τμήμα Α2 της μονάδας, αξιωματικός του οποίου παρακίνησε έναν στρατιώτη με γονείς αριστερών φρονημάτων να προκαλέσει βραχυκύκλωμα σε ένα όχημα. Ο στρατιώτης συνελήφθη την ώρα της δολιοφθοράς ενώ την επόμενη μέρα συνελήφθησαν και άλλοι φαντάροι, στα οχήματα των οποίων είχαν παρουσιαστεί βλάβες. Μετά από σειρά βίαιων ανακρίσεων με χρήση βασανιστηρίων, ο Παπαδόπουλος πρόβαλε τη θεωρία της κομμουνιστικής συνωμοσίας, οργανωμένης από παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ.[16] Την ίδια ημέρα που ο Παπαδόπουλος έστειλε το πόρισμα στο ΓΕΣ, και πριν καν αυτό φτάσει στον προορισμό του, τρεις εφημερίδες του δεξιού πολιτικού χώρου (Ακρόπολις, Εθνικός Κήρυξ, Ελληνικός Βορράς) δημοσίευσαν με μεγάλους τίτλους την είδηση. Στην τρίτη μόνο από αυτές, το ρεπορτάζ ανέφερε εσφαλμένα ότι, σύμφωνα με το πόρισμα, χρησιμοποιήθηκε ζάχαρη για το σαμποτάρισμα τεθωρακισμένων. Αποτέλεσμα του συγκεκριμένου δημοσιεύματος ήταν να δημιουργηθεί ένας αρκετά διαδεδομένος σχετικός μύθος, παρ' όλο που το ίδιο το Υπουργείο Άμυνας επίσημα διέψευσε τα περί ζάχαρης και τεθωρακισμένων.[17]
Στις επόμενες ημέρες ένα όργιο φημών κυριάρχησε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και ακολούθησαν συλλήψεις συγγενών των στρατιωτών που φέρονταν αναμεμειγμένοι στη δολιοφθορά[18]. Όμως σύντομα οι τακτικοί ανακριτές της στρατιωτικής δικαιοσύνης (ο λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης και ο βασιλικός επίτροπος αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Γκόπης) θεώρησαν ότι οι ομολογίες των στρατιωτών ήταν προϊόν βασανισμών, απαλλάσσοντας τελικά τους περισσότερους από τους συλληφθέντες. Στις 20 Ιουλίου, ασκήθηκε δίωξη κατά των αξιωματικών που ήταν φυσικοί αυτουργοί των βασανισμών, και εναντίον του Παπαδόπουλου για ηθική αυτουργία. Τελικά ο Παπαδόπουλος απαλλάχθηκε από τον αντισυνταγματάρχη στρατιωτικής δικαιοσύνης Θεμιστοκλή Δηματάτη με απαλλακτικό βούλευμα στις 29 Νοεμβρίου 1965, δύο ημέρες πριν από την έναρξη της δίκης του. Η απαλλαγή αυτή συνέβη την περίοδο που αρχηγός ΓΕΣ είχε αναλάβει ο μετέπειτα πραξικοπηματίας Γρηγόριος Σπαντιδάκης, ενώ το πολιτικό σκηνικό χαρακτηριζόταν από την αστάθεια που ακολούθησε την Αποστασία του 1965. Έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι η απόφαση του Δηματάτη είχε σχέση με τον κατοπινό διορισμό του ως προέδρου του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.[19]
Το 1966 διορίστηκε από το ΓΕΣ τμηματάρχης στο 4ο Επιτελικό γραφείο του ΓΕΣ. Έκτοτε άρχισε την προπαρασκευή και οργάνωση του πραξικοπήματος, μαζί με τους Παττακό, Μακαρέζο και άλλους 26 αξιωματικούς.
Με την επικράτηση του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, συμμετείχε στην κυβέρνηση Κ. Κόλλια, που ορκίστηκε την ίδια ημέρα ώρα 19.30, στα Ανάκτορα Αθηνών, υπό τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Β΄, αναλαμβάνοντας το υπουργείο Προεδρίας και τον Δεκέμβριο του 1967 ορκίστηκε "πρωθυπουργός" και υπουργός Εθνικής Αμύνης. Για ένα διάστημα ανέλαβε και Υπουργός Παιδείας[20] και Εξωτερικών. Το 1968 διέφυγε απόπειρα δολοφονίας του από τον Αλέξανδρο Παναγούλη, ο οποίος συνελήφθη και καταδικάστηκε δις εις θάνατον. Η ποινή δεν εκτελέστηκε και ο Παναγούλης παρέμεινε επί πενταετία στη φυλακή. Στις 21 Μαρτίου 1972 παύθηκε με κυβερνητική απόφαση ο αντιβασιλιάς Γεώργιος Ζωιτάκης και τον αντικατέστησε ο ίδιος.[21] Τον Μάιο 1973 αποκαλύφθηκε η ύπαρξη εκτεταμένης συνωμοσίας στους κόλπους του Πολεμικού Ναυτικού και με την αφορμή αυτή καταργήθηκε η συνταγματική μοναρχία, που μέχρι τότε ίσχυε τυπικά, και την 1η Ιουνίου 1973 ανακηρύχθηκε ως νέο πολίτευμα η Προεδρική Δημοκρατία με προσωρινό πρόεδρο τον ίδιο. Στις 29 Ιουλίου 1973 ακολούθησε η διεξαγωγή νόθου κυρωτικού δημοψηφίσματος («ΝΑΙ» 78,4%, «ΟΧΙ» 21,6%)[22], σύμφωνα με το οποίο ο δικτάτορας Παπαδόπουλος εκλεγόταν πρόεδρος της νεοσύστατης Ελληνικής Δημοκρατίας και ο στρατηγός Οδυσσέας Αγγελής αντιπρόεδρος. Στις 20 Αυγούστου 1973 κηρύχθηκε γενική αμνηστεία για όλους τους πολιτικούς κρατουμένους, δόθηκε ειδική χάρη στον Παναγούλη ενώ άρθηκε ο στρατιωτικός νόμος και από την πρωτεύουσα. Λίγο αργότερα, στις 8 Οκτωβρίου 1973, επέλεξε τον παλαιό πολιτικό αρχηγό Σπύρο Μαρκεζίνη ως διάδοχό του στην πρωθυπουργία, με την εντολή να οδηγήσει τη χώρα σε βουλευτικές εκλογές το επόμενο έτος.
Κατά τον Δ' αραβοϊσραηλινό πόλεμο ή πόλεμο του Γιομ Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973 η δικτατορική κυβέρνηση παρόλο που, όμοια με το σύνολο των δυτικοευρωπαϊκών κρατών του ΝΑΤΟ πλην της Πορτογαλίας, αρνήθηκε δημόσια να επιτρέψει τη διέλευση αμερικανικών αεροπλάνων ή τον ανεφοδιασμό τους σε ελληνικό έδαφος, ουσιαστικά επέτρεψε την περιορισμένη χρήση του ελληνικού εναέριου χώρου και ελληνικών αεροδρομίων από αμερικανικά αεροσκάφη καθώς και του λιμανιού της Σούδας από τον 6ο Στόλο, σε αεροπλανοφόρα του οποίου ανεφοδιάζονταν τα αμερικανικά αεροσκάφη που μετέφεραν πολεμικό υλικό προς το Ισραήλ.[23]
Ακολούθησε η εξέγερση του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου 1973 και στη συνέχεια το Πραξικόπημα του Ταξιάρχου Δ. Ιωαννίδη στις 25 Νοεμβρίου 1973, κατά το οποίο ο Παπαδόπουλος ετέθη σε κατ' οίκον περιορισμόν[24]. Κατά τη διάρκεια της δικτατορικής διακυβέρνησής του διέμενε σε υπερπολυτελή έπαυλη στο Λαγονήσι, ιδιοκτησίας του Αριστοτέλη Ωνάση. Συνέπεια του πραξικοπήματος στην Κύπρο που επιχείρησε η Χούντα των Αθηνών και της τουρκικής εισβολής πέντε ημέρες μετά, ήταν η παράδοση της διακυβέρνησης της χώρας σε πολιτικούς, από τον τότε χουντικό Πρόεδρο της Δημοκρατίας Φαίδωνα Γκιζίκη, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ως πρωθυπουργό κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
Ο Παπαδόπουλος επιδίωξε να συμμετάσχει με δικό του κόμμα στις πρώτες βουλευτικές εκλογές, το 1974, αλλά η τότε πολιτική ηγεσία του το απαγόρευσε[εκκρεμεί παραπομπή].
Στη συνέχεια, βάσει της Συντακτικής Πράξης της 3ης Οκτωβρίου 1974, τόσο ο Γ. Παπαδόπουλος όσο και οι άλλοι πρωτεργάτες της Δικτατορίας χαρακτηρίστηκαν ως πρωταίτιοι πολιτικών αδικημάτων, εξαιρουμένων του στρατηγού Φ. Γκιζίκη που παρέμενε ακόμα πρόεδρος της Δημοκρατίας (παρέμεινε μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου 1974), της υφιστάμενης στρατιωτικής ηγεσίας, του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ καθώς και όλων των πολιτικών προσώπων των κυβερνήσεων Παπαδόπουλου και Ιωαννίδη. Έτσι ως παραβάτες του Ποινικού Κώδικα, οι φερόμενοι ως πρωτεργάτες υπήχθησαν στην αρμοδιότητα του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, ενώ περί τα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους οι παραπάνω εκτοπίστηκαν στην Κέα σε ένα ξενοδοχείο, υπό τη φύλαξη μικρής ομάδας χωροφυλάκων συνεπικουρούμενης από ένα μικρό σκάφος του Λιμενικού Σώματος, περιορισμένων δυνατοτήτων με τριμελές πλήρωμα.
Ακολούθησαν πολιτικές διεργασίες και στις 15 Ιανουαρίου 1975 εκδόθηκε το Δ΄ Ψήφισμα της Ε΄ Αναθεωρητικής Βουλής που όριζε τη διενέργεια δίκης των "Απριλιανών" μετά από μήνυση του δικηγόρου Α. Λυκουρέζου, που είχε καταθέσει πρώτος από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο. Η Δίκη των πρωταιτίων της Χούντας τελικά ξεκίνησε, χωρίς ιδιαίτερα αλεξίσφαιρα μέτρα ασφαλείας π.χ. γυάλινους κλωβούς κ.λπ., έξι μήνες μετά, στις 28 Ιουλίου, ημέρα Δευτέρα, στη δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, όπου στο μεταξύ από τις 21 Ιανουαρίου (έξι ημέρες μετά το ψήφισμα), είχε γίνει η μεταγωγή των Απριλιανών από την Κέα και διήρκεσε ακριβώς ένα μήνα, μέχρι 29 Αυγούστου.
Κρίθηκε ένοχος στάσης και εσχάτης προδοσίας για τη συμμετοχή του στο πραξικόπημα και καταδικάστηκε σε θάνατο, ποινή που αργότερα μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη, με απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (στον οποίο αποδίδεται, σχετικά, η ιστορική φράση «... και όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια»). Κατόπιν, καθαιρέθηκε με Προεδρικό Διάταγμα από τον στρατιωτικό του Βαθμό και υποβιβάστηκε στο βαθμό του έφεδρου στρατιώτη.
Στις 30 Ιανουαρίου 1984, ίδρυσε μέσα από τις φυλακές Κορυδαλλού την Εθνική Πολιτική Ένωση[25]. Το 1992, η κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη αποφάσισε να αποφυλακίσει τον Παπαδόπουλο και τους άλλους πραξικοπηματίες, επίσης άνευ προηγουμένου σχετικού αιτήματος, αλλά ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, άσκησε βέτο.
Πέθανε στις 27 Ιουνίου 1999 μετά από καρκίνο στο ουροποιητικό σύστημα στο Λαϊκό Νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν, υπερασπιζόμενος το πραξικόπημα και τη δικτατορία και αρνούμενος να κάνει χρήση των νομικών δυνατοτήτων (λόγοι υγείας, αίτηση χάριτος) για να αποφυλακιστεί, σε αντίθεση με άλλους συγκατηγορούμενούς του. Ο τάφος του βρίσκεται στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.[26]
Η επταετία της Χούντας σημαδεύτηκε από σκάνδαλα και πολλές περιπτώσεις χρηματισμού και ευνοιοκρατίας. Τα πιο γνωστά είναι το σκάνδαλο με τα λεγόμενα θαλασσοδάνεια του συνταγματάρχη Ιωάννη Λαδά[27], που έμεινε κοροϊδευτικά στην ιστορία ως «ο κύριος καθαρά χέρια», το σκάνδαλο με τα σάπια κρέατα του συνταγματάρχη Μπαλόπουλου[28] και οι τεράστιες χρηματικές δαπάνες για τα κοσμικά πάρτι και την πολυτελή ζωή του αντισυνταγματάρχη (ο Παπαδόπουλος τον έκανε υποστράτηγο) Μιχάλη Ρουφογάλη, που του είχε ανατεθεί η διεύθυνση της ΚΥΠ, δηλαδή του εθνικά κρίσιμου τομέα των μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος επίσης εξασφάλιζε τη χορήγηση δανείων σε υποστηρικτές της χούντας, επιβαρύνοντας τις ελληνικές δημόσιες τράπεζες [29]. Η ευνοιοκρατία και το ρουσφέτι επί χούντας γιγαντώθηκαν: ο Μακαρέζος διόρισε τον κουνιάδο του Αλέξανδρο Ματθαίου Υπουργό Γεωργίας, ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του στρατηγό και διοικητή της ΑΣΔΕΝ και έναν άλλο ξάδερφό του Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, ο στρατηγός Βασίλης Καρδαμάκης διορίστηκε διοικητής της ΔΕΗ και ο στρατηγός Αλέξανδρος Νάτσινας (πρώην αρχηγός ΚΥΠ με τεράστιες ευθύνες για το σχέδιο ΠΕΡΙΚΛΗΣ και το παρακράτος) διορίστηκε Πρόεδρος στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.[30] Ο ίδιος ο Παπαδόπουλος διόρισε τον αδελφό του Κωνσταντίνο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβερνήσεως, περιφερειακό διοικητή Αττικής και Υπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ διαδοχικά. Τον άλλο αδελφό του, Χαράλαμπο, τον διόρισε Γενικό Γραμματέα στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Ο Χαράλαμπος αποκαλείτο ειρωνικά "μπον φιλέ" από τους αξιωματικούς της Χωροφυλακής, επειδή συνήθιζε να τρώει καθημερινά στα εστιατόρια ακριβών ξενοδοχείων μαζί με τη φρουρά του και τους υπαλλήλους του.[31]
Μετά την καταδίκη του Γ. Παπαδόπουλου ακολούθησαν κατόπιν μηνύσεων (Νοέμβριος 1975) διάφορες έρευνες για σκάνδαλα παράνομου πλουτισμού[32][33] Από τις έρευνες διαπιστώθηκε ότι ο Γ. Παπαδόπουλος είχε αγοράσει τρία ακίνητα: ένα πολυτελές διαμέρισμα 5 κυρίων δωματίων στη Νέα Σμύρνη, μία πολυτελή μονοκατοικία 5 κυρίων δωματίων, στην Αθήνα στην οδό Τζουμέρκων, με την οποία προικοδότησε τον γαμβρό του Β. Ζάπα, και ένα διαμέρισμα 5 κυρίων δωματίων, στην Αθήνα, το τελευταίο αντί 1.300.000 δρχ. Η Δέσποινα Παπαδοπούλου είχε αγοράσει επίσης ένα διαμέρισμα 6 κυρίων δωματίων επί της οδού Σορβόλου στην Αθήνα, αντί ποσού 1.700.000 δρχ. Για όλα τα παραπάνω που δόθηκαν προικώα των παιδιών τους, τίποτε μεμπτό δεν βρέθηκε και κανένα δεν δημεύτηκε.
Το 1976 η Δέσποινα Παπαδοπούλου αθωώθηκε από την κατηγορία της απάτης της αργομισθίας εις βάρος του Δημοσίου. Το δικαστήριο δέχτηκε ότι διαπράχτηκε η απάτη, αλλά αθώωσε την Παπαδοπούλου επειδή έκρινε ότι επέδειξε έμπρακτη μεταμέλεια επιστρέφοντας το σύνολο της παράνομης μισθοδοσίας (περίπου 750.000 δραχμές) κατά το στάδιο της προδικασίας της υπόθεσης.[34]
Ο Παπαδόπουλος διατηρούσε επαφή με στελέχη της CIA ήδη από τη δεκαετία του 1950 όταν συμμετείχε σε κοινές επιχειρήσεις της ΚΥΠ και της CIA στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.[35] Το 1963 υπηρετούσε ως σύνδεσμος της ΚΥΠ με τις μυστικές υπηρεσίας μεταξύ άλλων και με την CIA.[36] Έχει υποστηριχθεί ότι ο Παπαδόπουλος πήγε μεταπολεμικά στην Αμερική για να εκπαιδευτεί σε θέματα πληροφοριών κι έγινε πράκτορας της CIA.[37][38][39] Κατά τον ιστορικό Ευάνθη Χατζηβασιλείου ο ισχυρισμός ότι ο Παπαδόπουλος εκπαιδεύτηκε από την CIA ή υπήρξε πράκτοράς της είναι αστήρικτος.[40] Κατά τον Αμερικανό δημοσιογράφο David Binder[41], ο Παπαδόπουλος ήταν πράκτορας της CIA και εισέπραττε παχυλό μισθό ήδη από το 1952.[37] Την 1η Ιουλίου 1973 σε άρθρο της εφημερίδας Observer εμφανίστηκε ο ισχυρισμός από ανώνυμη πηγή της εφημερίδας ότι ο Παπαδόπουλος ήταν έμμισθος πράκτορας της CIA[42]. Σε επίσημη ακρόαση στην Αμερικάνικη Γερουσία, η CIA αρνήθηκε ότι ο Παπαδόπουλος υπήρξε ποτέ πράκτοράς της και ισχυρίστηκε ότι η οποιαδήποτε σχέση είχαν αυτή ήταν στα πλαίσια της πάγιας συνεργασίας (από την εποχή του εμφυλίου πολέμου) CIA και ΚΥΠ την περίοδο που ο Παπαδόπουλος υπηρετούσε στην ΚΥΠ. Στην ίδια ακρόαση ενώπιον της Γερουσίας ο διευθυντής της CIA ισχυρίστηκε ότι ο Παπαδόπουλος ουδέποτε εκπαιδεύτηκε στις ΗΠΑ (από την CIA).[43]
Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος είχε τελέσει δύο γάμους. Από τον πρώτο του γάμο με τη Νίκη Βασιλειάδη (1942) απέκτησε έναν γιο, το Χρήστο που μετά την αποφοίτηση του από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στις ΗΠΑ όπου και εγκαταστάθηκε, και μία κόρη, τη Χρυσούλα, μετέπειτα σύζυγο του Βασιλείου Ζάππα. Παράλληλα όμως φέρεται ήδη από το 1957 να διατηρούσε δεσμό με τη Δέσποινα Γάσπαρη, συζευγμένη τότε με τον αστυνομικό Σερέτη, πρώην πολιτική υπάλληλο στη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού (ΓΥΣ) απ' όπου ήταν αποσπασμένη στη Διεύθυνση Α2 του ΓΕΣ. Όταν διατάχθηκε η επάνοδός της στη ΓΥΣ απολύθηκε, πλην όμως επί εποχής Νάτσινα προσελήφθη στην ΚΥΠ. Την ίδια εποχή ο Παπαδόπουλος ήταν αποσπασμένος στη Διεύθυνση πυροβολικού της VI Μεραρχίας. Οι διάφορες κινήσεις της και οι ύποπτες έξοδοί της από το ΓΕΣ είχαν προκαλέσει το ενδιαφέρον της παρακολούθησής της από την ίδια την υπηρεσία κατ' εντολή του τότε Α/ΓΕΣ Πέτρου Νικολόπουλου.
Το 1969, η Βασιλειάδη κατέθεσε αίτηση διαζυγίου το οποίο εκδόθηκε κοινή υπαιτιότητι και σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα.[44] Ο Παπαδόπουλος, λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 1969, νυμφεύθηκε την Δέσποινα Γάσπαρη σε κλειστό κύκλο. Τον γάμο ευλόγησε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α' ενώ κουμπάρος ήταν ο Μιχαήλ Ρουφογάλης. Μαζί απέκτησαν μία κόρη, τη Μάχη (Υπερμαχεία), σήμερα σύζυγο του Γιώργου Καλογιάννη. Η Δέσποινα Γάσπαρη - Παπαδοπούλου πέθανε στις 25 Νοεμβρίου 2023.[45]