Η Γκραζίνα Μπάτσεβιτς (πολωνικά: Grażyna Bacewicz, πολωνική προφορά: ɡraˈʐɨna baˈt͡sɛvit͡ʂ, 5 Φεβρουαρίου1905 - 17 Ιανουαρίου1969) ήταν Πολωνέζα συνθέτρια και βιολονίστα. Είναι η δεύτερη Πολωνέζα γυναίκα συνθέτρια που πέτυχε εγχώρια και παγκόσμια καταξίωση, μετά τη Μαρία Σιμάνοφσκα, τον 19ο αιώνα.
Η Μπάτσεβιτς γεννήθηκε στο Λοτζ, το 1905. Ο πατέρας της και ο αδελφός της, ο Βιτάτουτας, που ήταν Λιθουανός, ήταν επίσης συνθέτες, με τον δεύτερο να χρησιμοποιεί το επώνυμο Μπατσεβίτσιους, ο άλλος ο αδελφός της, ο Κιέστουτ, αναγνωρίζεται ως Πολωνός. Ο πατέρας της, ο Βινστέντι Μπάτσεωιτς, ήταν αυτός που έκανε στη Γκραζίνα τα πρώτα της μαθήματα πιάνου και βιολιού.[7] Το 1928, ξεκίνησε να σπουδάζει στο Ωδείο της Βαρσοβίας, όπου μαθήτευσε βιολί, στο πλευρό του Γιόζεφ Ζαρζέμπσκι, και πιάνο στο πλευρό του Γιόζεφ Τουρτσίνσκι. Σύνθεση σπούδασε με τον Καζίμιερς Σικόρσκι. Από εκεί αποφοίτησε το 1932, ως βιολονίστα και συνθέτρια.[8]
Διεύρυνε τις σπουδές της στο Παρίσι, υπό τη χορηγία του Ιγκνάτσι Γιαν Παντερέφσκι, εκεί μαθήτευσε στο École Normale de Musique, μεταξύ 1932-33, με καθηγητές τη Νάντια Μπουλανζέ (σύνθεση) και τον Αντρέ Τουρέ (βιολί).[7] Για ένα μικρό διάστημα επέστρεψε στην Πολωνία και στη γενέτειρά της ως καθηγήτρια, αλλά γρήγορα επέστρεψε στο Παρίσι και συνέχισε να σπουδάζει, αυτή τη φορά στον πλευρό του Ούγγρου βιολιστή Καρλ Φλες.[8]
Όταν πια ολοκλήρωσε τις σπουδές της, η Μπάτσεβιτς πήρε μέρος σε πολυάριθμα γεγονότα είτε ως σολίστ, είτε ως συνθέτρια, είτε ως επίτροπος. Από το 1936 έως το 1938, ήταν βασική βιολονίστα της Πολωνικής Ραδιοφωνικής Ορχήστρας, της οποίας τη διεύθυνση είχε ο Γκρέγκορ Φίτελμπεργκ.[8] Αυτή η θέση της έδωσε την ευκαιρία να ακούσει περισσότερο τη μουσική της. Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, Μπάτσεβιτς ζούσε στη Βαρσοβία. Εκείνη συνέχισε να συνθέτει, δίνοντας μάλιστα και μυστικά κονσέρτα (κάνοντας έτσι την πρεμιέρα στη σουίτα της για 2 βιολιά).[9] Όταν, όμως η πόλη είχε καταστραφεί, μετακόμισε προσωρινά στο Λούμπλιν.[10]
Μετά το πέρας του πολέμου, έλαβε τη θέση του καθηγητή στο Κρατικό Ωδείο Μουσικής του Λοτζ. Εκείνη την περίοδο είχε αφιερωθεί περισσότερο στη σύνθεση από οτιδήποτε άλλο. Οι τιμές και τα βραβεία που δέχτηκε ήταν πολλά. Από το 1954, η σύνθεση ήταν πλέον το μόνο που έκανε σχετικά με τη μουσική. Τη χρονιά αυτή είχε κι ένα πολύ σοβαρό αυτοκινητιστικό ατύχημα.[9] Απεβίωσε στη Βαρσοβία, το 1969, αφήνοντας πίσω δεκάδες κομμάτια μουσικής δωματίου, κονσέρτα κ.ά.
Οι περισσότερες συνθέσεις της εμπεριέχουν βιολί. Μεταξύ αυτών, υπάρχουν εφτά κονσέρτα για βιολί, πέντε σονάτες για βιολί, τρία σόλο για βιολί, ένα κουαρτέτο με τέσσερα βιολιά, επτά κουαρτέτα εγχόρδων, καθώς και κουιντέτες για πιάνο. Έγραψε, επίσης, και ορχηστρική μουσική, η οποία περιέχει τέσσερις αριθμημένες συμφωνίες (1945, 1951, 1952, 1953) καθώς και μία συμφωνία για έγχορδα. Ωστόσο, δύο πρώιμες συμφωνίες της έχουν χαθεί.
Πέρα από το πάθος της με τη μουσική, αφιέρωνε πολύ χρόνο και στην οικογένειά της. Παντρεύτηκε το 1936, και απέκτησε μία κόρη, την Αλίνα Μπιέρνακα, η οποία είναι γνωστή Πολωνέζα ζωγράφος.
Thomas, Adrian. 2001. "Bacewicz, Grażyna". The New Grove Dictionary of Music and Musicians, second edition, edited by Stanley Sadie and John Tyrrell. London: Macmillan Publishers.