Ερνστ Λάνγκλοτζ | |
---|---|
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ernst Langlotz (Γερμανικά) |
Γέννηση | 6 Ιουλίου 1895[1][2] Ρόνεμπουργκ[3] |
Θάνατος | 4 Ιουνίου 1978[1][2] Βόννη[4] |
Υπηκοότητα | Γερμανία |
Επιστημονική σταδιοδρομία | |
Ιδιότητα | ιστορικός της τέχνης, αρχαιολόγος και διδάσκων πανεπιστημίου |
δεδομένα ( ) |
Ο Ερνστ Λάνγκλοτζ (γερμανικά: Ernst Langlotz), (Ρόνεμπουργκ, 6 Ιουλίου 1895–4 Ιουνίου 1978, Βόννη), ήταν Γερμανός κλασικός αρχαιολόγος και ιστορικός της τέχνης, ο οποίος είχε ειδικευτεί στην ελληνική γλυπτική του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ.
Ο Ερνστ Λάνγκλοτζ ήταν γιος ιδιοκτήτη ελαιοτριβείου. Μετά την ολοκλήρωση των βασικών του σπουδών, από το 1906 ως το 1914, στο Γυμνάσιο Βασιλιά Αλβέρτου (γερμανικά: König-Albert-Gymnasium), στη Λειψία,[5] σπούδασε κλασική αρχαιολογία, φιλολογία και ιστορία της τέχνης στα Πανεπιστήμια της Λειψίας και του Μονάχου. Το 1921 έλαβε στη Λειψία, το διδακτορικό του, υπό τον καθηγητή Φραντς Στουντνίτσκα (γερμανικά: Franz Studniczka, 1860–1929), με τον τίτλο: Zur Zeitbestimmung der strengrotfigurigen Vasenmalerei und der gleichzeitigen Plastik.
Ως φοιτητής, οι επιρροές του προέρχονταν εκτός από τον αρχαιολόγο Φραντς Στουντνίτσκα, στη Λειψία, και από τον ιστορικό τέχνης Χάινριχ Βούλφλιν (γερμανικά: Heinrich Wölfflin, 1864 –1945), στο Μόναχο.
Μετά την αποφοίτησή του, έγινε έκτακτος βοηθός του Λούντβιγκ Κούρτιους (γερμανικά: Ludwig Michael Curtius, 1874–1954) στη Χαϊδελβέργη. Το 1923/1924, χάρη σε μια υποτροφία–επιχορήγηση ταξιδιού από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (γερμανικά: Deutsches Archäologisches Institut), πραγματοποίησε εκπαιδευτικό–ερευνητικό ταξίδι στην Ιταλία και την Ελλάδα, όπου συναντήθηκε με τον Ερνστ Μπούσορ (γερμανικά: Ernst Heinrich Buschor, 1886 - 1961) στην Αθήνα και συνδέθηκε με τον «Κύκλο George-Kreis».
Το 1925 ανέλαβε ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Βύρτσμπουργκ (γερμανικά: Julius-Maximilians-Universität Würzburg) και στη συνέχεια εργάστηκε ως συντηρητής-επιμελητής της συλλογής αρχαιοτήτων του Μουσείου Μάρτιν φον Βάγκνερ (γερμανικά: Martin von Wagner Museum).[6][7][8] Το 1931, εξελέγη αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ιένας (γερμανικά: Friedrich-Schiller-Universität Jena), για το θερινό εξάμηνο του 1933, στη συνέχεια μετακόμισε στη Φρανκφούρτη και δύο χρόνια αργότερα, αναλαμβάνει έδρα ως τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης (γερμανικά: Johann Wolfgang Goethe-Universität Frankfurt am Main). Από το 1941-1963 διετέλεσε καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης (γερμανικά: Rheinische Friedrich-Wilhelms-Universität Bonn), ενώ υπηρέτησε επίσης και ως διευθυντής του Μουσείου Ακαδημαϊκών Τεχνών Akademisches Kunstmuseum (γερμανικά: Akademisches Kunstmuseum).[6][7][8]
Ο Ερνστ Λάνγκλοτζ, εκτός από την εκτεταμένη αρθρογραφία του σε εξειδικευμένα περιοδικά και τη συμμετοχή του σε διάφορα επιστημονικά συνέδρια, δημοσιεύσε και πολλά βιβλία. Αναφέρονται παρακάτω μερικά από τα πλέον σημαντικά βιβλία του: