Θράκη | |
---|---|
Διοίκηση | |
Χώρα: | Ελλάδα |
Πρωτεύουσα: | Κομοτηνή |
Απελευθέρωση | 31 Αυγούστου 1913 |
Σώμα: | Υφυπουργείο Μακεδονίας-Θράκης |
Περιφέρεια: | Αν. Μακεδονίας - Θράκης |
Γεωγραφία και στατιστική | |
Έκταση: | 8.578 χλμ² |
Πληθυσμός: | 346.419 (απογραφή 2021) |
Πυκνότητα: | 43,27 κάτ./χλμ² |
Η Θράκη είναι γεωγραφική και ιστορική περιοχή της Ελλάδας που αποτελεί ένα από τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας. Διοικητικά αποτελεί μέρος της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και χωρίζεται στις περιφερειακες ενοτητες Ροδόπης, Ξάνθης, Έβρου, ενώ γεωγραφικά ορίζεται από τον ποταμό Νέστο στα δυτικά και τον ποταμό Έβρο στα ανατολικά, με το Θρακικό Πέλαγος στα νότια και την οροσειρά της Ροδόπης στα βόρεια. Μαζί με τα γεωγραφικά διαμερίσματα της Μακεδονίας, της Ηπείρου και ορισμένες φορές της Θεσσαλίας, αναφέρονται άτυπα ως μέρος της Βόρειας Ελλάδας, αν και επίσημα σήμερα Βόρεια Ελλάδα αναφέρεται η στατιστική περιοχή NUTS της χώρας στο πρώτο επίπεδο της κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως τμήμα της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, κάποιες διοικητικές δομές της τοπικής αυτοδιοίκησης εποπτεύονται από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας - Θράκης και της δημόσιας διοίκησης της Ελληνικής Κυβέρνησης από το Υφυπουργείο Μακεδονίας-Θράκης.
Η Θράκη αποτελεί το βορειότερο αλλά και το ανατολικότερο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας. Ο ποταμός Έβρος αποτελεί το κατεξοχήν σύνορο της Ελλάδας, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μέσο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μεταξύ των δύο λαών, Ελλήνων και Τούρκων.
Η Θράκη χωρίζεται στην έκτασή της με τις υπάρχουσες περιφερειακές ενότητες της Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου, που μαζί με τις αντίστοιχες ενότητες της Καβάλας, Δράμας και Θάσου αποτελούν την περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Η περιοχή βρίσκεται στα ανατολικά του γεωγραφικού διαμερίσματος της Μακεδονίας, ενώ συνορεύει προς τα βόρεια με τη Βουλγαρία και τα ανατολικά με την Τουρκία. Το διαμέρισμα της Θράκης αποτελεί τμήμα της ιστορικής περιοχής της Θράκης. Η περιοχή αναφέρεται και ως Δυτική Θράκη για να διακρίνεται από τις υπόλοιπες περιοχές της μεγάλης ιστορικής περιοχής της Θράκης, εδάφη της οποίας ανήκουν σήμερα στην Τουρκία και τη Βουλγαρία και αναφέρονται γεωγραφικά και ιστορικά, για την περιοχή της Τουρκίας ως Ανατολική Θράκη και για την περιοχή της Βουλγαρίας ως Βόρεια Θράκη.
Ο νομός Ξάνθης έχει έκταση 1.793 τ.χλμ., πληθυσμό 101.856 και πρωτεύουσα την Ξάνθη, ο νομός Ροδόπης έχει έκταση 2.543 τ.χλμ., πληθυσμό 112.039 και πρωτεύουσα την Κομοτηνή και ο νομός Έβρου έχει έκταση 4.242 τ.χλμ., πληθυσμό 149.354 και πρωτεύουσα την Αλεξανδρούπολη.
Στα δυτικά και κοντά στον οικισμό Δίλοφος στα βόρεια της περιφερειακής ενότητας Έβρου, βρίσκεται ένα από τα λεγόμενα "τριεθνή" σημεία της ελληνικής ηπειρωτικής χώρας, αφού σε αυτό το σημείο συναντώνται οι συνοριακές γραμμές και των τριών βαλκανικών κρατών. Οι ποταμοί Έβρος και Νέστος ορίζουν στο μεγαλύτερο μήκος τους τα ανατολικά και δυτικά όρια της επιφάνειάς της. Στην έκταση του γεωγραφικού διαμερίσματος περιλαμβάνεται το νησί της Σαμοθράκης, το οποίο διοικητικά ανήκει στην περιφερειακή ενότητα Έβρου και είναι το μόνο νησί της Θράκης. Η μεγαλύτερη λίμνη υφάλμυρου νερού είναι η Βιστωνίδα και η μεγαλύτερη λίμνη γλυκού νερού μέχρι το 1986 ήταν η λίμνη Μητρικού, οπότε η σύστασή της άλλαξε. Παράκτια με το Θρακικό Πέλαγος, υπάρχουν πολλές λιμνοθάλασσες με πιο αξιόλογη αυτή του Πόρτο Λάγος.[1] Τα σημαντικότερα εθνικά πάρκα είναι το Εθνικό Πάρκο δάσους Δαδιάς, Λευκίμμης και Σουφλίου, το Εθνικό υγροτοπικό Πάρκο Δέλτα Έβρου, Εθνικό Πάρκο οροσειράς Ροδόπης και το Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Τα δύο τελευταία πάρκα περιλαμβάνουν εκτάσεις που βρίσκονται και στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας.
Oι μεγαλύτερες πόλεις και κωμοπόλεις σε πληθυσμό | |
1. Αλεξανδρούπολη | 57.812 |
2. Ξάνθη | 56.122 |
3. Κομοτηνή | 52.696 |
4. Ορεστιάδα | 18.426 |
5. Διδυμότειχο | 9.263 |
6. Φέρες | 5.457 |
7. Σουφλί | 3.837 |
8. Κιμμέρια | 3.644 |
9. Σάπες | 3.351 |
10. Νέα Βύσσα | 2.805 |
11. Ίασμος | 2.586 |
12. Κένταυρος | 2.580 |
13. Εχίνος | 2.486 |
14. Τυχερό | 2.311 |
15. Σέλερο | 2.059 |
Η Θράκη είναι περιοχή της Βαλκανικής. Σήμερα είναι γνωστό ότι η Βαλκανική χερσόνησος, η Ελλάδα, το Αιγαίο και η Τουρκία βρίσκονταν κάποτε στο βυθό μιας τεράστιας θάλασσας, που οι επιστήμονες της έχουν δώσει το συμβολικό όνομα Τηθύς. Η ανάδυση άρχισε πριν από περίπου 30.000.000 χρόνια. Ακολούθησαν τεράστιες γεωλογικές αναστατώσεις, ανυψώσεις και καταβυθίσεις, που οδήγησαν τελικά στη διαμόρφωση της ευρύτερης περιοχής της Βαλκανικής, της Μικράς Ασίας και του Αιγαίου.
Γεγονός πάντως είναι ότι, ακόμα και πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια, στο τέλος της Βουρμίου παγετωνικής περιόδου, η στάθμη της επιφάνειας του Αιγαίου βρισκόταν πολλές δεκάδες μέτρα χαμηλότερα και τα νησιά Θάσος και Σαμοθράκη ήταν ενωμένα με τη γειτονική ξηρά, ως δύο βουνά που ορθώνονταν πάνω από την πεδιάδα.
Το έδαφος της Θράκης χαρακτηρίζεται από επιμήκεις ορεινούς όγκους, πεδιάδες προς τα παράλια και μεγάλους ποταμούς που διαρρέουν την περιοχή. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί είναι ο Νέστος και ο Έβρος, που πηγάζουν από τη Βουλγαρία, διασχίζουν την Ελλάδα και εκβάλλουν στο Αιγαίο σχηματίζοντας δέλτα. Σημαντικότερη λίμνη είναι η λίμνη Βιστωνίδα στα όρια των νομών Ξάνθης και Ροδόπης. Οι ακτές είναι συνεχείς, ομαλές, αμμώδεις, και στην πλειοψηφία τους προσφέρονται για κολύμπι. Το μόνο νησί της περιοχής είναι η Σαμοθράκη.
Τα βουνά της περιοχής είναι κυρίως κρυσταλλοπαγή, με σημαντικές όμως εμφανίσεις πυριγενών πετρωμάτων που προέρχονται από ηφαιστειακή δράση και περικλείουν σημαντικά αποθέματα μετάλλων. Ιδιαίτερα στην οροσειρά της Ροδόπης σπανίζουν οι ασβεστόλιθοι, ενώ αντίθετα πολύ κοινά πετρώματα είναι ο γρανίτης, ο σερπεντίνης, ο σχιστόλιθος, κ.α.
Ακολουθεί κατάλογος των κυριότερων βουνών της Θράκης:
Βουνό | Υψόμετρο | Τοποθεσία |
---|---|---|
Χαϊντού (Ερύμανθος) Κούλας | 1.828 | Ξάνθη (δ. Μύκης, δ. Ξάνθης), Μακεδονία |
Σάος (Φεγγάρι) | 1.611 | Έβρος (δ. Σαμοθράκης) |
Παπίκιο | 1.510 | Ροδόπη (δ. Ιάσμου, δ. Κομοτηνής), Ξάνθη (δ. Μύκης) |
Αχλαδόβουνο | 1.415 | Ξάνθη (δ. Ξάνθης) |
Όρη Βυρσίνης | 1.267 | Ροδόπη (δ. Αρριανών, δ. Κομοτηνής), Έβρος (δ. Σουφλίου) |
Καμέρτζη (Κένταυρος) | 1.070 | Ξάνθη (δ. Ξάνθης) |
Σάπκα | 1.065 | Ροδόπη (δ. Αρριανών), Έβρος (δ. Σουφλίου) |
Επτάδεντρο | 874 | Ροδόπη (δ. Μαρωνείας & Σαπών, δ. Αρριανών), Έβρος (δ. Αλεξανδρούπολης) |
Ίσμαρος | 678 | Ροδόπη (δ. Μαρωνείας & Σαπών) |
Ακολουθεί κατάλογος των κυριότερων ποταμών της Θράκης:
Ποταμός | Μήκος (χλμ.) | Κύριες Πηγές | Εκβολές | |
---|---|---|---|---|
1 | Έβρος | |||
2 | Νέστος | |||
3 | Κομψάτος | |||
4 | Λίσσος (Φιλιούρης) | |||
5 | Κόσυνθος | |||
6 | Βοσβόζης | |||
7 | Άρδας | |||
8 | Ερυθροπόταμος | |||
9 | Τραύος |
Το κλίμα παρουσιάζει διαφορές σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Λόγω των βόρειων και βορειοδυτικών ανέμων κατά τη διάρκεια του χειμώνα η θερμοκρασία κατεβαίνει πολύ χαμηλά στις ορεινές περιοχές, οι βροχές είναι διπλάσιες σε σχέση με τα πεδινά, ενώ τα χιόνια είναι πολύ περισσότερα και δεν λιώνουν πριν από τα μέσα της άνοιξης. Στις παραθαλάσσιες περιοχές το κλίμα είναι σαφώς πιο ήπιο, τυπικά εύκρατο με μεσογειακά χαρακτηριστικά, με θερμό και ξηρό καλοκαίρι και χειμώνα με αρκετές βροχοπτώσεις. Στις κορυφές των μεγάλων βουνών, και ιδίως στα βουνά των συνόρων, το κλίμα είναι βαρύ/ηπειρωτικό, με άφθονες χιονοπτώσεις το χειμώνα και δροσερό καλοκαίρι, κατά τη διάρκεια του οποίου οι ξαφνικές μπόρες είναι αρκετά συχνές.
Τα πρώτα δείγματα ανθρώπινης παρουσίας στη Θράκη χρονολογούνται στους προϊστορικούς χρόνους. Επρόκειτο για νομάδες κυνηγούς και τροφοσυλλέκτες. Από τη Νεολιθική περίοδο υπάρχουν αρκετά ευρήματα που δείχνουν ότι οι κάτοικοι της περιοχής ήταν πια μόνιμα εγκατεστημένοι σε οικισμούς και καλλιεργούσαν τη γη. Για την Εποχή του Χαλκού δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες. Αντίθετα, για την πρώιμη Εποχή του Σιδήρου είναι γνωστά αρκετά στοιχεία (ο Όμηρος αναφέρει τους Κίκονες και τον Μάρωνα).
Τον 7ο αι. π.Χ. άρχισαν να ιδρύονται οι πρώτες αποικίες στα παράλια της Θράκης από Έλληνες των νησιών του ανατολικού Αιγαίου και των παραλίων της Μικράς Ασίας. Κάποιες από αυτές εξελίχτηκαν σε σημαντικές πόλεις-κράτη. Τον 5ο αι. π.Χ. δημιουργήθηκε το ισχυρό βασίλειο των Οδρυσών, που εκτεινόταν από τον Δούναβη ως το Αιγαίο και από τον Στρυμόνα ως τη Μαύρη Θάλασσα. Το βασίλειο των Οδρυσών διαλύθηκε στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. από τον Φίλιππο Β', ο οποίος ενσωμάτωσε τη Θράκη στο βασίλειο των Μακεδόνων.
Μετά τη μάχη της Πύδνας και την επικράτηση των Ρωμαίων στην Ελλάδα, τα Άβδηρα, η Μαρώνεια και η Αίνος ανακηρύχθηκαν ελεύθερες πόλεις. Στη βόρεια Θράκη ο Κότυς Α΄, βασιλιάς των Οδρυσών, αναγκάστηκε να δεχτεί την επικυριαρχία των Ρωμαίων. Η Θράκη έγινε επίσημα ρωμαϊκή επαρχία το 46 μ.Χ.. Στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας προχώρησε με γρήγορους ρυθμούς ο εξελληνισμός των Θρακών, οι οποίοι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες συνέβαλαν στην ανάπτυξη της Θράκης, χτίζοντας αρκετές πόλεις και, πάνω απ' όλα, την Εγνατία οδό, που συνέδεε το Βυζάντιο με το Δυρράχιο και αποτελούσε την κύρια οδική αρτηρία για πολλούς αιώνες.
Κατά τη βυζαντινή εποχή η Θράκη αποτελούσε μία από τις πιο σημαντικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Ωστόσο, αυτό δεν την προφύλασε από τις επιδρομές και τις λεηλασίες. Η πρώτη μεγάλη επιδρομή έγινε τον 5ο αι. από τους Ούννους και τους Σλάβους. Από τα μέσα του 7ου αι. και ως τη διάλυση του βουλγαρικού κράτους το 1018 από τον Βασίλειο Β', οι Βούλγαροι πραγματοποιούσαν συνεχείς επιδρομές στη Θράκη. Η δημιουργία του δεύτερου βουλγαρικού κράτους, το 1186, είχε ως αποτέλεσμα την έναρξη και πάλι των βουλγαρικών επιδρομών στη Θράκη.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, η Θράκη παραχωρήθηκε στη Λατινική Αυτοκρατορία. Όμως, οι Σταυροφόροι συνάντησαν την αντίδραση των Βουλγάρων, οι οποίοι μάλιστα κατόρθωσαν ως το 1230 να ελέγχουν όλη σχεδόν τη Θράκη, εκτός από τα παράλια του Αιγαίου. Η Θράκη ανακαταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς στα μέσα του 13ου αι.
Η Θράκη ήταν επίσης η περιοχή που δέχτηκε τα μεγαλύτερα πλήγματα από τους εμφύλιους πολέμους και τις δυναστικές έριδες του Βυζαντίου κατά τον 14ο αι. Εκτός από την καταστροφή πολλών πόλεων και φρουρίων, την ερήμωση της υπαίθρου και την οικονομική και φυσική εξόντωση των κατοίκων, οι έριδες αυτές είχαν ένα ακόμη θλιβερό αποτέλεσμα: έφεραν τους Οθωμανούς στη Θράκη, και κατ' επέκταση στην Ευρώπη, αφού οι αντίπαλοι δεν δίσταζαν να χρησιμοποιούν Οθωμανούς για να υπερισχύσουν ο ένας εις βάρος του άλλου.
Οι Οθωμανοί, πάντως, εμφανίστηκαν και πάλι στη Θράκη στα μέσα του 14ου αι., όχι πλέον ως σύμμαχοι κάποιου επίδοξου διεκδικητή του θρόνου, αλλά ως φιλόδοξοι κατακτητές. Οι Βυζαντινοί κατόρθωσαν προς στιγμήν να τους απωθήσουν και τους ανάγκασαν το 1357 να συνάψουν συνθήκη ειρήνης. Ο βίος, όμως, της συνθήκης αυτής ήταν εξαιρετικά βραχύς, καθώς το 1361 οι Οθωμανοί ξεκίνησαν ιερό πόλεμο, με σκοπό να διαδώσουν την ισλαμική πίστη στους πληθυσμούς της Θράκης. Το 1361 καταλήφθηκε το Διδυμότειχο, το 1363 η Κομοτηνή, η Μαρώνεια και η Ξάνθη, ενώ μετά τη μάχη του Μαρίτσα, το 1371, η Θράκη ανήκε πλέον στους Οθωμανούς, εκτός από κάποια φρούρια κοντά στην Κωνσταντινούπολη.
Επειδή η Θράκη ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή περιοχή που κατέλαβαν οι Οθωμανοί, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια χρησίμευσε ως τόπος εκτοπισμού των ετερόδοξων δερβίσηδων, των τυχοδιωκτών πολεμιστών και των νομάδων. Οι εξισλαμισμοί των χριστιανών είχαν αρχίσει από νωρίς, αλλά εντάθηκαν ιδιαίτερα στο β' μισό του 15ου αι. Οι χριστιανοί, προκειμένου να γλιτώσουν, εγκατέλειψαν τις πόλεις και τα χωριά και μετακινήθηκαν προς ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές. Όσοι επέλεξαν να παραμείνουν και να διατηρήσουν την πίστη τους μεταβλήθηκαν σε δουλοπάροικους, οι οποίοι καλλιεργούσαν τα χωράφια που ανήκαν σε Τούρκους γαιοκτήμονες.
Από τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αι. η πορεία αυτή μεταστράφηκε. Η απαρχή της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ταυτίζεται χρονικά με την εγκατάσταση Εβραίων προσφύγων και την επάνοδο των Ελλήνων στα πεδινά, αφού πια αδυνατούσαν να επιβιώσουν στις ορεινές περιοχές. Μάλιστα, στο πλαίσιο των πληθυσμιακών μετακινήσεων, συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί από την Πελοπόννησο, τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία μετακινήθηκαν προς τη Θράκη. Οι ελληνικοί πληθυσμοί συνέχισαν να αυξάνονται και να πλουτίζουν σε όλη τη διάρκεια του 18ου αι. Ελληνικά σχολεία λειτουργούσαν και κατά τους πρώτους αιώνες της οθωμανικής κατάκτησης στη Θράκη, όμως αυτά ήταν λίγα και βρίσκονταν μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα. Με την εμφάνιση του νεοελληνικού διαφωτισμού όμως, τα ελληνικά σχολεία πολλαπλασιάστηκαν.
Η Θράκη ήταν μία από τις λίγες περιοχές που δεν έλαβε ενεργά μέρος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Δημιουργήθηκαν κάποιες μικρές επαναστατικές εστίες, αλλά όλες έσβησαν πολύ γρήγορα. Το πεδινό του εδάφους, η μόνιμη παρουσία τουρκικού στρατού και η μικρή απόσταση από την Κωνσταντινούπολη ήταν οι κύριες αιτίες που εμπόδιζαν τη συμμετοχή του ελληνισμού της Θράκης στον μεγάλο ξεσηκωμό.
Τα επόμενα χρόνια η οθωμανική διοίκηση σκλήρυνε απέναντι στο ελληνικό στοιχείο. Αλλά και η γενικότερη παρακμή της οικονομίας και η αποσύνθεση της δημόσιας διοίκησης οδήγησε σε επιδείνωση της ζωής των χριστιανών (και ιδιαίτερα των Ελλήνων) της Θράκης. Αυτό δεν εμπόδισε την ανάπτυξη του Ελληνισμού της Θράκης, σε πολλούς τομείς όπως η Παιδεία με μεγάλα και ιστορικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το 1874 ανεγείρονται τα Ζαρίφεια Διδασκαλεία αρρένων και θηλέων στη Φιλιππούπολη, το 1884 το Ζάππειον Κεντρικόν Παρθεναγωγείον Αδριανουπόλεως, το 1900 η Μαράσλειος Σχολή στη Φιλιππούπολη η οποία στέγαζε το Γυμνάσιο και την Αστική Σχολή Αρρένων κ.ά.
Την ίδια εποχή ολοένα και περισσότεροι Βούλγαροι αρχίζουν να αποκτούν εθνική συνείδηση και να ανταγωνίζονται τους Έλληνες σε όλες τις κοινωνικές και άλλες δραστηριότητες. Από το 1897 άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους -στη Μακεδονία κυρίως, και λιγότερο στη Θράκη- βουλγαρικά ένοπλα σώματα (κομιτατζήδες), τα οποία πίεζαν τους χριστιανούς να ενταχθούν στην Εξαρχία και να στέλνουν τα παιδιά τους σε βουλγαρικά σχολεία. Η ελληνική αντί-προπαγάνδα άρχισε να γίνεται αισθητή μετά το 1906. Παρά την έντασή της πάντως, η βουλγαρική προπαγάνδα κατάφερε να δημιουργήσει λιγότερα ερείσματα στη Θράκη σε σχέση με εκείνα που δημιούργησε στη Μακεδονία κατά την πρώτη δεκαετία του 20ου αι.
Στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο η Θράκη καταλήφθηκε από τον βουλγαρικό στρατό. Στον Β' Βαλκανικό Πόλεμο ο ελληνικός στρατός έφτασε ως την Αλεξανδρούπολη, διώχνοντας τους Βούλγαρους. Ωστόσο, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου η Θράκη επιδικάστηκε στους Βούλγαρους. Τελικά, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ η Ελλάδα προσάρτησε τη Θράκη.
Παρά την εγκατάσταση πολλών μουσουλμάνων κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των πολλών εξισλαμίσεων, οι χριστιανοί δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν την πλειοψηφία των κατοίκων της Θράκης.[3]
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στη Θράκη περισσότεροι από 145.000 πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Ρωμυλία (Βουλγαρία), τον Καύκασο και την Αρμενία, ενώ αναχώρησαν για τη Βουλγαρία 23.000 άτομα. Οι μουσουλμάνοι παρέμειναν στις εστίες τους, ως αντάλλαγμα για την παραμονή των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη.
Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Θράκη καταλήφθηκε από τον γερμανικό και τον βουλγαρικό στρατό και τέθηκε υπό βουλγαρική διοίκηση. Τελικά, οι Βούλγαροι αποχώρησαν το 1944 και η Θράκη πέρασε και πάλι υπό ελληνική κυριαρχία.[4]
Η μουσουλμανική μειονότητα που κατοικεί στη Θράκη είναι κατά βάση θρησκευτική και όχι εθνική μειονότητα. Αποτελείται από τουρκογενείς, Πομάκους και Ρομά (Αθίγγανους). Στο νομό Ξάνθης κατοικούν περίπου 42.000 μουσουλμάνοι, από τους οποίους 11.000 είναι τουρκογενείς, 25.000 είναι Πομάκοι και 6.000 είναι Ρομά. Στο νομό Ροδόπης, οι μουσουλμάνοι ανέρχονται σε 67.000, υπερτερώντας αριθμητικά των χριστιανών, που δεν ξεπερνούν τις 51.000. Από αυτούς 46.000 είναι τουρκικής καταγωγής, 12.000 είναι Πομάκοι και 9.000 Ρομά. Τέλος, στο νομό Έβρου οι μουσουλμάνοι ανέρχονται σε 11.000, από τους οποίους 2.000 είναι τουρκογενείς, 2.000 Πομάκοι και οι υπόλοιποι Ρομά.
Οι τουρκογενείς, που αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος της μουσουλμανικής μειονότητας, άρχισαν να εγκαθίστανται στη Θράκη τον 14ο-15ο αι., στη θέση των χριστιανών που εγκατέλειπαν τις πόλεις και μετακινούνταν προς τα ορεινά. Επίσης, προέρχονται από εθελοντικούς αλλά και υποχρεωτικούς εξισλαμισμούς, που πραγματοποιούνταν ως τον 18ο αι. Οι περισσότεροι ήταν μπεκτασήδες δερβίσηδες και όχι σουνίτες στο θρήσκευμα και δεν διατηρούσαν καλές σχέσεις με την Υψηλή Πύλη. Εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας το 1922, σε αντάλλαγμα για την παραμονή των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη και στα νησιά Ίμβρο και Τένεδο.
Οι Πομάκοι, που κατοικούν κυρίως στα ορεινά, είναι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα και μιλούν την πομακική γλώσσα, που περιλαμβάνει βουλγαρικές, ελληνικές και τουρκικές λέξεις. Το τουρκικό κράτος ισχυρίζεται ότι οι Πομάκοι είναι απόγονοι του τουρκικού φύλου των Πετσενέγων, ενώ άλλοι τους θεωρούν εξισλαμισμένους Βούλγαρους. Η επικρατέστερη άποψη είναι, πάντως, ότι πρόκειται για απογόνους της αρχαίας θρακικής φυλής των Αγριανών.
Σύμφωνα με τα άρθρα 37-45 της Συνθήκης της Λωζάνης, η Ελλάδα και η Τουρκία οφείλουν να σέβονται τα δικαιώματα των μειονοτικών πληθυσμών και να κατοχυρώνουν τη θρησκευτική, γλωσσική και πολιτιστική τους ελευθερία, καθώς και το δικαίωμά τους στην ιδιοκτησία.
Στη Θράκη ζουν μόνιμα και δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, στη συντριπτική πλειοψηφία τους ελληνικής καταγωγής, που ήρθαν στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και το ξέσπασμα των εθνικιστικών συγκρούσεων στον Καύκασο. Πρόκειται για Έλληνες που είχαν εγκατασταθεί στα παράλια του Εύξεινου Πόντου και στις μεγάλες πόλεις της Ρωσίας τον 18ο και 19ο αι., καθώς και για Έλληνες ποντιακής καταγωγής, οι οποίοι εγκατέλειψαν τη Μικρά Ασία το 1918 και το 1922 και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου. Αρκετοί από αυτούς είχαν εξοριστεί στη Σιβηρία από τον Ιωσήφ Στάλιν, επανήλθαν στις εστίες τους κατά τη δεκαετία του 1970, και 20 χρόνια μετά βρέθηκαν στα διασταυρούμενα πυρά Γεωργιανών, Οσέτων, Αμπχαζίων και Ινγκουσέτων. Οι υπόλοιποι, που ζούσαν στις μεγάλες πόλεις της Ρωσίας, έχοντας πληγεί από την κατάρρευση του "υπαρκτού σοσιαλισμού" και την οικονομική δυσπραγία, προτίμησαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
Κατά τα προϊστορικά χρόνια έζησαν στη Θράκη πολλά περίεργα ζώα. Ιδίως έχουν ανακαλυφθεί πολλά είδη προβοσκιδωτών, συγγενών των σημερινών ελεφάντων, όπως ο Άναγκος, ο Παλαιολοξόδων και το Μαμούθ. Είναι γνωστό επίσης ότι υπήρχαν στην περιοχή λιοντάρια του είδους Felis leo persica, που έζησαν τουλάχιστον ως την εποχή του Αριστοτέλη.
Σήμερα, λόγω των πολλών και μεγάλων υγροτόπων, εμφανίζονται όλα σχεδόν τα υδρόβια και παρυδάτια πουλιά της Ελλάδας. Από την άλλη, η ύπαρξη μεγάλων βουνών και εκτεταμένων δασών ευνοεί την παρουσία πουλιών του βουνού και του δάσους.
Μερικά από τα πουλιά της περιοχής είναι τόσο σπάνια που δεν υπάρχουν πλέον σε άλλη περιοχή της Ελλάδας. Ο Θαλασσαετός (Haliaeetus albicilla) φιλοξενείται με τρία μόνο ζευγάρια, ο Μαυρόγυπας (Aegypius monachus) με λιγότερα από 100 πουλιά, ενώ ο Αγριόκουρκος (Tetrao urogallus) με γύρω στα 200. Υπάρχουν, όμως, και πολλά άλλα σπάνια πουλιά, όπως η Λεπτομύτα (Numenius tenuirostris), ο Στεπόκιρκος (Circus macrourus), η Αγκαθοκαλημάνα (Hoplopterus spinosus), κ.α., ενώ συνηθισμένο θέαμα των υγροτόπων είναι ο Φοινικόπτερος (Phoenicopterus ruber), που οι πληθυσμοί του έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.
Όσον αφορά τα θηλαστικά, δεν υπάρχει άλλη περιοχή της Ελλάδας που να φιλοξενεί τόσο μεγάλο αριθμό ειδών, με επιστέγασμα την Αρκούδα, τον Λύκο, το Τσακάλι και το Αγριόγιδο. Υπάρχουν επίσης κουνάβια, αλεπούδες, ασβοί, νυφίτσες, σκίουροι, αγριογούρουνα, σκαντζόχοιροι, τρωκτικά, νυχτερίδες και μυγαλές.
Ο ίδιος πλούτος παρατηρείται και στις άλλες ομάδες ζώων, όπως τα αμφίβια, τα ερπετά, τα έντομα, κ.α. Ιδιαίτερα φανερός είναι αυτός ο πλούτος στις πολύχρωμες πεταλούδες, που ξεπερνούν τα 100 είδη.
Από την προϊστορική χλωρίδα της περιοχής έχουν βρεθεί σε πολλά σημεία απολιθωμένοι κορμοί, καθώς και φύλλα και καρποί δέντρων που σήμερα έχουν εκλείψει. Η μελέτη αυτού του υλικού βρίσκεται ακόμη στην αρχή της.
Οι μεγάλες αντιθέσεις στο κλίμα έχουν επίδραση και στη βλάστηση της περιοχής. Στις χαμηλές πλαγιές των βουνών κυριαρχούν οι μεσογειακοί θαμνώνες (Mediterranean maquis), που απαρτίζονται από πουρνάρια, φυλλίκια, ράμνους, χρυσόξυλα, τσικουδιές, κ.α. Ακολουθεί η ζώνη των φυλλοβόλων δρυών, που φτάνει συνήθως ως τα 100 μ. ή και ψηλότερα, με είδη όπως η Πλατύφυλλη Δρυς (Quercus frainetto), η Χνουδωτή Δρυς (Quercus pubescens) και το Ρουπάκι (Quercus petraea). Πάνω από τη ζώνη αυτή εκτείνεται η ζώνη των ορεινών κωνοφόρων, με δάση από δέντρα όπως η Μαύρη πεύκη (Pinus nigra), το Μακεδονικό Έλατο (Abies borisii-regis), η Δασική πεύκη (Pinus sylvestris) και η Ερυθρελάτη (Picea abies). Στη ζώνη αυτή εμφανίζονται κατά τόπους, όπου τα πετρώματα είναι ευνοϊκά, δάση από οξιές των ειδών Fagus sylvatica και Fagus orientalis, ή και μεικτά δάση κωνοφόρων και φυλλοβόλων.
Εκτός από τις ζώνες βλάστησης που αναφέρθηκαν ήδη, υπάρχει και η πεδινή ζώνη, που στη μεγαλύτερή της έκταση καλλιεργείται σήμερα εντατικά, ενώ η φυσική της βλάστηση έχει αποψιλωθεί. Τέλος, υπάρχει και η αζωνική βλάστηση των ρεματιών, που απαρτίζεται από πλατάνια, κλήθρα, φτελιές, λεύκες και άλλα υγρόφιλα είδη.
Ιδιαίτερη αξία έχουν τα τοπικά ενδημικά των βουνών, όπως ο Κρίνος της Ροδόπης (Lilium rhodopaeum), η Viola rhodopaea, η Viola ganiatsasii και η Viola serresiana της Ροδόπης, η Haberlea rhodopensis, και άλλα.
Επίσης, στα βουνά της περιοχής φυτρώνουν πολλά είδη, ενδημικά της Βαλκανικής χερσονήσου, όπως η Saxifraga ferdinandi, η Campanula cervicaria, η Fritillaria drenovskii, η Viola perinensis, κ.α.
Υπάρχουν και ορισμένα σπάνια για την Ελλάδα είδη δέντρων: η Σημύδα (Betula), που σχηματίζει ένα μικρό δάσος στην οροσειρά της Ροδόπης, το Βαλκανικό πεύκο (Pinus peuce), που βρίσκεται επίσης στην οροσειρά της Ροδόπης, και το Μικρόφυλλο Κλήθρο (Alnus incana), που φυτρώνει στις ρεματιές της Ροδόπης.