Αυτό το λήμμα τεκμηριώνεται κυρίως με πρωτογενείς πηγές. Παρακαλούμε βελτιώστε το προσθέτοντας δευτερογενείς ή τριτογενείς πηγές. |
Ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης (14 Απριλίου 1884 - 15 Νοεμβρίου 1970)[1] ήταν Έλληνας πολιτικός, δύο φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας κατά τα έτη 1946 και 1947.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1884. Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Βερολίνο, στο Λονδίνο και στη Φλωρεντία. Άσκησε για μικρό χρονικό διάστημα τη δικηγορία. Νεότατος ασχολήθηκε με την πολιτική. Διατέλεσε νομάρχης Πατρών και Κερκύρας (1915 - 1917).
Το 1926 εξελέγη πρώτη φορά βουλευτής Αργολιδοκορινθίας με το Κόμμα Ελευθεροφρόνων του Ιωάννη Μεταξά.[2] Το 1928 προσχώρησε στο Λαϊκόν Κόμμα, όπου αρχηγός ήταν ο θείος του, Παναγής Τσαλδάρης. Μετείχε στη δεύτερη κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη ως υφυπουργός Συγκοινωνιών (1933 - 1935), και στη συνέχεια ως υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.[3] Μετά το θάνατο του Παναγή Τσαλδάρη το 1936 έγινε μέλος της διοικούσας επιτροπής του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο διέκοψε τη λειτουργία του με την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου. Μετά την Απελευθέρωση, κατά τις εκλογές στις 31 Μαρτίου 1946, ανακηρύχθηκε αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος και στη συνέχεια έγινε Πρόεδρος της πρώτης (κατόπιν ελεύθερων εκλογών) Κυβέρνησης της απελευθερωθείσας Χώρας.
Αναδείχθηκε νικητής στις εκλογές του 1946 ως αρχηγός του συνασπισμού «Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων» και ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας από τον Απρίλιο του 1946 έως τον Ιανουάριο του 1947 με την Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Τσαλδάρη Απριλίου 1946[4] και την Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Τσαλδάρη Οκτωβρίου 1946[5]. Η κυβέρνησή του διενήργησε το δημοψήφισμα, με το οποίο επανήλθε η Βασιλευομένη Δημοκρατία την 1η Σεπτεμβρίου 1946. Διατέλεσε επικεφαλής των ελληνικών αντιπροσωπειών στη Διάσκεψη των Παρισίων (1946), και στις Γενικές Συνελεύσεις του ΟΗΕ το διάστημα 1947 - 1949. Επίσης ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα μετά των Αμερικανών για την παροχή οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα (Δόγμα Τρούμαν), καθώς και για την αναδιοργάνωση του ελληνικού στρατού. Υπήρξε αντιπρόεδρος των κυβερνήσεων Δημητρίου Μαξίμου (1947)[6] καθώς και Υπουργός Εξωτερικών: από 4 Απριλίου 1946 έως 6 Ιανουαρίου 1950[7], Θεμιστοκλή Σοφούλη (1947-1949)[8][9][10][11] και Αλεξάνδρου Διομήδη (1949 - 1950)[12]. Ανέλαβε πάλι την πρωθυπουργία τον Αύγουστο του 1947 και παρέμεινε πρωθυπουργός μέχρι το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους (Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Τσαλδάρη 1947).[13]
Στις εκλογές του 1950 το Λαϊκό κόμμα ήλθε πρώτο, ενώ κατά τις εκλογές του 1951 με την ίδρυση του Ελληνικού Συναγερμού του Αλέξανδρου Παπάγου το Λαϊκό Κόμμα έχασε μεγάλο μέρος της εκλογικής του βάσης και ο Τσαλδάρης εξελέγη βουλευτής στην ιδιαίτερη εκλογική του περιφέρεια (Αργολιδοκορινθία). Στις εκλογές όμως του 1952 που διεξήχθησαν με την αλλαγή του εκλογικού νόμου σε πλειοψηφικό σύστημα δεν εξελέγη τόσο ο ίδιος όσο και οι υποψήφιοι του κόμματος. Το 1956 εκλέχτηκε βουλευτής με τη Δημοκρατική Ένωση, ενώ στις εκλογές του 1958, ως επικεφαλής της Ενώσεως Λαϊκών Κομμάτων απέτυχε να εκλεγεί. Αποσύρθηκε τότε από τα δημόσια πράγματα και επανεμφανίστηκε στα Συμβούλια του Στέμματος την εποχή των Ιουλιανών.
Πέθανε στην Αθήνα στις 15 Νοεμβρίου του 1970[14]. Η κηδεία του έγινε δύο ημέρες αργότερα και λόγους εκφώνησαν ο Γεώργιος Μαύρος από την Ένωση Κέντρου και ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου από την Ε.Ρ.Ε.[15][16]. Γιος του ήταν ο Αθανάσιος Τσαλδάρης.