Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Λιρόι Καρ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Leroy Carr (Αγγλικά) |
Γέννηση | 27 Μαρτίου 1905[1][2] Νάσβιλ[3] |
Θάνατος | 29 Απριλίου 1935[1][2][4] ή 28 Απριλίου 1935[5] Ιντιανάπολις |
Αιτία θανάτου | νεφρίτιδα |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | Floral Park Cemetery[6] |
Εθνικότητα | Αφροαμερικανοί[3] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[7] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | τραγουδιστής συνθέτης πιανίστας κιμπορντίστας[8] |
Ο Λιρόι Καρ (Leroy Carr, 27 Μαρτίου 1905 – 29 Απριλίου 1935) ήταν Αμερικανός μπλουζ τραγουδιστής, πιανίστας και συνθέτης. Διακρίθηκε κυρίως μέσα από τη συνεργασία του με τον μπλουζ κιθαρίστα Σκράπερ Μπλάκγουελ, κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1920.
Γεννημένος στο Νάσβιλ, μετακόμισε και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Ινδιανάπολη. Σε εφηβική ηλικία υπήρξε αυτοδίδακτος στο πιάνο και εγκατέλειψε το σχολείο. Τα επόμενα χρόνια εργάστηκε ως μουσικός σε περιοχές της δυτικής και νότιας Αμερικής, ακολουθώντας παράλληλα και πλήθος άλλων επαγγελμάτων, μεταξύ άλλων ως υπάλληλος σε τσίρκο και υπηρετώντας στο στρατό.
Το 1928 ξεκίνησε η συνεργασία του με τον Σκράπερ Μπλάκγουελ, και ως μουσικό δίδυμο άρχισαν να πραγματοποιούν εμφανίσεις που οδήγησαν στην ηχογράφηση του How Long, How Long Blues στα τέλη του ίδιου έτους, τραγούδι που σημείωσε σημαντική εμπορική επιτυχία. Ο Καρ αναλάμβανε κυρίως τα φωνητικά των τραγουδιών, παίζοντας παράλληλα πιάνο, σε ύφος επηρεασμένο από το boogie-woogie. Οι στίχοι τους, ποιητικού χαρακτήρα, ήταν προϊόν συνεργασίας των δύο μουσικών καθώς και της αδελφής του Μπλάκγουελ, Μέι Μαλόουν.
Κατά τη δεκαετία του 1930, ο Καρ αναγνωρίζεται ως ένας από τους διασημότερους μπλουζ μουσικούς της Αμερικής. Μαζί με τον Μπλάκγουελ, κληροδότησε κλασικές συνθέσεις όπως τα Prison Bound (1928), Midnight Hour Blues (1932) και Hurry down sunshine (1934). Μετά το θάνατό του, ο οποίος υπήρξε απόρροια του αλκοολισμού του, αρκετές συνθέσεις αφιερώθηκαν σε εκείνον, ενώ ο Μπλάκγουελ σχεδόν εγκατέλειψε την κιθάρα.