Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο Μάνφρεντ Ρόμμελ (Manfred Rommel, 24 Δεκεμβρίου 1928 – 7 Νοεμβρίου 2013) ήταν Γερμανός πολιτικός. Υπηρέτησε για δύο δεκαετίες ως δήμαρχος (Oberbürgermeister) της Στουτγκάρδης και ήταν γνωστός για το έργο του υπέρ της δημοκρατίας, της ανεκτικότητας και της συμφιλίωσης στη μεταπολεμική Γερμανία.
Γεννήθηκε στη Στουτγκάρδη στις 24 Δεκεμβρίου 1928. Πατέρας του ήταν ο Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ και μητέρα του η Λουκία Ρόμελ. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο πατέρας του ήταν ένας από τους πιο γνωστούς στρατηγούς της Γερμανίας, αλλά το 1944, ο Έρβιν Ρόμελ αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει λόγω της εμπλοκής του στην συνωμοσία της 20ής Ιουλίου κατά του Χίτλερ.
Τελείωσε το γυμνάσιο και σπούδασε νομική στο πανεπιστήμιο. Διορίστηκε δημόσιος υπάλληλος και προάχθηκε ως τον βαθμό του υπουργικού διευθυντή στο υπουγείου οικονομικών. Ο Μάνφρεντ Ρόμμελ εντάχθηκε στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) και το 1974 εξελέγη δήμαρχος της Στουτγκάρδης, θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 1996. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, προώθησε την αστική ανάπτυξη, την πολιτιστική πρόοδο και την κοινωνική ανεκτικότητα. Ο Rommel υπήρξε υπέρμαχος της συμφιλίωσης με τις εβραϊκές κοινότητες και προώθησε την ενσωμάτωση των μεταναστών στη γερμανική κοινωνία.
Ο Μάνφρεντ Ρόμμελ άφησε πίσω του μια ισχυρή κληρονομιά ως πολιτικός της μεταπολεμικής Γερμανίας. Αναγνωρίστηκε για τη συμβολή του στην προώθηση των δημοκρατικών αξιών, της ανεκτικότητας και της ανθρωπιάς. Οι προσπάθειές του για την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων συνέβαλαν στην κοινωνική συνοχή της Στουτγκάρδης και ευρύτερα της Γερμανίας.
Απεβίωσε στις 7 Νοεμβρίου 2013 στη γενέτειρά του, Στουτγκάρδη, σε ηλικία 84 ετών. Η συμβολή του στη γερμανική πολιτική και κοινωνία τιμήθηκε ευρέως τόσο εντός όσο και εκτός Γερμανίας.