Νικόλαος Μπαλτατζής - Μαυροκορδάτος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1898 Αθήνα |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ελληνικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός υδατοσφαιριστής δημοσιογράφος |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Λαϊκόν Κόμμα |
Οικογένεια | |
Γονείς | Γεώργιος Μπαλτατζής |
Ο Νικόλαος Μπαλτατζής - Μαυροκορδάτος (Αθήνα 1898 - ;) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, πολιτικός και Ολυμπιονίκης στην υδατοσφαίριση που διετέλεσε μετέπειτα αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος του Γεώργιου Μπαλτατζή, βουλευτή και υπουργού, και της Χαρίκλειας Μαυροκορδάτου. Από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από την παλαιά οικογένεια Μπαλτατζή ενώ από την πλευρά της μητέρας του από την οικογένεια Μαυροκορδάτου και ήταν εγγονός του Νικόλαου Μαυροκορδάτου και δισέγγονος του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Προκειμένου να συνεχιστεί το οικογενειακό επίθετο της μητέρας του έφερε και τα δύο οικογενειακά επίθετα "Μπαλτατζής - Μαυρκορδάτος".
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα "Η Καθημερινή" κατά την περίοδο 1919 - 1940.[1]
Κατά την διάρκεια του Α΄ και Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου συμμετείχε ως υπίλαρχος. Το αρχείο της οικογένειας Μπαλτατζή - Μαυροκορδάτου το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη.[2] Το 1948 εξέδωσε το βιβλίο "Εθνικός συναγερμός : (Εξ ραδιοφωνικαί ομιλίαι)".
Απεβίωσε στην Αθήνα. Ήταν παντρεμένος αλλά δεν απέκτησε απογόνους.
Ακολούθησε την παράδοση της οικογενείας εκλεγόμενος πρώτη φορά βουλευτής στις εκλογές Αττικοβοιωτίας στις εκλογές του 1935 με την υποστήριξη του Λαϊκού Κόμματος.[3] Επανεξελέγη βουλευτής Λάρισας στις εκλογές του 1936 και του 1946 με το Λαϊκό Κόμμα.[3] Διετέλεσε υφυπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Κωνσταντίνου Τσαλδάρη (Απριλίου 1946 και Οκτωβρίου 1946 - 1947) και Δημητρίου Μαξίμου (1947) καθώς και υφυπουργός Τύπου στην κυβέρνηση Σοφούλη (1947). Ως βουλευτής συμμετείχε μαζί με τον Λέοντα Μακκά στην προπαρασκευαστική συνάντηση του Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Κοινοβουλευτικής Ένωσης στο Γκστάαντ της Ελβετίας στις 4 και 5 Ιουλίου 1947 μαζί με τις επιτροπές της Ιταλίας και του Βελγίου.
Στις εκλογές του 1977 ήταν υποψήφιος με το κόμμα της Εθνικής Παράταξης στο ψηφοδέλτιο επικρατείας.[4]
Υπήρξε αθλητής υδατοσφαίρισης του Ολυμπιακού και του Εθνικού Πειραιώς.[5][6] Συμμετείχε ως μέλος της ολυμπιακής αποστολής της ελληνικής ομάδας υδατοσφαίρισης στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας (1920) καταλαμβάνοντας την όγδοη θέση ενώ στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού (1924) η ελληνική ομάδα, της οποίας ήταν πάλι μέλος, κατέλαβε την δέκατη τρίτη θέση.
Μετά την απόσυρσή του από τον ενεργό αθλητισμό ανέλαβε πληθώρα διοικητικών θέσεων σε αθλητικά σωματεία και ομοσπονδίες. Στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952 συμμετείχε υπό την ιδιότητα του Γενικού Αρχηγού της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής.[7] Διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Φιλάθλων Πάλης (ΕΟΦΠ) κατά την περίοδο 1957 - 1960, μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Ελληνικού Ράλλυ Αυτοκινήτων (1951), πρόεδρος της ΕΚΟΦ (σήμερα ΚΟΕ/= Κολυμβητική Ομοσπονδία Ελλάδος) καθώς και Β' αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής για δύο χρονικά διαστήματα (1957 - 1960, 1974).[8]. Υπήρξε ο εμπνευστής και ο ιδρυτής του θεσμού του κυπέλλου υδατοσφαίρισης που συνεχίζεται μέχρι σήμερα [9]. Υπήρξε, επίσης, μέλος της μέλος της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων κατά τις περιόδους 1927 – 1930, 1935, 1939 – 1956, 1957 – 1960 και 1974.[10]
Τον Ιανουάριο του 1973 τιμήθηκε από τον Σύνδεσμο Αθλητικού Τύπου ενώ είχε ανακηρυχθεί μεγάλος ευεργέτης του Απόλλωνα Αθηνών.