Ρασίντ Γκανουσί | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | راشد الغنوشي (Αραβικά) |
Γέννηση | 22 Ιουνίου 1941[1][2][3] Ελ Χαμά |
Χώρα πολιτογράφησης | Σουδάν[4] French protectorate of Tunisia (έως 1956) Τυνησία (από 1956) |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αραβικά[5] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Ζιτούνα Πανεπιστήμιο του Καΐρου Πανεπιστήμιο της Δαμασκού Πανεπιστήμιο του Παρισιού |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | δικηγόρος πολιτικός[6] διδάσκων πανεπιστημίου[6] |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Κόμμα Ενάντα |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Speaker of the Assembly of the Representatives of the People (2019–2021) |
Βραβεύσεις | Βραβείο Ιμπν Ρουσντ για την Ελευθερία της Σκέψης (2014) Βραβείο Τσάθαμ Χάουζ (2012) Βραβείο Τζάμναλαλ Μπατζάτζ (2016) Βραβείο Ιμπν Ρουσντ για την Ελευθερία της Σκέψης |
Ιστότοπος | |
ar | |
Σχετικά πολυμέσα | |
O Ρασίντ Γκανουσί ( αραβικά: راشد الغنوشي, γεννηθείς την 22η Ιουνίου 1941 με το όνομα Ρασίντ αλ Χαρίτζι) είναι ένας Τυνήσιος πολιτικός (πρόεδρος της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων του Λαού από τον Νοέμβριο του 2019) και στοχαστής,[7] είναι συνιδρυτής του Κόμματος Ενάντα και «πνευματικός ηγέτης» του.[8][9]
Το 2012 το περιοδικό Time τον αναγνώρισε ως έναν από τους 100 Ανθρώπους με την Μεγαλύτερη Επιρροή στον κόσμο[10] και το Foreign Policy ως έναν από τους 100 Καλύτερους Παγκόσμιους Στοχαστές.[11] Το 2012 του απονεμήθηκε το Βραβείο του Οίκου Τσάταμ[12] (μαζί με τον Πρόεδρο της Τυνησίας Μονσέφ Μαρζουκί) από τον Πρίγκιπα Ανδρέα, Δούκα της Υόρκης, για «τους επιτυχείς συμβιβασμούς που επιτεύχθηκαν κατά τη μεταβατική δημοκρατική περίοδο της Τυνησίας».[13][14] Το 2016 έλαβε το Bραβείο Τζάμναλαλ Μπατζάτζ για την «προώθηση των αξιών του Γκαντισμού εκτός της Ινδίας».[15]
Ο Γκανουσί γεννήθηκε σε ένα χωριό έξω από την Ελ Χάμα, στο Κυβερνείο Γκαμπές της νότιας Τυνησίας. Ο πατέρας του ήταν ένας φτωχός αγρότης με πολλά παιδιά, και το χωριό τους δεν είχε ηλεκτρισμό ούτε πεζοδρόμια. Η οικογένειά του δούλευε καθημερινά στους αγρούς, και μπορούσαν να φάνε κρέας λίγες μόνο φορές το χρόνο.[16] Όταν τελείωναν τη δουλειά τους, έπλεκαν καλάθια από φύλλα φοινικόδεντρων για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Ο Ρασίντ κατάφερε να παρακολουθήσει μαθήματα στο τοπικό παράρτημα του παραδοσιακού αραβόγλωσσου σχολείου Ζαϊτούνα χάρη στην οικονομική βοήθεια ενός μεγαλύτερου αδελφού.
Το 1962 έλαβε ένα πτυχίο, ισοδύναμο του Baccalauréat, από το Πανεπιστήμιο της Ζιτούνα. Το 1964 μπήκε στη Γεωργική Σχολή του Πανεπιστημίου του Καΐρου, αλλά, όταν απελάθηκαν οι Τυνήσιοι από την Αίγυπτο, έφυγε για τη Συρία. Σπούδασε Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Δαμασκού, και αποφοίτησε το 1968. Ο Γκανουσί όταν ήταν στην ηλικία των 20 και κάτι, ταξίδεψε και εργάστηκε στην Ευρώπη ως τρυγητής αμπελιών[17] και λαντζέρης.[18]
Τον Απρίλιο του 1981 ο Γκανουσί ίδρυσε το κόμμα «Κίνημα Ισλαμικής Τάσης» ( αραβικά: حركة الاتجاه الإسلامي). Το Κίνημα δηλώθηκε ως εδραιωμένο στον μη βίαιο ισλαμισμό και καλούσε για «ανοικοδόμηση της οικονομικής ζωής με πιο ισότιμη βάση, το τέλος της μονοκομματικής πολιτικής και την αποδοχή του πολιτικού πλουραλισμού και της δημοκρατίας».[19] Μέχρι το τέλος του Ιουλίου, ο Γκανουσί και οι οπαδοί του συνελήφθησαν, καταδικάστηκαν σε έντεκα χρόνια φυλάκισης στη Μπιζέρτα, και βασανίστηκαν. Από κοινού η θρησκευτική και η κοσμική κοινότητα, με συμπεριλαμβανόμενες πολυάριθμες πολιτικές οργανώσεις, συσπειρώθηκαν για την υποστήριξή του.[20] Τον καιρό που ήταν στη φυλακή έκανε μεταφράσεις πολλών έργων και έγραψε για θέματα όπως η δημοκρατία, τα γυναικεία δικαιώματα και η Παλαιστίνη. Τότε έγραψε και το σημαντικότερο έργο του, το Al-Hurriyat al-'Ammah (Δημόσιες Ελευθερίες).[21]
Το 1984 αφέθηκε ελεύθερος, το 1987 επέστρεψε στη φυλακή με ποινή ισόβιας κάθειρξης, και το 1988 αφέθηκε ελεύθερος και πάλι. Μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο ως πολιτικός εξόριστος, όπου έζησε για 22 χρόνια.[8][22]
Το 1989 παρακολούθησε το συνέδριο της Ισλαμικής Επιτροπής για την Παλαιστίνη στο Σικάγο.[23] Το 1990, μετά την εισβολή στο Κουβέιτ, ο αλ Γκανουσί καταδίκασε τον βασιλιά Φαχντ της Σαουδικής Αραβίας για ένα «κολοσσιαίο έγκλημα», την πρόσκληση στις ΗΠΑ για ανάπτυξη δυνάμεων.[24] Έκανε έκκληση στους Mουσουλμάνους να μποϊκοτάρουν τα αμερικανικά αγαθά, αεροσκάφη και πλοία. Κάλεσε για τζιχάντ ενάντια στο Ισραήλ, και επικρίθηκε γι'αυτό.[25][26][27]
Ο Γκανουσί συνέχισε να επικρίνει την πολιτική της Τυνησίας και το καθεστώς του Προέδρου Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Άλι.[28]
Μετά τις λαϊκές κινητοποιήσεις και την απομάκρυνση του Μπεν Αλί από την Προεδρία, ο Γκανουσί επέστρεψε στην Τυνησία την 30η Ιανουαρίου 2011, μετά από είκοσι δύο χρόνια εξορίας στο Λονδίνο,[29] και χιλιάδες [30] άνθρωποι τον καλωσόρισαν.
Στις εκλογές της Τυνησιακής Συντακτικής Συνέλευσης το κόμμα του Ρασίντ κέρδισε το 37,04% των ψήφων (περισσότερους από τα 4 επόμενα μεγάλα κομμάτα της ψηφοφορίας μαζί)[31]. Ο Γκανουσί δεν ανέλαβε καμία κυβερνητική θέση. Ο γενικός γραμματέας του κόμματος Ενάντα, ο Χαμάντι Ζεμπάλι έγινε Πρωθυπουργός.[32]
Το κόμμα Ενάντα σχημάτισε μια κυβέρνηση που ηγήθηκε στην Τυνησία τον καιρό των προκλήσεων και ταραχών που ακολούθησαν την Επανάσταση των Γιασεμιών. Αυτή η κυβέρνηση επέδειξε μεγάλη διαφάνεια, έλλειψη διαφθοράς και επίτευξη συναίνεσης. Τον Μάρτιο του 2012 το κόμμα Ενάντα, δηλώνοντας ότι η σαρία[33] δεν θα αποτελέσει την κύρια πηγή νομοθεσίας στο νέο σύνταγμα, διατήρησε τον κοσμικό[34] χαρακτήρα του. Η στάση του Ενάντα στο θέμα επικρίθηκε από τους σκληροπυρηνικούς ισλαμιστές, που ήθελαν αυστηρή σαρία, και έγινε καλοδεχούμενη από τα κοσμικά κόμματα.[35] Η κυβέρνηση επικρίθηκε για μέτριες οικονομικές επιδόσεις, για τις άτονες τουριστικές βιομηχανίες, και για κακές σχέσεις με τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Τυνησίας, τη Γαλλία. Συγκεκριμένα, επικρίθηκε για ανοχή σε προσπάθειες εξισλαμισμού δια της βίας, από ριζοσπάστες που απαιτούσαν τη Σαρία και αποδοκίμαζαν την ανισότητα μεταξύ των φύλων[36] και τους περιορισμούς στην πολυγαμία,[37] εκ των οποίων ορισμένοι ευθύνονταν για τα επεισόδια του Σεπτεμβρίου του 2012, όταν η Αμερικανική πρεσβεία και το γειτονικό Αμερικανικό σχολείο λεηλατήθηκαν και κάηκαν με αφορμή την ηλεκτρονική δημοσίευση του τρέιλερ για μια αμφιλεγόμενη αντι-ισλαμική ταινία,[38] και για τη δολοφονία δύο αριστερών πολιτικών, του Σόκρι Μπελάιντ (τον Φεβρουάριο του 2013) και του Μοχάμεντ Μπράμι (τον Ιούλιο του 2013). Κατά τη διάρκεια της Τυνησιακής πολιτικής κρίσης το 2013-14, οι εξαγριωμένοι κοσμικιστές ζήτησαν την παραίτηση της κυβέρνησης ή ακόμα και ένα πραξικόπημα τύπου Σίσι, ενώ οι μαχητές του Ενάντα ήταν αντίθετοι με τις πρόωρες εκλογές, και επίσης γιούχαραν τις εκκλήσεις του Γκανουσί για να γίνουν θυσίες για την εθνική ενότητα.[39]
Παρόλα αυτά, ο Γκανουσί και ο κοσμικός ηγέτης Μπέτζι Καΐντ Εσέμπσι συνεργάστηκαν μαζί προς επίτευξη μίας συμφωνίας, και την 5η Οκτωβρίου υπέγραψαν έναν «χάρτη πορείας», για να παραιτηθεί το κόμμα Ενάντα και να αναλάβει τον έλεγχο μία υπηρεσιακή κυβέρνηση, μετά τη σύνταξη του νέου συντάγματος και μέχρι να διεξαχθούν οι νέες εκλογές.[40] Και οι δύο ηγέτες κατακρίθηκαν έντονα από τα απλά μέλη του κόμματος, και η συμφωνία του Γκανουσί επικυρώθηκε από το συμβούλιο Σούρα του Ενάντα μόνο κατόπιν απειλής του ότι θα παραιτηθεί.[41]
Τον Ιανουάριο του 2014, μετά την έγκριση του νέου Συντάγματος της Τυνησίας, το κόμμα Ενάντα αποχώρησε ειρηνικά από την κυβέρνηση και παρέδωσε την εξουσία σε μια τεχνοκρατική κυβέρνηση με επικεφαλής τον Μεχντί Τζομάα. Το Ενάντα ήρθε δεύτερο κόμμα στις κοινοβουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2014, με το 27,79% των ψήφων, και σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού με το μεγαλύτερο κοσμικιστικό κόμμα Νίνταα Τύνις, παρά την αντίθεσή των απλών κομματικών μελών.[42] Το κόμμα Ενάντα δεν παρουσίασε υποψήφιο για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2014.[43] Ο Γκανουσί «υπέδειξε» ότι προσωπική του επιλογή ήταν ο Μπέτζι Καΐντ Εσέμπσι.[44] (που κέρδισε >55% των ψήφων).
Ο Γκανουσί διαφώνησε για αυτά τα συμβιβαστικά μέτρα με τα πιο ακριβολόγα μελη του κόμματος, με το σκεπτικό ότι η χώρα ήταν ακόμα πολύ ασταθής, και η οικονομία έπασχε από αναγκαιότητα για μεταρρυθμίσεις, και δεν υπήρχε χώρος για το Ενάντα στην αντιπολίτευση.[42] Ο Γκανουσί τάχθηκε υπέρ της λήψης μέτρων για προστασία από την πλύση εγκεφάλου της τζιχαντιστικής κατήχησης στα ριζοσπαστικά τζαμιά (το 2015 πάνω από 60 πολίτες, κυρίως τουρίστες, έχασαν τις ζωές τους από τους τζιχαντιστές, καταστρέφοντας την τουριστική βιομηχανία της Τυνησίας). Παρά την Ισλαμική του μόρφωση, πάντα «απόπαιρνε» τους τζιχαντιστές, και τότε μπήκε κοντά στην «πρώτη θέση του καταλόγου με τους καταζητούμενους» των τζιχαντιστών.[45]
Ο Γκανουσί εξελέγη Πρόεδρος της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων του Λαού στις 13 Νοεμβρίου 2019.[46]
Τον Φεβρουάριο του 2024, ο Rached Ghannouchi καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση από το δικαστήριο της Τύνιδας για παράνομη ξένη χρηματοδότηση.[47]
Την 17η Μαΐου 2013, το BBC δημοσίευσε μια απολογία στην ιστοσελίδα του για την ανακριβή είδηση που παρουσίασε για τον Γκανουσί την 21η Νοεμβρίου 2012, 6 μήνες νωρίτερα.[47] Στο άρθρο είχαν κατηγορήσει τον Γκανουσί, ότι απειλεί να βγάλει τα στρατεύματα στους δρόμους αν τα εκλογικά αποτελέσματα του 2011 διαφέρουν από τα προσδοκώμενα για το κόμμα Ενάντα, και πρότειναν να συγχωρεθεί η βίαιη επίθεση των Σαλαφιστών στην Αμερικανική πρεσβεία και η πυρκαγιά στο Αμερικανικό Σχολείο της Τύνιδας τον Σεπτέμβριο του 2012. Αναγνωρίζοντας ότι όλες αυτές τις κατηγορίες και προτάσεις ήταν στην πραγματικότητα αναληθείς, η ανάκληση ολοκληρώθηκε ως εξής: «Το BBC επιθυμεί να απολογηθεί στον κ. Γκανουσί για αυτά τα λάθη και για την αναστάτωση που ίσως προκάλεσαν».
Την 9η Οκτωβρίου 2012, η εφημερίδα The Independent δημοσίευσε μια απολογία στην ιστοσελίδα της, επειδή σε ένα προηγούμενο άρθρο έγραψαν ότι το κόμμα του Γκανουσί, το Ενάντα, είχε χρηματοδοτηθεί από ξένα κονδύλια. Η απολογία ανέφερε: «Θέλουμε να καταστήσουμε σαφές, ότι ο κ. Γκανουσί και το κόμμα του δεν έχουν δεχτεί καμία δωρεά από ξένο κράτος κατά παράβαση της Τυνησιακής νομοθεσίας περί χρηματοδότησης των κομμάτων. Παρακαλούμε να δεχτείτε τη συγνώμη μας κ. Γκανουσί» [48]
Την 22η Οκτωβρίου 2011, το The Economist δημοσίευσε μια απολογία στην ιστοσελίδα του για ένα άρθρο τους στο οποίο απέδωσαν ψευδείς δηλώσεις στον Γκανουσί. Το άρθρο [49] έλεγε ότι ο Γκανουσί «είναι ενάντιος στον κώδικα ελευθερώσεως[50] των ατομικών δικαιωμάτων, στον Κώδικα της Προσωπικής Κατάστασης, και στην απαγόρευση της πολυγαμίας». Το άρθρο συνέχιζε, λέγοντας ότι ο Γκανουσί «απείλησε ότι θα απαγχονίσει μία εξέχουσα Τυνήσια φεμινίστρια, τη Ράτζα μπιν Σαλάμα, στην πλατεία Μπάσιτζ της Τύνιδας, επειδή ζήτησε να βασιστούν οι νέοι νόμοι της χώρας στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου». Η απολογία [51] ανέφερε ότι «δεχόμαστε ότι όλες αυτές τις δηλώσεις είναι αναληθείς: ο κ. Γκανουσί έχει δηλώσει ρητά ότι αποδέχεται τον Κώδικα της Προσωπικής Κατάστασης. Και ποτέ δεν εξαπέλυσε απειλές απαγχονισμού στην Κα. μπιν Σαλάμα. Ανοιχτά ζητάμε συγνώμη.»
Η προθυμία του Γκανουσί να συμβιβαστεί με τους Τυνήσιους κοσμικιστές, και η μοναδική επιτυχία της χώρας του στη διατήρηση ενός δημοκρατικού συστήματος μετά την Αραβική Άνοιξη, έχουν αποδοθεί από τουλάχιστον έναν παρατηρητή ( Ρόμπερτ Γουόρθ ) στην μόρφωσή του. Αντίθετα με πολλούς ισλαμιστές, ο Γκανουσί «έζησε στο εξωτερικό για δεκαετίες, πολυδιαβασμένος σε τρεις γλώσσες», με συμπεριλαμβανόμενα έργα των δυτικών στοχαστών Καρλ Μαρξ, Σίγμουντ Φρόυντ και Ζαν-Πωλ Σαρτρ. Θαύμαζε το θάρρος των αριστερών που διαδήλωσαν στους δρόμους ενάντια στη δικτατορία, συνελήφθησαν και βασανίστηκαν στη φυλακή, και ήταν πρόθυμος να συνεργαστεί μαζί τους.[18] Η ιστορία της πρώτης νίκης των Αλγερινών ισλαμιστών – τον καιρό της εξορίας του στο Λονδίνο – που κατέρρευσε στη σφαγή, το χάος και την ήττα του Αλγερινού εμφυλίου πολέμου, άφησε ένα βαθύ αντίκτυπο.[52] Ο πολιτικός ακτιβιστής Αζάμ Ταμίμι υποστήριξε ότι, ο Γκανουσί επηρεάστηκε από τον συγγραφέα και φιλόσοφο Μάλεκ Μπέναμπι και την διατριβή του με θέμα «Ισλάμ και Δημοκρατία», που έθεσαν «τα θεμέλια» για το «αριστούργημα» του Γκανουσί με τίτλο Al-Hurriyat al-'Ammah ( Δημόσιες Ελευθερίες ).[21]
Το 2002 μια αντιπαθής δυτική πηγή, ο Αμερικανός-Ισραηλίτης λόγιος Μάρτιν Κράμερ, τον χαρακτήρισε ως διαφορετικό «από τους άλλους ισλαμιστές» ως προς την επιμονή του «ότι το Ισλάμ δέχεται την πολυκομματική δημοκρατία».[7]
Το 2015, είπε στον Γάλλο δημοσιογράφο Ολίβιε Ραβανέλο ότι η ομοφυλοφιλία δεν είναι ποινικό αδίκημα, αλλά αντιτάχθηκε στον γάμο μεταξύ ομοφυλοφίλων.[53] Στη συνέντευξη του στον Μάικλ Μουρ, για την ταινία ντοκιμαντέρ Where to Invade Next (Για Πού η Επόμενη Εισβολή), δήλωσε ότι η ομοφυλοφιλία είναι μια «ιδιωτική υπόθεση».
Εκκοσμίκευση (και κοσμικό): διαδικασία απομάκρυνσης από τη θρησκευτική σκέψη,τη θρησκευτική πρακτική και τους θρησκευτικούς θεσμούς.Η υποχώρηση της θρησκευτικής επιρροής σε σχέση με εκείνη της επιστήμης και γενικότερα του ορθολογισμού(ιδίως κατά τον 20ο αιώνα)
Η διαφορά σε οποιοδήποτε τομέα μεταξύ γυναικών και ανδρών όσον αφορά το επίπεδο συμμετοχής,πρόσβασης στα διαθέσιμα μέσα,δικαιωμάτων,αμοιβών ή παροχών
<ref>
• όνομα " apology " ορίζεται πολλές φορές με διαφορετικό περιεχόμενο
ανεξάρτητη, μη κερδοσκοπική, μη κυβερνητική οργάνωση αποστολή της οποίας είναι να αποτρέψει και να επιλύσει θανάσιμες συγκρούσεις μέσω της επιτόπιας ανάλυσης και υπεράσπισης υψηλού επιπέδου