Φιλ Ραντ | |
---|---|
Ο Φιλ Ραντ το 2008 | |
Πληροφορίες | |
Όνομα γέννησης | Φίλιπ Χιου Νόρμαν Γουίτσκε Ραντζεβέκις(Phillip Hugh Norman Witschke Rudzevecuis) |
Γέννηση | 19 Μαΐου 1954[1] Μελβούρνη |
Eίδος | Χαρντ Ροκ, Μπλουζ Ροκ, Ροκ εντ ρολ |
Ιδιότητες | Μουσικός |
Μουσικά όργανα | Τύμπανα |
Παρουσία | 1972 - 1983, 1994 - σήμερα |
Συμμετοχές | Buster Brown, AC/DC |
Ιστότοπος | |
http://www.acdc.com/us/home | |
wikidata (π) |
Ο Φιλ Ραντ (Phillip Hugh Norman Rudd, 19 Μαΐου 1954) είναι Αυστραλός ντράμερ της χαρντ ροκ μουσικής σκηνής, γνωστός ως μέλος των AC/DC από το 1975 ως το 1983 και από το 1994 μέχρι σήμερα.
Ο Ραντ γεννήθηκε το 1954 στην Μελβούρνη, από γονείς λιθουανικής καταγωγής. Ξεκίνησε να παίζει τύμπανα σε εφηβική ηλικία, πριν γίνει μέλος των Buster Brown με τον τραγουδιστή των Rose Tattoo, Άνγκρι Άντερσον. Στο συγκρότημα συμμετείχαν επίσης, οι κιθαρίστες Πωλ Γκραντ και Τζον Μουν, ο μπασίστας Τζόρντι Λιτς και ο κιμπορντίστας Κρις Γουίλσον. Μαζί κυκλοφόρησαν το άλμπουμ "Something to Say" τον Δεκέμβριο του 1974.
Ο Ραντ αποχώρησε από τους Buster Brown για να γίνει μέλος των Coloured Balls και στις αρχές του 1975 έκανε οντισιόν για τη θέση του ντράμερ των AC/DC, οι οποίοι τον ενέταξαν στο δυναμικό τους. Το ροκ εντ ρολ στυλ του συγκροτήματος ταίριαξε αμέσως με το παίξιμο του Ραντ, ο οποίος γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία μαζί τους κυκλοφορώντας εννέα στούντιο και ένα ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ, από το 1975 μέχρι το 1983. Μεταξύ αυτών, το υπερεπιτυχημένο "Back In Black", το οποίο είναι ο δεύτερος δίσκος σε πωλήσεις παγκοσμίως, όπως και τα πολυπλατινένια "Highway To Hell", "For Those About To Rock" και "Let There Be Rock".
Το 1980, ο τραγουδιστής των AC/DC, Μπον Σκοτ, πέθανε μετά από κατανάλωση μεγάλης ποσότητας αλκοόλ και το συγκρότημα τον αντικατέστησε με τον Μπράιαν Τζόνσον. Ο θάνατος του Σκοτ επηρέασε έντονα τον Ραντ, ο οποίος παρέμεινε μαζί τους μέχρι και την ηχογράφηση του "Flick Of The Switch", δίνοντας στη συνέχεια την θέση του στον Σάιμον Ράιτ.
Μετά την αποχώρηση του, ο Ραντ αποσύρθηκε στην Τοράνγκα της Νέας Ζηλανδίας όπου αγόρασε μία εταιρεία ελικοπτέρων. Για την επόμενη δεκαετία, ο Ραντ έγινε πιλότος ελικοπτέρων και οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων, ενώ δημιούργησε και το δικό του στούντιο ηχογραφήσεων.
Στα τέλη του 1993, του έγινε πρόταση να επανενταχθεί στους AC/DC, παίρνοντας τη θέση του Κρις Σλέιντ. Μετά την επιστροφή του, έπαιξε στα άλμπουμ "Ballbreaker", "Stiff Upper Lip" και το # 1 σε 29 χώρες, "Black Ice".
Τον Δεκέμβριο του 2010, ο Ραντ καταδικάστηκε για κατοχή 25 γραμμαρίων μαριχουάνας,[2] απόφαση η οποία αναιρέθηκε με σκοπό να έχει τη δυνατότητα να περιοδεύει με τους AC/DC.[3]
Τον Αύγουστο του 2014, ανακοινώθηκε η κυκλοφορία του πρώτου του προσωπικού δίσκου με τίτλο "Head Job", έχοντας ως πρώτο σινγκλ το κομμάτι "Repo Man".[4]
Στις 5 Νοεμβρίου του 2014 συνελήφθη με την κατηγορία της πρόσληψης εκτελεστή για να δολοφονήσει 2 άτομα αλλά και της κατοχής ναρκωτικών ουσιών. Μια μέρα μετά το κατηγορητήριο κατέπεσε λόγω του ότι τα στοιχεία της πρόσληψης εκτελεστή οδηγούν σε ενδείξεις και όχι αποδείξεις.[5] Αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με εγγύηση και η δίκη ορίστηκε για τις 27 Νοεμβρίου.[6]
με τους AC/DC[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|
Άλλες κυκλοφορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|