Φρειδερίκος Α΄ της Αυστρίας Γ΄ της Γερμανίας | |
---|---|
Δούκας της Αυστρίας & Στυρίας | |
Περίοδος | 1308 - 1330 |
Προκάτοχος | Αλβέρτος Α΄ |
Διάδοχος | Αλβέρτος Β΄, Όθων |
Βασιλιάς της Γερμανίας | |
Περίοδος | 1314 - 1330 |
Προκάτοχος | Ερρίκος Ζ΄ |
Διάδοχος | Λουδοβίκος Δ΄ |
Γέννηση | 1289 |
Θάνατος | 13 Ιανουαρίου 1330 |
Σύζυγος | Ισαβέλλα της Αραγωνίας |
Οίκος | Αψβούργων |
Πατέρας | Αλβέρτος Α΄ |
Μητέρα | Ελισάβετ των Γκορίτσια |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Φρειδερίκος Α΄ ο Ωραίος (Γερμανική γλώσσα : "Friedrich III der Schöne", 1289 - 13 Ιανουαρίου 1330) από τον Οίκο των Αψβούργων, ήταν δούκας της Αυστρίας & Στυρίας (1308 - 1330) και διεκδικητής/συμβασιλιάς της Γερμανίας (1314 - 1330).
Γεννήθηκε στη Βιέννη και ήταν δευτερότοκος γιος του Αλβέρτου Α΄, δούκα της Αυστρίας και της Ελισάβετ των Γκορίτσια κόρης του Μάινχαρτ της Καρινθίας. Ο παππούς του από πατέρα ήταν ο πρώτος βασιλιάς από τον Οίκο των Αψβούργων Ροδόλφος Α΄ της Γερμανίας.[1] Την εποχή που ήταν ακόμα ανήλικος ο ίδιος και ο μεγαλύτερος αδελφός του Ροδόλφος Α΄ της Βοημίας πήραν αντίστοιχα από τον πατέρα τους το Αρχιδουκάτο της Αυστρίας και της Στυρίας (1298). Με τον πρόωρο θάνατο του Ροδόλφου Α΄ (1307) και τη δολοφονία του πατέρα τους (1308) κυβέρνησε τα αρχιδουκάτα της Αυστρίας και της Στυρίας για λογαριασμό του ίδιου και των μικρότερων αδελφών του. Δεν κληρονόμησε τον βασιλικό τίτλο που κατείχαν ο πατέρας και ο παππούς του, ο Ερρίκος Ζ΄ του Λουξεμβούργου ψηφίστηκε νέος βασιλιάς με έξι από τους επτά ψήφους υπό τις οδηγίες του Εκλέκτορα Πέτρου του Άσπελτ, εχθρού του Αλβέρτου Α΄. Ο Φρειδερίκος αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το Γερμανικό στέμμα, σε αντάλλαγμα ο βασιλιάς Ερρίκος επιβεβαίωσε τα δώρα του.[2]
Αρχικά είχε καλές σχέσεις με τον ξάδελφο του Λουδοβίκο Δ΄ της Βαυαρίας αλλά το 1310 απεβίωσε ο Στέφανος Α΄ της Βαυαρίας και την εκπαίδευση των δύο γιων του, 5 και 3 ετών, ανέθεσαν οι ευγενείς της Κάτω Βαυαρίας στον Φρειδερίκο (ήταν με αυτά 2ος εξάδελφος). Τότε ο Φρειδερίκος το θεώρησε ευκαιρία να επεκτείνει τις κτήσεις του και κατέλαβε την Κάτω Βαυαρία. Όμως ο εξάδελφος του Στεφάνου Α΄, Λουδοβίκος Δ΄ της Βαυαρίας τον νίκησε στη μάχη του Γκάμελσντορφ (9 Νοεμβρίου 1313), αναγκάστηκε να απαρνηθεί τον τίτλο.[1][3]
Ο Ερρίκος Ζ΄ στέφτηκε αυτοκράτορας από τον πάπα Κλήμη Ε΄ (29 Ιουνίου 1312) αλλά πέθανε την επόμενη χρονιά. Ο γιος του Ιωάννης της Βοημίας φαινόταν πανίσχυρος ανάμεσα στους εκλέκτορες, ο Φρειδερίκος ωστόσο ήταν ξανά υποψήφιος και ο Ιωάννης κατέφυγε στον Λουδοβίκο Δ΄ της Βαυαρίας. Σε σύνοδο που συνεκλήθη στη Φραγκφούρτη (19 Οκτωβρίου 1314) ο Φρειδερίκος δέχτηκε τέσσερις από τις επτά ψήφους. Οι τέσσερις που ψήφισαν υπέρ του Φρειδερίκου ήταν ο αρχιεπίσκοπος Ερρίκος Β΄ της Κολωνίας, ο μεγαλύτερος αδελφός του Λουδοβίκου Δ΄ Ροδόλφος Α΄ της Βαυαρίας που δεν ήθελε να υποστηρίξει τον μικρότερο αδελφό του, ο έκπτωτος βασιλιάς Ερρίκος της Βοημίας και ο δούκας Ροδόλφος Α΄ της Σαξονίας-Βίτενμπεργκ. Το αποτέλεσμα αμφισβητήθηκε λόγω της νομιμότητας πολλών από τους εκλέκτορες που ψήφισαν υπέρ του Φρειδερίκου, την επόμενη μέρα έγιναν ξανά εκλογές. Νέος βασιλιάς εξελέγη ο Λουδοβίκος Δ΄ με πέντε ψήφους από τους επτά, τον ψήφισαν ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος του Άσπελτ αρχιεπίσκοπος του Μάιντς που είχε την πρωτοβουλία των επαναληπτικών εκλογών, ο αρχιεπίσκοπος Βαλδουίνος του Λουξεμβούργου, ο μαργράβος Βάλντεμαρ του Βρανδεμβούργου-Στένταλ, ο δούκας Ιωάννης Β΄ της Σαξονίας-Λάουενμπουργκ και ο βασιλιάς Ιωάννης της Βοημίας. Είναι σαφές ότι τουλάχιστον τρεις από τους πέντε εκλέκτορες του Λουδοβίκου αμφισβιτήθηκαν.[4]
Ο Λουδοβίκος Δ΄ εκμεταλλεύτηκε τη σύγκρουση για τον θρόνο της Βοημίας και την αντιπαλότητα στους Σαξονικούς αυτοκρατορικούς εκλέκτορες ανάμεσα στα Ασκανικά δουκάτα της Σαξονίας-Βίτενμπεργκ και της Σαξονίας-Λάουενμπουρκ. Ο Ερρίκος της Βοημίας που είχε επίσης ψηφίσει στην πρώτη ψηφοφορία υπέρ του Φρειδερίκου ήταν έκπτωτος από το 1310, έπρεπε να αντικατασταθεί από τον νόμιμο βασιλιά Ιωάννη της Βοημίας που ήταν υπέρ του Λουδοβίκου Δ΄. Ο Ιωάννης Β΄ της Σαξονίας-Λάουενμπουργκ κατόρθωσε να επικρατήσει στον ξάδελφο του Ροδόλφος Α΄ της Σαξονίας-Βίτενμπεργκ στη "Διακήρυξη του Ράνσεν" (1338) και στον "Χρυσό Ταύρο του 1356" που καθόρισαν τους δούκες της Σαξονίας-Λάουενμπουργκ ως εκλογείς.[3][5] Ο Λουδοβίκος Δ΄ στέφτηκε αμέσως βασιλιάς στον Καθεδρικό Ναό του Άαχεν από τον αρχιεπίσκοπο Πέτρο του Άσπελτ, σε απάντηση ο Φρειδερίκος έσπευσε στη Βόννη και στέφτηκε από τον αρχιεπίσκοπο της Κολωνίας. Αιματηρός πόλεμος ξέσπασε αφού και οι δυο άντρες απαιτούσαν τον αυτοκρατορικό τίτλο για τον εαυτό τους. Ο Φρειδερίκος που στέφτηκε σε λάθος τοποθεσία συμμάχησε με την Παλαιά Ελβετική Συνομοσπονδία στις πατρικές περιοχές των Αψβούργων στη Σουηβία αλλά γνώρισαν μια πρώτη σοβαρή ήττα στη "μάχη του Μόρκαρτεν" (1315). Ο Φρειδερίκος δεν κατάφερε ποτέ να ανακτήσει τα εδάφη του, τον υποστήριζε με ισχυρές δυνάμεις ο μικρότερος αδελφός του Λεοπόλδος Α΄ της Αυστρίας. Ο στρατός του Φρειδερίκου δέχτηκε ωστόσο την τελική συντριπτική ήττα στο Άμπφινγκ Χετ κοντά στο Μύλντορφ (28 Σεπτεμβρίου 1322), ο ίδιος μαζί με 1.300 ευγενείς από την Αυστρία και ο σύμμαχος του αρχιεπίσκοπος του Ζάλτσμπουργκ αιχμαλωτίστηκαν.[1]
Ο Λουδοβίκος Δ΄ κράτησε τον Φρειδερίκο στο κάστρο Τράουζνιτς του Άνω Παλατινάτου, αλλά η συνέχιση του πολέμου από τον αδελφό του Φρειδερίκου Λεοπόλδο Α΄, η αποχώρηση του Ιωάννη της Βοημίας από τη συμμαχία και η απαγόρευση του Πάπα Ιωάννη ΚΒ΄ έφεραν έπειτα από τρία έτη την ελευθέρωση του Φρειδερίκου. Στη "Συνθήκη του Τράουζνιτς" (13 Μαρτίου 1325) ο Φρειδερίκος αναγνώρισε τον Λουδοβίκο Δ΄ ως βασιλιά και ορκίστηκε να πείσει και τα αδέλφια του σε αυτό, αλλιώς να επιστρέψει στην αιχμαλωσία. Ο Λεοπόλδος Α΄ όμως επέμενε στον ένοπλο αγώνα, αλλά ο Φρειδερίκος, αν και ο πάπας τον απάλλαξε από τον όρκο, προτίμησε να γυρίσει στο Τράουζνιτς. Ο Λουδοβίκος Δ΄ ήταν εξάδελφος του Φρειδερίκου και είχε ανατραφεί στην Αυλή της Βιέννης, όπου είχαν γίνει φίλοι. Τώρα εντυπωσιάστηκε με την ευγενική κίνηση του Φρειδερίκου και ανανέωσε τη νεανική φιλία τους, του πρότεινε να κυβερνήσουν από κοινού. Ο πάπας και οι εκλέκτορες συμφώνησαν με τη "Συνθήκη του Ουλμ" (7 Ιανουαρίου 1326) σύμφωνα με την οποία ο Φρειδερίκος θα κυβερνούσε τη Γερμανία ως βασιλιάς, ο Λουδοβίκος Δ΄ στέφτηκε αυτοκράτορας από τον "λαό της Ρώμης" υπό τον Σκιάρα Κολόννα (1328).[2][5] Με τον θάνατο του Λεοπόλδου (1326) ο Φρειδερίκος παραιτήθηκε από την κυβέρνηση της Γερμανίας, επέστρεψε να κυβερνήσει μόνο την Αυστρία και τη Στυρία. Απεβίωσε (13 Ιανουαρίου 1330) στο κάστρο Γκούτενσταϊν στην περιοχή Βιένερβαλντ και τάφηκε στο Καρθουσιανό Μάουερμπαχ, που είχε ιδρύσει. Όταν το 1782 έκλεισε η μονή, το λείψανό του μεταφέρθηκε στη δουκική κρύπτη του Αγ. Στεφάνου της Βιέννης. Πολλοί νεότεροι ποιητές εμπνεύστηκαν από την τραγωδία της αιχμαλωσίας του, ο Φρίντριχ Σίλερ έγραψε το έργο "Γερμανική πίστη (υπακοή)" και ο Λουδοβίκος Ούλαντ την τραγωδία "Λουδοβίκος ο Βαυαρός".[1][5]
Το 1315 νυμφεύτηκε την Ισαβέλλα της Αραγωνίας, βασίλισσα της Γερμανίας κόρη του Ιακώβου Β΄ της Αραγωνίας. Η Ισαβέλλα ήταν φιλόδοξη και με τεράστια προίκα, απέκτησαν μόνο κόρες, ο μοναδικός τους γιος πέθανε σε ηλικία 6 ετών (1322) :[1]
Τον Φρειδερίκο Α΄ διαδέχθηκαν στην Αυστρία και τη Στυρία αντίστοιχα οι μικρότεροι αδελφοί του Αλβέρτος Β΄ της Αυστρίας και Όθων της Αυστρίας. Πέρασε πάνω από έναν αιώνα για να κερδίσει ο Οίκος των Αψβούργων το βασιλικό στέμμα, το πέτυχε ο δισέγγονος του Αλβέρτου Β΄ Αλβέρτος Β΄ της Γερμανίας (1438).[1]
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Frederick the Fair της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες). |