Fairey III | ||
---|---|---|
Fairey III στο κατάστρωμα του αεροπλανοφόρου HMS Furious | ||
Περιγραφή | ||
Αποστολή | Αναγνωριστικό Αεροσκάφος Αναγνωριστικό Υδροπλάνο | |
Πλήρωμα | 2[1] | |
Κατασκευαστής | Fairey Aviation | |
Διαστάσεις | ||
Μήκος | 11,20 m | |
Εκπέτασμα | 13,95 m | |
Ύψος | 4,32 m | |
Επιφάνεια πτέρυγας | 41 m² | |
Βάρος | ||
Άδειο | 1.764 kg | |
Μέγιστο απογείωσης | 2.764 kg | |
Πηγή ισχύος | ||
Κινητήρες | 1× Napier Lion XI | |
Ισχύς | 570 shp | |
Επιδόσεις | ||
Μέγιστη ταχύτητα | 192 km/h (120 mph, 104 knots) | |
Αυτονομία | 2,432 km | |
Μέγιστο ύψος | 6,098 m | |
Οπλισμός | ||
Πυροβόλα | 1 εμπρόσθιο πυροβόλο Vickers των 0.303-in 1 πυροβόλο Lewis των 0.303-in για τον πυροβολητή | |
Βόμβες | Κάτω από τις πτέρυγες |
Το Fairey III ήταν βρετανικό αναγνωριστικό διπλάνο, που μετασκευάστηκε και ως υδροπλάνο και έτυχε μακράς παραγωγής και επιχειρησιακής ιστορίας. Πέταξε για πρώτη φορά στις 14 Σεπτεμβρίου 1917[2], ενώ μερικά αεροσκάφη υπηρέτησαν ακόμα και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το πρωτότυπο του Fairey III βασίστηκε στο υδροπλάνο N.10, κατασκευασμένο από την Fairey Aviation για το Αεροπορικό σκέλος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα πρώτα δύο μοντέλα παραγωγής ήταν τα IIIA και IIIB, από τα οποία κατασκευάστηκαν 50 και 30 αντίστοιχα, που όμως δεν πρόλαβαν να χρησιμοποιηθούν εκτενώς στον πόλεμο. Ακολούθησε η έκδοση αναγνώρισης – βομβαρδισμού IIIC, από την οποία κατασκευάστηκαν 36, συμπεριλαμβανομένων και μερικών τροποποιημένων IIIB[3]. Ένας μικρός αριθμός αυτών των αεροσκαφών χρησιμοποιήθηκε σαν βομβαρδιστικά, επιχειρώντας από το Αρκανγκέλσκ, από τη Βόρεια Ρωσική Εκστρατευτική Δύναμη, το 1919.
Η πρώτη κύρια έκδοση παραγωγής ήταν το IIID το οποίο πέταξε πρώτη φορά το 1920[4] και χρησιμοποιήθηκε από την Βρετανική αεροπορία και το Βρετανικό Ναυτικό, καθώς και από τις πολεμικές αεροπορίες της Πορτογαλίας (11 αεροσκάφη) και της Αυστραλίας (παρέλαβε 6 αεροσκάφη τον Αύγουστο του 1921). Το 1924 το τρίτο Αυστραλιανό IIID, με κωδικό ANA.3 (ή Australian Naval Aircraft No. 3), κέρδισε το Βραβείο Μπριτάνια (Britannia Trophy) πραγματοποιώντας τον γύρο της Αυστραλίας σε 44 ημέρες. Έως το 1926 είχαν κατασκευαστεί συνολικά 207 Fairey IIID[4]. Το IIID είχε ξύλινη άτρακτο, καλυμμένη με ύφασμα, και, συνήθως, ξύλινη δίφυλλη έλικα σταθερού βήματος. Ένα IIID κατασκευάστηκε με μεταλλικές πτέρυγες και πλωτήρες.
Τα περισσότερα Fairey III χρησιμοποιούσαν τον δωδεκακύλινδρο υγρόψυκτο κινητήρα Napier Lion, κάποια όμως, συμπεριλαμβανομένων των Αυστραλιανών, έφεραν τον Rolls-Royce Eagle VII, ισχύος 375 ίππων. Οι ναυτικές εκδόσεις έφεραν συνήθως τριμελές πλήρωμα (πιλότο, παρατηρητή και πυροβολητή) και οι πτέρυγες είχαν τη δυνατότητα να διπλώσουν προς τα πίσω, παράλληλα με την άτρακτο, ώστε να αποθηκεύονται ευκολότερα πάνω στα πλοία. Σε διαμόρφωση υδροπλάνου, τα Fairey III των αεροπλανοφόρων μπορούσαν να εκτοξευτούν από το κατάστρωμα με τη χρήση ενός βαγονέτου και να προσθαλασσωθούν κατά την επιστροφή τους. Το Fairey III επίσης, ως υδροπλάνο, μπορούσε να εκτοξευτεί από πλοία με τη χρήση καταπέλτη.
Η τελευταία έκδοση του Fairey III, το IIIF εισήλθε σε υπηρεσία με την RAF στην Αίγυπτο, το 1927, και στη συνέχεια με την πολεμική αεροπορία της Νέας Ζηλανδίας. Το IIIF είχε μεταλλική άτρακτο και αργότερα μεταλλικές πτέρυγες και μεταλλική έλικα[5]. Περισσότερα από 300 IIIF χρησιμοποιήθηκαν από την αεροπορική πτέρυγα του Βρετανικού Ναυτικού, καθιστώντας το τον πλέον χρησιμοποιημένο τύπο του Βρετανικού Ναυτικού την περίοδο του Μεσοπολέμου, αφού μόνο το Hawker Hart παρήχθη σε μεγαλύτερους αριθμούς.
Το IIIF παρέμεινε σε υπηρεσία μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930, ενώ κάποια χρησιμοποιήθηκαν ως ρυμουλκά στόχων μέχρι το 1941[6]. Τρία IIIF τροποποιήθηκαν ως τηλεκατευθυνόμενα σκοπευτικά εκπαιδευτικά, με την ονομασία Fairey Queen. Το Fairey IIIF αποτέλεσε επίσης τη βάση για την ανάπτυξη των Fairey Gordon και Fairey Seal.
Ένα μοναδικό Fairey III διατηρείται στο Πορτογαλικό Ναυτικό Μουσείο (Museu da Marinha), ενώ το Μουσείο της Βρετανικής Ναυτικής Αεροπορίας έχει μία άτρακτο.
Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία άρχισε να παραλαμβάνει τα Fairey μεταξύ του 1929 και 1931, κατόπιν παραγγελίας της τότε Ναυτικής Αεροπορίας. Κατά τις επιχειρήσεις στη διάρκεια του κινήματος του 1935 το αεροσκάφος χρησιμοποιήθηκε για την τήρηση της επαφής με τις μονάδες του στόλου που ελέγχονταν από τους κινηματίες. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου χρησιμοποιήθηκε από την 11η Μοίρα Ναυτικής Συνεργασίας σε αποστολές παρατήρησης και συνοδείας νηοπομπών.