Δεκάπολη (Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία)

Η Δεκάπολη (γερμανικά: Zehnstädtebund ή Dekapolis) ήταν συμμαχία μεταξύ δέκα αλσατικών Ελεύθερων Αυτοκρατορικών Πόλεων εντός της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, στα πλαίσια μίας ένωσης που ιδρύθηκε το 1354 και διαλύθηκε το 1679.

Τοποθεσία των πόλεων της Δεκάπολης πάνω στον φυσικό χάρτη της περιοχής της Αλσατίας. Μόνο το Λάνταου ιν ντερ Πφαλτζ, το οποίο βρίσκεται στη Γερμανία στα βόρεια της Αλσατίας, δεν εμφανίζεται.

Ο βασιλιάς των Ρωμαίων και μελλοντικός αυτοκράτορας, Κάρολος, επικύρωσε, το 1354, την ένωση η οποία συγκέντρωνε τις παρακάτω πόλεις:

Το Αγκνώ αποτελούσε την πρωτεύουσά της, έδρα του Μεγάλου Βαϊλάτου της Αλσατίας (Reichslandvogtei), ενώ το Σελεστά τον τόπο φύλαξης των αρχείων της ένωσης. Το Στρασπούρ δεν αποτελούσε τμήμα της, καθώς δεν επρόκειτο για Αυτοκρατορική Πόλη (Reichsstadt), αλλά για Ελεύθερη Αυτοκρατορική Πόλη (Freiestadt ή Freie Reichsstadt).

Η Δεκάπολη είχε ως στόχο την προώθηση μίας συνεργασίας μεταξύ των πόλεων αυτών, χωρίς ωστόσο να προδιαγράφει μία μορφή πολιτικής ένωσης σε τοπικό επίπεδο. Η Δεκάπολη διέθετε, σύμφωνα με τους ιστορικούς και τους οικονομολόγους, μία ιδιαιτέρως σπάνια ιδιαιτερότητα, ειδικά άμα ληφθεί υπόψη η χρονική περίοδος: πέραν της στρατιωτικής συμμαχίας, η αλληλοβοήθεια ήταν, επίσης, σε οικονομικό επίπεδο σε περίπτωση χρεοκοπίας.

Η Μυλούζ, παρά το γεγονός ότι αποτελούσε ιδρυτικό μέλος της Δεκάπολης, υποχρεώθηκε σταδιακά να απεμπλακεί από τη συμμαχία της με τις υπόλοιπες αλσατικές πόλεις, προκειμένου να ενώσει τις δυνάμεις της σε στρατιωτικό επίπεδο με την Ελβετική Συνομοσπονδία έπειτα από τον Πόλεμο των Έξι Δηναρίων. Το σημαντικό γεγονός αυτό της ιστορίας της πόλης βρήκε τη Δεκάπολη ανήμπορη να αντιδράσει εμπρός στα στρατεύματα των ευγενών, οι οποίοι αντιτίθονταν στην ύπαρξη δημοκρατικού πολιτεύματος στη Μυλούζ. Το 1515, η Δημοκρατία της Μουλούζ προχώρησε στη σύναψη συμμαχίας με τα ελβετικά καντόνια. Το Λάνταου προσχώρησε στην αλσατική Δεκάπολη το 1521[1].

Η ένωση δέχθηκε ισχυρό πλήγμα λόγω του Τριακονταετούς Πολέμου που έλαβε χώρα από το 1618 έως το 1648 και ρήμαξε την περιοχή, ενώ έδωσε τη δυνατότητα στη Γαλλία να προσαρτήσει την πλειοψηφία των πόλεων αυτών έπειτα από τις συνθήκες της Βεστφαλίας το 1648. Μόνη η Δημοκρατία της Μυλούζ διατήρησε την ανεξαρτησία της. Η υπογραφή της συνθήκης του Ναϊμέχεν το 1678 σηματοδότησε το τέλος της Δεκάπολης.

Η ένωση αποτέλεσε μία πρώτη μορφή μίας ενοποιημένης Αλσατίας[2].

Κολμάρ Αγκνώ Καϊζερσμπέργκ Μυλούζ Μυνστέρ
Ομπερναί Ροσάιμ Σελεστά Τυρκέμ Βισεμπούρ
  1. Πρόκειται για λάθος στην παρουσίαση των γεγονότων ιδιαιτέρως συχνό η άποψη ότι το Λάνταου αντικατάστησε τη Μυλούζ. Στην πραγματικότητα, η Μυλούζ ουδέποτε απεχώρησε επισήμως από τη Δεκάπολη, ωστόσο η συμμαχία της με την Ελβετική Συνομοσπονδία την οδήγησε στον αφανισμό της αναφοράς της από τα κείμενα που αφορούσαν τις πόλεις αυτές. Το Λάνταου δεν την αντικατέστησε, καθώς απλώς προστέθηκε στα εδάφη του Μεγάλου Βαϊλάτου. Lucien Sittler, La Décapole alsacienne : Des origines à la fin du Moyen âge, Strasbourg, 1955 — Olivier Richard, "La Décapole dans l'historiographie du Rhin supérieur", actes de colloque, 2012
  2. Alsace, collection Guides Bleus, Editions Hachette-Guides Bleus, 1990, p.70
  • Lucien Sittler, La Décapole alsacienne : Des origines à la fin du Moyen âge, Strasbourg, 1955
  • Olivier Richard, La Décapole dans l'historiographie du Rhin supérieur, actes de colloque, 2012
  • Bernard Vogler, dir.,La Décapole. Dix villes d'Alsace alliées pour leurs libertés 1354-1679, Strasbourg, La Nuée bleue, 2009, 397 p.