— 1η Επιστολή Ιωάννη 5:5-9 : Μέσα στις αγκύλες, με τονισμένους χαρακτήρες, φαίνεται το «Ιωάννειο κόμμα»
Ιωάννειο κόμμα ή Κόμμα Ιωάννου (Λατ.comma Johanneum) ονομάζεται η προσθήκη της φράσης «ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ Πατὴρ, ὁ Λόγος καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, καὶ οὗτοι οἱ τρεῖς ἕν εἰσι. καὶ τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῇ γῇ»[1] στα εδάφια 7 και 8 του πέμπτου κεφαλαίου της Πρώτης Επιστολής του αποστόλου Ιωάννη στην Καινή Διαθήκη.[2]
Το τμήμα αυτό, με σαφή τριαδολογική ομολογία, έγινε πολύ γνωστό στην ιστορία της κριτικής του κειμένου της Καινής Διαθήκης εξ αιτίας όσων γράφτηκαν υπέρ ή κατά της γνησιότητος του[3].
Έρευνα για το χωρίο αυτό έγινε από τον 16ο[4] μέχρι και τον 19ο-20ο αιώνα[5] και ως αποτέλεσμα έγινε ευρέως αποδεκτό ότι οι αμφισβητούμενες λέξεις δεν υπήρχαν στα παλαιότερα ελληνικά κείμενα της Καινής Διαθήκης, αλλά αποτελούν μεταγενέστερη προσθήκη. Ερμηνευτικά, από τους πρώτους που το παραθέτει είναι ο Ευθύµιος Ζιγαβηνός (τέλη 11ου–αρχές 12ου αι.)[6].
Φυσικά υπάρχει και ο αντίλογος που υποστηρίζει με σοβαρά στοιχεία τη γνησιότητα του.[7]
Χειρόγραφα, αρχαίες μεταφράσεις και εκκλησιαστικοί Πατέρες
Η παλαιότερη αναφορά σε κείμενο που μοιάζει με το Ιωάννειο κόμμα γίνεται τον 3ο αιώνα από τον Λατίνο Κυπριανό, ο οποίος αφού αναφέρθηκε στο Ιωάννη 10:30 πρόσθεσε: «Πάλι είναι γραμμένο για τον Πατέρα, και τον Υιό, και το Άγιο Πνεύμα, "Και αυτοί οι τρεις είναι ένα"».[8] Ωστόσο, φαίνεται ότι πρόκειται για θεολογική ερμηνεία του ίδιου του Κυπριανού αναφορικά με την Αγία Τριάδα, καθώς α) το λατινικό Βιβλικό κείμενο (Αρχαία Λατινική ή Vetus Latina) που είχε μπροστά του δεν περιείχε το Κόμμα, β) δεν παραθέτει "τον Πατέρα, και τον Υιό, και το Άγιο Πνεύμα" ως μέρος του Βιβλικού κειμένου αλλά το αναφέρει ως δική του ερμηνεία στο κειμενικό «τὸ Πνεῦμα καὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸ αἷμα» και γ) καθώς κατηγορηματικά το Κόμμα Ιωάννου αναφέρεται στον Πατέρα, το Λόγο και το Πνεύμα και εφόσον ο Κυπριανός δεν παραθέτει αυτό το απόσπασμα, γίνεται φανερό ότι ο Κυπριανός δεν γνώριζε τη φραστική διατύπωση του Ιωάννειου κόμματος.[9]
Το κείμενο παραλείπεται επίσης, με εξαίρεση τη μεταγενέστερη Λατινική, από τα χειρόγραφα όλων των αρχαίων μεταφράσεων της Καινής Διαθήκης — τη Συριακή, την Κοπτική, την Αρμενική, την Αιθιοπική, την Αραβική και τη Σλαβονική. Ακόμη και στη Λατινική, δεν εμφανίζεται ούτε στην πρωτογενή Αρχαία Λατινική μετάφραση (που χρησιμοποιούν ο Τερτυλλιανός, ο Κυπριανός και ο Αυγουστίνος) ούτε και στη Βουλγάτα, όπως εκδόθηκε αρχικά από τον Ιερώνυμο (Κώδικας Fuldensis, αντίγραφο του 541-546, και Κώδικας Amiatinus, αντίγραφο πριν το 716). Επιπρόσθετα, δεν υφίσταται ούτε στο αναθεωρημένο λατινικό κείμενο του Αλκουίνου (πρώτος γραφέας του Κώδικα Vallicellianus του 9ου αιώνα)[10].
Οι Έλληνες εκκλησιαστικοί Πατέρες δεν κάνουν καμία αναφορά στην περικοπή του Ιωαννείου κόμματος στα συγγράμματά τους μέχρι τον 12ο αιώνα.[11] Αυτό δεν χρησιμοποιείται από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς για την προάσπιση του τριαδικού δόγματος ούτε κατά την κρίσιμη περίοδο των τριαδολογικών ερίδων[12], γεγονός που θα είχε συμβεί αν το είχαν στη διάθεση τους.
Το συγκεκριμένο αυτό απόσπασμα κειμένου ή «κόμμα»[13] δεν περιέχεται σε κανένα από τα αρχαιότερα γνωστά ελληνικάχειρόγραφα της Καινής Διαθήκης, παρά μόνο σε οχτώ πολύ μεταγενέστερα. Σε αυτά μάλιστα είναι προφανές ότι πρόκειται για μετάφραση στα Ελληνικά η οποία βασίζεται σε μια μεταγενέστερη αναθεώρηση της ΛατινικήςΒουλγάτας. Σε τέσσερα από τα οχτώ χειρόγραφα προστέθηκε αργότερα αυτό το κείμενο ως εναλλακτική ανάγνωση στο περιθώριο. Όλα τα ελληνικά χειρόγραφα (ή τις προσθήκες στο περιθώριο) που περιλαμβάνουν το Ιωάννειο κόμμα εμφανίζονται μετά τον 14ο αιώνα, ενώ χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα και έπειτα το περιλαμβάνουν στη μορφή με την οποία εμφανίζεται σήμερα.
Η αρχαιότερη περίπτωση παράθεσης της προσθήκης, είναι μια λατινική πραγματεία με τίτλο Liber Apologeticus (1.4) του 4ου αιώνα που αποδίδεται στον Ισπανό επίσκοπο Πρισκιλλιανό[14] ή πιθανώς στον ακόλουθό του Επίσκοπο Ινστάντιο. Προφανώς, η επεξηγηματική αυτή ιδέα επί των εδαφίων της Επιστολής του Ιωάννη προέκυψε όταν άρχισε να δίνεται η ερμηνεία ότι η αναφορά στο νερό, το αίμα και το Πνεύμα συμβόλιζε την Τριάδα,[15] ερμηνεία η οποία πιθανώς γράφτηκε ως σημείωση στο περιθώριο του κειμένου αρχικά και στη συνέχεια, με την πάροδο του χρόνου, ενσωματώθηκε μέσα στο κυρίως κείμενο.
Κατά τον 5ο αιώνα αυτό το ερμηνευτικό απόσπασμα άρχισε να παρατίθεται από Λατίνους Πατέρες στη Βόρεια Αφρική και την Ιταλία ως μέρος του κειμένου της Επιστολής, ενώ από τον 6ο αιώνα και έπειτα εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στα χειρόγραφα της Αρχαίας Λατινικής μετάφρασης και της Βουλγάτας[16]. Αυτές οι διαφορετικές μαρτυρίες περί του Ιωάννειου κόμματος διαφοροποιούνται επίσης όσον αφορά τη σειρά και την παράληψη ορισμένων λέξεών του. Στους αιώνες που ακολούθησαν οι εκδόσεις της Βουλγάτας, της επίσημης Βίβλου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, περιλάμβαναν μέχρι πρόσφατα το "κόμμα"[17].
13ος-14ος αιώνας: Η εμφάνιση της προσθήκης στα Ελληνικά
Αναφορά σε αυτό το κείμενο εμφανίζεται για πρώτη φορά στα Ελληνικά σε μια ελληνική έκδοση των Πρακτικών της Δ΄ Λατερανής Συνόδου το 1215. Στο ελληνικό κείμενο της Καινής Διαθήκης, αυτή η εμβόλιμη φράση εμφανίζεται για πρώτη φορά σε ένα δίγλωσσο ελληνολατινικό χειρόγραφο του 14ου αιώνα γραμμένο στην Ιταλία, το Οττοβονιανό χειρόγραφο 298 (Codex Ottobonianus, Αρ. 629), το οποίο παρουσιάζει διαφορές στη διατύπωση σε σχέση με τη μεταγενέστερη μορφή που επικράτησε ως τη σύγχρονη εποχή. Η επόμενη αναφορά που συναντάται γίνεται από έναν ελληνόγλωσσο συγγραφέα, τον ΔομινικανόμοναχόΜανουήλ Καλέκα κατά τον 15ο αιώνα. Στις έντυπες εκδόσεις του ελληνικού κειμένου της Καινής Διαθήκης το 1514 εμφανίστηκε για πρώτη φορά αυτή η εμβόλιμη προσθήκη από τον πρώτο εκδότη της ελληνικής Βίβλου, τον Καρδινάλιο Χιμένεθ (Francisco Jimenez/Ximenes de Cisneros), Αρχιεπίσκοπο του Τολέδου, σε μετάφραση από τα Λατινικά.
Σταδιακή ήταν και η εξέλιξη στην περίπτωση του Βυζαντινού Κειμένου (Byzantine/Majority Text), ενός μεγάλου συνόλου ελληνικών χειρογράφων που παράχθηκαν κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, από τον 6ο έως και τον 15ο αιώνα που εκπροσωπούν ποσοστό περίπου 40% σε σχέση προς το σύνολο των ελληνικών χειρογράφων[18]. Αυτή η μορφή κειμένου με το πέρασμα του χρόνου ενσωμάτωσε όλο και περισσότερες προσθήκες στο Βιβλικό κείμενο σε σύγκριση με τα αρχαιότερα χειρόγραφα. Στο Βυζαντινό Κείμενο, το οποίο βρίσκεται σε συμφωνία κατά 98% και πλέον με το κείμενο του Textus Receptus,[19] περιλήφθηκε τελικά το Ιωάννειο κόμμα.[20] Πρώτα κατέληξε να γίνει αποδεκτό σε όλους τους λατινόφωνους χριστιανούς ως γνήσιο χωρίο της Αγίας Γραφής και μετά τον 11ο αιώνα μεταφράστηκε στα ελληνικά (όπως βρίσκεται και στο σύγχρονο κείμενο) και εισήχθηκε στο κείμενο ελαχίστων χειρογράφων του 15ου αιώνα.[21]
Στο Κείμενο της Καινής Διαθήκης που επιμελήθηκε ο Έρασμος το 1516 και 1519 δεν περιλαμβανόταν αρχικά το Ιωάννειο κόμμα, καθώς ακολούθησε το κείμενο των διαθέσιμων αρχαιότερων ελληνικών κειμένων. Εντούτοις, στην τρίτη έκδοση του Κειμένου του το 1522 αναγκάστηκε να το συμπεριλάβει τηρώντας όρκο που είχε δώσει [22][23].
Στο Κείμενο του Εράσμου στηρίχτηκε ο Ρομπέρ Εστιέν (Στέφανος) και περιέλαβε το «κόμμα» στην 3η έκδοση του 1550 και στο Κείμενο του Ελζεβίρ του 1633, το οποίο πρώτο χρησιμοποίησε τον όρο Textus Receptus[24][25][26]– αν και δεν είναι σίγουρο ποιο από τα δύο κείμενα ήταν γνωστό κατά το τέλος 16ου αιώνα με αυτό το όνομα[25]. Υπήρξε ακόμη μεγαλύτερη διάδοση όταν το ενσωμάτωσαν τόσο η Κλημεντίνεια έκδοση της Βουλγάτας του 1592, η οποία υπήρξε η επίσημη Βίβλος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, όσο και η μετάφραση Ρενς (Rheims)[27].
Ο Λούθηρος θεώρησε το Ιωάννειο κόμμα εκτός κανόνα και ποτέ δεν το συμπεριέλαβε στη μετάφραση της Βίβλου του.[28] Το 1550 ο Γιοχάνες Μπούγκενχαγκεν το απέρριψε «για χάρη της αλήθειας». Αν και ο Τίντεϊλ το έβαλε μέσα σε αγκύλες ως αμφισβητούμενο, περιλήφθηκε στο κυρίως σώμα της Μετάφρασης του Βασιλέως Ιακώβου. Το Ιωάννειο κόμμα διαδόθηκε ευρύτερα καθώς παρεισέφρυσε σύντομα από τα χειρόγραφα στις έντυπες τυπογραφικές εκδόσεις που έκαναν την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα.[29]
Ο Έρασμος, ακολουθώντας τα αρχαιότερα ελληνικά χειρόγραφα, δεν περιέλαβε το Ιωάννειο κόμμα στις δύο πρώτες εκδόσεις της Καινής Διαθήκης που επιμελήθηκε το 1516 και 1519.[30] Αυτό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από μέρους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας καθώς η διαδεδομένη λειτουργική μετάφραση της Εκκλησίας ήταν αποκλειστικά και μόνο η Βουλγάτα[31].
Ο Έρασμος, καθώς έκανε πρόσθετη έρευνα χειρογράφων και κατέληξε στα ίδια αποτελέσματα, αποκρίθηκε ότι θα το περιλάμβανε εφόσον θα του εμφάνιζαν έστω και ένα χειρόγραφο που θα περιείχε το απόσπασμα αυτό. Δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι τελικά θα έκανε την εμφάνιση του ένα τέτοιο ελληνικό χειρόγραφο — προφανώς κατασκευασμένο κατά παραγγελία από πλαστογράφο [32] — για το οποίο διατήρησε επιφυλάξεις[32][33]. Τελικά, ο Έρασμος κράτησε το λόγο του[34] και κατ' αυτόν τον τρόπο εξαναγκάστηκε στην τρίτη έκδοση του Κειμένου του το 1522 να συμπεριλάβει και το αμφισβητούμενο κείμενο.
Σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, ο Ισαάκ Νεύτων, συστηματικός μελετητής της Βίβλου, ασχολήθηκε σε βάθος με το δόγμα της Τριάδας. Στο πρωτοποριακό για τη Βιβλική έρευνα έργο Ιστορική Έκθεση για Δύο Αξιοσημείωτες Παραφθορές της Γραφής (An Historical Account of Two Notable Corruptions of Scripture),[35] το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1754 —27 χρόνια μετά τον θάνατό του[36]—, ο Νεύτων εξέτασε εκτενώς όλα τα κειμενικά στοιχεία που ήταν διαθέσιμα από τις αρχαίες πηγές όσον αφορά το εδάφιο 1 Ιωάννη 5:7.[37] Με αναφορές στους πρώτους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, τα ελληνικά και λατινικά χειρόγραφα και τη μαρτυρία των πρώτων Βιβλικών μεταφράσεων, ο Νεύτων απέδειξε ότι οι επίμαχες λέξεις οι οποίες παρείχαν υποστήριξη στο δόγμα της Τριάδας δεν περιέχονταν στα πρωτότυπα θεόπνευστα κείμενα των Ελληνικών Γραφών. Στη συνέχεια, ανίχνευσε την οδό μέσω της οποίας το νόθο κείμενο παρεισέφρησε στις λατινικές εκδόσεις, αρχικά ως περιθωριακή σημείωση και αργότερα μέσα στο κύριο κείμενο. Έδειξε ότι για πρώτη φορά περιλήφθηκε σε ελληνικό κείμενο το 1515 από τον Ισπανό Καρδινάλιο Χιμένεθ, στην Κομπλούτιο Πολύγλωττο με την υποστήριξη ενός μεταγενέστερου ελληνικού χειρογράφου το οποίο είχε διορθωθεί με βάση το λατινικό.[38] Ολοκληρώνοντας, ανέφερε σχετικά με την έννοια και τα συμφραζόμενα του εδαφίου: «Έτσι [δηλ. χωρίς την προσθήκη] το νόημα είναι απλό και φυσικό και το επιχείρημα πλήρες και ισχυρό· αν όμως εισάγεις τη μαρτυρία των «Τριών στον Ουρανό» το διακόπτεις και το καταστρέφεις».[39]
Στις αρχές του 18ου αιώνα, ο φημισμένος κληρικός και Βιβλικός ερμηνευτής Μάθιου Χένρι αναφέρθηκε στην ήδη υπάρχουσα τότε αμφισβήτηση της γνησιότητας του αποσπάσματος των «τριών ουράνιων μαρτύρων». Αν και ο ίδιος «δεν επιθυμούσε να συμμετάσχει στη διαμάχη», στο Σχολιολόγιό του ακολούθησε το κείμενο του Textus Receptus και ασχολήθηκε ερμηνευτικά με την περικοπή. Ανέφερε ότι «υπήρχαν κάποιες λογικές εικασίες που φαίνεται να υποστηρίζουν το παρόν κείμενο και την παρούσα διατύπωση»[40]. Εντούτοις, πέρα από τις θεολογικές προεκτάσεις, οι επισημάνσεις του σχετικά με την προέλευση του Ιωάννειου κόμματος έλαβαν σαφείς απαντήσεις κατά τους επόμενους αιώνες από την κριτική του Βιβλικού κειμένου.
Καθώς η κριτική του κειμένου της Καινής Διαθήκης έκανε σημαντική πρόοδο κατά τους πρόσφατους αιώνες, κατέστη δυνατό να μελετηθεί και να προσδιοριστεί η ιστορία αυτής της παρεμβολής στο Βιβλικό κείμενο. Αρχίζοντας με τον Καρλ Λάχμαν το 1831, το Ιωάννειο κόμμα απορρίφτηκε από τις κριτικές εκδόσεις του ελληνικού κειμένου καθώς θεωρήθηκε ως δογματική επέκταση του κειμένου στη λατινική παράδοση. Νεότερες κριτικές εκδόσεις του κειμένου της Καινής Διαθήκης, όπως των Νέστλε-Άλαντ (Nestle-Aland, Novum Testamentum Graece) και των Γουέστκοτ-Χορτ (Westcott-Hort, The New Testament in the Original Greek)[41] προώθησαν την αποκατάσταση του Βιβλικού κειμένου.
Έτσι, έγινε ευρέως αποδεκτό ότι οι αμφισβητούμενες λέξεις δεν γράφτηκαν από τον απόστολο Ιωάννη αλλά αποτελούν μεταγενέστερη προσθήκη στο κείμενο των χριστιανικών ελληνικών Γραφών. Ήδη από το 1790, ο Καθηγητής της Ελληνικής στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ Ρίτσαρντ Πόρσον , «έδειξε πέραν κάθε αμφιβολίας» ότι το εδάφιο σχετικά με τους «τρεις ουράνιους μάρτυρες» «δεν υπάρχει πιθανότητα να αποτελούσε μέρος του πρωτότυπου κειμένου της Επιστολής».[42] Παρόμοια, ο κριτικός κειμένου Φ. Χ. Α. Σκρίβενερ έγραψε: «Δεν πρέπει να διστάζουμε να διακηρύξουμε την πεποίθησή μας ότι οι αμφισβητούμενες λέξεις δεν γράφτηκαν από τον Άγιο Ιωάννη: ότι εισάχθηκαν αρχικά στα λατινικά αντίτυπα στην Αφρική από το περιθώριο, όπου είχαν τεθεί σαν μια ευσεβής και ορθόδοξη ερμηνεία για το εδάφιο 8: ότι από τα λατινικά γλίστρησαν μέσα σε δυο ή τρεις πρόσφατους ελληνικούς κώδικες, και στη συνέχεια στο τυπωμένο ελληνικό κείμενο, στο χώρο αυτό στον οποίο δεν είχαν κανένα δικαίωμα».[43]
Εξέχοντες θεολόγοι και Βιβλικοί λόγιοι όπως ο Άλμπερτ Μπαρνς[44] και ο Φίλιπ Σαφ[45] απέρριψαν με σαφή επιχειρήματα την αυθεντικότητα του Κόμματος. Ο Καθηγητής της Βιβλικής Κριτικής και Ερμηνευτικής Φ. Φ. Μπρους αναφέρει ότι αυτή η φράση «δεν αποτελεί μέρος του πρωτότυπου κειμένου της επιστολής».[46] Σύγχρονοι Ρωμαιοκαθολικοί, Ορθόδοξοι και Προτεστάντες θεολόγοι αναγνωρίζουν παρόμοια ότι «οι λέξεις αυτές δεν ανήκουν στην Καινή Διαθήκη».[47] Ορισμένοι μάλιστα το περιγράφουν ως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα εσκεμμένης αλλοίωσης του Βιβλικού κειμένου η οποία είχε θεολογικά-δογματικά κίνητρα σε όλη την χειρογραφική παράδοση της Καινής Διαθήκης.[48] Στον ελλαδικό χώρο, αν και τονίσθηκε η θεολογική σημασία του αποσπάσματος,[49] η γενικότερα αποδεκτή άποψη απορρίπτει σαφώς την αυθεντικότητα του Ιωάννειου κόμματος και υποστηρίζει ότι «παρενεβλήθη μεταγενεστέρως εν τω θεοπνεύστω κειμένω».
Ο καθηγητής Θεολογίας Χρήστος Ανδρούτσος αναφέρει στη Δογματική του: «Το χωρίον τούτο, ελλείπον μεν εν πάσι τοις αρχαίοις κώδιξι και χειρογράφοις αγνοούμενον δε υπό πάντων των Πατέρων της Εκκλησίας, παρενεβλήθη μεταγενεστέρως εν τω θεοπνεύστω κειμένω». (Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας 5η έκδ., Αθήνα, 1956, σελ. 75)
Ο καθηγητής Ιωάννης Καραβιδόπουλος (ο οποίος στη μετάφραση την οποία συμμετείχε συμφώνησε να συμπεριλάβει το κόμμα[50]) αναφέρει: «Η προσθήκη αυτή δεν υπάρχει σε κανένα ελληνικό χειρόγραφο και δεν μνημονεύεται από τους έλληνες πατέρες, παρά τις τριαδολογικές έριδες που θα καθιστούσαν αναγκαία την αναφορά σ' ένα τόσο σημαντικό χωρίο, αν αυτό υπήρχε πράγματι στο κείμενο». (Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη, 3η έκδ., Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 350, 351) Στην αρχική έκδοση της μετάφρασης στην νεοελληνική δημοτική της Καινής Διαθήκης[51] που συμμετείχε ο ίδιος, μαζί με άλλους επιστήμονες όπως οι καθηγητές ερμηνείας της Κ.Δ. των πανεπιστημίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης, Πέτρος Βασιλειάδης, Ιωάννης Γαλάνης και Γεώργιος Γαλίτης, δεν περιλήφθηκε το Ιωάννειο Κόμμα καθώς «η μετάφραση έγινε με βάση τη διεθνώς καθιερωμένη κριτική έκδοση του κειμένου της Καινής Διαθήκης (Nestle-Aland 26η έκδοση και U.B.S. 3η έκδοση)» (παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ένα τεχνητό κείμενο, με ένα μεγάλο ποσοστό υποκειμενισμού[52]), η οποία βεβαίως δεν χρησιμοποιείται λειτουργικά από την Ορθόδοξη Εκκλησία[53]. Για το λόγο αυτό, η έγκριτη πανεπιστημιακή ομάδα, κατανοώντας ως δικαιολογημένη τη δριμύτατη κριτική που ασκήθηκε για τη χρήση του τεχνητού κειμένου Nestle-Aland, συμφώνησε ότι "η επιστημονική γνώση πρέπει να συμπορεύεται με τις ποιμαντικές ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας" και έτσι η μετάφραση προσαρμόστηκε "στο Εκκλησιαστικό κείμενο"[54].
Ο Χρήστος Σπ. Βούλγαρης (ο οποίος χρησιμοποιεί και ερμηνεύει στην Εισαγωγή του το κόμμα[55]) αναφέρει περί του «του χωρίου θεωρουμένου ως 'γλώσσης' εισαχθείσης εκ του περιθωρίου εις το κείμενον της επιστολής». (Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, Τόμ. Β', Αθήνα 2003, σελ. 977)
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (1749-1809), χρησιμοποιεί στις ερμηνείες του αυτούσιο το Ιωάννειο Κόμμα[56] και μάλιστα επισημαίνει ότι στην εποχή του, το "Κόμμα Ιωάννου" βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα τυπωμένα βιβλία που περιέχουν τις καθολικές επιστολές[57]. Επιπλέον, επισημαίνει και αυτός ότι «το ρητόν τούτο [ενν. το Κόμμα Ιωάννου] ούχ ευρίσκεται, ούτε παρά τω ιερώ Μητροφάνει [Πατριάρχης Αλεξανδρείας (1589–1639)], ούτε παρά τω Θεοφυλάκτω [7ος αι.], ούτε παρά του Οικουμενίου [αρχές 7ου αι.], και δια τούτο ουδέ όλως ερμηνείαν έχουσιν εις αυτό» και προσθέτει στην υποσημείωση ότι «και ο θείος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας χωρίς του ρητού τούτου αναγινώσκει τον Ιωάννην».[58].
Ο καθηγητής Στέργιος Σάκκος αναφέρει ότι αυτή «η προσθήκη είναι αναμφιβόλως νόθος» και ότι το Ιωάννειο κόμμα συμπεριλήφθηκε με πρωτοβουλία της Ι.Συνόδου.[59].
Η Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει ότι: «συμφώνως προς τα πορίσματα ταύτα της κριτικής, όλαι αι νεώτεραι κριτικαί εκδόσεις του ελληνικού κειμένου και αι ξέναι μεταφράσεις απήλειψαν το χωρίον από το κείμενον ως μη δυνάμενον να αξιώση ιωάννειον καταγωγήν...Αλλά το γεγονός ότι το χωρίον απουσιάζει από όλα τα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα δεν σημαίνει αναγκαίως ότι τούτο έλειπε και από το αρχέτυπον κείμενον"[60].
Βλέπε επίσης την εμπεριστατωμένη μελέτη του Μάρκου Α. Σιώτη, Αι Δογματικαί Παραλλαγαί του Κειμένου της Καινής Διαθήκης, Β. Το Τριαδικόν Δόγμα, 1. 'Comma Johanneum' (1967).
Ως συνέπεια των συμπερασμάτων της κριτικής του κειμένου της Καινής Διαθήκης, η πλειονότητα των Βιβλικών μεταφράσεων διεθνώς έχει αφαιρέσει εντελώς το αμφισβητούμενο κείμενο[61] ενώ άλλες το περιλαμβάνουν στο κύριο σώμα του κειμένου αλλά επεξηγούν το ζήτημα σε υποσημείωση.[62] Όχι μόνο το σύνολο των Ρωμαιοκαθολικών μελετητών, αλλά ουσιαστικά όλοι οι σύγχρονοι μελετητές έχουν αναγνωρίσει ομόφωνα ότι το Ιωάννειο κόμμα «δεν είναι ούτε γνήσιο ούτε αυθεντικό» και ότι «αποτελεί προσθήκη στα Βιβλικά χειρόγραφα».[63]
Η χρήση ή μή αυτού του παραθέματος που έχει ονομαστεί Κόμμα Ιωάννου, μέσα στο κείμενο της Κ.Δ. των διαφόρων ομολογιών, έγκειται στο γεγονός ότι όλες δεν ακολουθούν τον ίδιο τρόπο με τον οποίο βιώνουν την πίστη τους.
Το "Κόμμα Ιωάννου" σε ότι αφορά τη δογματική θεολογική προέκταση της σημασίας υπάρξεως του στην τριαδολογική πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας θα λέγαμε πως δεν παίζει κανένα απολύτως ρόλο. Σύμφωνα με τον δογματολόγο Χρήστο Ανδρούτσο, και χωρίς το κόμμα, είναι εύκολο να προσδιορίσει κάποιος ποια "η σχέσις των θείων προσώπων κατά την Γραφή" και παραθέτει τις σχετικές αποδείξεις μέσω χωρίων της γραφής[64]. Επίσης, σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία, οι θεοφάνειες του άσαρκου Λόγου (δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας) στην Παλαιά Διαθήκη είναι η φανέρωση της Αγίας Τριάδας[65]. Είναι χαρακτηριστικό δε πως "σε κάθε φάση της πορείας στην προϊστορία και την ιστορία, είναι ο ίδιος τριαδικός Θεός που κάνει την παρουσία του...(θέση) που ενστερνίζεται εξ ολοκλήρου και η εκκλησιαστική ιστοριογραφία"[66]. Ήδη μάλιστα κάτι τέτοιο διαφαίνεται από την εποχή των απολογητών (2ος αιω.) με προεξάρχοντες τους Ιουστίνο, Θεόφιλο Αντιοχείας αλλά και μεταγενέστερους όπως τον Ωριγένη, τον Κλήμη Αλεξανδρείας, τον Ειρηναίο, τον Ιππόλυτο, το Μ. Αθανάσιο κ.α.[67].
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως κατεξοχήν εκκλησία της παραδόσεως[68] δίνει μεγάλη βαρύτητα σε αυτό που ονομάζεται Ιερά Παράδοση και "δεν είναι παρά η βίωση της Αγίας Γραφής από την Εκκλησία μέσα στη μακραίωνη ιστορία της"[69]. Από την παράδοση αυτή αποβάλλονται μόνο όσα στοιχεία "έχουν χάσει την οργανική τους σχέση με το ζωντανό σώμα του Χριστού"[70] και κατά συνέπεια, η περικοπή που ονομάστηκε "Κόμμα Ιωάννου""εχρησιμοποιήθη...διότι μαρτυρεί την πίστιν της Εκκλησίας, ήτις έκαμε δεκτόν εις το κείμενον της το εν λόγω τμήμα και αφού το εδέχθη η Εκκλησία πρέπει να το δεχώμεθα και ημείς"[71].
Εκτός, λοιπόν, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγιγνώσκει την εν λόγω περικοπή στη Θεία Λειτουργία, μέσα από τα λειτουργικά της βιβλία[72], το "Κόμμα Ιωάννου" χρησιμοποίησαν αυτούσιο: άγιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε κατηχητικά-δογματικά και ερμηνευτικά τους έργα, όπως ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης[73] και ο Νικόδημος ο Αγιορείτης[74], σημαντικοί ερμηνευτές όπως ο Ευθύµιος Ζιγαβηνός (11ος αιώνας)[75] και επιφανείς θεολόγοι όπως ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος Σχολάριος (15ος αιώνας)[76]. Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκε σε Δογματικά και Συμβολικά κείμενα της Ορθόδοξης Εκκλησίας όπως είναι η Ομολογία πίστεως Μητροφάνους Κριτοπούλου (1625)[77], η οποία "διακριβοί και διαπτύσσει συστηματικώς τα ορθόδοξα δόγματα"[78] και η Ορθόδοξος Ομολογία Πέτρου Μογίλα (1638/42)[79] στην οποία "εξετίθεντο θετικώς και σαφώς τα δόγματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας"[80]. Επίσης, έχει χρησιμοποιηθεί σε παλαιότερα έργα Ορθόδοξης Δογματικής, όπως του πρύτανη της εκκλησ. ακαδημίας του Κιέβου, αρχιμανδρίτη Αντωνίου (Δογματική θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής και Ανατολικής Εκκλησίας, εν Αθήναις 1858, σελ. 116), ένα "αξιόλογον έργον" το οποίο "εσημείωσε πλείστας εκδόσεις"[81], ενώ καί σήμερα, καθηγητές όπως ο Ιωάννης Παναγόπουλος[82] και Χρήστος Βούλγαρης[83], στις Εισαγωγές τους, χρησιμοποιούν κανονικά το "κόμμα" στις αναλύσεις του περιεχομένου της Α' Ιωάννου. Τα παραπάνω, αποτελούν γεγονός, που μαρτυρεί ότι, αν και "το Α' Ιωάν. 5,7-8...φαίνεται δεν προέρχεται, στην παρούσα του μορφή, από τον κάλαμο του ιερού συγγραφέα", εντούτοις "η ίδια η Εκκλησία...κατακύρωσε στη Γραφή της, τα μοναδικά με τόση σαφήνεια τριαδολογικά χωρία, εφόσον αυτά εξέφραζαν την πίστη της."[84].
Κατά συνέπεια, μία εκκλησία με ιστορία αιώνων και τέτοια αντίληψη για την αξία των ιερών κειμένων, δεν θα μπορούσε να εναλλάσσει το κείμενό της σύμφωνα με τις εκάστοτε ερμηνείες των επιστημόνων που πολλές φορές μεταβάλλονται σε διάστημα λίγων χρόνων. Δεν χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Εκκλησία κριτικά κείμενα αλλά λειτουργικά κείμενα. Για τους Ορθοδόξους αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς το λεγόμενο κριτικό κείμενo της Καινής Διαθήκης είναι προϊόν επιστημονικής σύνθεσης, που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ στη Λατρεία από καμία Ομολογία[85]. Εκτός όμως αυτού, το πρόβλημα έχει και άλλες παραμέτρους: η 26 έκδοση των Nestle-Aland διαφέρει από την 25η σε 700 περίπου χωρία. Με αυτό τον τρόπο, παρά την τεράστια προσπάθεια μεγάλου πλήθους ειδικών ερευνητών, δεν έχει επιτευχθεί από τότε ομοφωνία μεταξύ τους, για καλύτερο και εγκυρότερο κείμενο[86]. Αυτές οι εκατοντάδες διαφορές είναι κάτι "που καταδεικνύει την ύπαρξη υποκειμενισμού"[87].
Αλλά κι αν τα μέχρι τώρα στοιχεία της επιστήμης δείχνουν ότι το Ιωάννειο Κόμμα δεν ήταν μέρος του πρωτοτύπου, αν και για κάποιους μελετητές, υπαινιγμοί του κόμματος υπάρχουν στη Δύση από τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ., στον Τερτυλιανό (PL 2, 211C) και στον Κυπριανό (De unitate Ecclesiae VI, P.L. 4, 519B) αντίστοιχα[88], εντούτοις, αυτό περιέχει "θεολογία" που είναι "αληθής"[89] (για όσους βεβαίως πιστεύουν στην Αγία Τριάδα): ακόμη κι αν δεν μαρτυρείται από κανένα αρχαίο χειρόγραφο, το χωρίο αυτό "μαρτυρεί σαφέστατα την πίστιν της Εκκλησίας εις το τριαδικόν άμα και ενιαίον του θεού", ιδέα μάλιστα που σύμφωνα με την Ορθόδοξη ερμηνεία ενυπάρχει σε πάρα πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης[90].
Έτσι, στη χρήση κατά την εκκλησιατική λατρεία, προηγείται το κείμενο της Κ.Δ. που αναγιγνώσκεται επί αιώνες στη θεία Ευχαριστία. Κατά συνέπεια, "το κριτικό κείμενο Nestle-Aland χρησιμοποιείται στην πανεπιστημιακή διδασκαλία (Θεολογικές σχολές) και στις επιστημονικές εργασίες, ενώ το Εκκλησιαστικό (που λέγεται επίσης και Βυζαντινό) κείμενο είναι το λειτουργικό κείμενο που αναγινώσκεται στην Εκκλησία και διαδίδεται στο λαό από τις χριστιανικές κινήσεις της χώρας και από το ποιμαντικό έργο των ενοριακών ναών"[91].
Στο κείμενο της Καινής Διαθήκης του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης του 1904, που αποτελεί το επίσημο κείμενο της Κ.Δ. που χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, το Κόμμα Ιωάννου είναι τυπωμένο, αν και με πλάγια και μικρότερου μεγέθους γράμματα. Και ενώ στον πρόλογό της έκδοσης, το "χωρίον τούτο" δηλώνεται "ως όλως αμάρτυρον", η Ιερά Σύνοδος, όπως ήταν φυσικό, επέβαλλε την παράθεσή του[92], καθώς την θεωρούσε αναγκαία[93]. Επίσης, κάποιες εκδόσεις που βασίζονται ουσιαστικά στο λεγόμενο Πατριαρχικό κείμενο, έχουν ενσωματώσει —είτε μέσα σε αγκύλες, είτε χρησιμοποιώντας διαφορετικό τύπο γραμμάτων— και επεξεργαστεί ερμηνευτικά το Ιωάννειο κόμμα.[94].
Για τον ίδιο λόγο, έγκριτοι επιστήμονες όπως οι καθηγητές ερμηνείας της Κ.Δ., των πανεπιστημίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης, Πέτρος Βασιλειάδης, Ιωάννης Γαλάνης, Γεώργιος Γαλίτης και Ιωάννης Καραβιδόπουλος, διατήρησαν το Ιωάννειο Κόμμα μέσα στη μετάφρασή τους της Καινής Διαθήκης στη Νεοελληνική Γλώσσα[95] (μεταβάλλοντας έτσι προηγούμενη έκδοση του έργου τους η οποία δεν περιείχε το κόμμα). Αξιοσημείωτο είναι ότι στη νέα έκδοση του έργου δεν διατύπωσαν καμμία βεβαιότητα περί παρεμβολής ή νοθείας, αλλά απλώς αναφέρεται σε υποσημείωση (σελ. 387) ότι το τμήμα αυτό του κειμένου "δεν υπάρχει στα κυριότερα χειρόγραφα". Το ίδιο έπραξε και ο καθηγητής Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος στη μετάφρασή του[96] όπου διατήρησε το Ιωάννειο Κόμμα χωρίς σχόλια (σελ. 625-626)[97].
Πίνακες: Μεταγενέστερα χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης που περιλαμβάνουν το Ιωάννειο κόμμα
Πρωτότυπο. Λατινικό κείμενο δίπλα στο ελληνικό το οποίο έχει τροποποιηθεί ώστε να συμμορφώνεται με το λατινικό. Το Κόμμα αποτελεί μετάφραση στα Ελληνικά από το λατινικό κείμενο.
↑Οι σημαντικότερες δογματικές διαμάχες αφορούσαν τους επιλεγόμενους Σαβελλιανισμό και Αρειανισμό.
↑Μία από τις έννοιες της λέξης κόμμα στην κλασική ελληνική και λατινική γραμματεία είναι «μικρό μέρος περιόδου του προφορικού ή γραπτού λόγου». Το Λεξικό των Liddell και Scott το ορίζει ως «μικρόν μέρος περιόδου, αλλαχού, κώλον, Λατ. comma».
↑Ο Πρισκιλλιανός θα μπορούσε να περιγραφεί αιρεσιολογικά ως «Σαβελλιανιστής» ή «Μονταλιστής» (αλλιώς «Τροπικός Μοναρχιανιστής») καθώς χρησιμοποίησε προφανώς τη φράση αυτή ως επιβεβαίωση της άποψης του ότι τα τρία πρόσωπα της Τριάδας δεν είναι παρά μορφές ή τρόποι έκφανσης του ενός Θεού.
↑«Φαίνεται πιο πιθανό ότι [το Ιωάννειο κόμμα] προστέθηκε σε μια προγενέστερη Λατινική έκδοση της 1ης Ιωάννη ως περιθωριακή σημείωση, πιθανώς λόγω της ανησυχίας για το ότι ούτε ένα εδάφιο της Καινής Διαθήκης δεν υποστηρίζει άμεσα το δόγμα της Τριάδας». (The Expositor's Bible Commentary: Hebrews-Revelation Revised ed., Zondervan, 2006, Τόμ. 13ος, σελ. 494) «Κανένα άλλο κείμενο της Καινής Διαθήκης δεν προδίδει την τριαδιστική εκλέπτυνση του Κόμματος, το οποίο δεν αναφέρει μόνο τρεις θεϊκές οντότητες (όπως κάνει το Ματθ. 28:19) αλλά επίσης ότι είναι ένα». (Raymond E. Brown, The Epistles of John (Anchor Bible), Doubleday, 1982, σελ. 776)
↑Το Ιωάννειο κόμμα δεν εμφανίζεται σε κανένα χειρόγραφο της Λατινικής Βουλγάτας πριν από το 800.
↑Σύμφωνα με την εγκύκλιο επιστολή Divino Afflante Spiritu του Πάπα Πίου ΙΒ΄ που εκδόθηκε το 1943, η Βουλγάτα θεωρείται ότι είναι «εντελώς απαλλαγμένη από οποιοδήποτε λάθος σε ζητήματα πίστης και ηθικής».
↑Οι πάπυροι, οι μεγαλογράμματοι και οι μικρογράμματοι κώδικες της Κ.Δ. ανέρχονται σε 5.664.
↑George Ricker Berry, The Interlinear Literal Translation of the Greek New Testament, Hinds & Noble, New York, 1897, σελ. ii.
↑Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμ. 7ος, στ. 760.
↑Geoffrey W. Bromiley, The International Standard Bible Encyclopedia: A-Z, Wm. B. Eerdmans Publishing, 1995, σελ. 820, ISBN 0-8028-3784-0
↑Orest A. Ranum, Searching for Modern Times: Discussion Problems and Readings, Dodd, Mead, 1969, σελ. 22
↑Κείμενο δοσμένο από την Καινή Διαθήκη στα Ελληνικά
↑ 25,025,1Elizabeth L. Eisenstein, The printing press as an agent of change: communications and cultural transformations in early-modern Europe, Cambridge University Press, 1979, σελ. 338, ISBN 0-521-29955-1
↑P. A. Marijnen, The Encyclopedia of the Bible, Prentice-Hall, 1965, σελ 233
↑Jan M. Ziolkowski, Fairy Tales from Before Fairy Tales: The Medieval Latin Past of Wonderful Lies, University of Michigan Press, 2007, σελ. 241, ISBN 0-472-11568-5
↑William F. Beck, The New Testament in the Language of Today, Revised ed., Concordia Publishing House, 1967, σελ. 424. Εντούτοις, μεταγενέστερες εκτυπώσεις το ενσωμάτωσαν, αρχίζοντας από το 1582 και έπειτα. Επίσης, προστέθηκε στην έκδοση που έκανε ο τυπογράφος Ζίγκμουντ Φέγιεραμπεντ (Sigmund Feyerabend) το 1574.
↑«Αυτή η "επισημείωση" [Αγγλ. "gloss"] (όπως ονομάζονται αυτές οι προσθήκες) εξαπλώθηκε, και τελικά κατέστη τόσο γενικευμένη στον λατινόφωνο Χριστιανισμό ώστε έφτασε στο σημείο να μεταφραστεί στην Ελληνική και να προστεθεί σε ορισμένα μεταγενέστερα ελληνικά χειρόγραφα. Από εκεί διοχετεύτηκε στις έντυπες εκδόσεις [...] Δεν έχουν καμία αξίωση ώστε να θεωρηθούν λόγια του Ιωάννη». (Frederick Carl Eiselen, Edwin Lewis & David G. Downey, The Abingdon Bible Commentary, Abingdon-Cokesbury Press, 1979, σελ. 861, 1357)
↑«Η Καινή Διαθήκη του Εράσμου, ως κίνηση που έγινε από ένα άτομο και ως πρόκληση για την εξουσία, μπορεί να συγκριθεί για τη γενναιότητά της με τις Ενενήντα Πέντε Θέσεις του Λούθηρου. [...] Ο Έρασμος δεν ήταν προετοιμασμένος για τις επιθέσεις που ακολούθησαν [και] κάτω από πίεση επανέφερε το επονομαζόμενο Ιωάννειο Κόμμα των "Τριών Ουράνιων Μαρτύρων" της Πρώτης Επιστολής του Ιωάννη [για το οποίο επέδειξε] τόλμη με τον αρχικό αποκλεισμό του». (E. Gordon Rupp & Philip S. Watson, Luther and Erasmus: Free Will and Salvation (Library of Christian Classics), New ed., Westminster John Knox Press, 1978, σελ. 6)
↑Francis Lieber, E Wigglesworth, Thomas Gamaliel Bradford, Encyclopaedia Americana. A popular dictionary of arts, sciences, literature, history, politics and biography, brought down to the present time; including a copious collection of original articles in American biography, Philadelphia, Carey, Lea & Carey, 1829-33, σελ. 33
↑ 32,032,1John Sandys-Wunsch, What Have They Done to the Bible?: A History of Modern Biblical Interpretation, Liturgical Press, 2005, σελ 53, ISBN 0-8146-5028-7
↑Αφορά τον Κώδικα Montofortianus (Αρ. χειρ. 61). Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό το χειρόγραφο γράφτηκε στην Οξφόρδη γύρω στο 1520 από έναν Φραγκισκανό μοναχό ονόματι Φρόι (Froy) ή Ρόι (Roy) ο οποίος έκανε χρήση των αμφιλεγόμενων λέξεων με βάση τη Λατινική Βουλγάτα.
↑Κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι ο κύριος λόγος που περιέλαβε ο Έρασμος το Ιωάννειο κόμμα στην Καινή Διαθήκη που εξέδωσε ήταν το ότι ήθελε να αποφύγει να στιγματιστεί το έργο του ως προϊόν δογματικήςανορθοδοξίας και έτσι να καταδικαστεί ο ίδιος σε αφάνεια. (H.J De Jonge, "Erasmus and the Comma Johanneum", δημοσιευμένο στο Ephemerides Theologicae Lovanienses, 1980, t. 56, fasc. 4, σ. 381-389)
↑Ο Νεύτων δεν δημοσίευσε αυτό του το έργο εν ζωή καθώς οι συνθήκες θα το καθιστούσαν ιδιαίτερα επικίνδυνο. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και των πρώτων αιώνων που ακολούθησαν, οποιοσδήποτε τολμούσε να γράψει εναντίον του Τριαδικού δόγματος στην Αγγλία γινόταν αντικείμενο σκληρού διωγμού. Μέχρι ακόμη και το 1698 ο Νόμος για την Καταστολή της Βλασφημίας και της Βεβήλωσης (Act for the Suppression of Blasphemy and Profaneness) καθιστούσε αδίκημα από μέρους ενός ατόμου το να αρνηθεί ότι η Τριάδα ήταν ο Θεός. Μάλιστα, τιμωρούνταν με απώλεια του αξιώματος, της εργασίας και του εισοδήματος την πρώτη φορά, και με φυλάκιση την επόμενη, ενώ καταγράφηκαν περιπτώσεις καταδίκης σε θάνατο. Ο φίλος του Γουίλιαμ Γουίστον (William Whiston) έχασε τη θέση του ως Καθηγητής στο Κέιμπριτζ για τον λόγο αυτό το 1711. (Earl M. Wilbur, Our Unitarian Heritage, Βοστώνη, 1925, σελ. 289-294· Henry W. Clark, History of English Nonconformity, Λονδίνο, 1913, Τόμ. 2, σελ. 157· H. McLachlan, Religious Opinions of Milton, Locke and Newton, Μάντσεστερ, 1941, σελ. 146, 147.)
↑Η δεύτερη παραφθορά αφορούσε το εδάφιο 1 Τιμόθεο 3:16.
↑Η Κομπλούτιος Πολύγλωττος αναφέρει το Κόμμα ως εξής: «Τρεῖς εἰσίν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ πατὴρ καὶ ὁ λόγος καὶ τὸ ἅγιον πνεῦμα, καὶ οἱ τρεῖς εἰς τὸ ἕν εἰσί». Η ομοφωνία της μαρτυρίας των τριών ουράνιων μαρτύρων γίνεται φανερή εδώ και όχι η ενότητά τους, όπως επικράτησε στις μεταγενέστερες μορφές του Κόμματος («οὗτοι οἱ τρεῖς ἕν εἰσι»).
↑Ισαάκ Νεύτων, An Historical Account of Two Notable Corruptions of Scripture, Έκδοση του 1830, Λονδίνο, σελ. 60. Με αυτή την άποψη συμφωνεί ο καθηγητής Χίμπερντ Έντμοντ: «Η εσωτερική απόδειξη [ενν. της Επιστολής] είναι επίσης καθοριστική εναντίον της αυθεντικότητας τους [δηλ. των πρόσθετων λέξεων]». (D. Edmond Hiebert, "An Exposition of 1 John 5:1-12", Bibliotheca Sacra 147 (1990) 216-230, σελ. 226)
↑Το συγκεκριμένο έργο του Πόρσον έχει τον τίτλο Letters to Archdeacon Travis, on the Spurious verse 1 John 5:7. (Stephen Neill & Tom Wright, The Interpretation of the New Testament, 1861-1986, Oxford University Press, 1988, σελ. 76)
↑F. H. A. Scrivener, A Plain Introduction to the Criticism of the New Testament 3d ed., Cambridge, 1883, σ. 654)
↑Albert Barnes, New Testament Notes, Baker Book House, 1832, σελ. 4454-4457, διαθέσιμο στο ίντερνετ εδώ, στον ιστότοπο του Christian Classics Ethereal Library.
↑Philip Schaff, A Companion to the Greek Testament and the English Version, Harper & Brothers, 1883, σελ. 192, 193, 429 και 430.
↑Frederick Fyvie Bruce, The Epistles of John: Introduction, Exposition, and Notes, Eerdmans Publishing, 1979, σελ. 129, 130.
↑Bruce M. Metzger, The Text of the New Testament: Its Transmission, Corruption, and Restoration, 3d ed., Oxford University Press, 1992, σελ. 102.
Bart D. Ehrman, The Orthodox Corruption of Scripture: The Effect of Early Christological Controversies on the Text of the New Testament, Oxford University Press, 1996, σελ. 45.
Encyclopedia of Religion, 2nd ed., Τόμ. 2, λήμμα «Biblical Literature: New Testament».
Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Αγίας Γραφής αναφέρει αποτελεί «εσκεμμένη δογματική αλλαγή» «προσθήκη στο 1 Ιωάννη 5:7, με την αναφορά στους "τρεις ουράνιους μάρτυρες" (που δεν βρίσκεται σε κανένα ελληνικό χειρόγραφο πριν από τον 16ο αιώνα)». (The International Standard Bible Encyclopedia, Τόμ. 4ος, 1988, σελ. 819)
↑Παναγιώτης Χ. Δημητρόπουλος, Η γνησιότης του χωρίου Α΄ Ιωάννου Ε΄ 7β-8α Περί των τριών εν τω Ουρανώ Μαρτύρων (Τύποις Μ. Τριανταφύλλου, 1963). Επίσης, η Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια υποστηρίζει ότι είναι αβέβαιο το οριστικό συμπέρασμα περί μη γνησιότητας καθώς δεν έχουμε στη διάθεση μας χειρόγραφα πριν τον 4ο αιώνα αλλά και εξαιτίας της απώλειας κάποιων συγγραμμάτων των εκκλησιαστικών Πατέρων του 2ου αιώνα, ενώ παραθέτει προς υποστήριξη της γνησιότητας αναφορές του Τερτυλλιανού και του Κυπριανού στα Λατινικά που μιλούν για την ενότητα του Πατρός, του Γιου και του Αγίου Πνεύματος/Παρακλήτου. Παρ' όλα αυτά καταλήγει ότι «το Κόμμα Ιωάννου οφείλει την ύπαρξιν αυτού είτε εις παρεμβολήν εν πατερικών λατινικών συγγραμμάτων εις το αγιογραφικόν κείμενον, είτε εις επινόησιν χριστιανού τινός εν Ισπανία κατά τον Γ' ή Δ' αι.». (Τόμ. 7ος, στ. 760-762)
↑Πρόκειται για την μετάφραση: "Η Καινή Διαθήκη. Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική μετάφραση στη δημοτική", εκδ. Βιβλικής Εταιρίας, 2η έκδ. 1989 αναθεωρημένη (c1985).
↑Πρόκειται για την μετάφραση "Η Καινή Διαθήκη. Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική δημοτική μετάφραση", εκδ. Βιβλικής Εταιρίας, 1985. Στον Προλόγό της αναφέρεται ότι η μετάφραση βασίστηκε στην κριτική έκδοση του κειμένου της Καινής Διαθήκης (Nestle-Aland 26η έκδοση και U.B.S. 3η έκδοση) ενώ παρετίθετο «το καθιερωμένο εκκλησιαστικό κείμενο της Κωνσταντινουπόλεως, ως πιο οικείο στον Έλληνα αναγνώστη».
↑Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν χρησιμοποιεί στην εκκλησιαστική λατρεία κριτικά κείμενα, τα οποία χρησιμοποιούνται «στην πανεπιστημιακή διδασκαλία και στις επιστημονικές εργασίες». (Καραβιδόπουλος, Βιβλικές Μελέτες Β΄, ό.π., σελ. 115)
↑«Εις το χωρίον Α’ Ιω 5, 7-8 το γνήσιον κείμενον είνε∙ «Ότι τρεις εισιν οι μαρτυρούντες, το Πνεύμα και το ύδωρ και το αίμα, και οι τρεις εις το εν εισιν». Έτσι παραδίδουν το χωρίον απαξάπαντα τα χειρόγραφα του πρωτοτύπου πασών των παραδόσεων, καθώς και οι ανατολικοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς ανεξαιρέτως, και αι αρχαίαι μεταφράσεις πλην των λατινικών. Εις το χωρίον αυτό παρενεβλήθη μία προσθήκη ώστε να λάβη την εξής μορφήν. «Ότι τρεις εισιν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος, και το άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις εν εισι∙ και τρεις εισιν οι μαρτυρούντες εν τη γη, το Πνεύμα και το ύδωρ και το αίμα, και οι τρεις εις το έν εισιν». Πρώτος αναφέρει την προσθήκην ο Ισπανός αιρεσιάρχης Πρισκιλλιανός (+381) εις γλώσσαν λατινικήν. Μετά τούτον το έχουν ελάχιστοι Λατίνοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και ολίγοι κώδικες των λατινικών μεταφράσεων. Εις την ελληνικήν γλώσσαν το έχει ένας ελληνολατινικός κώδιξ ο 629 ή Vaticanus ottobonianus 298 του ΙΔ’ αιώνος, παρασκευασθείς εν Ιταλία υπό δυτικών∙ το ελληνικόν του κείμενον συμμορφώνεται παντού με το λατινικόν. Επίσης το έχει ελληνιστί κατά τον ΙΕ’ αιώνα ο βυζαντινής καταγωγής δομινικανός μοναχός τής Δύσεως Μανουήλ Καλέκας, οπαδός του Θωμά Ακυνάτου. Μετά ταύτα το εισήγαγεν εις την πρώτην έντυπον έκδοσιν του ελληνικού πρωτοτύπου ο καρδινάλιος και υπουργός εν Ισπανία Ximenes de Cisneros τω 1514 και έπειτα οι άλλοι εκδόται. Μετά τας πρώτας εντύπους εκδόσεις το έχουν τρία ελληνικά χειρόγραφα του ΙϚ’ και ΙΖ’ αιώνος εκ των οποίων το ένα απεδείχθη ότι είνε αντίγραφον της εντύπου εκδόσεως του Ximenes. Όταν ο ημέτερος Β. Αντωνιάδης εξέδωκε την Κ. Διαθήκην εκ πολλών χειρογράφων, εις ουδέν εύρε το χωρίον, και δεν το περιείχεν εις το κείμενον∙ τον υπεχρέωσαν όμως να το περιλάβη η επιτροπεία της Ιεράς Συνόδου του οικουμενικού πατριαρχείου. Αλλά το ετύπωσε με λεπτότερα στοιχεία, και έτσι ανατυπώνεται μέχρι σήμερον εις τας εκκλησιαστικάς εκδόσεις. Η προσθήκη είνε αναμφιβόλως νόθος». (Στέργιου Ν. Σάκκου (Δόκτορος Θεολογίας, Καθηγητού του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης), Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, Β’ Έκδοσις, Θεσσαλονίκη, 1984, σ. 186, 187)
↑Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 07, στ. 760.
↑Μεταφράσεις που αφαίρεσαν εντελώς το Ιωάννειο κόμμα είναι στα Ελληνικά
η Νεοελληνική Δημοτική Μετάφραση, συλλογικό έργο των Καθηγητών της Ερμηνείας της Καινής Διαθήκης Σ. Αγουρίδη, Π. Βασιλειάδη, Ι. Γαλάνη, Γ. Γαλίτη, Ι. Καραβιδόπουλου και Β. Στογιάννου (Εκδ. Βιβλικής Εταιρίας, 1985),
η Νέα Αμερικανική Στερεότυπη (New American Standard, σε έκδοση Σπύρου Ζωδιάτη)
και πλήθος άλλων.
Την ίδια πρακτική ακολούθησε και η νεότερη έκδοση του επίσημου Ρωμαιοκαθολικού κειμένου της Καινής Διαθήκης, της Νέας Βουλγάτας, η οποία αναφέρει: «7 Quia tres sunt, qui testificantur: 8 Spiritus et aqua et sanguis; et hi tres in unum sunt». (Διαθέσιμη η παράθεση στο ίντερνετ εδώ.
Η Καινή Διαθήκη των Τεσσάρων Καθηγητών η οποία τοποθετεί το κείμενο σε αγκύλες και αναφέρει ότι «το εντός της παρενθέσεως δεν υπάρχει εις τα κυριώτερα χειρόγραφα»,
η Η Αγία Γραφή-Μεταφορά στη Νεοελληνική η οποία έχει το κείμενο με μικρότερους πλάγιους χαρακτήρες και αναφέρει στην υποσημείωση ότι «στο κεφάλαιο 5 και εδάφια, 7 και 8, το μικρό κείμενο —που εδώ δίνεται με μικρότερα και κυρτά γράμματα— θεωρείται από την επιστήμη των κειμένων ως παρείσακτο».
Κάποιες αγγλικές μεταφράσεις που περιλαμβάνουν το Ιωάννειο Κόμμα είναι οι
Young’s Literal Translation (YLT),
Revised Websters Strongs-Numbered Bible,
King James Version (KJV),
New King James Version (NKJV),
The Cambridge Paragraph Bible Of The Authorized English Version (AV 1873),
The Amplified Bible (AMP) και
The Interlinear Literal Translation Of The Greek New Testament (Newberry Interlinear).
↑Raymond E. Brown, The Epistles of John (Anchor Bible), Doubleday, 1982, σελ. 776, 781.
↑Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον, Αθήνα 2002, σελ. 127.
↑Λειτουργικό βιβλίο "Απόστολος", εκδ. Φως Χ.Ε.Ε.Ν., Αθήνα: "Τη Πέμπτη της ΛΕ' Εβδομάδος, Καθολικής Α' Επιστολής Ιωάννου το Ανάγνωσμα". Το "κόμμα Ιωάννου" βρίσκεται στη σελ. 256.
↑Ερμηνεία εις τας επτά Καθολικάς επιστολάς των αγίων και πανευφήμων αποστόλων Ιακώβου, Πέτρου, Ιωάννου και Ιούδα, εκδ. Ορθόδοξη Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 614. Μάλιστα, επισημαίνει ότι στην εποχή του, το "Κόμμα Ιωάννου" βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα τυπωμένα βιβλία που περιέχουν τις καθολικές επιστολές (σελ. 615).
↑Στο πρωτότυπο: "Είναι απορίας άξιον, διατί αι από των αρχών του 16ου αιώνος μέχρι σήμερον γενόμεναι κριτικαί εκδόσεις του Ελληνικού κειμένου της Καινής Διαθήκης ηγνόησαν και περιεφρόνησαν το Εκκλησιαστικόν κείμενον, κατά την έπεξεργασίαν των διαφόρων εκδόσεων(!) με αποτέλεσμα το κείμενόν των να παρουσιάζεται «τεχνητόν» και «υποκειμενικόν». Του λόγου δε το αληθές αποδεικνύεται και εκ του γεγονότος ότι, άλλοι μεν ερευνηταί θεωρούν την α΄ γραφήν συγκεκριμένου χωρίου ως άρχικήν, άλλοι δε την β΄ γραφήν αυτού, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται διαφοραί μεταξύ των, πολλάκις δε και διαφοραί μεταξύ διαδοχικών εκδόσεων του αυτού εκδότου, όπως π.χ. η 26η έκδοσις των Nestle-Aland διαφέρει της 25ης εις 700 περίπου χωρία. Ούτω, παρά την τεραστίαν προσπάθειαν μεγάλου πλήθους ειδικών ερευνητών, δεν έχει εισέτι επιτευχθή ομοφωνία μεταξύ αυτών, ως προς το καλλίτερον και εγκυρώτερον κείμενον": Βούλγαρης Σπ. Χρήστος, Εισαγωγή Εις την Καινήν Διαθήκην, τόμ. Β', Αθήνα 2005, σελ. 1403.
↑Δεσπότης Σ. Σωτήριος, Ο Κώδικας των Ευαγγελίων, Άθως, Αθήνα 2007, σελ. 330-331, υποσημ. #22) / Σωτηρόπουλος Νικόλαος, Ο Ιησούς Γιαχβέ, 2η έκδ., εκδ. 'Ο Σταυρός', Αθήνα 1988, σελ. 33 / Δημητρόπουλος, "Κόμμα Ιωάννου", ΘΗΕ, ό.π., στ. 761.
↑Στο πρωτότυπο: "Is the Johannine Comma Scripture? The evidence seems to say no. Is the Johannine Comma truthful? Is it sound theology? Yes." (Daniel L. Akin, The New American Commentary, vol. 38, 1, 2, 3 John, Nashville: Broadman & Holman Publishers 2001, σελ. 199).
↑Σωτηρόπουλος Νικόλαος, Ο Ιησούς Γιαχβέ, 2η έκδ., εκδ. 'Ο Σταυρός', Αθήνα 1988, σελ. 33-34.
↑Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, "Νεοελληνικές μεταφράσεις Καινής Διαθήκης κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα", σελ. 104-122, στο Βιβλικές Μελέτες Β (Βιβλική Βιβλιοθήκη #16), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, εδώ σελ. 115.
↑Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, Βιβλικές Μελέτες Γ΄ (Βιβλική Βιβλιοθήκη #28), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 324: "Το χωρίον τούτο, σημειώνει η επιτροπή, ου μόνον κατά τας βάσεις της παρούσης εκδόσεως, αλλ' ουδέ κατ' εξαίρεση εφαίνετο εγχωρούν, ως όλως αμάρτυρον από των εκκλησιαστικών κειμένων, από των πατέρων και διδασκάλων της Ανατολικής Εκκλησίας, από των αρχαίων μεταφράσεων, από των αρχαιοτέρων απογράφων της Σλαυϊκής μεταφράσεως, και αυτής έτι της Λατινικής, και από πάντων των γνωστών ελληνικών χειρογράφων, των γεγραμμένων ανεξαρτήτως της κατά μικρόν εισαχθείσης εις την Βουλγάταν προσθήκης. Διατηρείται κατά γνώμην της Ιεράς Συνόδου".
↑Παναγόπουλος Ιωάννης, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, Ακρίτας, Αθήνα 1994, σελ. 379.
↑Πρόκειται για την μετάφραση: "Η Καινή Διαθήκη. Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική μετάφραση στη δημοτική", εκδ. Βιβλικής Εταιρίας, 2η έκδ. 1989 αναθεωρημένη (c1985). Η μετάφραση τους έγινε με βάση το Εκκλησιαστικό Κείμενο κατά την Πατριαρχική έκδοση του 1904.
↑Η Καινή Διαθήκη σε Νεοελληνική Απόδοση, 7η έκδ., Αθήνα 2003.
↑Μάλιστα, ο Ακαδημαϊκός Μάρκος Α. Σιώτης και ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών θεωρεί την εργασία του Κου Δεληκωστοπούλου ως την "πιστοτέραν προς το πρωτότυπον κείμενον...μεταξύ των άλλων εν χρήσει και σήμερον" (ό.π., σελ. 31).